Το βρετανικό τελεσίγραφο προς Ρωσία και η κλιμάκωση του νέου ψυχρού πολέμου

Ένα από τα πιο ανησυχητικά χαρακτηριστικά του νέου ψυχρού πολέμου μεταξύ Δύσης και Ρωσίας είναι η μεγάλη ασυμμετρία ανάμεσα στην χρησιμοποιούμενη ρητορική και τα πραγματικά γεγονότα.

Έτσι, λ.χ. στο πλαίσιο του λεγόμενου Russiagate στις ΗΠΑ, η καταγγελλόμενη ανάμιξη της Ρωσίας στις εκλογές του 2016 έχει φθάσει να παραβάλλεται από διαπρεπή πρόσωπα της δημόσιας ζωής με την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ και την 11η Σεπτεμβρίου. Με άλλα λόγια, και μόνο δια της συνεχούς επανάληψης των ισχυρισμών, μία υπόθεση που βρίσκεται ακόμη υπό διερεύνηση και πάντως δεν έχει μετά από τόσους μήνες οδηγήσει σε κάτι ουσιαστικότερο από την υπόδειξη ρωσικών bots, τίθεται στο ίδιο επίπεδο με τραυματικά περιστατικά της αμερικανικής ιστορίας που απαντήθηκαν με πόλεμο – στην μία περίπτωση παγκόσμιο…

Με αντίστοιχο τρόπο η κυβέρνηση της Τερέζα Μέι έσπευσε την Δευτέρα να κηρύξει κατά μία έννοια τον πόλεμο στη Ρωσία αποδίδοντάς της την ευθύνη για την επίθεση με τοξική ουσία στις 4 Μαρτίου στο Σόλσμπερι, από την οποία βρέθηκαν σε κρίσιμη κατάσταση ο πρώην διπλός πράκτορας Σεργκέι Σκριπάλ και η κόρη του Γιούλια. (Ο Σκριπάλ, πρώην αξιωματικός των στρατιωτικών μυστικών υπηρεσιών της Ρωσίας είχε στρατολογηθεί από τη βρετανική ΜΙ6, είχε καταδικασθεί σε 18ετή κάθειρξη, και κατέληξε στη Βρετανία, όπου ζούσε ανοιχτά, το 2010 στο πλαίσιο ρωσο-αμερικανικής ανταλλαγής πρακτόρων).

Μιλώντας στη Βουλή των Κοινοτήτων, η Βρετανίδα πρωθυπουργός υποστήριξε ότι η επίθεση πραγματοποιήθηκε με νευροτοξικό παράγοντα της οικογενείας Nοvichok ο οποίος είναι γνωστό ότι αναπτυσσόταν στη Ρωσία, Με βάση αυτό, αλλά και το ότι έχουν και στο παρελθόν δολοφονίες διατεταγμένες από τη ρωσική ηγεσία, που άλλωστε θεωρεί νόμιμο στόχο τους εξωμότες πράκτορες, η Τερέζα Μέι κατέληξε ότι είναι “πολύ πιθανό” να ευθύνεται η Ρωσία για την επίθεση κατά των Σκριπάλ. Η έκφραση “πολύ πιθανό” έχει την ιδιαιτερότητα να παράγει όλα τα επιθυμητά πολιτικά και επικοινωνιακά αποτελέσματα, χωρίς κανείς να επωμίζεται το βάρος της απόδειξης.

Μάλιστα, η Βρετανίδα πρωθυπουργός απηύθυνε και οιονεί τελεσίγραφο στη ρωσική πλευρά, δίνοντάς της προθεσμία μέχρι το βράδυ της Τρίτης να δώσει εξηγήσεις.

Σύμφωνα με την Τερέζα Μέι, δύο τινά ισχύουν: ή η Ρωσία έχει χάσει τον έλεγχο του χημικού της οπλοστασίου ή το ρωσικό κράτος ευθύνεται άμεσα για μία επίθεση στο βρετανικό έδαφος η οποία έθεσε σε κίνδυνο της ζωή εκατοντάδων ανυποψίαστων πολιτών.

Κατηγορίες αυτού του είδους μπορούν να λειτουργήσουν μόνο ως προάγγελλος βαρύτατων τιμωρητικών ενεργειών, όπως η διακοπή των ρωσοβρετανικών διπλωματικών σχέσεων, η λήψη μέτρων κατά του καναλιού RT, το πολιτικό μποϊκοτάζ του επικείμενου Μουντιάλ της Ρωσίας, ο χαρακτηρισμός της Ρωσίας ως κράτους-χορηγού της τρομοκρατίας, η υιοθέτηση νέας δέσμης κυρώσεων από την Ε.Ε., η περαιτέρω προώθηση των δυνάμεων του ΝΑΤΟ κοντά στα ρωσικά σύνορα, κ.ο.κ.

Μόνο που όλα αυτά βασίζονται σε μία αντιστροφή του τεκμηρίου αθωότητας: η βρετανική κυβέρνηση, η οποία προφανώς δεν είναι σε θέση να κατονομάσει με βάση τα πραγματικά περιστατικά τον δράστη της επίθεσης εναντίον των Σκριπάλ, καλεί τη ρωσική πλευρά να αποδείξει ότι δεν βαρύνεται από την ενοχή που της έχει εκ των προτέρων και σε πρώιμο στάδιο της έρευνας αποδοθεί από την πολιτική ηγεσία της Βρετανίας (με αποτέλεσμα να ακυρώνεται επί της ουσίας κάθε δυνατότητα να φωτιστεί πραγματικά η υπόθεση από εδώ και πέρα).

Η ενοχή αυτή βασίζεται από τη μια στο γεγονός ότι η Σοβιετική Ένωση παρήγαγε (στο έδαφος του σημερινού Ουζμπεκιστάν) τους παράγοντες Novichok.Όμως το 1997 η Ρωσική Ομοσπονδία προσχώρησε στη συνθήκη κατά των χημικών όπλων και είκοσι χρόνια αργότερα διαβεβαίωνε ότι έχει καταστρέψει όλο της το χημικό οπλοστάσιο, με τη συνδρομή και δυτικών ειδικών. Με άλλα λόγια, η γνώση των χαρακτηριστικών των συγκεκριμένων παραγόντων είναι πλέον ευρέως διαδεδομένη.

Από την άλλη πλευρά, η κυβέρνηση Μέι ενοχοποιεί τη Ρωσία επικαλούμενη ένα “ποινικό μητρώο” κρατικών δολοφονιών το οποίο δεν είναι σαφές πόθεν προκύπτει. Συμβαίνει βέβαια οι ρωσοβρετανικές σχέσεις να έχουν γνωρίσει κρίση και προ δωδεκαετίας λόγω της θανατηφόρου δηλητηρίασης του Ρώσου πρώην πράκτορα Αλεξάντρ Λιτβινένκο από ραδιενεργό πολώνιο – δεν είναι όμως εξίσου γνωστό ότι και εκείνη η υπόθεση άφησε αν μη τι άλλο πολλά αναπάντητα ερωτήματα, καθώς η ρωσική προέλευση της φονικής ουσίας δεν αποδείχθηκε.

Είναι άλλωστε αξιοπερίεργο ότι επιθέσεις αυτού του είδους εναντίον Ρώσων πρώην πρακτόρων έχουν την τάση να σημειώνονται μόνο στο βρετανικό έδαφος και μόνο με θεαματικές μεθόδους, εφάμιλλες της λογοτεχνίας του Τζον Λε Καρέ…

Ωστόσο, μία ολοκληρωμένη έρευνα της υπόθεσης θα όφειλε να περιλαμβάνει και άλλες παραμέτρους. Όπως λ.χ. το ότι η Βρετανία “ρωσοκρατείται”, με την έννοια ότι αποτελεί προσφιλές πεδίο δραστηριοποίησης, επένδυσης και εγκατάστασης πολλών Ρώσων ολιγαρχών (όχι απαραιτήτως φίλων της ρωσικής κυβέρνησης), ορισμένοι εκ των οποίων είναι και γενναιόδωροι χορηγοί του βρετανικού Συντηρητικού Κόμματος. Ή ότι ο τόπος της επίθεσης εναντίπον των Σκριπάλ βρίσκεται σε απόσταση μόλις 8 μιλίων από το Porton Down, το χημικό εργαστήριο του βρετανικού στρατού.

Κυρίως, όμως, θα πρέπει να σταθεί κανείς στον κομβικό ρόλο της Βρετανίας για την δημιουργία του νεοψυχροπολεμικού κλίματος και στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. Το Russiagate έχει ως βάση του Steele Dossier, σχετικά με τον φερόμενο εκβιασμό του Ντόναλντ Τραμπ από τη Μόσχα. Το ντοσιέ παραγγέλθηκε και χρηματοδοτήθηκε από την καμπάνια Κλίντον, εκπονήθηκε από τον Βρετανό (πρώην) πράκτορα Τζόναθαν Στηλ και κατέληξε προεκλογικά στα χέρια του FBI, το οποίο το χρησιμοποίησε για να ζητήσει από το αρμόδιο μυστικό δικαστήριο την παρακολούθηση τουλάχιστον ενός στελέχους της καμπάνιας Τραμπ (του Κάρτερ Πέιτζ). Το ότι ο Σκριπάλ εργάσθηκε, σύμφωνα με την εφημερίδα Telegraph, για εταιρεία του Στηλ καθιστά την υπόθεση πολλαπλά συναρπαστική.

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy