Τα “καλά” παιδιά δεν πάνε στον Παράδεισο…

Η ρητορική μίσους στην Κύπρο ως θέμα ουσιαστικής συζήτησης είναι ανύπαρκτο ή έστω ελάχιστο και παρότι η ρητορική αυτή ανθεί, εμφανίζεται κυρίως ως ειδησεογραφική λεζάντα ή ως πεδίο κομματικών ξιφουλκήσεων ή ως θεσμική αγγαρεία τέλεσης εκδηλώσεων διαφόρων φορέων, χωρίς ουσιαστική είτε κοινωνική εφαρμογή είτε ουσιαστική αντιμετώπιση.

Ρητορική μίσους είναι ο λόγος ο όποιος απαξιώνει και αμφισβητεί το δικαίωμα συμμετοχής μιας κοινωνικής ομάδας ισότιμα στην κοινωνία. Κατ’ουσία πρόκειται για τον εν ευρεία έννοια ρατσιστικό λόγο ο οποίος προκαλεί διάκριση ή/και προτροπή σε πράξεις βίας ή σε εκδηλώσεις μίσους για λόγους φυλετικούς, σεξουαλικούς εθνικούς, θρησκευτικούς ή φυσικής αναπηρίας.

Υπάρχει μια μεγάλη ακαδημαϊκή συζήτηση επί του θέματος μεταξύ του κολασίμου της ρητορικής μισούς και της ελευθερίας στην έκφραση. Η Δημοκρατία ως βασική θέση ανέχεται και επιτρέπει τον ακραίο λόγο, όσο απεχθής και αν είναι, καθώς οι περιορισμοί και οι απαγορεύσεις την αυτοακυρώνουν υπονομεύοντας την θεμελιώδη αρχή της, της ελεύθερης έκφρασης.

Οι άμυνες της Δημοκρατίας είναι η μόρφωση, η εκπαίδευση και η κοινωνική ανέλιξη μαζών και ανθρώπων, όχι οι απαγορεύσεις και οι περιορισμοί. Είναι όμως αποδεκτό ως βασική αρχή ότι μια άνευ περιορισμών, ελευθερία έκφρασης δημιουργεί σειρά προβλημάτων όπως είναι επί του προκειμένου η ρητορική μισούς της οποία η σημασία και συνέπεια οποία είναι αλληλένδετη και με τον φορέα αυτού του λόγου εξ’ου και η εισαγωγή συγκεκριμένης νομοθεσίας με τους Ν.134(Ι)/2011 και Ν. 142(1)/2004.

Πρόσφατα ο Αρχιεπίσκοπος ανάφερε για τους ξένους ότι είναι «ανατολίτες, άξεστοι, δεν μπορούν να γίνουν Ευρωπαίοι ούτε μετά από 100 χρόνια. Και αν μείνουν εδώ γεννοβολούν και μια δωδεκάδα παιδιά η κάθε οικογένεια». Προχωρώντας και παρακάτω επιτέθηκε και στα μελή του ΑΚΕΛ διαστρεβλώνοντας και τις πολιτικές θέσεις τους. Δεν είναι η πρώτη φόρα που ο Αρχιεπίσκοπος εκφέρει λόγο μίσους εντός της νομικής ερμηνείας του όρου. Σε άλλη περίπτωση ο Αρχιεπίσκοπος μπήκε από τους τηλεοπτικούς δεκτές μας, στρογγυλοκάθισε στους καναπέδες μας, ανακοινώνοντας μας σχολεία, που θα δημιουργήσει η Εκκλησιά Κύπρου και «απ’έκει θα βγαίνουν σωστοί άνθρωποι», και όλο αυτό στα πλαίσια συζήτησης για την ομοφυλοφιλία δηλώνοντας ότι οι ομοφυλόφιλοι δεν είναι «σωστοί» άνθρωποι. Έχει επαινέσει τα «καλά παιδία» του φασιστικού ΕΛΑΜ στα οποία είναι και χρηματοδότης κατά τον Μιχαλολιάκο, έκφρασε την ικανοποίηση του για την είσοδο του στην Βουλή και χθες ούτε λίγο ούτε πολύ έκανε επίθεση στους ξένους και στην Αριστερά.

Σπεύδω να προλάβω όλους εκείνους που καλόπιστα ή μη, θα επικαλεστούν το δικαίωμα στην ελεύθερη έκφραση και διακίνηση ιδεών. Η ταμπελοποίηση, η στοχοποίηση, η ευκολία με την οποία χαρακτηρίζουμε συνανθρώπους μας “ανώμαλους”, “ξετσίπωτους”, “τοιούτους”, “ξένους”, “άξεστους” δεν είναι άποψη, δεν είναι ιδέα και δεν αξίζει σεβασμού από κανέναν. Είναι συνειδητή επιλογή καλλιέργειας φόβου, απέχθειας, μίσους, αποστροφής στο διαφορετικό, σε κάτι που δεν έχουμε συνηθίσει, σε κάτι που τυχαία ή κατ’επιλογή δεν είμαστε. Ακόμα χειρότερη είναι η ευκολία με την οποία θα προσπεράσουμε αυτά τα ρατσιστικά φαινόμενα, έχοντας την ψευδαίσθηση ότι δε μας αφορούν, δεν μας αγγίζουν,“στο κάτω κάτω βρε αδερφέ ο αρχιεπίσκοπος το είπε για “εκείνους” όχι για “εμάς”.

«Οι Κύπρεοι έννεν είναι ρατσιστές», είναι η μόνιμη άμυνα, δυστυχώς όμως αρνούμαστε να δούμε την εικόνα μας στον καθρέφτη, και δυστυχώς η πραγματικότητα διαφέρει. Είναι από μόνο του δύσκολο να αντιμάχεσαι τoν ρατσισμό στις σημερινές κοινωνίες, τις σχολικές αυλές και τις γειτονίες, με την ανεργία, την οικονομική κρίση να είναι οι μόνιμοι ένοικοι των ζωών μας. Εδώ είναι που μεγιστοποιείται το κολάσιμο της συμπεριφορά και του λόγου του Αρχιεπισκόπου αρνούμενος ή αδιάφορος να αντιλήφθη την ευθύνης της οποία φέρει η θέση. Το καλυμμαύκι και τα χρυσά ράσα λειτουργούν ως κολυμβήθρα του Σιλωαμ, απενοχοποιώντας τους λοιπούς φορείς ρατσιστικού λόγου και έργου στην κυπριακή κοινωνία.

Ως κοινωνία γινόμαστε μάρτυρες αναβίωσης μεσαιωνικών λόγων και ρητορικής προ δεκαετιών, εγκλωβισμένοι σε ένα «Χρυσό» κοινωνικό κλουβί το οποίο ανάλγητα αποδέχεται παράνομες, απάνθρωπες και διαχωριστικές πρακτικές και θεωρίες.

Γίνεται πλέον αντιληπτό πως τα φαινόμενα αυτά δεν σηκώνουν καμία ανοχή, καμία πρόχειρη ανάγνωση, καμία δικαιολογία. Χρέος λοιπόν του καθενός από εμάς είναι μια στάση υπεύθυνη και ενεργή που μας τοποθετεί απέναντι από κάθε τέτοιο ρατσιστικό κρούσμα.

Σε μια εποχή αλλοτρίωσης η διατήρηση της αξιοπρέπειας και η απεμπόληση στερεοτύπων και προκαταλήψεων είναι μέγιστο χρέος καθενός που θέλει να λέγεται άνθρωπος. Η Αριστερά έχει ουσιαστική ευθύνη όχι να αντιπαραβληθεί με την εκκλησιά (τουλάχιστον για αυτό), άλλα με τον λόγο όπως αυτός εκφράζεται από τον Αρχιεπίσκοπο. Η Αριστερά πρέπει να ηγηθεί μιας κοινωνικής σύμπραξης μιας ευρύτερης συμμαχίας φορέων και ομάδων για την αποτροπή της ρητορικής μίσους από οποιονδήποτε προέρχεται και να συμβάλλει στην δημιουργία ενός κλίματος σεβασμού της διαφορετικότητας και ομαλής συνύπαρξης με τον συνάνθρωπο.

Δεν είμαι σε θέση να κρίνω την θρησκευτικότητα του λόγου του Αρχιεπισκόπου, αν και με τις στοιχειώδεις γνώσεις θρησκευτικών αντιλαμβάνομαι οτι η πιο πάνω ρητορική μίσους, ούτε στο «αγαπάτε αλλήλους» χωρά, ούτε στο «αυξάνεσθε και πληθύνεσθε» ούτε στον λόγο αγάπης τον οποίο θα έπρεπε να πρεσβεύει. Πέραν τούτου η κριτική τελείται επί τον πράξεων και λόγων του Αρχιεπισκόπου και όχι της εκκλησιάς. Παραμένω όμως πολίτης που η ρητορική μίσους με βρίσκει ενάντια και με την Μπρεχτική ερώτηση “ποιος θα είναι ο επόμενος στόχος?”

Αν όλα αυτά γίνονται σε μια προσπάθεια να μην αποτύχεις ως Αρχιεπίσκοπος, δυστυχώς, απέτυχες. Τα καλά παιδία δεν είναι ρατσιστές. Τα “καλά παιδία” δεν πάνε στον παράδεισο…

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy