Ενέργεια – Διλήμματα & Πολυπλοκότητες

Του Γιώργου Σιαμμά*

Πρόσφατα έγινε η παρουσίαση των νέων κανόνων αγοράς ηλεκτρισμού στα πλαίσια της δημόσιας διαβούλευσης που διεξάγει ο Διαχειριστής συστήματος μεταφοράς για το θέμα.

Ο σύμβουλος του Διαχειριστή, κ. Παπαλεξόπουλος, με πολύ μεγάλη πείρα στα ζητήματα αυτά, τόνισε ιδιαίτερα το γεγονός πως η αγορά ηλεκτρισμού είναι από τη φύση της εξαιρετικά πολύπλοκη και γι’αυτό χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στο σχεδιασμό της, για να αποφευχθούν προβλήματα και αστοχίες που παρατηρήθηκαν αλλού. Αυτό, είναι κάτι που κατά κόρον τονίσαμε προς όλες τις κατευθύνσεις τα τελευταία χρόνια. Λόγω της δημοφιλίας των θεμάτων ενέργειας, εμφανίστηκαν τα τελευταία χρόνια πολλοί ‘ειδικοί’, οι οποίοι παρελαύνουν συχνά από τις στήλες η τις οθόνες των ΜΜΕ και μάλιστα έχουν και ιδιαίτερα έντονες και απόλυτες απόψεις, που προφανώς κατά τους ίδιους είναι και ορθές.

Οι πραγματικά ειδικοί όμως, οι οποίοι μελετούν σε βάθος τα θέματα, δεν τοποθετούνται απόλυτα για κανένα ζήτημα. Στον τομέα της ενέργειας και ιδιαίτερα του ηλεκτρισμού, τα διλήμματα είναι πολλά και οι απόψεις διιστάμενες. Οι διαφορετικές απόψεις εκφράζονται από ειδικούς στο θέμα Καθηγητές Πανεπιστημίων, Ρυθμιστές, και άλλους ειδικούς του τομέα με πολύ εμπεριστατωμένο τρόπο.

Μια μικρή ανθολόγηση των πιο σημαντικών διλημμάτων, ακολουθεί πιο κάτω χωρίς να φιλοδοξώ να αναλύσω σε βάθος το κάθε ένα.

Α) Ανταγωνισμός με πολλές επιχειρήσεις στην Παραγωγή/Προμήθεια Vs Μία Μονοπωλιακή κρατική ή ιδιωτική εταιρεία

Το πρώτο δίλημμα σχετίζεται με την ίδια την εξέλιξη των αγορών ηλεκτρισμού. Ξεκίνησαν με μικρές τοπικές εταιρείες, συνήθως ιδιωτικές και στη συνέχεια έγιναν μεγάλες κρατικές εταιρείες που απορρόφησαν όλες τις μικρές, ανέπτυξαν τα δίκτυα και στις ανεπτυγμένες χώρες προώθησαν τον εξηλεκτρισμό μέχρι και τις πιο απομακρυσμένες περιοχές της κάθε χώρας. Στη συνέχεια, πολύ πρόσφατα, προωθήθηκε η ανάπτυξη ανταγωνισμού στο Ηνωμένο Βασίλειο το τέλος της δεκαετίας του 80 με αρχές του 90. Η Ευρωπαϊκή Ένωση υιοθέτησε την πρώτη Οδηγία για το άνοιγμα της αγοράς στον ανταγωνισμό, μόλις πριν 20 χρόνια το 1996. Υπάρχουν υποστηρικτές όλων των απόψεων για το θέμα αυτό, όμως η κυρίαρχη άποψη της ανάπτυξης ανταγωνισμού έχει επικρατήσει και υιοθετείται από την πλειοψηφία των ερευνητών του θέματος που βασίζονται στην αρχή πως ο ανταγωνισμός θα οδηγήσει σε μείωση των τιμών και σε καλύτερη εξυπηρέτηση των καταναλωτών Προφανώς ούτε η μια ούτε η άλλη προσέγγιση ασχολείται με το ιδιοκτησιακό καθεστώς των επιχειρήσεων ηλεκτρισμού.

Β) Επάρκεια Παραγωγής – Κεντρικός προγραμματισμός Vs Ανταγωνιστική αγορά

Ένα από τα βασικά κίνητρα πίσω από την απελευθέρωση των αγορών ηλεκτρισμού, ήταν η μεταφορά της λήψης απόφασης για εγκατάσταση νέας παραγωγικής ικανότητας στην ιδιωτική πρωτοβουλία με την ελπίδα πως οι συμμετέχοντες στην αγορά, ελεύθεροι από πολιτικούς περιορισμούς θα λάμβαναν αποφάσεις που θα οδηγούσαν σε ένα πιο αποδοτικό σύστημα διασφαλίζοντας ταυτόχρονα την ασφάλεια εφοδιασμού.

Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός και σε αυτό συμφωνούν οι πλέον ειδικοί από τους υποστηρικτές της απελευθέρωσης των αγορών, πως η αγορά απέτυχε να δώσει το ζητούμενο αποτέλεσμα.

Με βάση την κλασική μέθοδο του κεντρικού προγραμματισμού, ειδικά λογισμικά προγράμματα χρησιμοποιούντο για τους υπολογισμούς με σκοπό την εγκατάσταση νέων μονάδων παραγωγής, και οι αποφάσεις λαμβάνονταν στη βάση των λύσεων του ελάχιστου κόστους για τον καταναλωτή, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι κίνδυνοι της αγοράς.

Μετά την απελευθέρωση των αγορών, αδειοδοτήθηκαν νέοι παραγωγοί για εγκατάσταση νέων μονάδων χωρίς οποιεσδήποτε εγγυήσεις για ανάκτηση του κόστους επένδυσης. Θεωρήθηκε ότι μόνο με τη λειτουργία της αγοράς ενέργειας στη βάση του οριακού κόστους, οι επενδυτές θα ανακτούσαν τις κεφαλαιουχικές τους δαπάνες χωρίς ρυθμιστική παρέμβαση.

Προφανώς τα σήματα που στέλλουν οι αγορές στην Ευρώπη σήμερα, δεν είναι ικανά να προσελκύσουν επενδύσεις σε συμβατικές μονάδες για διασφάλιση της επάρκειας παραγωγής, αλλά ούτε και σε μονάδες ανανεώσιμων για επίτευξη των στόχων της πορείας προς μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα.

Τα πιο πάνω οδηγούν Κυβερνήσεις και Ρυθμιστές να αναλαμβάνουν ξανά σημαντικό παρεμβατικό ρόλο στην αγορά ενέργειας, με το σχεδιασμό αγοράς παραγωγικής ικανότητας (MW) που θα εγγυάται στους επενδυτές την ανάκτηση της κεφαλαιουχικής δαπάνης μέσα από εγγυημένη αμοιβή ανά MW διαθέσιμης ισχύος. Σε πανευρωπαϊκό επίπεδο η πολιτική αυτή είναι γνωστή ως ‘αγορές παραγωγικής ικανότητας – Capacity Markets’. Σχεδόν όλοι τις θεωρούν αναγκαίες και αναγνωρίζουν ταυτόχρονα πως η προσέγγιση αυτή συνιστά μια αναγκαία στρέβλωση της αγοράς ενέργειας, η οποία αποτυγχάνει να δώσει τα σωστά σήματα όπως αναμένει η οικονομική θεωρία.

Γ) Λιανική αγορά – Ρύθμιση τιμών τελικού καταναλωτή Vs Πλήρης απελευθέρωση και απορύθμιση τιμών

Για το θέμα αυτό ίσως γίνονται οι πιο πολλές συζητήσεις μεταξύ των ειδικών και εκφράζονται οι περισσότερες διαφωνίες.

Η βασική προσέγγιση που υιοθετείται από πολλούς ειδικούς, είναι πως η ανάγκη για διασφάλιση πως τα οφέλη του ανταγωνισμού και της ολοκλήρωσης της αγοράς σε πανευρωπαϊκό επίπεδο μεταφέρονται στους καταναλωτές, απαιτεί πολλές επιχειρήσεις στη λιανική αγορά καθώς και απελευθέρωση των τιμών για τον τελικό καταναλωτή χωρίς ρυθμιστική παρέμβαση.

Υπάρχουν πολλοί ειδικοί που αντιτάσσουν διαφορετικά επιχειρήματα. Ο Joskow [1], υποστηρίζει τη διατήρηση των ρυθμιζόμενων τιμών και πως οι μικροί καταναλωτές δεν θα έχουν όφελος από τον ανταγωνισμό στη λιανική αγορά. Θεωρεί πως οι εξοικονομήσεις που μπορούν να επιτύχουν οι προμηθευτές λιανική στον τομέα των πωλήσεων είναι αβέβαιες και το πιθανό οικονομικό όφελος ασήμαντο και άρα δεν προσθέτουν αξία. Παρόμοιες απόψεις εκφράζονται και από άλλους όπως, Waddams Price [2], Flaim [3], Brennan[4] κλπ.

Στην αντίπερα όχθη ο Littlechild [5], δεν θεωρεί επιθυμητές τις ρυθμιζόμενες τιμές, κύρια λόγω τις αβεβαιότητας σε σχέση με τη μελλοντική διακύμανση τους. Θεωρεί πως η εισαγωγή ανταγωνισμού στην προμήθεια ανοίγει την πόρτα στην καινοτομία και την εισαγωγή δημιουργικών εναλλακτικών προτάσεων.

Εξετάζοντας τις Ευρωπαϊκές αγορές ηλεκτρισμού στα μέσα του 2015, βλέπουμε πως πολλές μεγάλες χώρες στις οποίες λειτουργεί κανονικά ο ανταγωνισμός τόσο στη Χοντρική όσο και στη λιανική αγορά, είχαν πιο ψηλές τιμές για οικιακούς καταναλωτές από την Κύπρο που χρησιμοποιεί ένα πολύ ακριβό καύσιμο σε μια μικρή απομονωμένη αγορά με πλήρως ρυθμιζόμενες τιμές. Δανία και Γερμανία σχεδόν 30 σεντ/KWh, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιρλανδία ξεπερνούν τα 23 σεντ/KWh, ενώ η Κύπρος είχε τιμή 18,6 σεντ/KWh. Επίσης είναι γνωστό πως στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Ιρλανδία, στις οποίες λειτουργεί πλήρως η ανταγωνιστική αγορά στην προμήθεια προς τους τελικούς καταναλωτές και οι τιμές έχουν απορυθμιστεί πλήρως, τα τελευταία χρόνια ακολουθούν μια συνεχή ανοδική πορεία.

Σε Ευρωπαϊκό επίπεδο υπάρχει ιδιαίτερος προβληματισμός για το ζήτημα αυτό μεταξύ των Ρυθμιστών, των οργανώσεων καταναλωτών αλλά και της ίδιας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, επειδή οι χαμηλές τιμές που επικρατούν στην χοντρική αγορά λόγω του ανταγωνισμού στην παραγωγή, δεν μετακυλίονται στην λιανική αγορά για να επωφεληθούν οι καταναλωτές οι οποίοι εξακολουθούν να πληρώνουν ψηλές τιμές, τη στιγμή που οι εταιρείες προμήθειας αποκομίζουν ψηλά κέρδη.

pinakas

Έχω τη γνώμη πως και μετά την ενεργοποίηση του ανταγωνισμού στην Κύπρο με την είσοδο νέων επιχειρήσεων στην παραγωγή/προμήθεια, θα πρέπει να συνεχιστεί η αυστηρή ρύθμιση των τιμών της ΑΗΚ που έχει δεσπόζουσα θέση για σκοπούς προστασία των καταναλωτών.

Υπάρχουν αρκετά άλλα ζητήματα για τα οποία οι γνώμες των ειδικών διίστανται, όπως Διεσπαρμένη Παραγωγή – Επιπτώσεις στην αγορά και Χρεώσεις Δικτύου, Ρύθμιση Δικτύων – Με βάση το κόστος υπηρεσίας Vs Με παροχή κινήτρων, Μεθοδολογίες περιορισμού της παραγωγής των ανεμογεννητριών, όμως δεν επιτρέπει η έκταση του άρθρου να αναλυθούν.

Προτού ολοκληρώσω την ετοιμασία αυτής της παρέμβασης, είδα στις ειδήσεις το θέμα της νέας εργατικής αναταραχής στην ΑΗΚ με αφορμή το θέμα του ιδιοκτησιακού διαχωρισμού. Για το ζήτημα αυτό τοποθετήθηκα ξεκάθαρα τον περασμένο Νιόβρη στο άρθρο ‘Που το πάει η Τρόικα για την ΑΗΚ;’, ότι δεν αποτελεί νομική υποχρέωση του Κράτους μας και κατά τη γνώμη μου δεν διασφαλίζει οποιαδήποτε οφέλη για τον καταναλωτή. Η γνώμη μου είναι πως οι ημικρατικοί οργανισμοί χρειάζονται πολύ μεγαλύτερη ευελιξία, καθώς και πλήρη ανεξαρτησία από τα Υπουργεία και πως αποτελεί δική τους υποχρέωση να υιοθετήσουν ριζοσπαστικά προγράμματα αλλαγών και βελτίωσης τους για να λειτουργήσουν επιτυχώς υπό συνθήκες ανταγωνισμού. Είναι γενικά παραδεκτό, πως οι μεγάλης έκτασης αλλαγές σε εταιρείες, έχουν καλές προοπτικές επιτυχίας όταν γίνονται από τα κάτω προς τα πάνω, με την ενεργό συμμετοχή του προσωπικού και όχι όταν επιβάλλονται από τα πάνω προς τα κάτω.

Διατηρώ και σήμερα την ίδια άποψη και θεωρώ πως οι προτεραιότητες στον τομέα του ηλεκτρισμού παραμένουν οι ίδιες, που επιγραμματικά είναι: α) Η Ταχεία ολοκλήρωση των Κανόνων αγοράς και ενεργοποίηση του ανταγωνισμού που θα επιτρέψει την είσοδο ιδιωτών κυρίως στις ανανεώσιμες πηγές, β) Η ολοκλήρωση του λογιστικού και λειτουργικού διαχωρισμού της ΑΗΚ, γ) Η επικέντρωση στην πολιτική προώθησης των Ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, δ) Ο Επανασχεδιασμός του προγράμματος εισαγωγής φυσικού αερίου που έχει καθυστερήσει, με αποτέλεσμα να παραμένουν αναξιοποίητες μεγάλες επενδύσεις στο Βασιλικό και ε) Ο Προγραμματισμός για τη λύση του Κυπριακού.

*Τέως Πρόεδρος ΡΑΕΚ


[1] Joskow PL (2000) Why do we need electricity retailers?
[2] Waddams Price (2008) The future of energy retail markets
[3] Flaim T (2000) The big retail “bust”. What wil it take to get true competition?
[4] Brennan TJ (2007) Consumer preference not to choose
[5] Littlechild SL (2000) Why do we need electricity retailers: a reply to Joskow

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy