Ήταν µάνες, κόρες, αδελφές, ήταν θύµατα γυναικοκτονίας – Ανάγκη λήψης ουσιαστικών μέτρων

Ανάγκη λήψης ουσιαστικών µέτρων από την Πολιτεία, έτσι ώστε πολλές γυναίκες στην Κύπρο και αλλού να πάψουν να ζουν υπό καθεστώς φόβου και ανασφάλειας

«Ζητάµε από την ελληνική δικαιοσύνη να είναι αµείλικτη και παραδειγµατική, ώστε να µην τολµήσει κανένα άλλο θρασύδειλο τέρας να πάρει τη ζωή καµίας άλλης µάνας, κόρης ή αδερφής…» γράφει η κόρη µιας 56χρονης γυναίκας που τη δολοφόνησε άγρια ο σύζυγός της πριν λίγες ηµέρες στην Κρήτη.

Της Ελένης Κωνσταντίνου

Ήταν η Γεωργία… µάνα, αδελφή, κόρη. Είναι ακόµη ένα θύµα στη µακάβρια λίστα των γυναικών που έχασαν τη ζωή τους στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Κι είναι που σκέφτεσαι ότι δεν αρκούν τα νοµοθετήµατα µπροστά στην τραγωδία.

Το σίγουρο είναι ότι καµία αγάπη δεν τους οπλίζει το χέρι, όπως πολλές φορές έχει γραφτεί σε τίτλους ειδήσεων.

Κάπου εδώ έρχεται η ευθύνη όλων στην παραγωγή και αναπαραγωγή της βίας κατά των γυναικών, των κακοποιήσεων, των γυναικοκτονιών, των βιασµών, της σιωπής, της συγκάλυψης και της άρνησης προστασίας. Από την κάλυψη της είδησης µέχρι την ανταπόκριση των αρµόδιων υπηρεσιών, από τη στήριξη από το ευρύτερο οικογενειακό περιβάλλον µέχρι την εκπαίδευση για το τι σηµαίνει βία. Από τα νοµοθετήµατα µέχρι αυτά να γίνουν πράξη, από τις ποινές στους θύτες µέχρι τη συγκάλυψη των εγκληµάτων τους.

Η Ελλάδα κατέχει µια πολύ αρνητική θέση στις γυναικοκτονίες. ∆εκαεπτά εντός µόνο του 2021, δώδεκα εντός των εφτά πρώτων µηνών του 2022. Στη χώρα µας την περίοδο 2019 – 2020 καταγράφηκαν 13 γυναικοκτονίες και µία εντός του 2022. Σχεδόν όλες διαπράχθηκαν από τον νυν ή πρώην σύζυγο ή σύντροφο.

Οι αριθµοί δεν έχουν και τόση σηµασία. Ακόµη και µια γυναίκα να χάσει τη ζωή της, είναι το ίδιο. Αυτό που αναδεικνύεται είναι η ανάγκη λήψης ουσιαστικών µέτρων από την Πολιτεία, το κράτος και τη δικαιοσύνη, έτσι ώστε πολλές γυναίκες στην Κύπρο και αλλού να πάψουν να ζουν υπό καθεστώς φόβου και ανασφάλειας.

Για το θέµα µιλήσαµε µε τη ∆ηµήτρα Κογκίδου, καθηγήτρια, πρόεδρο της Επιτροπής Ισότητας των Φύλων του ΑΠΘ και συντονίστρια της Επιτροπής Ισότητας των Φύλων στα ΑΕΙ και καταγράψαµε τις απόψεις της προέδρου της Βουλής Αννίτας ∆ηµητρίου, της Επιτρόπου Ισότητας των Φύλων Ιωσηφίνας Αντωνίου και της Ελένης Ευαγόρου, Κεντρικής Οργανωτικής Γραµµατέα του Γυναικείου Κινήµατος ΠΟΓΟ.

Πατριαρχικές αντιλήψεις το κοινό υπόβαθρο των γυναικοκτονιών

Γυναικοκτονίες. Μια µαύρη λίστα που δεν έχει τελειωµό. Πρόσφατα στην Ελλάδα, σηµειώθηκαν µέσα σε λίγα 24ωρα τρεις γυναικοκτονίες. Ρωτήσαµε την κα Κογκίδου εάν αυτό µπορεί να αποδοθεί κάπου συγκεκριµένα;

Η κα Κογκίδου επισηµαίνει πως η γυναικοκτονία είναι µια ακραία εγκληµατική πράξη, αλλά ταυτόχρονα και κορύφωση της έµφυλης βίας και του συστήµατος καταπίεσης των θηλυκοτήτων στο πλαίσιο της πατριαρχίας, δηλαδή την κορυφή του παγόβουνου -από πλευράς ορατότητας. «Πρόκειται για την ακραία µορφή έµφυλης βίας που συνήθως αποτελεί την κορύφωση µιας διαρκούς κακοποιητικής συµπεριφοράς προς το θύµα.

Η συνοχή και η συνέχεια περιστατικών βίας µε την ακραία µορφή τους, τη γυναικοκτονία, είναι το σύνηθες στις περιπτώσεις αυτές. Οι γυναίκες δολοφονούνται κυρίως από άντρες εντός του ενδοοικογενειακού πλαισίου που έχουν χαρακτηριστικά τοξικής αρρενωπότητας και θεωρούν ότι έχουν δικαίωµα ζωής και θανάτου πάνω τους.

∆ολοφονούνται από εκείνους που “έχουν τα κλειδιά του σπιτιού τους”, που αγαπούν και εµπιστεύονται (στο πλαίσιο της σχέσης, του γάµου, κατά την περίοδο του χωρισµού/διαζυγίου, αλλά και µετά). Στις γυναικοκτονίες το φύλο του θύµατος είναι το κυρίαρχο κριτήριο και λειτουργεί συνήθως ως τιµωρητική πράξη.

Τις δολοφονούν γιατί ως γυναίκες δεν επιτρέπεται να διαφωνούν, να επιλέγουν, να αποφασίζουν να αφήσουν έναν οικογενειακό εφιάλτη, να οµιλούν, δηλαδή, γιατί αρνούνται να συµµορφωθούν στα πατριαρχικά προτάγµατα.

Τις θεωρούν “αντικείµενα” απόλυτου εξουσιαστικού ελέγχου. Τα αίτια των γυναικοκτονιών είναι συστηµικά / κοινωνικά, κοινό υπόβαθρο όλων αυτών των ανθρωποκτονιών είναι οι βαθιά εµπεδωµένες στην κοινωνία πατριαρχικές αντιλήψεις».

Οι γυναικοκτονίες θα περιοριστούν όταν αρθούν οι παράγοντες που τις συντηρούν

Τι µπορεί να γίνει, εάν µπορεί, ώστε να αποτραπούν τα ειδεχθή αυτά εγκλήµατα; Η ∆ήµητρα Κογκίδου επισηµαίνει πως η έκθεση των γυναικών στον κίνδυνο µιας εγκληµατικής ενέργειας οφείλεται ως ένα βαθµό και στην ανεπάρκεια των αρµόδιων Αρχών να ανταποκριθούν άµεσα και αποτελεσµατικά.

«Παρά τις πρωτοβουλίες που υπάρχουν την τελευταία δεκαετία για την αντιµετώπιση της έµφυλης βίας σε θεσµικό επίπεδο, ο αριθµός των γυναικοκτονιών µάς δείχνει ότι το σύστηµα δεν επαρκεί και χρειάζονται ακόµα πολλά να γίνουν για να καλυφθούν οι πραγµατικές ανάγκες στήριξης γυναικών- θυµάτων ενδοοικογενειακής βίας και των παιδιών τους.

Σε πολλές περιπτώσεις έχει αναδειχθεί η ευθύνη της Πολιτείας για την ατιµωρησία των δραστών και την ολιγωρία απέναντι στην έµφυλη βία. Πολλά περιστατικά έµφυλης βίας, που µπορεί να είναι ενδεικτικά µιας επικείµενης γυναικοκτονίας, δεν καταγγέλλονται ή, έστω, δεν αντιµετωπίζονται αποτελεσµατικά».

Για παράδειγµα, όπως αναφέρει η κα Κογκίδου, οι δυσκολίες διαφυγής από µια κακοποιητική σχέση είναι πολλές, το σύστηµα προστασίας και στήριξης των θυµάτων ενδοοικογενειακής βίας δεν ενεργοποιείται άµεσα και αποτελεσµατικά και οι δυσκολίες αυξάνονται για τις µητέρες µετά το νόµο για τη συνεπιµέλεια -µέχρι τουλάχιστον να εκδοθεί οριστική καταδικαστική για ενδοοικογενειακή βία».

Προς τη σωστή κατεύθυνση είναι η ίδρυση των γραφείων ενδοοικογενειακής βίας της ΕΛ.ΑΣ., αλλά πρέπει να ιδρυθούν και άλλα, να στελεχωθούν µε εκπαιδευµένο προσωπικό και να δικτυωθούν, ώστε να λειτουργούν ως σύνδεσµος µεταξύ καταγγέλλουσας και άλλων αρµόδιων υπηρεσιών για συντονισµένη και αποτελεσµατική προστασία τους.

∆υστυχώς δεν έχει ακόµα διασφαλιστεί η άµεση και αποτελεσµατική ανταπόκριση των διωκτικών Αρχών στην ανάγκη ασφάλειας και προστασίας των θυµάτων, µε αποτέλεσµα ορισµένες φορές να στέλνουν τις γυναίκες πίσω στους κακοποιητές τους µε κίνδυνο της ζωής τους. Ακόµα όµως και αν ο δράστης συλλαµβάνεται στο πλαίσιο του αυτοφώρου, στη συνέχεια αφήνεται ελεύθερος, αφού εκδικασθεί ή αναβληθεί η υπόθεση.

Επίσης, είδαµε σε πολλές περιπτώσεις γυναικοκτονιών ότι τα ασφαλιστικά µέτρα δεν µπορούν να εµποδίσουν το θύτη. Γενικότερα, η εκδίκαση των υποθέσεων µπορεί να καθυστερήσει αρκετά. Πέρα από αυτά που αναφέρθηκαν παραπάνω, οι γυναικοκτονίες θα περιοριστούν σηµαντικά όταν αρθούν οι παράγοντες που τις συντηρούν, ενώ ένα σηµαντικό βήµα στην άµβλυνση του φαινοµένου θα αποτελέσει η σωστή αποτύπωση και ο σαφής χαρακτηρισµός τους ως γυναικοκτονίες σε νοµικό επίπεδο.

Σηµαντικό ρόλο µπορούν να παίξουν και τα ΜΜΕ ονοµατίζοντας τα εγκλήµατα αυτά ως γυναικοκτονίες και µη παρουσιάζοντάς τα µε εµπορικά κυρίως κριτήρια. Μακροπρόθεσµα, η πιο αποτελεσµατική πρόληψη είναι η αλλαγή των στάσεων και των αντιλήψεων σε θέµατα ισότητας των φύλων και ατοµικών δικαιωµάτων, το οποίο απαιτεί µακροχρόνιες παρεµβάσεις σε πολλά επίπεδα. Η Πολιτεία και η κοινωνία έχουν σηµαντικό ρόλο σε αυτό».

Το σχολείο είναι ένα προνοµιακό πεδίο παρέµβασης για άρση του σεξισµού

Η εκπαίδευση µπορεί να έχει λόγο και ρόλο σε όλο αυτό που συντελείται; Στα θέµατα έµφυλης βίας γενικότερα, στην καταπολέµηση των διακρίσεων;

Σωρεία ερευνητικών δεδοµένων δείχνουν ότι τα πρότυπα βίας και θυµατοποίησης µπορεί να εµφανιστούν από την πρώιµη εφηβεία, και σε πολύ µικρό χρονικό διάστηµα η αναστροφή τους καθίσταται πολύ δύσκολη. Συνεπώς, τα µέτρα πρωτογενούς πρόληψης παίζουν καθοριστικό ρόλο στην αντιµετώπιση της έµφυλης βίας µεταξύ εφήβων, όπως επίσης και στην πρόληψη της βίας στην ενήλικη ζωή.

Η ∆ήµητρα Κογκίδου σηµειώνει πως η πορεία για την καταπολέµηση της έµφυλης βίας περνάει µέσα από τη προώθηση µιας νέας αντίληψης για τον ανδρισµό, µακριά από την τοξική αρρενωπότητα και η πρόληψη πρέπει να ξεκινά από την πρώιµη παιδική ηλικία.

«Το σχολείο είναι ένα προνοµιακό πεδίο παρέµβασης προς την κατεύθυνση της άρσης του σεξισµού και µπορεί να οδηγήσει στη µείωση της έµφυλης βίας, που η ακραία της µορφή είναι η γυναικοκτονία.

Το σχολείο µπορεί να αποτελέσει το πλαίσιο όπου τα παιδιά µπορούν να συγκροτήσουν τις έµφυλες ταυτότητές τους, αµφισβητώντας τα έµφυλα στερεότυπα και τις πρακτικές του ηγεµονικού ανδρισµού και θηλυκότητας, υπερβαίνοντας την έµφυλη ιεράρχηση».

Γυναικοκτονία: «Πες την με το όνομά της»

Ενώ στην Κύπρο ήδη η Βουλή έχει ψηφίσει σε νόμο τη θέσπιση του ιδιώνυμου αδικήματος της γυναικοκτονίας, το οποίο επισύρει ποινή διά βίου φυλάκισης, στην Ελλάδα υπάρχει μεγάλη συζήτηση για την υιοθέτηση σε νομικό επίπεδο του όρου γυναικοκτονία.

«Στην Ελλάδα η αρχική αμηχανία και η αμφισβήτηση της εγκυρότητας του όρου στον δημόσιο λόγο ήταν μια κατανοητή και αναμενόμενη αντίδραση, καθώς φέρνει στο προσκήνιο τα αίτια και τις επιπτώσεις της έμφυλης ανισότητας.

Θεωρήθηκε αδόκιμος όρος, γιατί δεν εμφανίζεται στην ελληνική νομολογία (παρά το γεγονός ότι χρησιμοποιείται από πολλούς διεθνείς οργανισμούς), θεωρήθηκε νεολογισμός (αν και το πεδίο της σύγκρουσης εδώ δεν είναι η γλώσσα), στη συνέχεια, όμως, άρχισε να χρησιμοποιείται πιο συχνά», σημειώνει η Δήμητρα Κογκίδου.

Όπως μας αναφέρει, στο νομικό επίπεδο στην Ελλάδα υπάρχουν μεγάλες αντιστάσεις ακόμα, όπως και σε αρκετά ευρωπαϊκά κράτη όπου η σχετική συζήτηση είναι αρκετά πιο πρόσφατη από ό,τι στην Λατινική Αμερική.

«Οι αντιστάσεις στην ένταξη της διάστασης του φύλου στις νομοθεσίες πολλών ευρωπαϊκών κρατών και η αντιμετώπιση των θεμάτων της βίας κατά των γυναικών ως διακριτών φαινομένων, συνδέεται κυρίως με την παράδοση της καθολικότητας του δικαίου και της αρχής της ισότητας όλων.

Ανάλογα επιχειρήματα έχουν χρησιμοποιηθεί και στην Ελλάδα, όπως ότι ο όρος γυναικοκτονία “επιφυλάσσει στις γυναίκες ειδική μεταχείριση”, “είναι περιττός γιατί καλύπτεται από τον ευρύτερο όρο της ανθρωποκτονίας”, “στον Ποινικό Κώδικα το φύλο του θύματος δεν θεωρείται σημαντικό για τον προσδιορισμό της αξιόποινης συμπεριφοράς και ούτε θα έπρεπε να είναι”, “ο Έλληνας νομοθέτης συμπορεύεται με την πρακτική που ακολουθείται ευρύτερα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αναδεικνύοντας την ανάγκη για ίση μεταχείριση των φύλων και όχι για ειδική μεταχείριση των γυναικών”».

«Κατά τη γνώμη μου, η έννομη τάξη φαίνεται ότι δεν είναι σε γόνιμο διάλογο με άλλους επιστημονικούς κλάδους που μελετούν το φαινόμενο της έμφυλης βίας και έτσι στην πράξη δεν μπορεί να προστατέψει αποτελεσματικά και ισότιμα όλους τους ανθρώπους.

Προφανώς για την αντιμετώπιση της έμφυλης βίας γενικά δεν επαρκούν μόνον οι νόμοι, ούτε αρκεί η εισαγωγή της γυναικοκτονίας στον Ποινικό Κώδικα. Απαιτούνται πολλά μέτρα σε πολλά επίπεδα και αλλαγές σε κοινωνικό επίπεδο, επαναπροσδιορισμός αρχών, αξιών και ευρύτερων πολιτισμικών αντιλήψεων.

Η χρήση του όρου γυναικοκτονία αναδεικνύει με τον πιο τραγικό τρόπο το μέγεθος της έμφυλης ανισότητας, καθώς καταστρατηγείται το δικαίωμα στη ζωή, καταδεικνύει την πιο ακραία μορφή έμφυλης βίας που είναι φονική. Η σωστή αποτύπωση και ο σαφής χαρακτηρισμός τους ως γυναικοκτονίες και όχι απλά ανθρωποκτονίες σε νομικό επίπεδο δεν έχει μόνο συμβολική σημασία, αλλά είναι αναγκαία για να αναδειχθούν τα κίνητρα που είναι σεξιστικά και μισογυνικά.

Αν κατονομάσουμε αυτήν την εγκληματική πράξη σε νομικό επίπεδο, τότε μπορεί να δημιουργηθεί σχετικός νομικός μηχανισμός που θα επιτρέψει τη μεγαλύτερη θεσμική προστασία των γυναικών.

Ταυτόχρονα, θα αναδείξει το σεξιστικό κίνητρο της πράξης, θα συμβάλει σε μια διαδικασία επανεκπαίδευσης όλης της κοινωνίας, στην εφαρμογή ενός ολοκληρωμένου πλαισίου δράσης τόσο στο πεδίο της πρόληψης όσο και της στήριξης και αποκατάστασης, στη συλλογή και καταγραφή δεδομένων και στην αποτελεσματικότητα των κρατικών Αρχών, αφού θα υπάρχει πλέον ένα ξεκάθαρο πλαίσιο τυποποίησης για το χαρακτηρισμό του εγκλήματος από τις δικαστικές Αρχές.

Η Κύπρος προχώρησε ήδη, η Ελλάδα δεν τόλμησε να τη συμπεριλάβει στον Ποινικό Κώδικα όταν πρόσφατα είχε την ευκαιρία. Ο ΣΥΡΙΖΑ ανακοίνωσε πριν από λίγες μέρες ότι προτίθεται να επανακαταθέσει τροπολογία για το ζήτημα».

Πρόεδρος Βουλής: Ιδιώνυµο το αδίκηµα της γυναικοκτονίας στην Κύπρο

Κάθε αριθµός αντιστοιχεί σε µια γυναίκα, είχε αναφέρει µεταξύ άλλων η Πρόεδρος της Βουλής, Αννίτα ∆ηµητρίου, η οποία είχε καταθέσει την τροποποίηση νοµοθεσιών ώστε να ψηφιστεί σε νόµο η θέσπιση του ιδιώνυµου αδικήµατος της γυναικοκτονίας, το οποίο επισύρει ποινή διά βίου φυλάκισης.

Σύµφωνα µε την κα ∆ηµητρίου, µε την αλλαγή αυτή όταν το δικαστήριο θα κληθεί να αποφασίσει για µια γυναικοκτονία, ο µισογυνισµός θα µετρά ως επιπρόσθετος επιβαρυντικός παράγοντας. Σηµείωσε ακόµη πως η ψήφιση του συγκεκριµένου νόµου ήταν αναγκαία, καθώς τα τελευταία χρόνια καταγράφεται έξαρση των γυναικοκτονιών.

Η κα ∆ηµητρίου διευκρινίζει ότι «µε την τροποποίηση των νοµοθεσίων δεν αγγίζουµε τον ποινικό κώδικα, αλλά µετά που ακούσαµε όλους τους στοχασµούς και τις συµβουλές αρµοδίων αποφασίστηκε η τροποποίηση του Νόµου για τη Βία κατά των Γυναικών, που είναι ουσιαστικά η µεταφορά της Σύµβασης της Κωνσταντινούπολης, µε τη συµπερίληψη ενός ιδιώνυµου αδικήµατος που είναι η γυναικοκτονία.

Με αυτόν τον τρόπο ο νοµοθέτης θέλει να προσδώσει ορατότητα σε µια κοινωνική ανησυχητική πραγµατικότητα». Παραθέτοντας σχετικά στοιχεία, είπε ότι οι γυναικοκτονίες ήταν 9 το 2019, 5 το 2020, 1 το 2022 «και η χρονιά δεν έχει κλείσει ακόµα».

«Κάθε αριθµός αντιστοιχεί σε µια γυναίκα», είπε, σηµειώνοντας την έµφυλη διάσταση της βίας αυτής. «Όλες έχασαν τη ζωή τους επειδή ήταν γυναίκες, από άνδρες που εµπιστεύτηκαν, που ασκούσαν εξουσία πάνω τους», συνέχισε.

Επίτροπος Ισότητας: Εγκλήµατα που στηρίζονται σε έµφυλα στερεότυπα

Σηµαντικό είναι το γεγονός ότι η γυναικοκτονία έχει αναγνωριστεί νοµικά, εκτιµά η Επίτροπος Ισότητας των Φύλων Ιωσηφίνα Αντωνίου. Όπως σηµειώνει η κα Αντωνίου, αυτό κατέστη δυνατό µε µια κοινή προσπάθεια όλων των γυναικείων οργανώσεων που εδώ και πολλά χρόνια µάχονται για την καταπολέµηση στερεοτύπων, της έµφυλης βίας, αλλά και εγκληµάτων κατά των γυναικών.

Η κα Αντωνίου υπογραμμίζει ότι οι δολοφονίες γυναικών στη χώρα µας, αλλά και διεθνώς, συνιστούν ακραίες µορφές έµφυλης και σεξιστικής βίας, αφού διαπράττονται µε βασικό κίνητρο την άσκηση κοινωνικού ελέγχου στις γυναίκες.

«Οι γυναικοκτονίες δεν είναι τίποτα άλλο από εγκλήµατα που στηρίζονται σε βαθιά εµπεδωµένες κοινωνικές αντιλήψεις και έµφυλα στερεότυπα, σύµφωνα µε τα οποία οι γυναίκες είναι υποταγµένες στην ανδρική εξουσία και δυνητικά µπορούν να τύχουν “ελέγχου”, “τιµωρίας”, αλλά ακόµη και “σωφρονισµού” µέσω της έµφυλης βίας που τους ασκείται».

Για να µπορέσουν να καταπολεµηθούν αυτά, πέραν από τις νοµοθεσίες πρέπει να αλλάξουν τα πατριαρχικά στερεότυπα και η ισότητα µεταξύ των δύο φύλων να γίνει πράξη.

ΠΟΓΟ: Να αναφερόµαστε στο έγκληµα µε µετρήσεις και στοιχεία

Βήµα προς τη σωστή κατεύθυνση εκτιµά πως είναι η νοµοθεσία για τις γυναικοκτονίες η Ελένη Ευαγόρου, Κεντρική Οργανωτική Γραµµατέας του Γυναικείου Κινήµατος ΠΟΓΟ, σηµειώνοντας βέβαια ότι είναι πολλά αυτά που πρέπει να γίνουν για να καταπολεµηθεί η έµφυλη βία. «Οι νοµοθετικές ρυθµίσεις είναι πάντοτε ένα χρήσιµο εργαλείο.

Στην περίπτωση των γυναικοκτονιών πιστεύουµε ότι η νοµοθεσία που ψήφισε πρόσφατα η Βουλή είναι ένα βήµα προς τη σωστή κατεύθυνση, καθώς µε την εφαρµογή της ενδέχεται να λειτουργήσει υπέρ της αποτροπής αυτών των αποτρόπαιων πράξεων.

Σηµαντικότερα, όµως, η εν λόγω νοµοθεσία έρχεται να καθιερώσει στον δηµόσιο λόγο τον όρο γυναικοκτονία και να δηµιουργήσει αρχείο καταγραφής τους, έτσι ώστε να µπορούµε πλέον να αναφερόµαστε στο έγκληµα µε µετρήσεις και στοιχεία, τεκµηριώνοντας την ύπαρξη του προβλήµατος και προχωρώντας προς την εξεύρεση λύσεων. Ωστόσο ως Γυναικείο Κίνηµα ΠΟΓΟ θεωρούµε ότι είναι πολύ περισσότερα που πρέπει να γίνουν για την καταπολέµηση των γυναικοκτονιών και γενικότερα της έµφυλης βίας.

∆εν πρέπει να ξεχνούµε ότι η γυναικοκτονία είναι συχνά το αποκορύφωµα άλλων µορφών βίας: ψυχολογικής, λεκτικής, σωµατικής, σεξουαλικής.

Τα τελευταία χρόνια, παρά το γεγονός ότι η Βουλή έχει ψηφίσει νοµοθεσίες ενάντια στη βία κατά των γυναικών, τα περιστατικά αυξάνονται.

Κατά την άποψή µας η συρρίκνωση και η υποστελέχωση των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευηµερίας, η µετακύλιση της ευθύνης του κράτους για την καταπολέµηση αυτού του µεγάλου κοινωνικού προβλήµατος, η καθυστέρηση στην εκδίκαση περιστατικών βίας αποτελούν σηµαντικές αιτίες που αφήνουν τις γυναίκες αβοήθητες στα χέρια των θυτών.

Επιπρόσθετα, θεωρούµε ότι είναι επάναγκες οι κρατικές υπηρεσίες, όπως οι ΥΚΕ, η Αστυνοµία, το Υπουργείο Υγείας, προχωρήσουν σε εκπαίδευση των λειτουργών πρώτης γραµµής, έτσι ώστε να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των θυµάτων και να συντείνουν στην προστασία τους».

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy