Βραβείο Τεύκρου Ανθία – Θοδόσης Πιερίδη στον Αντώνη Κατσαντώνη

Το Βραβείο Πολιτιστικής Προσφοράς «Τεύκρος Ανθίας – Θοδόσης Πιερίδης» που έχει θεσπίσει η Κεντρική Επιτροπή του ΑΚΕΛ, απονέμεται για το 2018 στους Στέλιο Καυκαρίδη, ηθοποιό, σκηνοθέτη, Τουρκοκυπριακό Δημοτικό θέατρο Λευκωσίας και Αντώνη Κατσαντώνη, λαϊκό ποιητή.

Η Επιτροπή του βραβείου αποτελείτο από τη Δώρα Σωτηρίου, πρόεδρο και τους Δάφνη Τριμικλινιώτη, Αριάννα Οικονόμου, Μαρία Καρσερά και Μίκη Κωστέα, μέλη.

Η τελετή απονομής του βραβείου θα πραγματοποιηθεί αύριο Δευτέρα 18 Ιουνίου 2018 στις 20.00 στο Θέατρο Παλλάς στη Λευκωσία.

vraveiotefkrou

 Ο Αντώνης Κατσαντώνης κατάγεται από οικογένεια με πλούσια ποιητική παράδοση, που ξεκινά από τον παππού του Αντώνη Αδάμου Κατσαντώνη, την οποία και συνεχίζει γράφοντας έτσι και τη δική του ιστορία στο χώρο της λαϊκής μας ποίησης.

Γεννήθηκε στη Δερύνεια στις 15 Μαΐου 1941. Όταν αποφοίτησε από το Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου το 1958, πήγε σε ηλικία 17 χρόνων στο Λονδίνο. Εκεί εργαζόταν και ταυτόχρονα σπούδαζε και πήρε το πτυχίο της Αγγλικής Φιλολογίας. Το 1968 επέστρεψε στην Κύπρο και εγκαταστάθηκε στη γενέτειρά του.

Με την ποίηση ασχολήθηκε από τα νεανικά του χρόνια. Το πρώτο του ποίημα με τον τίτλο «Χωρκό μου πλιθθαρόχτιστον», που φανερώνει τη νοσταλγία και την αγάπη του για τον τόπο του, γράφτηκε στο Λονδίνο το 1961. Συστηματικά ξεκίνησε να γράφει από το 1972 και το 1978 εξέδωσε την πρώτη ποιητική του συλλογή με τον τίτλο «Το ολόασπρο πεζούνιν», για να δώσει στη συνέχεια, το 1986, τη δεύτερη ποιητική συλλογή με τίτλο «Της Κύπρου τα προιτζιά». Πολύ αργότερα, το 2001 «Τα μηναλλάγια των τζιαιρών», το 2008 «Τα κανίσσια της ψυσιής μου», το 2010 τη συλλογή «Νέος Κύκλος» και το 2017 «Του νου μου τα ποσπόρκα».

Ο λαϊκός ποιητής Αντώνης Κατσαντώνης αποτυπώνει με την πέννα του τον κόσμο της Κύπρου, τις ομορφιές, την ιστορία, τον πολιτισμό και το δράμα της με βαθιά ευαισθησία και έμπνευση. Εμπνέεται από την τραγωδία της προσφυγιάς και από τα προβλήματα της σύγχρονης ζωής, τραγουδά και συντηρεί μέσα από την ποίησή του τις παραδόσεις και τα έθιμα του λαού μας, υμνεί τον έρωτα και προβάλλει τους αγώνες, τις αγωνίες και τους πόθους του λαού μας, για κοινωνική δικαιοσύνη και ειρηνική συνύπαρξη.

Ποιήματά του έχουν μελοποιηθεί από τον Αδάμο Κατσαντώνη, τον Κούλλη Θεοδώρου και έχουν ερμηνευτεί από το μουσικό τμήμα του πολιτιστικού ομίλου «ΒΑΣΙΛΙΤΖΙΑ» και από τον γιο του, μουσικό και συνθέτη, Αντρέα.

Εκτός από την ποίηση ο Αντώνης Κατσαντώνης έγραψε στην κυπριακή διάλεκτο αρκετά θεατρικά έργα και σκετς άλλα έμμετρα και άλλα πεζά. Ποιήματά του δημοσιεύτηκαν σε διάφορες εφημερίδες και ανθολογίες κυπριακής ποίησης.

Ο σπόρος της ειρήνης

Σγοιαν, πουμπουρκάν σύρνω φωνή να σσ’ίσει τον αέραν,

σ’εσάς αδέρφκια ν’ ακουστεί που τα τεισιά τζιει πέρα.

Βάλλω το σιέριν στην καρκιάν τζιαι πέμπω σας χαπάριν˙

ένας εν που ‘ν’ ο νήλιος μας έναν τζιαι το φεγγάριν

τζ’η γη που μας ι-θκιά τροφήν τζ’εμάς τζιαι των παιδκιών μας

τζιαι τρω’κορμιά να πκιερωθεί, εν μάνα τζιαι τους δκυο μας.

 

Τώρα που στέκει κόμα φως, πριν να παλλιοτζιαιρίσει

της αντροπής τουν’ το τεισιόν,

πο’ ‘ν’ μεσ’ την μέσην μας στοισειόν,

τανάτε να κρεμμίσει.

 

Αντάμα να βουννήσουμεν τον σπόρον της ειρήνης,

για να θερίσουμε τζ’ οι δκυο, καρπούς της διτζιοσύνης˙

τζιείν’ η παλιά φιλία μας, να ξαναζωντανέψει

τζιαι στης καρκιάς μας το κλουβίν, αγάπη να φουλιέψει.

Τούτη να ‘ν’ η σημαία μας, ψηλά πα’ στο κατάρτιν

τζ’ η Τζιύπρου μονοκόμματη, να δείγνει πα’ στον χάρτην.

 

Γιατί να φουρτουνιάζει;

Έτσι γιον πάνω σ’ άνεμον γιατί να φουρτουνιάζει

τζιαι να πασκίζ’ η θάλασσα να καταπιεί την ξέρην;

Τζιαι να ‘ρκεται το τζύμμαν της σιειμώναν καλοτζιαίριν

που τόσα μίλια μακρυά πα’στον καγιάν να σπάζει;

 

Σκέφτουμαι, συλλοίζουμαι, τον νουν μου βασανιώ τον

εν ναν’ ο ήλιος άτζιαπις την θάλασσαν π’αρτίζει,

όξα ‘ν ο πελλοάερος το τζύμμαν που κουρτίζει,

που μιαν φυσά που τον βορκάν, την άλλην που τον νότον;

 

Εν του θεού της θάλασσας αναποθκιά, κατάρες;

Μεν τζι’ εν στρακόττον που θυμόν τζιαι θέλει να μας πνίξει,

‘ξα παίζει με την τρίαιαν παλληκαρκές να δείξει;

Εν ούλλα κουρουφέξαλα, της Χαλιμάς πελλάρες.

 

Τζιαμαί’ ν που σαντανώννεται του νου μου το κουαρίν,

λαβύρινθος του Μίνωα, δίχως αρκήν τζιαι νάκραν

μιαν έτσι τζιαι μιαν άλλωσπως, πιασμένος μες την τσάκραν,

γυρεύκω ψύλλους στ’ άσιερα, μα που να ‘βρω καράριν!

 

Ποιον να ρωτήσω να μου πει; Μόνον ο Πλάστης ξέρει

εγιώ ‘μαθα που ποίησην, τους στίχους να ταιρκάζω

κάλλιον να μείνω μανιχά με τζέινα που σκαμπάζω,

πως έναν τζι΄έναν κάμνουν δκυο, κρατούμενα στο σιέριν.

Τούτος ο νους μου κόφκει, το, χωρεί το τζ΄η ξερή μου,

μά ‘ννεν δουλειά μου να μετρώ τον άμμον της ερήμου.

 

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy