33,3% των πολιτών που απευθύνονται στα ΚΕΠ εξυπηρετούνται σε λιγότερο από 10 λεπτά

Τα Κέντρα προσφέρουν κατά μέσο όρο περίπου 4.100 υπηρεσίες την ημέρα

Το 33,3% των πολιτών που απευθύνονται στα Κέντρα Εξυπηρέτησης του Πολίτη (ΚΕΠ) εξυπηρετείται σε διάστημα κάτω των 10 λεπτών, ενώ το 50,8% χρειάζεται να περιμένει 10 – 30 λεπτά και το 12,4% για 30 – 60 λεπτά.

Σύμφωνα με σημείωμα το οποίο κατέθεσε στη Βουλή ο Υπουργός Οικονομικών Χάρης Γεωργιάδη, σε απάντηση σε ερώτηση της βουλευτίνας του ΑΚΕΛ Ειρήνης Χαραλαμπίδου, σήμερα λειτουργούν 9 ΚΕΠ (2 στη Λευκωσία, 3 στην επαρχία Λεμεσού, 1 στη Λάρνακα, 1 στην ελεύθερη επαρχία Αμμοχώστου και 2 στην επαρχία Πάφου) και μια Μονάδα Εξυπηρέτησης του Πολίτη στην κοινότητα Κάτω Πύργου Τηλλυρίας, η οποία λειτουργεί μια φορά τη βδομάδα, που προσφέρουν κατά μέσο όρο περίπου 4.100 υπηρεσίες την ημέρα. Αναφέρεται επίσης ότι με βάση την τελευταία έρευνα ικανοποίησης πολιτών από τα ΚΕΠ, που διεξήχθη το Φεβρουάριο του 2017, ο χρόνος που χρειάστηκε για τη διευθέτηση ενός αιτήματος από τον λειτουργό εξυπηρέτησης του ΚΕΠ για το 54,1% των πολιτών ήταν λιγότερο από 10 λεπτά. Το 37,5% των πολιτών δήλωσε ότι χρειάστηκαν από 10 μέχρι 30 λεπτά για να διευθετηθεί το αίτημά τους, ενώ για το 3,8% των πολιτών ο χρόνος ήταν από 30 λεπτά και πάνω. Επίσης, με βάση την ίδια έρευνα, όσον αφορά στο χρόνο αναμονής (χρόνος που χρειάστηκε για να εξυπηρετηθούν από λειτουργό) για την πλειονότητα των πολιτών που απευθύνθηκαν στα ΚΕΠ κυμαίνεται από 10 λεπτά μέχρι 30 λεπτά (ποσοστό 50.8%). Σε λιγότερο από 10 λεπτά εξυπηρετήθηκε το 33,3% των πολιτών, ενώ το 12,4% χρειάστηκε να περιμένει από 30-60 λεπτά για να εξυπηρετηθεί. Ακόμη, αναφορικά με τη συνολική ικανοποίηση των πολιτών από τα ΚΕΠ, από τους 2.480 πολίτες που συμμετείχαν στην έρευνα, το 57,9% δήλωσε πολύ ικανοποιημένο συνολικά από τα ΚΕΠ, ενώ το 34,5% δήλωσε ικανοποιημένο.

Ο Χ. Γεωργιάδης παραδέχεται ότι παρατηρούνται προβλήματα σε περιόδους αιχμής. Προς το σκοπό αυτό, όπως αναφέρεται, το Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού καταβάλλει προσπάθειες για την αντιμετώπισή τους, καθώς και για τη βελτίωση του θεσμού των ΚΕΠ. Τα μέτρα αυτά, προστίθεται, αφορούν στη μεταστέγαση υφιστάμενων ΚΕΠ σε μεγαλύτερους και πιο λειτουργικούς χώρους, στη λειτουργία νέων ΚΕΠ για καλύτερη εξυπηρέτηση των πολιτών και κατανομή του όγκου εργασίας σε περισσότερα σημεία εντός μιας επαρχίας (π.χ. τον Μάιο ξεκίνησε τη λειτουργία του το ΚΕΠ Κολοσσίου, ενώ τροχοδρομείται και η λειτουργία 3ου ΚΕΠ στη Λευκωσία-περιοχή Λατσιών) και στην ενίσχυση της στελέχωσης των ΚΕΠ.

Στα ΚΕΠ που λειτουργούν σήμερα εργάζονται συνολικά 167 άτομα (33 στην Έγκωμη στη Λευκωσία, 19 στη λεωφόρο Αρχιεπισκόπου Μακαρίου στη Λευκωσία, 33 στη Λεμεσό, 16 στο ΚΕΠ Κολοσσίου, 27 στη Λάρνακα, 16 στην Πάφο, 17 στην Αμμόχωστο, 3 στο ΚΕΠ Πόλης Χρυσοχούς και 3 στο ΚΕΠ Πελενδρίου).

Οικιστικά δάνεια με χαμηλά επιτόκια για να ξεφορτωθούν τα ακίνητα που μάζεψαν

  • 2,2 δισ. ευρώ νέα δάνεια σε νοικοκυριά για αγορά κατοικίας

Οικιστικά δάνεια με χαμηλά επιτόκια προσφέρουν οι τράπεζες, σε μία προσπάθεια να ξεφορτωθούν τον μεγάλο όγκο ακινήτων που μάζεψαν τα τελευταία χρόνια μέσα από διακανονισμούς αλλά και εκποιήσεις. Μάλιστα για να το πετύχουν αυτό χωρίς να επηρεάσουν το περιθώριο του κέρδους τους, οι τράπεζες προχωρούν παράλληλα σε μεγάλη μείωση των επιτοκίων στις καταθέσεις αλλά και σε μικρή αύξηση των επιτοκίων στα νέα δάνεια των επιχειρήσεων.

Σύμφωνα με στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας, τον Οκτώβριο (τελευταία διαθέσιμα στοιχεία) το μέσο επιτόκιο στα υφιστάμενα δάνεια των νοικοκυριών για αγορά κατοικίας με περίοδο αποπληρωμής πέραν των πέντε ετών ήταν 2,77%. Ωστόσο στα νέα δάνεια οι τράπεζες προσφέρουν επιτόκιο 2,26%, δηλαδή 51 μονάδες βάσης πιο κάτω από τα υφιστάμενα. Μάλιστα στα νέα δάνεια το Συνολικό Ετήσιο Ποσοστό Επιβάρυνσης (ΣΕΠΕ) ανέρχεται στο 3,13%, σε σύγκριση με 3,39% τον Δεκέμβριο του 2017.

Ενδεικτικά, τον Δεκέμβριο του 2015 το ΣΕΠΕ (σ.σ: περιλαμβάνει το επιτόκιο αλλά και τις συναφείς επιβαρύνσεις, όπως το κόστος έρευνας, διαχείρισης, κατάρτισης εγγράφων, εγγυήσεων κ.λπ.) ήταν 3,9%, ενώ τον Δεκέμβριο του 2014 ήταν 5,01%. Δηλαδή οι τράπεζες προσφέρουν σήμερα οικιστικά δάνεια με συνολικό κόστος για τον δανειολήπτη κατά 1,88% πιο χαμηλό, σε σύγκριση με το 2015.

Η μείωση των επιτοκίων στα οικιστικά σχετίζεται με την προσπάθεια των τραπεζών να ξεφορτωθούν τα ακίνητα τα οποία μάζεψαν το προηγούμενο διάστημα, αλλά και αυτά που θα μαζέψουν τους επόμενους μήνες μέσα από  τις εκποιήσεις.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΚΤ, τα τελευταία τρία χρόνια οι τράπεζες έδωσαν 2,2 δισ. ευρώ νέα δάνεια στα νοικοκυριά για αγορά κατοικίας. Ειδικότερα, το 2015 έδωσαν 270,9 εκατ. ευρώ, ενώ το 2016 έδωσαν 546,5 εκατ. ευρώ. Επίσης το 2017 έδωσαν 721,2 εκατ. ευρώ, ενώ το πρώτο δεκάμηνο του 2018 έδωσαν 696,8 εκατ. ευρώ.

Την ίδια ώρα οι τράπεζες προχωρούν σε μεγάλη μείωση των καταθετικών επιτοκίων, τόσο στα νοικοκυριά όσο και στις επιχειρήσεις, ώστε να εξισορροπήσουν τα βιβλία τους και να διατηρήσουν σε ικανοποιητικά επίπεδα το περιθώριο του κέρδους τους.

Ενδεικτικά, τον Οκτώβριο το μέσο επιτόκιο στις υφιστάμενες καταθέσεις των νοικοκυριών με προθεσμία έως δύο χρόνια (τα γνωστά γραμματεία) ήταν 0,95%, ενώ στα νέα συμβόλαια με προθεσμία έως ένα έτος οι τράπεζες πρόσφεραν επιτόκιο 0,54%. Μάλιστα τους τελευταίους δέκα μήνες οι τράπεζες πέτυχαν να μειώσουν κατά 33% το επιτόκιο το οποίο πληρώνουν προς τους καταθέτες. Ενδεικτικά, τον Δεκέμβριο το μέσο επιτόκιο στις υφιστάμενες καταθέσεις ήταν 1,42%. Επίσης, σε σύγκριση με τον Δεκέμβριο του 2013 (2,98%), οι τράπεζες κατάφεραν να μειώσουν το επιτόκιο το οποίο πληρώνουν στις καταθέσεις των νοικοκυριών κατά 68%.

Παρόμοια είναι η εικόνα και στις καταθέσεις των επιχειρήσεων, αφού το μέσο επιτόκιο στις υφιστάμενες εργασίες είναι 0,83%, ενώ το επιτόκιο το οποίο προσφέρουν οι τράπεζες στις νέες εργασίες είναι 0,75%. Μάλιστα στις επιχειρήσεις οι τράπεζες κατάφεραν να μειώσουν κατά 39,4% τα επιτόκιά τους τελευταίους δέκα μήνες (Δεκέμβριος 2017:1.37%), ενώ σε σύγκριση με τον Δεκέμβριο του 2013 (2,67%) κατάφεραν να τα μειώσουν κατά 68,9%.

Επιπρόσθετα, οι τράπεζες επιχειρούν να σπρώξουν ελαφρώς προς τα πάνω τα δανειστικά επιτόκια των επιχειρήσεων, ώστε να αυξήσουν το περιθώριο του κέρδους τους. Ενδεικτικά τον Οκτώβριο το μέσο επιτόκιο στα υφιστάμενα δάνεια των επιχειρήσεων με περίοδο αποπληρωμής 1-5 χρόνια ήταν 3,36%, ενώ στα νέα δάνεια (μέχρι 1 εκατ. ευρώ) οι τράπεζες προσφέρουν επιτόκιο 3,49%. Σημειώνεται ότι μέχρι τον Δεκέμβριο του 2017 οι τράπεζες πρόσφεραν πιο χαμηλά επιτόκια στα νέα δάνεια των επιχειρήσεων σε σχέση με τα υφιστάμενα. Ωστόσο από τον Ιανουάριο του 2018 αυτό ανατράπηκε.

Πάντως και στα δάνεια των επιχειρήσεων υπάρχει μείωση του επιτοκίου, αλλά σε πολύ μικρότερο βαθμό σε σύγκριση με τη μείωση των καταθετικών επιτοκίων. Ενδεικτικά, τον Δεκέμβριο του 2014 το μέσο επιτόκιο στα υφιστάμενα δάνεια ήταν 5,73%, ενώ τον Δεκέμβριο του 2013 ήταν 6,32%.

Τα τελευταία χρόνια οι τράπεζες παραχώρησαν συνολικά 1,6 δισ. ευρώ δάνεια μέχρι 1 εκατ. ευρώ έκαστο (287,5 ευρώ το 2015, 378,1 εκατ. ευρώ το 2016, 473,2 εκατ. ευρώ το 2017 και 411,7 εκατ. ευρώ τους πρώτους δέκα μήνες του 2018), καθώς και 4,8 δισ. ευρώ δάνεια άνω του 1 εκατ. ευρώ έκαστο (865,1 εκατ. ευρώ το 2015, 1,1 δισ. ευρώ το 2016, 1,7 δισ. ευρώ το 2017 και 1,2 δισ. ευρώ τους πρώτους δέκα μήνες του 2018).

 

2019 1 6 εταιρείες

Μία στις δύο εταιρείες δεν πληρώνει το τέλος των 350 ευρώ

  • Ο Έφορος Εταιρειών έπρεπε να εισπράξει τέλη από συνολικά 1.321.554 εταιρείες από το 2011-2018, αλλά εισέπραξε μόνο από 722.528

Σχεδόν μία στις δύο εταιρείες δεν πληρώνει το ετήσιο τέλος των 350 ευρώ, σύμφωνα με στοιχεία τα οποία κατέθεσε στη Βουλή το Υπουργείο Εμπορίου.

Συνολικά από το 2011 – 2018 επιβλήθηκε τέλος σε 1.321.554 εταιρείες, αλλά μόνο 722.528 το πλήρωσαν, ενώ οι υπόλοιπες 599,026 δεν το πλήρωσαν (ποσοστό 45,3%). Μάλιστα η κατάσταση γίνεται χειρότερη χρόνο με το χρόνο.

Το 2011 υπήρχαν 281.716 εταιρείες, εκ των οποίων οι 159.126 ήταν διαγραμμένες. Από τις υπόλοιπες 122.590 μόνο 72.435 πλήρωσαν το τέλος, ενώ 50,155 δεν το πλήρωσαν (ποσοστό 40,9%).

Το 2012 υπήρχαν 319.432 εταιρείες, εκ των οποίων οι 175.303 ήταν διαγραμμένες. Από τις υπόλοιπες 144,.129 μόνο 99.720 πλήρωσαν το τέλος, ενώ 44,409 δεν το πλήρωσαν (ποσοστό 30,8%).

Το 2013 υπήρχαν 325.144 εταιρείες, εκ των οποίων οι 176.366 ήταν διαγραμμένες. Από τις υπόλοιπες 148.778 μόνο 100.996 πλήρωσαν το τέλος, ενώ 47.782 δεν το πλήρωσαν (ποσοστό 32,1%).

Το 2014 υπήρχαν 335.646 εταιρείες, εκ των οποίων οι 177.684 ήταν διαγραμμένες. Από τις υπόλοιπες 157.962 μόνο 105.366 πλήρωσαν το τέλος, ενώ 52,596 δεν το πλήρωσαν (ποσοστό 33,3%).

Το 2015 υπήρχαν 346.735 εταιρείες, εκ των οποίων οι 178.930 ήταν διαγραμμένες. Από τις υπόλοιπες 167.805 μόνο 108.759 πλήρωσαν το τέλος, ενώ 59,046 δεν το πλήρωσαν (ποσοστό 35,12%).

Το 2016 υπήρχαν 359.246 εταιρείες,εκ των οποίων οι 179.379 ήταν διαγραμμένες. Από τις υπόλοιπες 179.867 μόνο 106.875 πλήρωσαν το τέλος, ενώ 72.992 δεν το πλήρωσαν (ποσοστό 40,6%).

Το 2017 υπήρχαν 373.116 εταιρείες, εκ των οποίων οι 179.566 ήταν διαγραμμένες. Από τις υπόλοιπες 193.550 μόνο 108.106 πλήρωσαν το τέλος, ενώ 85,444 δεν το πλήρωσαν (ποσοστό 44,1%).

Το 2018 υπήρχαν 386.457 εταιρείες, εκ των οποίων οι 175.492 ήταν διαγραμμένες. Από τις υπόλοιπες 206.873 μόνο 20.271 πλήρωσαν το τέλος, ενώ 186.602 δεν το πλήρωσαν ακόμη (ποσοστό 90,2%).

Τα στοιχεία κατατέθηκαν στη Βουλή από τον Υπουργό Εμπορίου Γιώργο Λακκοτρύπη, σε απάντηση σε σχετική ερώτηση του βουλευτή των Οικολόγων Γιώργου Περδίκη.

 

 

ΑΗΚ: 7% αύξηση στις εκπομπές αερίων

Οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου της ΑΗΚ αυξήθηκαν κατά 7% την περίοδο 2015-2016, όπως παραδέχεται σε σημείωμά του προς τη Βουλή ο Υπουργός Γεωργίας Κώστας Καδής.

Όπως αναφέρεται, «οι εκπομπές της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου αυξήθηκαν κατά 7%, λόγω αύξησης της ζήτησης και κατ’ επέκταση παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Σημειώνεται μάλιστα ότι  ο τομέας της Ενέργειας συνεισφέρει κατά 72% στις ετήσιες εθνικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου (36% από εγκαταστάσεις Emissions Trading System-Σύστημα Εμπορίας Εκπομπών και 36% από δραστηριότητες εκτός ETS, εκ των οποίων το 2,2% είναι από τις μεταφορές).

Ο Κ. Καδής επιχειρεί πάντως να καθησυχάσει τη Βουλή, αναφέροντας ότι επιτυγχάνεται σημαντική μείωση μέσα από το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου, αλλά και μέσα από άλλες πολιτικές. Όπως αναφέρει, «η εφαρμογή των συγκεκριμένων πολιτικών και μέτρων συνεισφέρει σε μεγάλο βαθμό στη μείωση της εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου, ώστε να επιτυγχάνεται ο εθνικός στόχος μείωσης των εκπομπών κατά 5% μέχρι το 2020 σε σχέση με το 2005.

Ο Υπουργός Γεωργίας απαντούσε σε επιστολή του βουλευτή των Οικολόγων Γιώργου Περδίκη, ο οποίος επεσήμανε ότι με βάση τις εκτιμήσεις της Στατιστικής Υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Eurostat) για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2) από τη χρήση ενέργειας για το 2016, η Κύπρος κατέγραψε τη δεύτερη μεγαλύτερη αύξηση στις εκπομπές CO2 το 2016, έως και +7%, στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Στην επιστολή του ο Γ. Περδίκης ζήτησε από τον Κ. Καδή να αιτιολογήσει το μεγάλο ποσοστό αύξησης και ποια μέτρα πρόκειται να λάβει, ώστε να μειωθούν οι εκπομπές CO2 από τη χρήση ενέργειας. Όπως επεσήμανε, «ακόμη και αν το μερίδιο της Κύπρου στο συνολικό όγκο εκπομπών στην Ευρωπαϊκή Ένωση παραμένει το χαμηλότερο, στο 0,2%, μαζί με τη Λετονία, εντούτοις το ποσοστό της αύξησης των εκπομπών CO2 από τη χρήση ενέργειας οφείλει να μας προβληματίσει».

 

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy