Καταδίκη της Ελλάδας για την Υπερβολική Διάρκεια Εργασίας των Κυβερνητικών Ιατρών

Του Λάκη Ν. Χριστοδούλου*

Με πρόσφατη απόφαση του στις 23 Δεκεμβρίου 2015, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης καταδίκασε το ελληνικό κράτος αναφορικά με την εφαρμογή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας για τον ελάχιστο χρόνο ανάπαυσης των κυβερνητικών ιατρών.

Συγκεκριμένα με προσφυγής της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζήτησε από το Δικαστήριο να διαπιστώσει ότι η Ελληνική Δημοκρατία, μην έχοντας προβλέψει και/ή μην έχοντας εφαρμόσει μέγιστη εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας που να μην υπερβαίνει τις 48 ώρες και μην έχοντας εξασφαλίσει ελάχιστο ημερήσιο και εβδομαδιαίο χρόνο ανάπαυσης ούτε αντισταθμιστική περίοδο ανάπαυσης που να διαδέχεται άμεσα τον χρόνο εργασίας τον οποίο θεωρείται ότι αντισταθμίζει, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 3, 5 και 6 της Οδηγίας 2003/88/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με την Οργάνωσης του Χρόνου Εργασίας.

Η εν λόγω Οδηγία, μεταξύ άλλων, προβλέπει ότι: «Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα ώστε κάθε εργαζόμενος να διαθέτει, ανά εικοσιτετράωρο, περίοδο αναπαύσεως ελάχιστης διάρκειας ένδεκα συναπτών ωρών» (άρθρο 3 ), «Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα ώστε κάθε εργαζόμενος να διαθέτει, ανά περίοδο επτά ημερών, μια ελάχιστη περίοδο συνεχούς αναπαύσεως είκοσι τεσσάρων ωρών, στις οποίες προστίθενται οι ένδεκα ώρες ημερήσιας αναπαύσεως οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 3» (άρθρο 5) και «Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα ώστε, σε συνάρτηση με τις επιταγές προστασίας της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων […] β) ο χρόνος εργασίας να μην υπερβαίνει, ανά επταήμερο, τις 48 ώρες, κατά μέσο όρο, συμπεριλαμβανομένων των υπερωριών» (άρθρο 6).

Το Ελληνικό κράτος θέσπισε σχετική νομοθεσία (Ν.3754/2009) για μεταφορά της Οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη, όπου μεταξύ άλλων, προβλέπεται ότι «Οι νοσοκομειακοί ιατροί του ΕΣΥ, οι πανεπιστημιακοί ιατροί και οι ειδικευόμενοι πραγματοποιούν τις απαραίτητες εφημερίες για την ασφαλή λειτουργία των νοσοκομείων και των κέντρων υγείας», ενώ το καθεστώς των εφημεριών των ιατρών είχε καθοριστεί ήδη με το Νόμο 3868/2010.

Η θέση της Επιτροπής ήταν ότι η συνήθης διάρκεια εβδομαδιαίας εργασίας ιατρών και ασκουμένων ιατρών υπερέβαινε τις 48 ώρες που προνοούσε η Οδηγία, ενώ όσον αφορά τους ειδικευόμενους ιατρούς σημείωσε χαρακτηριστικά ότι «ο συνολικός υποχρεωτικός χρόνος εργασίας στον χώρο εργασίας ανέρχεται κατά μέσο όρο στις 64 ώρες ανά εβδομάδα».

Η Ελλάδα, δεν αμφισβήτησε την παράβαση η οποία της προσαπτόταν, και υποστήριξε ότι η παράταση της ισχύος των μεταβατικών μέτρων οφείλεται στην έλλειψη οικονομικών πόρων για την πρόσληψη επιπλέον ιατρικού προσωπικού στον δημόσιο τομέα υγείας και την ανάγκη του αρμόδιου υπουργείου να διασφαλίσει ότι το Δημόσιο θα εξακολουθήσει να παρέχει ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και νοσηλευτικές υπηρεσίες. Επιπρόσθετα, ενώ παραδέχτηκε ότι εφάρμοζε για τους ειδικευόμενους ιατρούς μέγιστο όριο 52 ωρών, υποστήριξε ότι από την 1.7.2012 η μέγιστη εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας τους είναι 48 ώρες. Ακόμα ισχυρίστηκε ότι «οι οικείοι ιατροί δεν εξαναγκάζονται σε καμία περίπτωση να εργάζονται χωρίς τη συγκατάθεσή τους. Όπως ένας εργοδότης δεν μπορεί να εξαναγκάσει εργαζόμενο σε χρήση των περιόδων αναπαύσεως που δικαιούται, ομοίως δεν μπορεί να τον εξαναγκάσει σε υπερβολικό αριθμό ωρών εργασίας.»

Το Δικαστήριο αποδέχτηκε την επιχειρηματολογία της Επιτροπής τονίζοντας ότι το άρθρο 6 της Οδηγίας 2003/88 αποτελεί ιδιαίτερης βαρύτητας κανόνα του εργατικού δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος πρέπει να τυγχάνει εφαρμογής στην περίπτωση κάθε εργαζομένου ως ελάχιστη πρόβλεψη αποβλέπουσα στη διασφάλιση της προστασίας της υγείας και της ασφάλειας του εργαζομένου και ο οποίος επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να θεσπίσουν ανώτατο όριο μέσης εβδομαδιαίας διάρκειας εργασίας 48 ωρών, ανώτατο όριο ως προς το οποίο διευκρινίζεται ρητώς ότι συμπεριλαμβάνει τις υπερωρίες.

Κατά το ΔΕΕ, ενώ η ελληνική νομοθεσία τυπικώς θέτει όρια όσον αφορά τη μέγιστη εβδομαδιαία διάρκεια του χρόνου εργασίας, ταυτόχρονα προβλέπει ότι οι ιατροί υποχρεούνται να πραγματοποιούν μηνιαίως πλείονες εφημερίες ετοιμότητας, γεγονός που έχει ως συνέπεια, οσάκις αυτοί καλούνται στο νοσοκομείο προς παροχή ιατρικών υπηρεσιών, την επιμήκυνση της παραμονής τους στον χώρο εργασίας. Επιπλέον, επιτρέπει την επιβολή, υπό τη μορφή εφημεριών, πρόσθετου χρόνου εργασίας χωρίς να προβλέπει κανένα ανώτατο όριο σχετικώς. Κατά συνέπεια, λόγω των όσων επιτάσσει σχετικά με τις εφημερίες των ιατρών, έχει ως αποτέλεσμα να καθιστά δυνατή την υπέρβαση του ορίου των 48 ωρών εβδομαδιαίας εργασίας,.

*Δικηγόρος & Νομικός Σύμβουλος της Παγκύπριας Συντεχνίας Κυβερνητικών Ιατρών

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy