Στην Αντρολύκου επανενώθηκε η πατρίδα μας

Του Χρήστου Χαραλάμπους

Ο αυθεντικός κόσμος της Κύπρου αναβιώνει μέσα από την ελληνοτουρκική συνύπαρξη που πέτυχαν οι κάτοικοι στο ακριτικό χωριό του Ακάμα.

Η πρώτη μου γνωριμία με την Αντρολύκου ήταν στις αρχές της δεκαετίας του ΄90 όταν καταπιάστηκα με τα προβλήματα των χωριών του Ακάμα. Ήταν μια τριήμερη περιοδεία που μου έδωσε την ευκαιρία μιας αλλιώτικης επαφής με τον ακριτικό αυτό τόπο και τους ανθρώπους του. Όλα τα χωριά της περιοχής λίγο πολύ είχαν την ίδια εικόνα, το ίδιο επίπεδο ζωής και ανάπτυξης, τα ίδια προβλήματα…

Το μόνο χωριό που διέφερε από όλα τα άλλα ήταν η Ανδρολύκου. Μια πολίχνη, πανέμορφη σαν τοποθεσία, αλλά «νεκρή». Χωρίς ηλεκτρικό ή καμιά άλλη υποδομή. Πολλά τα σπίτια αλλά κατοικημένα από κοπάδια ζώων… Εκατοντάδες αίγες και αρνιά που μπαινόβγαιναν από πόρτες και παράθυρα. Χρειάστηκε αρκετή ώρα περιπλάνησης μέσα σε εκείνη την ερημιά μέχρι να συναντήσω άνθρωπο. Τον διέκρινα σε κάποιο ξέφωτο να έχει περασμένη στους ώμους τη ματσούκα του, γύρω του 4-5 σκυλιά και με μια δική του ξεχωριστή γλώσσα να «μιλά» με το κοπάδι που απλώνονταν μπροστά του.

Ήταν ο Χασάν Μουσταφά, ο οποίος αρνήθηκε να ακολουθήσει τις εκατοντάδες των συγχωριανών του που έφυγαν το ΄75 κι όπως μου είχε πει, είχαν εγκατασταθεί στην περιοχή της Μύρτου. Έμεινε εδώ στον τόπο του μαζί με τη γυναίκα του Χαραλαμπία, τη Χαμπού του (όπως μου την είχε συστήσει) και τα τέσσερα παιδιά τους. Μοναδικοί κάτοικοι της Ανδρολύκου. Αργότερα ο πληθυσμός του χωριού αυξήθηκε… έγιναν 5 ή 6 πλάσματα, όλοι βοσκοί που πήγαν εκεί κι έπιασαν για τους ίδιους και τα κοπάδια τους κάποια σπίτια, ό,τι είχε απομείνει δηλαδή, αφού πόρτες, παράθυρα, κεραμίδια και πέτρες τα είχαν ξηλώσει και τα είχαν κλέψει οι διάφοροι επιτήδειοι.

Τριάντα σχεδόν χρόνια μετά ξαναβρέθηκα στην Αντρολύκου. Ήξερα ότι τώρα δεν θα συναντούσα εκείνες τις φιγούρες που σαν ξωτικά κρατούσαν για πολλά χρόνια ζωντανό τον τόπο τους. Αυτή τη φορά η επίσκεψη είχε κάπως πιο… επίσημο χαρακτήρα, αφού με περίμενε ο μουχτάρης, ο Εσκούλ Χασάν, ο οποίος με τις ψήφους των Τουρκοκύπριων και Ελληνοκύπριων κατοίκων της Αντρολύκου βρίσκεται τα τελευταία 11 χρόνια επικεφαλής της κοινότητας. Η πρώτη έκπληξη δημιουργείται από το γεγονός ότι δεν μιλά (όπως και όλοι οι άλλοι Τουρκοκύπριοι του χωριού) ούτε την τουρκική ούτε την ελληνική γλώσσα αλλά την καθαρά κυπριακή και μάλιστα με τη χαρακτηριστική παφίτικη προφορά.

Η εικόνα του τοπίου που αντίκρισα, έστω κι αν έχουν περάσει κάποιες δεκαετίες, δεν έχει αλλάξει. Πολλά ακόμα τα μισογκρεμισμένα σπίτια που στεγάζουν κοπάδια, έντονες οι οσμές που τις παίρνει ο αέρας και τις απλώνει παντού… Το ίδιο άγριο και μαζί ειδυλλιακό τοπίο που δένει σε μια παράξενη αρμονία τα χρώματα της γης του Ακάμα με το γαλάζιο της θάλασσας που απλώνεται μπροστά στα μάτια του επισκέπτη της Ανδρολύκου, η οποία, αν και απέχει μόλις λίγα χιλιόμετρα από την τουριστικά ανεπτυγμένη και πολύβουη περιοχή της Πόλης Χρυσοχούς και του Λατσιού, αποτελεί μια απομονωμένη και παραμελημένη κοινότητα που σήμερα αριθμεί 35 κατοίκους που ασχολούνται κατά κύριο λόγο με την κτηνοτροφία.

«Ήταν μια γεριμία ο τόπος… Ούλλο το χωρκόν ήταν ένας σκουπιδότοπος, ένας Κοτσιάτης… Τα σπίθκια εγινήκαν μάντρες… Τους δρόμους αφήκαν τους να γινούν μονοπάθκια… Όποιος ήθελεν εξοπάλαν δαμέσα ό,τι άχρηστο….».

Έτσι ξεκίνησε ο μουχτάρης τις συστάσεις και την ξενάγησή μας στο χωριό. Γέννημα θρέμμα της Ανδρολύκου ο Εσκούλ (ένα από τα 4 παιδιά που προέκυψαν από τον «αμαρτωλό», τον «απαράδεκτο» και δαχτυλοδειχτούμενο έρωτα του μουσουλμάνου Χασάνη και της χριστιανής Χαραλαμπίας), σου δίνει από την πρώτη στιγμή της κουβέντας μαζί του την εικόνα του ανθρώπου που αγαπά και νοιάζεται για τον τόπο του. Και το διαπιστώνεις αυτό βλέποντας μέσα στα χαλάσματα να ξεχωρίζουν κάποια μικρά αλλά σημαντικά εξωραϊστικά έργα.

«Εκάμαμε πολλές προσπάθειες, καθαρίσαμε το χωρκό όσο μπορούσαμε για να μπορεί να κατοικηθεί… Όμως θέλει ακόμα πολλή δουλειά» επισημαίνει για να προσθέσει με παράπονο ότι «δυστυχώς δεν έχουμε καμιά βοήθεια που κανένα, είναι σαν μην υπάρχουμε…».

Στην εύλογη ερώτηση για το πώς αντιμετωπίζει, πώς βοηθά η κυβέρνηση την Αντρολύκου, η απάντηση είναι γεμάτη απογοήτευση… «Τίποτε… Δίνουν μας 10.000 το χρόνο τζιαι τίποτε άλλο… Τι να πρωτοκάμεις με 10.000; Θέλουμε να καθαρίσουμε τα φαράγγια… τα μονοπάθκια της φύσης… Έχουμε πολλά πράματα που μπορούμε να κάμουμε, να φέρουμε κόσμο, αλλά δεν μας ακούει κανένας… Να φανταστείτε ότι καθημερινά περνούν που δαμέσα πολλά αυτοκίνητα-σαφάρι αλλά και ιδιωτικά με τουρίστες που παν στον Ακάμα, αλλά κανένας δε σταματά… Τραβούν μόνο φωτογραφίες τζιαι φεύκουν… Αφού δεν μπορούμε να κάμουμε τουλάχιστον έναν καφενέ να μπορεί κάποιος να πιει ένα καφέ, μια λεμονάδα να δροσιστεί… Τρώμε μόνο τη σκόνη των αυτοκινήτων…»

Μια κοινότητα πρότυπο ελληνοτουρκικής διοίκησης

Έβαλαν τη συνεργασία και την αγάπη πάνω από θρησκείες και πολιτικές σκοπιμότητες

Η Αντρολύκου είναι αναμφίβολα ένα από τα χωριά του πολυσυζητημένου Ακάμα με πολλές ιδιαιτερότητες, από τις οποίες θα ανέμενε κανείς ότι θα εκμεταλλευόταν το κράτος στην προσπάθεια που γίνεται για την επανένωση της πατρίδας μας και την ειρηνική συνύπαρξη και συνεργασία.

Είναι το μοναδικό χωριό που πριν το ’74 ήταν αμιγώς τουρκοκυπριακό και μάλιστα με μεγάλο πληθυσμό και σήμερα, μετά από αρκετά χρόνια ερήμωσης, κατοικείται από νέους ανθρώπους (οι μεγαλύτεροι σε ηλικία είναι γύρω στα 50), Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκυπρίους. Αποτελεί αναμφίβολα πρότυπο ελληνοτουρκικής διοίκησης (Τουρκοκύπριος κοινοτάρχης και Συμβούλιο αποτελούμενο από Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκυπρίους, οι οποίοι συνεργάζονται απόλυτα με μοναδικό γνώμονά τους την προκοπή της κοινότητάς τους).

«Η συνεργασία μας είναι άψογη και θα έπρεπε να μας έχουν σαν υπόδειγμα όλοι όσοι θέλουν και αγωνίζονται για την επανένωση» μας λέει χαρακτηριστικά ο Ανδρέας Παναγή, μέλος του Κοινοτικού Συμβουλίου, τονίζοντας ότι «εμείς δαπάνω έχουμε τη συνεργασία και την αγάπη πάνω που τη θρησκεία, την πολιτική και τα κόμματα… Όμως είμαστε ξεχασμένοι, κανένας δεν μας βοηθά, μην σου πω ότι κάποιοι πολεμούμαν μας…».

Εδώ οι ενήλικες κάτοικοι μιλούν με περηφάνια για τα 6 παιδιά που συμπληρώνουν τον πληθυσμό και πάνε σχολείο στην γειτονική Πόλη. «Δαπάνω ο κόσμος κάμνει μωρά… Η οικογένεια εν καλό πράμα, αλλά δεν έχουμε τη στήριξη που πρέπει…» λέει με απογοήτευση ο μουχτάρης, εκφράζοντας την εκτίμηση ότι «επειδή εν τούρτζικο χωρκό εν τους νοιάζει… εν διούν μπακκίρα…». Για να προσθέσει ότι, ενώ η Αντρολύκου είναι μέσα στα χωριά του Ακάμα, το κράτος δίνει ψίχουλα, ενώ «στα γειτονικά χωριά που ήδη έχουν την ανάπτυξή τους σιωνώνουν 300.000, 500.000, 600.000… Δεν εν άδικο τούτο;».

Το παράπονο αυτό της κοινότητας έχει εκφραστεί επανειλημμένα σε διάφορες αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες, αλλά η απάντηση που παίρνει το Κοινοτικό Συμβούλιο είναι ότι η Αντρολύκου έχει έσοδα από τα λατομεία που λειτουργούν στην περιοχή. Απάντηση που τους εξοργίζει… «Τη σκόνη των λατομείων είναι που εισπράττουμε…» λέει χαρακτηριστικά ο Εσκούλ, εξηγώντας ότι από τα χρήματα που πληρώνουν τα λατομεία «ίσια που φκάλλουμε τα ρεύματα της τουρπίνας, τα σκουπίδια και κάτι δρόμους που εκαταφέραμε να κάμουμε… Από τη κυβέρνηση τίποτε εν είδαμε… αν ήταν τρόπος ήταν να μας ζητούν τζιαι πουπάνω…».

Αγωνίζονται για τη συντήρηση του σχολείου

Έντονη αναφορά γίνεται στην αντιμετώπιση της κοινότητας από την Επαρχιακή Διοίκηση, η οποία, όπως αναφέρει ο Εσκούλ, «δεν μας ικανοποιεί τίποτε απ’ όσα ζητούμε… κόφκει μας τα ούλλα…»

Επισημαίνει ενδεικτικά ότι πρόσφατα ζητήθηκε βοήθεια για να διορθωθούν κάποια υποστατικά, συμπεριλαμβανομένου και του σχολείου που «εν να ππέσει να μας τσιλήσει… Αμα βρέξει γεμώνει νερά… το ταβάνι κρέμεται…»

Το κτίριο του σχολείου της Αντρολύκου είναι ίσως ένα από τα ελάχιστα κτίσματα στο χωριό που έχει παραμείνει απείραχτο. Πρόκειται για ένα κτίσμα χαρακτηριστικής σχολικής αρχιτεκτονικής της δεκαετίας του ’50 ή του ’60 με πολλές αίθουσες και μεγάλη αυλή, αφού κάποτε φοιτούσαν εδώ αρκετά παιδιά. Υπάρχουν ακόμα οι πόρτες και τα παράθυρά του, ενώ στη θέση της βρίσκεται και η κεραμιδένια στέγη. Πάνω από την είσοδο διατηρείται ξεθωριασμένη μια επιγραφή στα τούρκικα που, όπως μου εξηγεί ο Τοπέλ Οσμάν, λέει ότι «η παιδεία  ανοίγει το δρόμο προς την ευτυχία».

Τα σημάδια, ωστόσο, της φθοράς του χρόνου δεν μπορούν να περάσουν απαρατήρητα και είναι βέβαιο ότι αν το σχολείο παραμείνει στο χάλι του, δεν θα αργήσει να αποσυντίθεται κι αυτό.

Σε μια γωνιά της αυλής υπάρχει ακόμα η χαρακτηριστική τσιμεντένια βρύση, μια από τις πολλές δημόσιες βρύσες που κατασκευάστηκαν επί Αγγλοκρατίας στα χωριά που δεν υπήρχε τότε υδροδότηση σε κάθε νοικοκυριό.

Για το σχολείο ο κοινοτάρχης εκφράζει ακόμα ένα παράπονο που έχει να κάνει με τη χρησιμοποίηση μιας αίθουσας στην οποία στεγάζεται το γραφείο του Κοινοτικού Συμβουλίου. «Ζητούν μας τζιαι πληρώνουμε ενοίκιο επειδή χρησιμοποιούμε μια κάμαρη του σχολείου, του δικού μας σχολείου…», όπως αναφέρει και διερωτάται  αν «εν πράματα τούτα να γίνουνται…»

Το σπίτι της εξορίας του Τεύκρου Ανθία

Στην Αντρολύκου βρέθηκε εξόριστος από τους Άγγλους το 1932-33 ο Τεύκρος Ανθίας. Σήμερα υπάρχει μισοερειπωμένο το σπίτι όπου έζησε αυτή την περίοδο της ζωής του ο ποιητής των φτωχών και των καταπιεσμένων.

Το Κοινοτικό Συμβούλιο έχει ζητήσει την οικονομική συνδρομή της κυβέρνησης για να συντηρηθεί το κτίριο και να μετατραπεί σε πολιτιστικό χώρο. Ωστόσο και σε αυτό το αίτημα δεν υπήρξε καμιά θετική ανταπόκριση.

Αξίζει να σημειωθεί ότι τον περασμένο Απρίλη Τουρκοκύπριοι και Ελληνοκύπριοι ποιητές συμμετείχαν σε εκδήλωση-αφιέρωμα που έγινε στον Τεύκρο Ανθία και η οποία είχε οδηγήσει στην Αντρολύκου δεκάδες φίλους και εκτιμητές του «αλήτη» ποιητή.

«Άμα είσαι φτωχός περιφρονούν σε…»

Ο Τοπέλ Οσμάν είναι κι αυτός γέννημα θρέμμα της Αντρολύκου, όπως και τα άλλα δέκα αδέλφια του. «Εσκορπίσαμεν όμως σαν τα παιθκιά του λαού… άλλοι στην Αγγλία άλλοι ποδά άλλοι ποτζιεί… Έχουμε τζιαι έναν αρφόν μας που εβαφτίστηκε…» λέει και διακρίνω στα μάτια του την υγρασία της συγκίνησης… Καθώς μου μιλά, το βλέμμα του είναι στραμμένο κατά τον κόλπο της Χρυσοχούς, λες και αναζητά μέσα από τη θάλασσα να μαζέψει τα κομμάτια της ζωής της δικής του και της οικογένειάς του…

Δεν έφυγε από το χωριό του και δεν εγκατέλειψε ποτέ ό,τι κληρονομιά του άφησαν οι γονιοί του. Με ιδιαίτερη συγκίνηση αναφέρεται σε ένα χωράφι που «ο πατέρας μου για να το γοράσει εβούραν πίσω που τα κοπάθκια τζιαι ετζοιμάτουν μες στους σπήλιους…»

Το μεγάλο του παράπονο είναι ότι «κανένας δε αναγνωρίζει τον αγώνα που κάνουν για να στηθεί το χωριό στα πόδια του. Άμα είσαι φτωχός περιφρονούν σε…» λέει, αλλά, παρά τα προβλήματα που υπάρχουν, δηλώνει κατηγορηματικά ότι δεν πρόκειται ποτέ να εγκαταλείψει το χωριό του.

 

«Εβλέπαν μας σαν τη μούγια μες το γάλα…»

Έτσι βίωσαν το «αμάρτημα» των γονιών τους τα παιδιά του Χασάνη και της Χαμπούς

Το ότι ο μουσουλμάνος Χασάνης και η χριστιανή Χαραλαμπία, περιφρονώντας κάθε θρησκευτική ή άλλη «ηθική», αγαπήθηκαν και έζησαν μαζί μέχρι το θάνατό τους, μπορεί ακόμα και σήμερα να ξενίζει κάποιους υπέρμαχους της «ηθικής». Για τον πολύ κόσμο, όμως, σίγουρα αυτοί οι άνθρωποι υπήρξαν χαρακτηριστικό δείγμα της λογικής που λέει ότι πάνω από θρησκείες, ιδεολογίες και ό,τι άλλο «διαχωριστικό», βρίσκεται η καρδιά, η ψυχή και το ανθρώπινο συναίσθημα. Αυτά που μπορούν και κάνουν τον άνθρωπο και τον κόσμο καλύτερο.

Ο Χασάνης και η Χαμπού είναι θαμμένοι ο ένας δίπλα στον άλλο. Ένας μουσουλμανικός κι ένας χριστιανικός τάφος σε μια γωνιά έξω από τον πετρόκτιστο τοίχο του νεκροταφείου της Αντρολύκου.

Κουβεντιάζοντας με τον Εσκούλ πάνω από τους τάφους των γονιών του, δεν μπορώ να μην το ρωτήσω πώς ο ίδιος και τα άλλα αδέλφια του βίωσαν, σαν παιδιά, τον στιγματισμένο, τότε, γάμο των αλλόθρησκων γονιών του.

«Ήμασταν σαν τη μούγια μες το γάλα…» λέει αυθόρμητα και θυμάται ότι «στο σχολείο εδείχναν μας με το δαχτύλι τους… Τούτος εν Τούρκος ελαλούσαν τζιαι αποφεύγαν μας… Εμείς επληγωνούμασταν, μα ποιος να μας καταλάβει…». Δε διστάζει να πει ότι «μέχρι σήμερα υπάρχει κόσμος που δεν μας θέλει… Κάποιοι μας αποκαλούν βρομόσιυλλους… βρομότουρκους…. Εν βαριέσαι όμως αδέρφι, ό,τι θέλει ο καθένας ας πει… Πιστεύκω ότι πρέπει να φύει η γενιά η δική μας για να σταματήσουν τούτα ούλλα… Οι νέοι σκέφτουνται πιο σωστά…»

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy