Η κυρία Μπεμπεδέλη, ο “Μανώλης”, το Φεστιβάλ στη Βενετία και ο κύριος Παναγιώτης Τιμογιαννάκης

Ανοιχτός Ορίζοντας

Η κυρία Μπεμπεδέλη, ο Μανώλης, το Φεστιβάλ στη Βενετία και ο κύριος Παναγιώτης Τιμογιαννάκης

Παρα-σκηνικές ιστορίες και μαθήματα ηθο-ποιίας

Τον Σεπτέμβρη του 2002 προσκλήθηκε στο Φεστιβάλ στη Βενετία το έργο μου Μανώλη…! Μη βιαστείτε ούτε να απορήσετε, ούτε να αναφωνήσετε Ουάου! Δεν είπα στο Φεστιβάλ ΤΗΣ Βενετίας, είπα στο Φεστιβάλ ΣΤΗ Βενετία. Ένα φεστιβάλ στα πλαίσια του προγράμματος «Μάρκο Πόλο», που οργάνωνε η Ευρωπαϊκή Ένωση και ο Δήμος Βενετίας και το οποίο λάμβανε χώρα την ίδια περίοδο με το πασίγνωστο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ. Η Κύπρος συμμετείχε μέσω του Πολιτιστικού Γραφείου του ΑΚΕΛ με δύο παραστάσεις: Το μουσικό συγκρότημα του Κούλλη Θεοδώρου και το Μανώλη…! με τη Δέσποινα Μπεμπεδέλη σε σκηνοθεσία Γιάννη Ιορδανίδη, μια παραγωγή που θα έκανε πρεμιέρα λίγες μέρες μετά στην Πολιτιστική Ολυμπιάδα στην Αθήνα στον Κύκλο 12 ΘΕΑΤΡΙΚΟΙ ΜΟΝΟΛΟΓΟΙ [Ο ΗΘΟΠΟΙΟΣ ΚΑΙ Ο ΣΚΗΝΙΚΟΣ ΤΟΥ ΛΟΓΟΣ]. Και πήγαμε λοιπόν στη Βενετία!

Οι παραστάσεις θα δίνονταν σε μια σκηνή σε μια πλατεία δίπλα στο Μεγάλο Κανάλι. Όλες οι πλατείες στη Βενετία κοντά σε κάποιο κανάλι βρίσκονται! Την προηγούμενη της παράστασης πήγαμε να δούμε τη σκηνή και το χώρο και αντικρίσαμε μια εξέδρα αρκετά μεγάλη που γέμιζε τη μισή πλατεία, με μια μπούκα γεμάτη άσπρα, κόκκινα, κίτρινα, μπλε και (και όποιο άλλο χρώμα μπορεί κάνεις να φανταστεί) φωτάκια που αναβόσβηναν και στολισμένη με πολύχρωμα φαντασμαγορικά μπιχλιμπίδια για να τονίζουν την εορταστική και χαρούμενη ατμόσφαιρα του φεστιβάλ. Η Δέσποινα έντρομη κατάφερε να ψελλίσει «Εγώ σε αυτή τη σκηνή δεν μπορώ να παίξω τον Μανώλη» και σωριάστηκε στην πρώτη καρέκλα που βρέθηκε μπροστά της. Και πράγματι, το συγκεκριμένο έργο με ένα τέτοιο σκηνικό ήταν αδιανόητο. Ο Γιάννης Ιορδανίδης κοιτούσε και αυτός άφωνος τη σκηνή και προσπαθούσε ταυτόχρονα να καθησυχάσει τη Δέσποινα. «Ηρέμησε, κάτι θα σκεφτούμε», «Τι;», «Θα σκεφτούμε», «Τι;», «Η παράσταση πρέπει να γίνει», «Δεν γίνεται», «Μην πανικοβάλλεσαι» κλπ, κλπ. Οι Ιταλοί οικοδεσπότες μας αξιολάτρευτοι, πρόθυμοι να βοηθήσουν σε όλα, χωρίς όμως να καταλαβαίνουν λέξη από όσα συζητούσαμε.

Ο Γιάννης έτσι όπως κοιτούσε αμήχανα γύρω-γύρω, ψάχνοντας για μια αξιοπρεπή γωνιά λέει ξαφνικά «Εκεί θα το παίξεις» και δείχνει μια μεγάλη άδεια… μαούνα που ήταν αγκυροβολημένη στην προβλήτα της πλατείας. Δεν καταλάβαμε αν αστειευόταν ή αν σοβαρολογούσε. ΔΕΝ αστειευόταν . Οι απορίες πολλές: Με τι φωτισμό; Με ποιο σκηνικό; Τα πλοιάρια που περνούν συνέχεια; Που θα είναι οι θεατές; Η οθόνη για τους υπότιτλους; Ο Γιάννης εξήγησε στη Δέσποινα πως θα χρησιμοποιούσε ένα μικρό μέρος της μαούνας ως σκηνικό χώρο, θα τον φώτιζε με δύο απλούς προβολείς με πόδι, σκηνικά μια πολυθρόνα, ένας καλόγερος και το καφέ φουστάνι. Στον υπόλοιπο χώρο θα βάζαμε όσες καρέκλες χωρούσαν και οι υπόλοιποι θεατές κάτω στην πλατεία. Η Δέσποινα, τι να κάνει, συμφώνησε. Εξήγησαν στους οργανωτές τι χρειάζονταν: Φωτιστικά, μπαλαντέζες κλπ και πήγαμε για φαγητό σε μια ατμόσφαιρα όπου ο καθένας σκεφτόταν τι θα γίνει και πώς την επόμενη μέρα. Περιττό να πω ότι περί τεχνικής πρόβα και τα συναφή ούτε κουβέντα. Η Δέσποινα και ο Γιάννης απλώς οριοθέτησαν το χώρο της «σκηνής», πού θα έμπαινε η πολυθρόνα και πού ο καλόγερος. Για τα υπόλοιπα… ο Θεός Διόνυσος βοηθός.

Την επομένη μαζευτήκαμε νωρίς στην πλατεία για τις προετοιμασίες και εκεί πληροφορηθήκαμε και το επόμενο μεγάλο πρόβλημα: Ο Γιάννης είχε συναντήσει τυχαία το πρωί τον γνωστό, και γνωστό για την αυστηρότητά του, κριτικό Παναγιώτη Τιμογιαννάκη, που κάλυπτε το φεστιβάλ ΤΗΣ Βενετίας και ο οποίος ενθουσιασμένος είπε ότι θα ερχόταν να δει την παράσταση (!!!) επειδή δεν υπήρχε κινηματογραφική προβολή εκείνο το βράδυ. Κανένας σκηνοθέτης δεν θα ήθελε να δει κριτικός μια παράστασή του, που θα παιζόταν με «πρόχειρες» λύσης της στιγμής και σε συνθήκες που πόρρω απείχαν από τις επικείμενες στην Αθήνα. Ο Γιάννης χωρίς να του πει τα προβλήματα (τέτοια πράγματα δεν λέγονται) προσπάθησε να τον πείσει πως θα ήταν καλύτερα να έρθει στην παράσταση της Αθήνας, που θα ήταν σε κλειστό χώρο, πιο ώριμη κλπ, κλπ. Αλλά ο κύριος Τιμογιαννάκης αμετάπειστος. Θα ερχόταν! Ήταν καθήκον του! Δεν μας έφτανε η έγνοια πώς θα αντιμετωπίσουμε τους Ιταλούς θεατές, τώρα θα είχαμε και Ελλαδίτη κριτικό! Η εισήγησή μου να στήσουμε καρτέρι στη Γέφυρα των Στεναγμών, να απαγάγουμε τον κ. Τιμογιαννάκη και να τον ρίξουμε για μερικές ώρες στα μπουντρούμια ενός βενετσιάνικου Παλάτσο απερρίφθη μετά βδελυγμίας!

Και αρχίσαμε, ο Γιάννης άρχισε δηλαδή, οι υπόλοιποι προσπαθούσαμε να μην είμαστε μέσα στα πόδια του. Και φυσικά τίποτα δεν λειτουργούσε: Η μπαλαντέζα ήταν κοντή, δεν έφτανε, τρεχάματα να βρεθεί άλλη, η πολυθρόνα πολύ ογκώδης για το χώρο, τρεχάματα να βρεθεί μια πιο συμμαζεμένη, οι δύο προβολείς δεν χωρούσαν, έφυγε ο ένας, η οθόνη για τους υπότιτλους δεν ήταν ορατή από όλους τους θεατές, δοκιμές να βρεθεί η κατάλληλη θέση, πάνω-κάτω στη μαούνα, πιο ψηλά, πιο χαμηλά, πιο δεξιά, πιο αριστερά και… και… Και ο Γιάννης να τρέχει και να δίνει οδηγίες, να ελέγχει (;) τα πάντα και να μουρμουρά συνεχώς: «Θα μας κράξουν στην Αθήνα, πριν βγούμε πρεμιέρα». Την κυρία Μπεμπεδέλη την είχε απομονώσει από νωρίς στο καμαρίνι της για να συγκεντρωθεί. Διατηρούσε όμως επαφή με τα τεκταινόμενα μέσω ενός αγγελιαφόρου, ο οποίος την πληροφορούσε συνεχώς ότι… όλα κυλούσαν ρολόι!

Έφτασε η ώρα της παράστασης, έφτασε ο κόσμος, πολύς κόσμος, έφτασε και ο κ. Τιμογιαννάκης, του δώσαμε μια πολύ καλή θέση επάνω στη μαούνα (κάτι καλό να προσφέρουμε στον άνθρωπο), έσβησαν τα φώτα (;), άναψαν οι προβολείς (;), ανέβηκε η Δέσποινα στη σκηνή (;) και ΕΠΑΙΞΕ. Η παράσταση κύλησε ομαλά χωρίς κανένα απρόοπτο. Ο κ. Τιμογιαννάκης μάς συνεχάρη θερμά και πήγε να δει τη συναυλία του Κούλλη Θεοδώρου που θα δινόταν στη συνέχεια. Όταν η Δέσποινα τελείωσε με τα αυτόγραφα που μοίραζε και τα συγχαρητήρια που δεχόταν , πήγαμε για φαγητό, αυτή τη φορά ικανοποιημένοι και ευχαριστημένοι ότι τελικά «καλά τα καταφέραμε». Όσο για τον κύριο Τιμογιαννάκη, σίγουροι ότι δεν θα ασχολείτο πλέον μαζί μας, τον ξεχάσαμε. Πάλι όμως πέσαμε έξω. Αυτός ΔΕΝ μας ξέχασε! Δύο μέρες μετά, με την επιστροφή μας στην Κύπρο, διαβάσαμε με έκπληξη στον ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΤΥΠΟ της 5ης Σεπτεμβρίου 2002 το πιο κάτω κριτικό σημείωμα:

«Ελληνική θεατρική μαγεία στην πόλη της Βενετίας, κάτω από τη Γέφυρα Ριάλτο, μέσα στο κανάλι, έζησα το βράδυ της Τρίτης. Η Δέσποινα Μπεμπεδέλη κυριολεκτικά συντάραξε κοινό και τοπίο με τον σπαρακτικό θεατρικό μονόλογο ‘Μανώλη…!’ του Κύπριου συγγραφέα Γιώργου Νεοφύτου, σε σκηνοθεσία του Γιάννη Ιορδανίδη. Ήταν μέγιστη θεατρική εμπειρία κι ένα μάθημα για σχολές και νεότερους ηθοποιούς. Η σκηνήεξέδρα στήθηκε μέσα στο κανάλι και η Δέσποινα Μπεμπεδέλη κατόρθωσε να επιβληθεί στο τοπίο και τους γύρω θορύβους, με τα διερχόμενα πλοιάρια από τη μια και τις φωνές των ανθρώπων που βρίσκονταν στην πλατφόρμα, έξω από την εξέδρα, από την άλλη (…) Το χειροκρότημα ήταν αποθεωτικό!»

Τον κύριο Τιμογιαννάκη δεν έτυχε να τον συναντήσω από τότε και δεν είχα τη δυνατότητα να τον ευχαριστήσω, όχι μόνο για τα καλά του λόγια, αλλά κυρίως γιατί διατύπωσε πολύ εύστοχα αυτό που με δίδαξε εκείνη η εμπειρία: Πως με μια ΗΘΟΠΟΙΟ του διαμετρήματος της κυρίας Μπεμπεδέλη και με έναν έμπειρο και ευφάνταστο σκηνοθέτη όπως ο Γιάννης Ιορδανίδης, ακόμα και η πρύμνη μιας μαούνας μπορεί να μεταμορφωθεί σε μια μαγευτική θεατρική σκηνή!

Υ.Γ. Στο ίδιο σημείωμα ο κ. Τιμογιαννάκης αναφέρθηκε και στη συναυλία του Κούλλη Θεοδώρου, τον οποίο αποκάλεσε «τραγουδιστή έκπληξη».

Γιώργος Νεοφύτου

BENETIA 21

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy