Αντιπεριβαλλοντικό το αναπτυξιακό μοντέλο της Κύπρου

Αντιπεριβαλλοντικό είναι το αναπτυξιακό μοντέλο της Κύπρου και εμποδίζει την κλιματική ουδετερότητα, αναφέρεται σε έκθεση της Κομισιόν για την οικονομία που δόθηκε στη δημοσιότητα την περασμένη Τετάρτη.
Σύμφωνα με την Κομισιόν, η οικονομική ανάπτυξη στην Κύπρο οφείλεται κυρίως στον τουρισμό και τις κατασκευές. Το 2019, σημειώνει, το νησί φιλοξένησε περίπου 4 εκατομμύρια τουρίστες (4,5 φορές περισσότερους από τον πληθυσμό του). Η κατασκευαστική δραστηριότητα επεκτείνεται με διψήφια ποσοστά για να καλύψει τη ζήτηση για κατοικίες και καταλύματα και για να παράσχει τις αναγκαίες υποδομές. Με την πάροδο των ετών, το μοντέλο αυτό έχει επηρεάσει αρνητικά το φυσικό περιβάλλον του νησιού, και ιδίως τις παραλιακές περιοχές του.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας “Φιλελεύθερος”, ζωτικής σημασίας για την Κομισιόν είναι η αποτελεσματική προστασία των περιοχών Natura 2000 από μη συμβατές δραστηριότητες ή εξελίξεις που τις κατακερματίζουν ή τις υποβαθμίζουν, ιδίως σε ιδιωτικές εκτάσεις. Επιπλέον, αναφέρει, τα ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως η ξηρασία, ο καύσωνας ή η λειψυδρία, αναμένεται να έχουν ως αποτέλεσμα την επανεξέταση της κοινωνικής πρόνοιας, της εκπαίδευσης και κατάρτισης και άλλων πολιτικών για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή.
Σημειώνει ότι η καθοδήγηση της μετάβασης σε μια πιο πράσινη και βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη που θα οδηγήσει σε κλιματική ουδετερότητα απαιτεί μακροπρόθεσμη ολοκληρωμένη στρατηγική. Είναι σημαντικό, προτίθεται στην έκθεση, οι περιβαλλοντικές ανησυχίες και η βιωσιμότητα να είναι πλήρως ενσωματωμένες στη νέα μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή στρατηγική της Κύπρου, η οποία βρίσκεται στο στάδιο της προετοιμασίας.
Η μελλοντική οικονομική ανάπτυξη θα πρέπει να συνοδεύεται από αποφασιστικές προσπάθειες για: α) την αντιμετώπιση των μόνιμων ανεπαρκειών όσον αφορά τη διαχείριση των αποβλήτων και των υδάτων, β) την αποδοτικότερη χρήση ενέργειας, γ) την αύξηση των επενδύσεων σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, δ) την προώθηση των βιώσιμων μεταφορών και ε) την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας της χώρας. Αυτό το μείγμα πολιτικής είναι καίριας σημασίας για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας, την προώθηση νέων τομέων οικονομικής ανάπτυξης και θέσεων εργασίας, την προστασία της υγείας και της ποιότητας ζωής των πολιτών, καθώς και τη διατήρηση της ελκυστικότητας του νησιού ως τουριστικού προορισμού.
Η Κύπρος συγκαταλέγεται μεταξύ των κρατών – μελών με τις υψηλότερες κατά κεφαλήν εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου: 11,6 τόνοι ισοδυνάμου CO2 κατά κεφαλήν το 2017 έναντι 8,8 τόνων σε επίπεδο ΕΕ. Η Κύπρος ήταν επίσης το κράτος μέλος με τη μεγαλύτερη αύξηση (+56%) των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου το 2017 σε σχέση με τα επίπεδα του 1990. Επί του παρόντος, περίπου το 39% των εκπομπών ισοδυνάμου CO2 προέρχεται από την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στις δύο μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που βρίσκονται στις περιοχές του Βασιλικού και της Δεκέλειας. Επιπλέον, στην περιοχή του Βασιλικού υπάρχει ένα εργοστάσιο παραγωγής τσιμέντου που παράγει περίπου το 16 % των συνολικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Σε αυτό το πλαίσιο, είναι ιδιαίτερα δύσκολο για την Κύπρο να εκπληρώσει τους στόχους ουδέτερου ισοζυγίου διοξειδίου του άνθρακα και να προσαρμοστεί στην κλιματική αλλαγή.
Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει είναι δύο:
Πρώτον, η πιθανή ανάγκη για σημαντική μετατόπιση της παραγωγής και της κατανάλωσης ενέργειας, με σημαντική αύξηση της παραγωγής και της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ). Η ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές αντιπροσωπεύει επί του παρόντος το 13% περίπου της παραγωγής ενέργειας στην Κύπρο, ενώ το υπόλοιπο 87% προέρχεται από μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από βαρύ πετρέλαιο ή ντίζελ. Η εν λόγω μετατόπιση θα καθιστούσε δυνατή τη σταδιακή κατάργηση/ομαλή μετατροπή των ιδιαιτέρως ρυπογόνων μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από πετρέλαιο στο Βασιλικό και τη Δεκέλεια.
Δεύτερον, η πιθανή ανάγκη επένδυσης σε καθαρότερες τεχνολογίες ώστε η παραγωγή του μεταποιητικού τομέα να καταστεί πιο αποδοτική και λιγότερο ρυπογόνος, ιδίως όσον αφορά το εργοστάσιο παραγωγής τσιμέντου στο Βασιλικό.
Οι βασικές δράσεις του Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης θα μπορούσαν να στοχεύουν σύμφωνα με την Κομισιόν ιδίως σε επενδύσεις στους εξής τομείς:
  • Ανάπτυξη τεχνολογίας και υποδομών για οικονομικά προσιτή καθαρή ενέργεια, μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, ενεργειακή απόδοση και παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.
  • Δραστηριότητες έρευνας και καινοτομίας για τη μεταφορά προηγμένων τεχνολογιών.
  • Αναβάθμιση δεξιοτήτων και επανειδίκευση των εργαζομένων.
  • Συνδρομή για την αναζήτηση εργασίας σε άτομα που αναζητούν εργασία.
​​​​​​​
Δεν υπάρχει όραμα για μεταφορές
Οι εκπομπές από τις μεταφορές αυξάνονται σταθερά και αντιπροσωπεύουν το 21% των συνολικών εκπομπών της Κύπρου. Η χρήση ιδιωτικών αυτοκινήτων υπερβαίνει κατά πολύ τον μέσο όρο της ΕΕ, ενώ η χρήση των δημόσιων συγκοινωνιών είναι πολύ χαμηλή (3%).
Η Κύπρος έχει πολύ χαμηλό μερίδιο ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στις μεταφορές (2,5%) και η χρήση εναλλακτικών καυσίμων στις οδικές μεταφορές είναι εξαιρετικά χαμηλή.
Επιπλέον, τα προγράμματα των Αρχών για αύξηση του ποσοστού των ηλεκτρικών οχημάτων φαίνεται να είναι μέτριας φιλοδοξίας. Η Κύπρος είναι πιθανό να μη συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις σχετικά με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για τα καύσιμα οδικών μεταφορών. Το 2018 το ποσοστό των βιοκαυσίμων ήταν μόνο 2,69%, το οποίο απέχει πολύ από τον στόχο για 10% ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για την περίοδο 2021-2030.
Για την αντιμετώπιση αυτής της πρόκλησης, οι βιώσιμες δημόσιες αστικές και υπεραστικές συγκοινωνίες έχουν καθοριστική σημασία. Εν προκειμένω, σημειώνεται, θα μπορούσαν να περιλαμβάνονται τα ηλεκτρικά και υβριδικά λεωφορεία, τα τραμ και τα ελαφρά σιδηροδρομικά συστήματα.
Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy