«Τη μέρα που εγώ και εσείς θα γίνουμε ένα…»

Η Νιλγκιούν, η Ρούλα, η Αυγή, η Μαρούλα και η Αγγελική αγκαλιάστηκαν με θέρμη, ενώνοντας τον πόνο τους αλλά και δείχνοντας την προοπτική της Κύπρου

Πριν μερικά χρόνια, ο νεαρός Τουρκοκύπριος ακτιβιστής Νουρί Σιλάι έγραφε για τις σειρήνες του Ιούλη:

«Ώρα 05.35…

Ξεκίνησαν να ηχούν οι σειρήνες εκείνο το πρωί…

Ήταν ένα βαθύ βουητό….

Μια κραυγή που γεννούσε φόβο…

Μια φωνή που πήγαινε μακριά και επέστρεφε ακόμα πιο δυνατή…

Μια φωνή του πόνου, της οδύνης..

Ο αγγελιαφόρος μιας ατέλειωτης τραγωδίας..

Οι σειρήνες ήχησαν μόνο για ένα λεπτό…

Ώρα 05.36…

Οι σειρήνες σίγησαν…

[….]

Η Κύπρος εκείνο το πρωί διχοτομήθηκε..

20 Ιουλίου 1974…

Το δίδυμο του εγκλήματος της 15ης Ιουλίου 1974…

Εκείνη τη στιγμή άρχισε μια αιχμαλωσία που δεν γνωρίζει τέλος…

Οι σειρήνες θα σωπάσουν και εμείς θα μείνουμε πάλι μόνοι με την πραγματικότητά μας

Θα συνεχίσουμε να ζούμε με το συρματόπλεγμα ανάμεσά μας και τους λογαριασμούς του εγκλήματος που δεν πληρώθηκαν ποτέ..

Το όπλο τους, το αίμα τους, το θάνατό τους, το βιασμό τους…

Εμείς… που νιώθουμε την άτιμη ζωή…

Δύο άνθρωποι ταλαιπωρημένοι που ζούμε σε αυτό το νησί….

Εγώ είμαι Τουρκοκύπριος, εσύ Ελληνοκύπριος….

[…]

Τη μέρα που εμείς θα γίνουμε ένα, οι σειρήνες θα σωπάσουν…».

 

Τη φωνή του, φωνή του πόνου και της οδύνης όλων των ανθρώπων του τόπου, ξεχνούν πολλοί σε ομιλίες αυτών των ημερών. Ξεχνώντας και τους ίδιους τους ανθρώπους πολλές φορές, σε ένα εγχείρημα απόκτησης πολιτικής υπεραξίας μέσα από τον στομφώδη λόγο που ξεχνιέται μόλις ολοκληρωθεί.

Οι άνθρωποι οι «ταλαιπωρημένοι που ζούμε σε αυτό το νησί…», που πληρώνουν με το αίμα, το θάνατο, το βιασμό τους την ατέλειωτη τραγωδία των σειρήνων, δεν αρκούνται στα λόγια. Οι σειρήνες τους δεν σιγούν. Το βαθύ βουητό και οι κραυγές του φόβου και του πόνου γίνονται καθημερινό βίωμα. Που το βαθαίνει ο απλήρωτος λογαριασμός του εγκλήματος.

Για να καταλαγιάσει η ψυχή τους, κάνουν πράξεις. Πράξεις όπως αυτές της Νιλγκιούν και της Ρούλας, της Αυγής, της Μαρούλας και της Αγγελικής.

 

Συναντήθηκαν στο οδόφραγμα του Αγίου Δομετίου στις 19 του Ιούλη, παραμονή της επετείου της εισβολής.

Από μακριά η Νιλγκιούν χαιρέτησε, φορώντας μια λευκή μπλούζα με ένα τεράστιο σήμα της ειρήνης. Το σήμα της ειρήνης ανάμεσα στις κόκκινες σημαίες. Πλησιάζοντας, έγινε πιο ευδιάκριτο το κολιέ της. Η Κύπρος δίπλα σε ένα περιστέρι στο λαιμό. Αγκαλιάστηκαν με θέρμη. Η Νιλγκιούν, η Ρούλα, η Αυγή, η Μαρούλα και η Αγγελική.

NilgunRoula2

Επιβιβάστηκαν στο αυτοκίνητο και κατευθύνθηκαν στο σπίτι της Νιλγκιούν. Εκεί τις περίμενε η μητέρα της Νιλγκιούν και η 96χρονη γιαγιά της.

Μόνο μια φωτογραφία έχουμε με ολόκληρη την οικογένεια, εξήγησε η Νιλγκιούν. Και έδειξε μια μαυρόασπρη φωτογραφία με ένα ζευγάρι και δυο παιδιά. Στο σαλόνι δέσποζαν οι φωτογραφίες του πατέρα. Σκοτώθηκε κατά την εισβολή. Τότε η Νιλγκιούν ήταν 12 ετών. Η Νιλγκιούν ήξερε. Έμαθε αμέσως για το θάνατο του πατέρα της.

 

«Γράμμα στο μπουκάλι»

Όταν μεγάλωσε η Νιλγκιούν έγινε καθηγήτρια. Όπως ο πατέρας της. Καθηγήτρια Ιστορίας. Με έντονα πολιτοκοποιημένη δράση αρθρογραφούσε στην εφημερίδα Αβρούπα. Το άρθρο της «Γράμμα στο μπουκάλι», δημοσιευμένο τον Νοέμβρη του 2001, έγινε σταθμός στην κινηματική δράση των Τουρκοκυπρίων εναντίον του Ντενκτάς, εκείνη την περίοδο. Το «Γράμμα στο μπουκάλι» και το περιεχόμενό του θεωρήθηκε προσβολή για τον τουρκικό στρατό και αποτέλεσε την αφορμή για να αντιμετωπίσει δικαστικά την κατηγορία ότι «επιδίωξε να προκαλέσει εξέγερση του λαού και καταστροφή του κράτους». Τότε, το θέμα της έφθασε μέχρι το Ευρωκοινοβούλιο και τον ΟΗΕ, οπόταν καταδικάστηκαν οι τουρκοκυπριακές «αρχές» και η Νιλγκιούν εξασφάλισε υποστήριξη και αλληλεγγύη από τον προοδευτικό κόσμο της Κύπρου, Ε/κ και Τ/κ. Έγραψε η Νιλγκιούν στο «Γράμμα στο μπουκάλι»: «Αυτές οι γραμμές, αγαπημένε μου φίλε, γράφονται σε εσένα από έναν εκ των καταδικασμένων ισόβια σε μια ανοιχτή φυλακή. Εδώ είναι μια τέτοια φυλακή που όλα είναι ψεύτικα. Η ελευθερία, η ειρήνη, η δημοκρατία, η ανθρωπιά, ο πατριωτισμός, η βουλή, η πολιτική… Όλα, μα όλα είναι ψεύτικα. Ακόμα και τα κάγκελα της φυλακής ψεύτικα είναι. Όσα όμως είναι πραγματικά, είναι πάνω απ’ όλα σκληρά και ανελέητα. Το τείχος που διαμελίζει το έδαφος, η παρακρατική νοοτροπία, η κατοχή, η μετανάστευση, οι άνθρωποι χωρίς μέλλον και ελπίδα, οι φόνοι και οι κλοπές, η διαφθορά, η υποκρισία, οι βόμβες, οι απειλές και η καταστολή. Ο πόλεμος που βιώθηκε και θα βιωθεί, οι καβγάδες, το αίμα που χύθηκε και θα χυθεί, είναι όλα πραγματικά». [Από μετάφραση του Νίκου Μούδουρου].

 

Ο Δημητράκης Θωμά από το Καλό Χωριό Ορεινής

Η Ρούλα συνόδευε τη μητέρα και τις δύο θείες της. Ο Δημητράκης, ο θείος και αδερφός. «Πρέπει να πάω, εφέραν μας τους Τούρκους οι φασίστες», ήταν τα λόγια του στη γυναίκα του Κατερίνα, στο άκουσμα της επιστράτευσης από το ραδιόφωνο. Η μητέρα του πέθανε το 1999 με τον καημό να ξαναδεί το γιο της που ήταν αγνοούμενος. Ο πατέρας του στα 96 του χρόνια κατάφερε να αποχαιρετήσει τον Δημητράκη. Ο Δημητράκης Θωμά από το Καλό Χωριό Ορεινής, μετά από 39 χρόνια στον κατάλογο των αγνοουμένων, βρέθηκε στο χωριό Τέμπλος της Κερύνειας το 2008 και ταυτοποιήθηκε το 2013.

Η Ρούλα περιγράφει την εμπειρία στο ανθρωπολογικό εργαστήρι. Εκεί πήγε όλη η οικογένεια για να ξανασυναντήσει τον Δημητράκη μετά από δεκαετίες. «Ήμασταν από τους τυχερούς. Το άψυχό του σώμα βρέθηκε ολόκληρο. Ολόκληρο με πέντε σφαίρες στην πλάτη και μια στον κρόταφο.”

Οι ιστορίες πίσω από τους δύο άντρες, τον Δημητράκη και τον Ετζβέτ, διαφορετικές. Οι ιστορίες πίσω από τις πέντε γυναίκες διαφορετικές. Αυτό που τους ένωσε, ο χαροκαμένος τους τόπος και οι πονεμένες ψυχές τους από το χαμό των δικών τους. Μα πάνω απ’ όλα ο πόνος. Που δεν γνωρίζει γλώσσα, εθνική καταγωγή και πλευρά του συρματοπλέγματος.

Κολιέ από ανθούς

Με το που άνθιζαν τα γιασεμιά, η Νιλγκιούν έφτιαχνε στον Ετζβέτ, τον πατέρα της, κολιέ από ανθούς που μοσχοβολούσαν. Ένα ακόμα κολιέ με ανθούς γιασεμιού έφτιαξε και την παραμονή της εισβολής, για να αποθέσει στον τάφο του. Μαζί με άσπρα χρυσάνθεμα. Άσπρα χρυσάνθεμα διάλεξαν και η Ρούλα, η Αυγή, η Μαρούλα και η Αγγελική για να αφήσουν στον τάφο του Ετζβέτ.

NilgunRoula4

 

Στο νεκροταφείο βρίσκουν τον Σιενέρ Ελτζίλ να τους περιμένει με ανοικτή αγκαλιά. Άλλος ένας από τις χιλιάδες που έχουν να θυμούνται πολλά αυτές τις μέρες, αλλά και κάθε μέρα. Άλλος ένας από τις χιλιάδες που δεν περιμένουν τον Ιούλη για να μιλήσουν για το κακό. Εξηγεί για το νεκροταφείο ο Σιενέρ: «Εδώ τάφηκε μια ομάδα ασθενών που δολοφονήθηκαν το 1964 από ε/κ παραστρατιωτική οργάνωση. Τους σκότωσαν στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας όπου βρίσκονταν άρρωστοι. Τους έθαψαν σε μαζικό τάφο εδώ. Ακόμα ανοίγονται τάφοι και βρίσκονται τα λείψανα άλλων από αυτούς που αναγράφονται. Σε ένα τάφο βρέθηκαν τα οστά τεσσάρων – πέντε διαφορετικών ανθρώπων».

Δείχνει προς τους τάφους. Τρεις τέσσερις τάφοι χωρίς τη μαρμάρινη πλάκα, σκεπασμένοι.

Χωρίς τελετές, θρησκευτικές, πολιτικές, χωρίς μεγάλα λόγια, αλλά με την καθαρότητα ψυχής που χαρακτηρίζει τους απλούς ανθρώπους τούτου του τόπου. Με υγρά μάτια, μα χωρίς κατάρες.

Εκεί βρέθηκαν και δημοσιογράφοι της τ/κ εφημερίδας Αβρούπα και του Γκεντζ ΤΒ. Βρεθήκαμε κι εμείς από την «Κυριακάτικη Χαραυγή». Μια κουβέντα είπαν οι πέντε γυναίκες. Μια φράση που κρύβει όλο το μεγαλείο ψυχής ανθρώπων με πόνο: «Ευχόμαστε να μην ζήσει κανείς ξανά κάτι τέτοιο…. Ο πόνος είναι ο ίδιος. Να ζήσουμε μαζί ειρηνικά, να επανενωθεί ο τόπος».

NilgunRoula1

Όλη η σύγχρονη ιστορία του τόπου και των ανθρώπων του. Μπορεί να την βιώσει κανείς μέσα από τα μάτια και τις διηγήσεις πέντε γυναικών -της Νιλγκιούν, της Ρούλας, της Αυγής, της Μαρούλας και της Αγγελικής- και των φίλων τους που βρέθηκαν δίπλα τους για να αφήσουν άσπρα λουλούδια σε τάφους χαμένων δικών τους που σκοτώθηκαν σε ένα πόλεμο χωρίς νικητή και με θύμα τον ίδιο τον τόπο και το λαό του. Ολόκληρο. Και όλες τις γενιές που ακολούθησαν έκτοτε, χωρίς αλήθειες.

Φεύγοντας από το νεκροταφείο, κατευθύνθηκαν στο οδόφραγμα του Αγίου Δομετίου για το γυρισμό. Αγκαλιάστηκαν και έδωσαν ραντεβού για την Κυριακή, στο μνημόσυνο του Δημητράκη. Για να αποθέσουν τα άσπρα λουλούδια και στον δικό του τάφο. Τα άσπρα λουλούδια της νίκης πάνω στον κοινό πόνο, ως μήνυμα ελπίδας για ένα ειρηνικό μέλλον σε μια επανενωμένη πατρίδα. Χωρίς οδοφράγματα.

Με τον αποχαιρετισμό, η Νιλγκιούν απάντησε στην ερώτηση πώς σκέφτηκε να προχωρήσει σε αυτή τη συμβολική ενέργεια: «Κάθε χρόνο, στις 19 Ιουλίου, όλοι αυτοί που μαύρισαν τον τόπο, μαζεύονται στο Πέντε Μίλι και ξεκινούν εορτασμούς μέχρι την επομένη. Ήταν όνειρο ζωής για μένα να κάνω κάτι που να θυμίζει ότι δεν υπήρχε λόγος εορτασμού, αλλά αυτές είναι μέρες μνήμης για όσους χάθηκαν και όσα χάθηκαν».

Όπως έγραψε ο Νουρή πριν μερικά χρόνια:

«Τη μέρα που εμείς θα γίνουμε ένα, οι σειρήνες θα σωπάσουν…

Δεν θα ηχήσουν ούτε τα ταμτάμ της εισβολής, ούτε και οι καμπάνες του θανάτου… Αρκεί εσύ και εγώ να γίνουμε εμείς…».

 

της Άννας Μισιαούλη

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy