Οι επαφές μεταξύ των κοινοτήτων μπορούν να λειτουργήσουν ως μοχλός πίεσης προς τους δύο ηγέτες
Του Κωστή Πιτσιλλούδη
Το κλείσιμο των σημείων διέλευσης επέφερε τη σχεδόν ολοκληρωτική διακοπή των επαφών μεταξύ των δύο κοινοτήτων, δημιουργώντας πολιτικό και ανθρωπιστικό ζήτημα.
Ζευγάρια μεικτών γάμων, φίλοι και συνεργασίες διακόπηκαν, πρόσφυγες και από τις δύο πλευρές δεν μπορούν να επισκεφθούν τους τόπους που μεγάλωσαν, οι Τουρκοκύπριοι που δουλεύουν στην Κυπριακή Δημοκρατία και οι εγκλωβισμένοι και οι συγγενείς τους, φαίνεται να είναι αυτοί που βιώνουν τον μεγαλύτερο αντίκτυπο του κλεισίματος των οδοφραγμάτων.
Τα κλειστά οδοφράγματα πέραν της αποξένωσης που επιφέρουν μεταξύ των δύο κοινοτήτων, εδραιώνουν και καλλιεργούν την τουρκική πολιτική, η οποία κάνει λόγο για «λύση» του Κυπριακού στη βάση δύο κρατών.
Η αναγκαιότητα για επαναλειτουργία των οδοφραγμάτων μεγεθύνεται λόγω και της ανακοίνωσης από τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ για πιθανή σύγκληση νέας πενταμερούς συνάντησης, καθώς οι επαφές μεταξύ των δύο κοινοτήτων μπορούν να λειτουργήσουν ως μοχλός πίεσης προς τους δύο ηγέτες και απόδειξης της καλής θέλησης για λύση του Κυπριακού.
Σημειώνεται ότι το τουρκοκυπριακό επιμελητήριο εμπόρων και καταστηματαρχών θα πραγματοποιήσει εκδήλωση διαμαρτυρίας στην κατεχόμενη Λευκωσία και Αμμόχωστο αύριο και την Τετάρτη αντίστοιχα, απαιτώντας την άμεση διάνοιξη των οδοφραγμάτων.
Κουτσουρεμένο το πρόγραμμα του Συλλόγου Διγλωσσίας
«Με το κλείσιμο των οδοφραγμάτων αποκόπηκαν οι σχέσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων, με τους Τουρκοκύπριους εργαζομένους που δουλεύουν είτε στην Κυπριακή Δημοκρατία και διαμένουν στα κατεχόμενα είτε αντίστροφα, να είναι αυτοί που έχουν πληρώσει το ακριβότερο τίμημα, καθώς δεν είναι λίγοι αυτοί που έχουν χάσει τη δουλειά τους», ανέφερε στη «Χαραυγή» η ακαδημαϊκός στο Κέντρο Γλωσσών του Πανεπιστημίου Κύπρου και πρόεδρος του Συλλόγου Διγλωσσίας Κύπρου, Ντουριγιέ Γκιοκσεμπάγ.
Τόνισε ότι έχουν επηρεαστεί αρνητικά αρκετά άτομα και από τις δύο πλευρές και πέρα από τους εργαζομένους, όπως οι εγκλωβισμένοι Ελληνοκύπριοι και Μαρωνίτες, τα ανδρόγυνα μεικτών γάμων, οι φίλοι και γενικά όλοι οι άνθρωποι που έχουν επαφές με την άλλη κοινότητα.
Επεσήμανε ότι οι δικοινοτικές δραστηριότητες του Συλλόγου Διγλωσσίας όπως πολιτιστικές εκδρομές, εκδηλώσεις και συζητήσεις, μετάφραση λογοτεχνικών έργων, αλλά και οι καθιερωμένες συναντήσεις (language cafe) για την εξάσκηση της ελληνικής και τουρκικής γλώσσας, δυστυχώς, έχουν σταματήσει από το κλείσιμο των οδοφραγμάτων.
Πρόσθεσε επίσης ότι ο Σύλλογος παραχωρούσε δίγλωσσα μαθήματα, μέσω διαφόρων διαδραστικών δραστηριοτήτων και σε παιδιά μικρής ηλικίας, γεγονός που πλέον δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί.
Γνωστοποίησε πως τα μαθήματα από το κλείσιμο των οδοφραγμάτων γίνονται πλέον online.
Ανέφερε ότι το άνοιγμα των σημείων διέλευσης θα συμβάλει στη δημιουργία θετικού κλίματος και ανάπτυξης σχέσεων ανάμεσα στις δύο κοινότητες, ασκώντας πίεση στους πολιτικούς με φόντο και τη νέα πενταμερή συνάντηση.
Τόνισε παράλληλα ότι με την εμφάνιση της πανδημίας δόθηκε μία ευκαιρία για συνεργασία μεταξύ των δύο πλευρών για την κοινή αντιμετώπισή της, ευκαιρία η οποία πέρασε ανεκμετάλλευτη.
Ε/κ και Τ/κ έχουν συνειδητοποιήσει τι σημαίνει στην πράξη διαχωρισμός…
Από την πλευρά της η φοιτήτρια Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και συγγενής εγκλωβισμένων στο Ριζοκάρπασο (γιαγιάδες και παππούδες), Χριστίνα Αχιλλέως, σε δηλώσεις της στη «Χ» ανέφερε ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να μην μπορεί να επισκεφθεί τους συγγενείς της εδώ και έξι μήνες.
«Ο χωρισμός τόσο των οικογενειών των εγκλωβισμένων όσο και από τους τόπους που έχουμε μεγαλώσει, δημιουργεί ένα αρνητικό συναίσθημα σε όλους μας», επεσήμανε.
Ερωτηθείσα πώς έχουν επηρεαστεί οι σχέσεις των δύο κοινοτήτων με το κλείσιμο των οδοφραγμάτων, η Χρ. Αχιλλέως τόνισε ότι πέραν των αρνητικών επιπτώσεων, υπήρξαν και θετικά στοιχεία όπως η δημιουργία δικοινοτικών πλατφορμών με κοινούς στόχους, που επέφεραν και πολιτική ζύμωση, ενισχύοντας τις σχέσεις Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.
Παρατήρησε ότι με το κλείσιμο των οδοφραγμάτων αρκετός κόσμος συνειδητοποίησε πως σε περίπτωση μη λύσης του Κυπριακού, η κατάσταση στην Κύπρο θα χειροτερέψει.
«Φυσικά, είναι διαφορετικό να ερχόμαστε σε επαφή από μία οθόνη, όμως θεωρώ ότι έχουν σφυρηλατηθεί οι σχέσεις Ε/κ και Τ/κ, λόγω της πανδημίας», εξήγησε.
Αναφερόμενη στις σχέσεις Τουρκοκυπρίων και εγκλωβισμένων Ελληνοκυπρίων, όπως τις έχει βιώσει με τη διαμονή της στο Ριζοκάρπασο τις χαρακτήρισε ως αρκετά καλές, ιδιαίτερα με τους Τ/κ που κατοικούν στη Γαληνόπορνη.
Εξάλλου, ο Κεμάλ, Τουρκοκύπριος εργαζόμενος στα κατεχόμενα και κάτοικος της Κυπριακής Δημοκρατίας, σε δηλώσεις του στη «Χ» ανέφερε ότι το κλείσιμο των σημείων διέλευσης έχει εξελιχθεί σε ένα πολιτικό ζήτημα.
Πρόσθεσε ότι το πρόβλημα εντοπίζεται από τις κατοχικές «αρχές» που δεν αίρουν τα αυστηρά μέτρα που θέτουν στα σημεία διέλευσης, μέτρα τα οποία κινούνται κατά των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
«Θεωρώ ότι το παρατεταμένο κλείσιμο των οδοφραγμάτων δεν έχει να κάνει με τα μέτρα που λαμβάνονται ενάντια της πανδημίας, πλέον, αλλά ένα σχέδιο για το διαχωρισμό των δύο κοινοτήτων και τον περιορισμό των επαφών τους», παρατήρησε.
Επεσήμανε ότι η διέλευσή του από τα οδοφράγματα για λόγους εργασίας είναι οικονομικά ασύμφορη για αυτόν, καθώς κάθε μήνα δαπανά ένα σημαντικό χρηματικό ποσό για τη διενέργεια PCR τεστ.
Ανέφερε ότι για να λυθεί το οικονομικό ζήτημα θα πρέπει τα άτομα που έχουν εμβολιαστεί και με τις δύο δόσεις να δείχνουν ένα πιστοποιητικό αρνητικού rapid test κατά τη διάρκεια της διέλευσης.
Υπογράμμισε ότι το άνοιγμα των οδοφραγμάτων θα βοηθήσει στην καλλιέργεια της επαναπροσεγγιστικής κουλτούρας και στην άσκηση πιέσεων προς τις δύο ηγεσίες ενόψει και της επικείμενης Πενταμερούς.
Σε πλήρεις ρυθμούς οι εργασίες της ΔΕΑ
Ο εκπρόσωπος της ελληνοκυπριακής πλευράς της Διερευνητικής Επιτροπής για τους Αγνοούμενους (ΔΕΑ), Λεωνίδας Παντελίδης, σε δηλώσεις του στη «Χ» ανέφερε ότι μετά από αρκετές δυσκολίες που προέκυψαν, λόγω της πανδημίας, οι εργασίες της ΔΕΑ κινούνται σε κανονικούς ρυθμούς.
Επεσήμανε ότι η πανδημία στέρησε πέντε μήνες από τις εργασίες της ΔΕΑ, ενώ αναστάλθηκε η πρόσβαση των μελών της Επιτροπής στις στρατιωτικές περιοχές που ελέγχει ο τουρκικός στρατός, για έναν ολόκληρο χρόνο.
Τόνισε ότι πριν από 10 περίπου μέρες δόθηκε η άδεια για να τελεστούν εργασίες εντός δέκα στρατιωτικών περιοχών και πλέον η ΔΕΑ εργάζεται σε πλήρεις ρυθμούς.
Τόνισε ότι κατά τους καλοκαιρινούς μήνες η ΔΕΑ θα αυξήσει τις εργασίες της, λόγω της συμμετοχής εθελοντών φοιτητών τόσο από την Κύπρο όσο και από το εξωτερικό. Σημείωσε ότι στην παρούσα φάση τα συνεργεία της ΔΕΑ ανέρχονται σε επτά.
Γνωστοποίησε επίσης ότι τα χαμηλά ποσοστά επιτυχίας που παρουσιάζει η ΔΕΑ, έγκεινται στο γεγονός πως η Επιτροπή διερευνά σχεδόν κάθε πληροφορία που φθάνει σε αυτήν. «Όταν έρθει στα χέρια της ΔΕΑ οποιαδήποτε πληροφορία, εμείς οφείλουμε να τη διερευνήσουμε, έστω και εάν οι ενδείξεις να επαληθευτεί είναι μειωμένες. Δεν αφήνουμε τίποτα στην τύχη, καθώς έχουμε να διαχειριστούμε ένα πολύ δύσκολο και πολυσύνθετο ζήτημα», εξήγησε.
Η ΔΕΑ, πρόσθεσε, θα συνεχίσει το έργο της, μέχρι την εξεύρεση όλων των αγνοουμένων, ακόμη και στην περίπτωση λύσης του Κυπριακού. Αναφερόμενος στον αριθμό Ελληνοκύπριων αγνοουμένων που έχουν ταυτοποιηθεί, επεσήμανε ότι ανέρχεται στους 758, ενώ o αντίστοιχος αριθμός για τους Τουρκοκύπριους ανέρχεται στους 267.
Σημειώνεται ότι ο συνολικός αριθμός αγνοουμένων ανερχόταν το 2006 σε 2.002 (1.510 Ε/κ και 492 Τ/κ).
Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy