Η ΕΕ (δι)έγραψε την «ισότητα» των φύλων

Της Ελένης Ευαγόρου*

Η ανασκόπηση στις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από την ημέρα της ιδρύσεως της μέχρι και σήμερα, οδηγεί στο συμπέρασμα πως δεν αποτελεί παρά ένα μηχανισμό ο οποίος καθορίζει την πολιτική του βάσει των συμφερόντων του κεφαλαίου. Σε αυτό το πλαίσιο, η πολιτική της ΕΕ για τις γυναίκες καθορίζεται από την γενικότερη πολιτική της για την ανάπτυξη της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων μέσω της προώθησης αντιλαϊκών μέτρων. Οι κατά καιρούς πολιτικές που λήφθηκαν για την ισότητα των δύο φύλων τοποθετούνται σε αυτό το πλαίσιο με κύριο γνώμονα την αύξηση της κερδοφορίας.

Με την γένεση της, η ΕΕ έθεσε ως ένα από τους στόχους της, την ισότητα των φύλων, στα πλαίσια πάντα της ανάπτυξης του καπιταλιστικού συστήματος. Έτσι εφάρμοσε στοχευμένες πολιτικές οι οποίες καθορίζονταν από τις ανάγκες της οικονομίας. Κατά τη περίοδο 1957 -1982 στόχος ήταν η νομική κατοχύρωση της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών στην αγορά εργασίας, στόχος που αντανακλούσε τις ανάγκες των πιο ανεπτυγμένων κρατών μελών για αύξηση του εργατικού δυναμικού το οποίο θα έφερε ακόμη περισσότερα κέρδη στις επιχειρήσεις.

Μετά το 1982 κα μέχρι το 1990 η Ένωση στόχευσε στις ίσες ευκαιρίες μεταξύ ανδρών και γυναικών, γεγονός που ώθησε ακόμη περισσότερες γυναίκες στην εργασία. Ωστόσο, η σύγκρουση του διπλού ρόλου των γυναικών στην οικογένεια και στην εργασία αποτέλεσε όχημα προώθησης της μερικής απασχόλησης και των ευέλικτων εργασιακών σχέσεων, γεγονός που είχε επιπτώσεις όχι μόνο στις γυναίκες αλλά και σε ολόκληρο το εργατικό δυναμικό.

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90, η ΕΕ προώθησε τον στόχο της συμμετοχής των γυναικών στα κέντρα λήψεως αποφάσεων πράγμα που θεωρείται επίτευγμα μέχρι και σήμερα, άσχετα αν οι αποφάσεις που λαμβάνονται καταστρατηγούν τα δικαιώματα του λαού συμπεριλαμβανομένων και των γυναικών των λαϊκών στρωμάτων. Μετά το 2000 τέθηκε ως στόχος η ισότητα των φύλων στα πλαίσια της ισότητας όλων, για την επίτευξη του οποίου σχεδιάστηκαν και εφαρμόστηκαν πενταετείς στρατηγικές. Ωστόσο ο στόχος αυτός δεν έχει ιδιαίτερη βαρύτητα καθώς τίθεται το ερώτημα: πως μπορεί να επιτευχθεί η ισότητα στα πλαίσια ενός συστήματος του οποίου βασικό χαρακτηριστικό είναι η ανισότητα;

Στις μέρες μας, όπου οι γυναίκες των κρατών μελών της ΕΕ έχουν να αντιμετωπίσουν την χειρότερη μορφή του καπιταλιστικού συστήματος, η οποία εκδηλώνεται μέσω των πολιτικών λιτότητας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να μην εφαρμόσει κάποια στρατηγική για τα θέματα της ισότητας των φύλων. Από τον προγραμματισμό της ΕΕ, ο οποίος ανακοινώθηκε με το τέλος του 2015, διαγράφεται η ισότητα των φύλων από τους στόχους της ένωσης για τα επόμενα χρόνια, ακόμα και στην βάση όσων περιγράψαμε προηγουμένως. Έτσι, ενώ κατά τα προηγούμενα χρόνια εφαρμόζονταν στρατηγικές για την ισότητα των φύλων, φέτος εκδόθηκε απλά ένα κείμενο εργασίας στο οποίο αναφέρονται οι βασικές αρχές για την ισότητα των φύλων. Πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι η φύση του εν λόγω κειμένου δεν δεσμεύει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και δεν προνοεί την υλοποίηση στόχων και δράσεων.

Αντιφατικό είναι το γεγονός ότι η ίδια η Ένωση διεξάγει έρευνες για να καταγράψει την θέση των γυναικών, οι οποίες αποδεικνύουν καθημερινά την δυσμενή κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι γυναίκες. Τα αποτελέσματα καταγράφουν ότι οι πολιτικές λιτότητας, οι οποίες έχουν καταρρακώσει των κοινωνικό ιστό και έχουν αφαιμάξει τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα, έχουν θυματοποιήσει τις γυναίκες και κυρίως εκείνες της εργατικής τάξης. Οι γυναίκες είναι τα πρώτα θύματα της ανεργίας, της μείωσης των μισθών και των επιδομάτων, την ίδια στιγμή που καλούνται να περιθάλψουν τους αδύναμους τους οποίους δεν μπορεί να φροντίσει το διαλυμένο κράτος πρόνοιας.

Ενδεικτικά αναφέρεται ότι σύμφωνα με τη Eurostat το μισθολογικό χάσμα βρίσκεται στο σύνολο κρατών μελών στο 16% ενώ το χάσμα των συντάξεων αγγίζει το 39%. Επιπλέον οι γυναίκες αποτελούν το 75% των υποαπασχολούμενων. Ταυτόχρονα, το 1/3 των γυναικών της Ένωσης δηλώνουν ότι είναι θύματα κάποιας μορφής βίας. Ωστόσο τα στοιχεία αυτά φαίνεται πως φθάνουν εις ώτα μη ακουόντων καθώς ουδέποτε συνυπολογίζονται κατά τον σχεδιασμό των πολιτικών της ένωσης. Στη ζυγαριά λήψεως αποφάσεων βαραίνουν πολύ περισσότερο τα συμφέροντα των επιχειρήσεων και η αύξηση των κερδών του κεφαλαίου.

*Μέλος Γ.Σ. ΠΟΓΟ, Κοινωνιολόγος 

 

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy