Αξιολόγηση της «μη-λύσης αύριο»

Του δρος Γιώργου Δ. Χριστοδουλίδη

Επισημαίνεται ότι ανάμεσα στην κοινή γνώμη, αλλά και από πολιτικούς αρθρογράφους, έχουν εκφρασθεί διάφορες απόψεις σχετικά με το επείγον της αναζήτησης λύσης του Κυπριακού. Αυτές θα μπορούσαν να συνοψισθούν στις ακόλουθες δύο διαμετρικά αντίθετες τοποθετήσεις: «μια λιγότερο καλή λύση σήμερα είναι πολύ καλύτερη από τη μη-λύση αύριο» και «μια κακή λύση σήμερα είναι πολύ χειρότερη από τη μη-λύση αύριο». Λογικά, για να αξιολογήσουμε την ορθότητα/σοφία της καθεμίας από τις δύο αυτές τοποθετήσεις θα πρέπει πρώτα να διερευνήσουμε τι αναμένεται να συμβεί «αύριο» από μια παράταση της «μη-λύσης».

Πρώτα έχουμε την πραγματικότητα «επί του εδάφους» ως αποτέλεσμα της τουρκικής εισβολής και κατοχής. Στο διάστημα αυτό των 4-5 χρόνων κανένας πρόσφυγας δεν θα επιστρέψει πίσω, κανένας δεν αποζημιώνεται για περιουσίες που θα βρίσκονταν στην τ/κ ζώνη, κανένας Τούρκος στρατιώτης δεν αποχωρεί. Παράλληλα, συνεχίζεται η αλλοίωση της κοινωνικής δομής στα κατεχόμενα.

Πρόσθετα, συνεχίζεται και αυξάνεται η οικονομική και διοικητική εξάρτηση των κατεχομένων από την Τουρκία, καθώς και η θρησκευτική διείσδυση και ο ακραίος θρησκευτικός φανατισμός, καθιστώντας μια όποια μελλοντική λύση σχεδόν μη βιώσιμη. Στο πολιτικό επίπεδο, μια καθυστέρηση στην επίτευξη λύσης θα διευκολύνει την Τουρκία να προχωρήσει στην εφαρμογή του «Σχεδίου Β», που η επέμβαση του ΓΓ του ΟΗΕ και των άλλων διεθνών παραγόντων κατάφεραν να αναστείλουν ενόψει κάποιας προσεχούς επανάληψης των συνομιλιών. Μια δική μας νέα στρατηγική προσέγγιση που θα έχει ως αποτέλεσμα την παράταση των συνομιλιών θα δώσει την αφορμή/δικαιολογία/ευκαιρία στην Τουρκία να προχωρήσει στην εφαρμογή νέας δικής της στρατηγικής που θα επικεντρώνεται σε μια διεθνή εκστρατεία για αναγνώριση της «τδβκ» και άρση της «απομόνωσης» των Τ/κ, κάτι δηλαδή σαν «ταϊβανοποίηση» της Βορείου Κύπρου. Παράλληλα θα αυξηθούν και οι πιέσεις προς διεθνείς οργανισμούς για συμμετοχή και Τ/κ στις αντιπροσωπείες μας, όπως Συμβούλιο Ευρώπης και διάφορες Επιτροπές της Ε.Ε. Ένα άλλο αρνητικό για μας ενδεχόμενο θα είναι και η σταδιακή αμφισβήτηση της νομιμότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας από μια σειρά κράτη (πέραν της Τουρκίας), ως εκπροσωπούσα ολόκληρη την κυπριακή επικράτεια. Με τέτοια, σχεδόν βέβαια, σενάρια θα μπορούσε ένας να προβλέψει τις άλλες απομένουσες νέες επιλογές σε μια μελλοντική επίλυση του Κυπριακού: είτε μια συνομοσπονδία δύο αυτόνομων κρατών, το ένα εκπροσωπούμενο από την «Ελληνική Δημοκρατία της Νοτίου Κύπρου» και το άλλο από την «Τουρκική Δημοκρατία της Βορείου Κύπρου», είτε μια συμφωνημένη διχοτόμηση σε δύο ανεξάρτητα κράτη. Όμως, όσο κι αν μια λύση της διχοτόμησης θα φαντάζει προτιμητέα για μια σχετικά υπολογίσιμη ομάδα Ε/κ, εκείνο που πιθανώς να μας διαφεύγει είναι οι όροι τους οποίους η Τουρκία θα επέβαλλε για να δεχθεί, και στις δύο περιπτώσεις, μια τέτοια διευθέτηση του Κυπριακού.

Η Τουρκία αρνείτο ανέκαθεν να δεχθεί την Ένωση της Κύπρου και για ένα καθαρά αμυντικό για αυτή λόγο: η τυχόν στρατιωτική επέκταση της Ελλάδας «προς Ανατολάς» ενέχει τον κίνδυνο να απειλήσει το «μαλακό της υπογάστριο». Για τους ίδιους λόγους θα επιμένει να θέτει ως όρο να μετατραπεί το «Νότιο Κράτος» σε έναν αποστρατιωτικοποιημένο χώρο υπό τη σκιά και τον έλεγχο της Τουρκίας. Είναι αυτού του είδους τις διευθετήσεις  που θα αποδέχονταν οι υποστηρικτές τέτοιων νέων πολιτικών επιλογών;

Επομένως, ως κατακλείδα: ποια ενδεχόμενη λύση του Κυπριακού «σήμερα» θα είναι «λιγότερο καλή» ή «χειρότερη» από τέτοιες τόσο αρνητικές εξελικτικές συνέπειες, όχι μόνο για μας αλλά και για το σύνολο του κυπριακού λαού από μια «μη-λύση αύριο»;

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy