Σημεία κοινού/ Ορίζοντας

Άννα Αχμάτοβα: Ο γυναικείος λόγος στην ποίηση

Γεννήθηκε τον Ιούνιο του 1889 και το πραγματικό της επώνυμο ήταν Γκορένκο. Ο πατέρας της όμως της ζήτησε να το αλλάξει για να μην το σπιλώσει με την ποίησή της. Τότε αυτή επέλεξε το επώνυμο της πρόγιαγιας της από την πλευρά της μητέρας της. Το επώνυμο Αχμάτοβα είναι ταταρικής προέλευσης και στα ρωσικά ακούγεται ρομαντικό και κάπως μυστήριο. Ρομαντική και μυστήρια ήταν και η εικόνα που συντηρούσε και η ίδια η ποιήτρια. Με το επιβλητικό παρουσιαστικό και τους αριστοκρατικούς της τρόπους γοήτευε τους γύρω της. Τα ποιήματά της είναι συχνά εκμυστηρεύσεις που θυμίζουν προσευχές· το ψυχολογικό βάθος της ποίησής της, της εξασφάλισε την αποδοχή από τους κύκλους των ποιητών από τις πρώτες κιόλας ποιητικές συλλογές της, Bечер 1912(Εσπέρα) και Чётки 1914 (Ροζάριο).

Δεν θα πιούμε από το ίδιο ποτήρι
Ούτε νερό, ούτε γλυκό κρασί
Ξημερώνοντας δεν θα βυθιστούμε σ’ένα φιλί
Και το δειλινό δεν θα κοιτάξουμε απ’ το ίδιο παραθύρι.
Να μας φωτίζουνε πρέπει, εσένα ο ήλιος, εμένα το φεγγάρι
Αλλά να μας ενώνει εμάς τους δύο γνωρίζει η αγάπη.
(…) (…)
Μόνο περνάει μεσ’ απ’ το ποίημα μου η φωνή σου.
Πνοή μέσ’ απ’ τους στίχους σου είναι η αναπνοή μου.

(απόδοση Γιάννης Αντιόχου)

Μία εναλλαγή συναισθημάτων από την ελπίδα στο φόβο και την απόγνωση, από την εμπιστοσύνη στην προδοσία και από το θυμό στη συγχώρεση. Ένας κόσμος γεμάτος ερωτικό πόνο, νοσταλγία, μελαγχολία και παραίτηση. Ο κόσμος της παρακμής, έτσι χαρακτηρίστηκε από το Σοβιετικό καθεστώς που θεώρησε ότι δεν είχε θέση στην χώρα της επανάστασης εκεί όπου συντελούνται  οι κοσμοϊστορικές αλλαγές που συνταράσσουν ολόκληρο τον κόσμο. Ο ποιητικός κόσμος της Αχμάτοβα, ένας κόσμος “δωματίου” που θύμιζε πολύ την προεπαναστατική Ρωσία και ως εκ τούτου δεν χωρούσε, σύμφωνα με τους αξιωματούχους του κράτους, στη σύγχρονη επαναστατημένη Ρωσία στα πρώτα χρόνια της επαναστατικής οικοδόμησης της χώρας.

“Η θεματική της Άννας Αχμάτοβα είναι εντελώς ατομικιστική. Το ευρετήριο της ποίησή της είναι φτωχικότατο, είναι ποίηση της τρελαμένης κυρίας του σαλονιού που κινείται μεταξύ μπουντουάρ και στασιδίου (…). Είναι εκπρόσωπος του αντιδραστικού σκοταδισμού, μισή καλόγρια και μισή πόρνη ή πιο σωστά πόρνη και καλόγρια, μέσα της μπλέκονται ασέλγεια και προσευχή. “(Χαρακτηριστικό απόσπασμα από διάλεξη στην Ένωση Συγγραφέων του  Αντρέι Ζντάνοβ αρμόδιου για τον πολιτισμό γραμματέα της κεντρικής επιτροπής του ΚΚΣΕ)

Η Άννα Αχμάτοβα δεν ταίριαζε σε αυτό το ιδεολογικό σύστημα, η αντίληψη που είχε για την τέχνη ήταν διαμετρικά αντίθετη με την επικρατούσα άποψη και εντελώς αντίθετη με ομολογίες πίστης σε ένα μόνο κόμμα.

“Στους αγαπημένους μου έφερα θάνατο
Ο ένας μετά τον άλλο ακολούθησε.
Ω συμφορά μου! Οι λέξεις μου έφτιαξαν τάφους.
Σαν τα κοράκια πετούν πάνω
Απ’το ζεστό αίμα,
Έτσι η αγάπη μου χαρμόσυνα
Ξεφώνισε άγρια τραγούδια”

(απόδοση Γιάννης Αντιόχου)

Τον Αύγουστο του 1921 ο πρώην σύζυγός της Νικολάι Γκουμιλιόβ, ποιητής, μεταφραστής και κριτικός λογοτεχνίας, με την κατηγορία για συνωμοσία κατά της Σοβιετικής εξουσίας και συνεργασία με την αντεπανάσταση, εκτελέστηκε μαζί με είκοσι άλλους άντρες. Αργότερα συνελήφθη και καταδικάστηκε σε πέντε χρόνια καταναγκαστικής  εργασίας στην Σιβηρία ο γιος της Λεβ Γκουμιλιόβ. Μέσα στο γενικότερο κλίμα τρομοκρατίας, συνεχούς απειλής και εκφοβισμού του σταλινικού καθεστώτος, στόχος ήταν η ίδια η Ποιήτρια και η ελευθερία του λόγου.

 “Ολούθε συντροφιά μου συκοφαντία μ’ απειλεί.
Στ’ όνειρο το έρπον της το βήμα, εμένα ακολουθεί.
Και στην πόλη τη νεκρή με τον άσπλαχνο ουρανό
Ψωμί και δώμα άσκοπα τριγυρίζω για να βρω.

(απόδοση Γιάννης Αντιόχου)

Μετά από εισήγηση του Α. Ζντάνοβ της απογορεύθηκε να ασκεί το επάγγελμά της, ενώ συγχρόνως καταστράφηκαν, πολτοποιήθηκαν οι ποιητικές συλλογές της. Οι απειλές, οι ύβρεις και οι εξευτελισμοί την ανάγκασαν να σιωπήσει για πολλά χρόνια. Δεν έγραφε πια, κρατούσε τους στίχους της στη μνήμη της. Ανέστια, με μια μικρή βαλίτσα ζούσε φιλοξενούμενη σε σπίτια φίλων της.

Το 1965, ένα χρόνο πριν τον θάνατό της ανακηρύχθηκε επίτιμη διδάκτορας  στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Άκουσε τους επαίνους και τα λόγια θαυμασμού με την ίδια αξιοπρέπεια που για πολλά χρόνια άκουγε βρισιές και συκοφαντίες. Η ψυχή της είχε ήδη μαυρίσει γιατί το δηλητήριο αποδίδει πάντα καρπούς. Η ποίηση όμως έχει την ικανότητα να εξαγνίζει για αυτό έμεινε στην ιστορία της ποίησης ως μια από τις πρώτες ποιήτριες που συνέχισε τη λαμπρή ποιητική παράδοση της Ρωσίας του δέκατου ένατου αιώνα, ανοίγοντας όμως συγχρόνως το δρόμο για το γυναικείο λόγο στην ποίηση. Απέδειξε με το έργο της ότι ο ερωτισμός δεν είναι αμαρτωλός μόνο και μόνο επειδή  είναι γυναικείος. Στην ιστορία της ποίησης έμεινε το επώνυμο Αχμάτοβα, αυτό που επέλεξε η ίδια η Ποιήτρια από την γυναικεία πλευρά της οικογένειάς της, κι αυτό ήταν τελικά πιο δίκαιο.

Ελένη Τσολιά

Πρώτη δημοσίευση στο pancreta.gr
Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy