Ανοιχτός ορίζοντας/ Ορίζοντας

 1964,

η ιστορία πίσω από το έργο

Το θέατρο μπορεί και  οφείλει  να  μας φέρνει στο πιάτο όλα αυτά που αρνούμαστε να δούμε.  Οφείλει να μας προβληματίζει, να μας ξυπνάει,  αν θέλετε, από όλα αυτά τα μικρά που βάλθηκαν να μας στερήσουν το δικαίωμα  σκέψης. Μας μαθαίνει να σκεφτόμαστε από την αρχή. Υπάρχει μια ηδονή στον προβληματισμό,  στην αμφισβήτηση. Θα έπρεπε να χαιρόμαστε που προβληματιζόμαστε. Ιδικά πάνω σε θέματα που έχουν να κάνουν με την ταυτότητα, με την ιστορία μας. Θέματα που θάψαμε κάτω από σκοτούρες άλλες, επίπλαστες ανάγκες, κάτω από τόνους γυαλιστών  χρωματιστών χαντρών.

Ἀρχισα να γράφω το 1964 γιατί ήθελα να γνωρίσω το άλλο μας μισό. Ήθελα να μάθω την ιστορία αυτών των ανθρώπων, των ξένων, των αλλοθρήσκων, των «κακών»

Η θεατρική γραφή δεν ήταν για μένα η ευκαιρία να σηκώσω το δάκτυλο και να διδάξω. Αυτό δεν το κάνω ούτε στους μαθητές μου. Δεν διδάσκουμε στο θέατρο. Στη σκήνη μοιραζόμαστε αυτά που μάθαμε, αυτά που νοιώσαμε. Είδα λοιπόν το 1964 σαν την  ευκαιρία να μάθω. Ήθελα να νοιώσω και να  μάθω. Και μονάχα ψάχνοντας μαθαίνεις. Ψάχνοντας νοιώθεις. Είναι σαν να ξυπνάς ένα κρυμμένο, ένα άγνωστο νευρικό σύστημα.

Άρχισα να ψάχνω λοιπόν την ιστορία μας,  ολόνων την ιστορία. Γιατί η ιστορία των «άλλων», των γειτόνων, των Τουρκοκυπρίων, η μισή μας ιστορία, απουσιάζει από τα βιβλία μας.   Δυστυχώς έτσι έχουν τα πράγματα. Τα βιβλία που υπάρχουν, δεν λένε ούτε τα μισά. Είναι βλέπετε γραμμένα από τους μισούς, τους δικούς μας μισούς.

Αλλά ακόμα και μερικά, πολύ λίγα, που μιλάνε για την ιστορία της διχοτόμησης του τόπου μας, φροντίζουν να τα υποφωτίζουν  και αυτό γιατί πολλοί από αυτούς που έφτιαξαν αυτή την ιστορία είναι ακόμα ζωντανοί. Είναι δύσκολο αυτοί οι ζωντανοί να παραδεχτούν τα δικά τους λάθη.

Άρχισα να γράφω το 1964 γιατί ήθελα να γνωρίσω το άλλο μας μισό. Ήθελα να μάθω την ιστορία αυτών των ανθρώπων, των ξένων, των αλλοθρήσκων, των «κακών». Αυτών που «ευθύνονται» για όλα τα δικά μας κακά. Και τους γνώρισα. Όχι τους λόγιους, ούτε τους απέναντι Ιστορικούς. Γνώρισα τους απλούς ανθρώπους και είδα πως  έχουν τις ίδιες αγωνίες, τις ίδιες δυσκολίες με μένα. Ένοιωσα πως τους βαραίνουν τα ίδια βάσανα, οι ίδιες προδοσίες… Και αυτοί οι προδομένοι άνθρωποι, μου άνοιξαν τα σπίτια τους, με κέρασαν τον καφέ τους, μου άνοιξαν την καρδιά τους. Μοιράστηκαν τον πόνο τους, το παρελθόν τους, την νοσταλγία τους για μια Κύπρο άλλη, μια χώρα που δεν υπάρχει πια.  Αυτοί ήταν τα πραγματικά βιβλία που χρειαζόμουνα για αυτό το θεατρικό.

Άρχισα να γράφω λοιπόν το θεατρικό έργο «1964», ένα  μονόπρακτο  που μέσα από τη ζωή τριών Τουρκοκύπριων γυναικών, περιγράφει την κατάσταση στους θύλακες των Τουρκοκυπρίων το 1964. Περιγράφει μια άγνωστη στους περισσοτέρους από μας περίοδο. Τα χρόνια που οι «μισοί» ήταν κλεισμένοι σε  κάποια «στρατόπεδα συγκέντρωσης».  Ξέρετε το 1964 είναι για τους Τουρκοκύπριους ότι ήταν για τους Ελληνοκύπριους  το 1974.  Έξυσα λοιπόν το αρχαίο τούτο τραύμα. Το έξυσα για να το καθαρίσω, να θεραπεύσω την πληγή αυτή. Να τη θεραπεύσω  μέσα μου. Γιατί  τα λάθη μας νοιώθω πως βαραίνουν το ίδιο το dna μας. Το έκανα γιατί  πίστευα πως με αυτό τον τρόπο θα μπορούσα να εξιλεωθώ. Ήθελα να ανακαλύψω  τα αίτια της καταστροφής. Ήθελα να μάθω το πως φτάσαμε εδώ.  Αυτό το έκανα, πιάνοντας την άκρη του νήματος, μια άκρη που πάει πολλά χρόνια πίσω και φτάνει μέχρι και  τα χρόνια λίγο μετά την ανακήρυξη της Κυπριακής  ανεξαρτησίας.

Έβαλα λοιπόν τις γυναίκες μου να  ζωντανεύουν  αυτή την περίοδο  μέσα από τις αναμνήσεις τους. Παρέα με τις ηρωίδες    και το  φάντασμα του συζύγου της μεγαλύτερης. Το φάντασμα του νεαρού άντρα που μεταμορφώνεται σε γέφυρα. Μια γέφυρα που  ενώνει το παρόν τους με το παρελθόν του ίδιου του νησιού και μεταφέρει τις γυναίκες αλλά και τον θεατή στα χρόνια της αθωότητας, αλλά και στα χρόνια  του ξεκινήματος του διχασμού.

Το θέατρο Αντίλογος μοιράστηκε τις αγωνίες μου αυτές. Δεν είναι η πρώτη φορά που συνεργαζόμαστε. Μας ενώνει μια κοινή γλώσσα, έχουμε κοινούς κωδικούς. Για αυτό και με τίμησε για άλλη μια φορά με αυτή την συνεργασία και τους ευχαριστώ. Το ίδιο έκανε και η Αλεξία Παπαλαζάρου, η σκηνοθέτης της παράστασης που όχι μονάχα έπιασε με σεβασμό το κείμενο μου, αλλά κατάφερε να το ανεβάσει ακόμα πιο ψηλά και να φτιάξει μια ξεχωριστή υπέροχη παράσταση.

Μιχάλης Παπαδόπουλος

Σκηνοθεσία: Αλεξία Παπαλαζάρου, Σκηνικά – Κοστούμια: Γιώργος Γιάννου, Μουσική: Γιώργος Κάρβελλος, Σχεδιασμός Φωτισμού: Βασίλης Πετεινάρης
Επί σκηνής: Γιάννα Λευκάτη, Izel Seylani, Μυρσίνη Χριστοδούλου, Χριστίνα Χριστόφια

 

Λατσιά, Θέατρο Μασκαρίνι,

Κάθε Σάββατο στις 20:00 και Κυριακή στις 19:00

 

Πάφος, Μαρκίδειο Θέατρο,

Πέμπτη 18 Νοεμβρίου

 

Λεμεσός, Θέατρο Ριάλτο,

Τρίτη 23 Νοεμβρίου 20:30

 

Αγία Νάπα, Δημοτικό Θέατρο

Παρασκευή 26 Νοεμβρίου, 20:30

 

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy