Από τη χούντα στο πραξικόπημα του 1974 (Μέρος 11ο)

Από το Άτσεσον στη Λισσαβόνα

Απ’ ότι φάνηκε εκ των υστέρων και έχοντας πλέον ως δεδομένη την τουρκική κατοχή της μισής Κύπρου από τα τουρκικά στρατεύματα, το σχέδιο Άτσεσον δεν ήρθε για να φύγει.

Εκείνο που προωθούσαν οι μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ σε συνεργασία με κλιμάκια του αμερικανικού ΥΠΕΞ και τον ίδιο τον Χένρι Κίσινγκερ στη συνέχεια δεν ήταν τίποτε άλλο από την εφαρμογή παραλλαγών αυτού του σχεδίου.

Ελλάδα και Τουρκία υπέρ του διαμελισμού

Για να μπορέσει να εφαρμοστεί αυτή η «λύση» οι ΗΠΑ επέβαλαν τη δικτατορία των συνταγματαρχών στην Ελλάδα, ενώ έγιναν και ανακατατάξεις στα της Τουρκίας. Στο τιμόνι της Τουρκίας βρέθηκε ο καθηγητής Νιχάτ Ερίμ ο οποίος μεταξύ των λύσεων του Κυπριακού που είχε εισηγηθεί κατά τη διάρκεια του αγώνα της ΕΟΚΑ ήταν και η διχοτόμηση της Κύπρου.

Δηλώνοντας ότι θεωρούσε τη συνεργασία Τουρκίας και Ελλάδας ως θεμελιώδη για την τουρκική πολιτική, ο Ερίμ επεξεργάστηκε μαζί με τον Ντενκτάς ένα κείμενο προτάσεων για το Κυπριακό. Τις προτάσεις αυτές ο Ντενκτάς τις κατέθεσε στον Γλαύκο Κληρίδη στις 27 Απριλίου 1971 και αφορούσαν κυρίως το θέμα των Δήμων.

Ο Μακάριος απέρριψε τις προτάσεις ως απαράδεκτες αλλά η χούντα τις θεωρούσε θετικές και κάλεσε την κυπριακή κυβέρνηση να μην τις απορρίψει. Παράλληλα η Ελλάδα και η Τουρκία συμφώνησαν να συνεργαστούν για τη λύση του Κυπριακού χωρίς την ανάμιξη του ΟΗΕ.

Ελλάδα και Τουρκία προσανατολίζονταν πλέον στην οριστική διχοτόμηση ως αποδεχτή λύση.

Ο δικτάτορας Παπαδόπουλος σε συνέντευξη του στην τουρκική εφημερίδα «Μιλλιέτ» στις 29 Μαΐου 1971 δήλωνε ότι πίστευε προσωπικά πως «αι εξελίξεις οδηγούν προς μίαν ομοσπονδίαν Τουρκίας και Ελλάδος. Τούτο ίσως πραγματοποιηθή μετά 20 ή 50 έτη. Όμως θα πραγματοποιηθή».

Σε ότι αφορά την Κύπρο ο Παπαδόπουλος υποσχέθηκε στον Νιχάτ Ερίμ ότι αν γινόταν σύρραξη μεταξύ των δύο πλευρών, η Ελλάδα δεν θα δίσταζε να επέμβει υπέρ των Ε/κυπρίων.

Ο Ερίμ άρπαξε την δήλωση Παπαδόπουλου για ομοσπονδία και εισηγήθηκε όπως η αρχή γίνει από την Κύπρο.

Ο Παπαδόπουλος, σύμφωνα με τον Ερίμ, συμφώνησε με την εισήγηση.[1]

Η συμφωνία της Λισσαβόνας

 

Ο ΥΦΕΞ της χούντας Ξανθόπουλος Παλαμάς με τους Κυπριανού και Παναγιωτάκο, πρέσβη της χούντας στην Κύπρο
Ο ΥΦΕΞ της χούντας Ξανθόπουλος Παλαμάς με τους Κυπριανού και Παναγιωτάκο, πρέσβη της χούντας στην Κύπρο

 

Μέσα στο πλαίσιο αυτής της συνεργασίας  και λίγες μέρες μετά τη συνέντευξη Παπαδόπουλου, συναντήθηκαν στη Λισσαβόνα την 1η Ιουνίου 1971 ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Οσμάν Ολτζάι και ο υφυπουργός Εξωτερικών Ξανθόπουλος Παλαμάς. Σημειωτέον ότι η συνάντηση πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια της συνόδου του ΝΑΤΟ.

Σύμφωνα με τον Αμερικανό δημοσιογράφος Λώρενς Στερν, ο οποίος επικαλέστηκε Τούρκο διπλωμάτη, οι δύο χώρες συμφώνησαν να βελτιώσουν τις σχέσεις τους ξεκινώντας από μια συμφωνία εδαφικού διαμοιρασμού στην Κύπρο η οποία θα προνοούσε την παραχώρηση μιας μεγάλης βάσης στην Τουρκία, ώστε οι Τούρκοι να αισθάνονται πιο ασφαλείς. Συμφώνησαν επίσης ότι δεν θα γινόταν μετακίνηση πληθυσμού από την περιοχή της βάσης.

Επίσης, όπως αναφέρθηκε, ο Παλαμάς είχε υποσχεθεί ότι θα ασκούνταν πιέσεις στον Μακάριο και υποσχέθηκε, συμφωνώντας με τον τούρκο ΥΠΕΞ ότι θα έπρεπε να υπάρξει κατάληξη μέχρι τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου (1971).

Και κατά «σύμπτωση», τον Σεπτέμβριο του 1971 έφτασε μυστικά στην Κύπρο ο Γρίβας!

Κατά συνέπεια, στη σύνοδο της Λισσαβόνας η Ελλάδα είχε αποδεχθεί τις τουρκικές προτάσεις, δηλ. τις προτάσεις Ντενκτάς, καθώς και για την ομοσπονδιακή λύση του Κυπριακού[2].

Συμφώνησαν επίσης ότι στην περίπτωση που ο Μακάριος δεν θα δεχόταν αυτή τη συμφωνημένη λύση, δεν θα απέκλειαν την στρατιωτική επέμβαση.

Τα πικρά μέτρα του Γ. Παπαδόπουλου

Λίγες μέρες αργότερα η χούντα έκανε πράξη την υπόσχεση της προς την Τουρκία στέλνοντας μια διακοίνωση προς τον Μακάριο με την προτροπή να αποδεχθεί τις τουρκικές προτάσεις που έδωσε ο Ντενκτάς στον Κληρίδη για τη ρύθμιση του θέματος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης καθώς και την τουρκική απαίτηση για τον διορισμό Τούρκου Υπουργού Τοπικής Διοίκησης. Αυτός ο Υπουργός θα ήταν υπόλογος στον Τούρκο αντιπρόεδρο της Κύπρου.

Ο Μακάριος απέρριψε την ελληνική προτροπή υποστηρίζοντας ότι η διευθέτηση αυτή θα οδηγούσε σε ένα καθεστώς συνομοσπονδίας.

Μετά την απόρριψη της πρότασης από τον Μακάριο, ο Παπαδόπουλος έστειλε μια επιστολή στις 18 Ιουνίου 1971 απειλώντας τον ότι αν δεν συμφωνήσει, η ελληνική κυβέρνηση θα λάβει πικρά μέτρα.

Την επιστολή έφερε στην Κύπρο o πρέσβης Άγγελος Χωραφάς, διευθυντής του τμήματος κυπριακών υποθέσεων του υπουργείου Εξωτερικών.

Στην επιστολή ο Παπαδόπουλος απέρριπτε φήμες ότι συνωμοτούσε με την Τουρκία για την απομάκρυνση του Μακαρίου από την προεδρία, χαρακτηρίζοντας ως κακοήθεις φήμες τα όσα διαδίδονταν ως πληροφορίες.

Για τις προτάσεις του έγραφε ότι αποτελούν προϊόν εμπεριστατωμένης και ώριμης σκέψης της κυβέρνησης του και μόνον, αποκρύβοντας ότι ήταν είχε έρθει σε συμφωνία για το θέμα αυτό στη Λισσαβόνα.

Επιχειρηματολογούσε υπέρ των προτάσεων του και ότι αυτές (δηλ. ο διαχωρισμός) διατηρούν την ενότητα του κράτους και ότι καταργούσε τη κατάσταση διχοτόμησης που υπήρχε εκείνη την περίοδο!

Προειδοποιούσε δε τον Μακάριο ότι αν δεν αποδεχόταν τις προτάσεις θα έφερε βαρύτατη ευθύνη και ότι «Εις μίαv τoιαύτηv περίπτωσιv, η ελληνική Κυβέρvησις θα ευρεθή εις τηv σκληράv αvάγκηv vα λάβη τα μέτρα εκείvα τα oπoία επιτάσσει τo εθvικόv συμφέρov και τo καλώς vooύμεvov συμφέρov τoυ Κυπριακoύ ελληvισμoύ, oσovδήπoτε πικρά και αv είvαι ταύτα».

Ως “πικρά μέτρα” ανέφερε την απόσυρση από την Κύπρο των Ελλήνων αξιωματικών που στελέχωναν την Εθνική Φρουρά σαν συνέχεια της απομάκρυνσης της Μεραρχίας πράγμα που θα άφηνε την Εθνική Φρουρά υπoστελεχωμέvη και εκτεθειμένη.

Παρόλα ταύτα, ο Μακάριος του απαντούσε γραπτώς στις 24 Ιουνίου ότι δεν αποδέχεται τον διορισμό Τούρκου υπουργού. Ανέφερε ακόμη ότι αν η φράση «πικρά μέτρα» συνιστούσε απειλή εναντίον του «δημιουργείται ανεπίτρεπτος κατάστασις, την oπoίαv ως εντολοδόχος του Κυπριακού ελληνισμού», δεν μπορούσε να αγνοήσει.

Η τελευταία αναφορά άφηνε το υπονοούμενο ότι ο ίδιος ήταν εκλεγμένος πρόεδρος, ενώ ο Παπαδόπουλος όχι.

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να προσεχθεί το εξής: Οι απολογητές της χούντας σε Κύπρο και Ελλάδα, προβάλλουν τον ισχυρισμό ότι εκείνο που οδήγησε στο πραξικόπημα του 1974 ήταν η πρόθεση του Μακαρίου να επαναπατρίσει τους ελλαδίτες αξιωματικούς που αποδεδειγμένα προέβαιναν σε αντικυβερνητικές ενέργειες. Προβάλλουν επίσης τον ισχυρισμό ότι η χούντα του Ιωαννίδη φοβήθηκε ότι αυτό θα παρόπλιζε την Κύπρο απέναντι στην Τουρκία.

Όμως, όπως έχει αναφερθεί πιο πάνω, η ίδια η χούντα δια του Γ. Παπαδόπουλου απειλούσε τον Μακάριο με απόσυρση του συνόλου των Ελλήνων αξιωματικών που στελέχωναν την Εθνική Φρουρά. Με άλλα λόγια κατηγορούν τον Μακάριο ότι θα έκανε κάτι που η ίδια η χούντα απειλούσε δύο χρόνια ότι θα έκανε!

Φόβοι για στροφή της Κύπρου προς ανατολάς

Ο Μακάριος εκείνες τις μέρες έδωσε συνεντεύξεις σε εφημερίδες της Ελλάδας και του εξωτερικού, διατυπώνοντας ανοικτά τη διαφωνία του με τη διευθέτηση που προωθούσε η χούντα του Παπαδόπουλου.

Μιλώντας στο γερμανικό περιοδικό «Ντερ Σπίγκελ» ο Μακάριος ξεκαθάριζε τη διαφωνία του τονίζοντας ότι δεν ήταν υπέρ μιας πενταμερούς διάσκεψης με τη συμμετοχή της Τουρκίας ούτε λύση μέσω του ΝΑΤΟ, αλλά ότι επιθυμούσε λύση στα πλαίσια του ΟΗΕ.[3]

Ξεκαθάριζε ακόμη ότι ήδη είχε κάνει αρκετές παραχωρήσεις και δεν μπορούσε να αποδεχθεί τον διορισμό Τούρκου Υπουργού για την Τοπική Αυτοδιοίκησης όπως υποστήριζε η ελληνική χούντα.

Σε συνέντευξη του τον Ιούλιο του 1971 στην εφημερίδα της Θεσσαλονίκης «Ελληνικός Βορράς» που υποστήριζε τη χούντα, ο Μακάριος επανέλαβε τα πιο πάνω, υπογραμμίζοντας παράλληλα ότι η Κυπριακή Δημοκρατία δεν αναγνώριζε τις συνθήκες Εγγύησης και Συμμαχίας. Εκδηλώνοντας την αντίθεση του με τις θέσεις της χούντας, δεν απέκλειε επίσης απόπειρες κατά της ζωής του.

Είχε προηγηθεί στις 2 Ιουνίου του 1971 επίσημη επίσκεψη του Μακαρίου στη Μόσχα, γεγονός που θορύβησε τόσο τη χούντα όσο και τους δυτικούς.

 

Ο Μακάριος καταθέτει στεφάνι στο Μαυσωλείο του Λένιν στη Μόσχα
Ο Μακάριος καταθέτει στεφάνι στο Μαυσωλείο του Λένιν στη Μόσχα

Η εφημερίδα «Ελληνικός Βορράς» ρώτησε τον Μακάριο αν έχει εξασφαλιστεί εγγύηση της ανεξαρτησίας και ακεραιότητας της Κύπρου από τη Μόσχα.

Ο Μακάριος απάντησε ότι η Σοβιετική Ένωση εξέφρασε την αντίθεση της σε οποιαδήποτε μορφή επέμβασης για επιβολή λύσης του Κυπριακού, προσθέτοντας ότι «Διά τηv σωτηρίαv της Κύπρoυ θα δεχθώ βoήθειαv oθεvδήπoτε πρoερχoμέvηv oιoυδήπoτε είδoυς και εις oιovδήπoτε βαθμόv».

 

[1] Χριστόδουλου Μιλιτάδους «Η πορεία μιας εποχής», σελ. 525.

[2] Σημειωτέον ότι με τον όρο «ομοσπονδία» οι δύο χώρες δεν εννοούσαν τίποτε άλλο παρά τη δημιουργία δύο αυτοδιοίκητων περιοχών με χαλαρή συνεργασία μεταξύ τους. Η λύση αυτή δεν είχε καμία σχέση με τις παραμέτρους που συζητούνται σήμερα στο πλαίσιο της Δικοινοτικής Διζωνικής Ομοσπονδίας.

[3] Εδώ παρατηρείται μια ξεκάθαρη διαφοροποίηση στις θέσεις του Μακαρίου σε σχέση με το παρελθόν. Όταν προωθούσε την ίδρυση της ΕΟΚΑ αλλά και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1965 ο Μακάριος έβλεπε το Κυπριακό να λύνεται μέσα στο πλαίσιο των δυτικών και του ΝΑΤΟ. Αργότερα όταν διαπίστωσε τις συνωμοσίες που εξυφαίνονταν από τους κύκλους αυτούς, συνειδητοποίησε ότι η λύση θα έπρεπε να προέλθει μέσω του διεθνούς οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών.

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy