Ορίζοντας/ Συναντήσεις

Πρωτοπόρες του κυπριακού θεάτρου: Είχαν να παλέψουν με πολλές προκαταλήψεις και στερεότυπα.

Στο τομέα της έρευνας του κυπριακού θεάτρου χρειάζεται περισσότερη έμπρακτη ενθάρρυνση

Ο Αντώνης Γεωργίου συζητά με τη θεατρολόγο Άντρη Χ. Κωνσταντίνου που έχει την επιμέλεια της επιστημονικής συνάντησης Πρωτοπόρες του κυπριακού θεάτρου που οργανώνει η Σεζόν Γυναίκες 2019-2021 και επιχειρεί μια συνολική τοποθέτηση του θέματος της γυναικείας παρουσίας στο ελληνόφωνο θέατρο της Κύπρου.

 

Ποια η σημασία τέτοιων εκδηλώσεων; 

Μια επιστημονική ημερίδα πιστεύω ότι κινεί λίγο τα νερά σε σχέση με τον στοχασμό και την ιστορική ενημερότητα γύρω από το θέατρο – εν προκειμένω το ντόπιο.

Συνήθως το ακροατήριο που κινητοποιείται είναι περιορισμένο αλλά η εμπειρία του θεατρολογικού συνεδρίου του 2015 έδειξε ότι, με καλή ενημέρωση, μπορεί να εκπλαγούμε ευχάριστα από την ανταπόκριση. Εν προκειμένω το θέμα είναι τόσο το κυπριακό θέατρο και οι άνθρωποί του όσο και η γυναικεία παρουσία. Άρα πιστεύω ότι μπορεί να προσελκύσει κοινό που ενδιαφέρεται είτε για τη μια είτε για την άλλη παράμετρο της διοργάνωσης.

Ποιος είναι ο σκοπός της συγκεκριμένης επιστημονικής συνάντησης και τι περιλαμβάνει;

Οι τέσσερις ανακοινώσεις καλύπτουν το μεγαλύτερο φάσμα των καλλιτεχνικών ιδιοτήτων στο θέατρο: τις σκηνοθέτριες (στις οποίες θα αναφερθώ στη δική μου ανακοίνωση), τις ηθοποιούς (που θα παρουσιάσει η Ελένη Αναστασίου, υποψήφια διδάκτωρ στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης), τις σκηνογράφους και ενδυματολόγους (για τις οποίες θα μιλήσει η Κική Αργυρού, Δραματολόγος στον ΘΟΚ) και φυσικά τις συγγραφείς (που θα καλύψει η Ελλάδα Ευαγγέλου, διδάκτωρ του ΤΕΠΑΚ). Είναι μεγάλη χαρά που ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση που τους απευθύναμε η ομάδα της «Σεζόν Γυναίκες» κι εγώ, οι τρεις συναδέλφισσες θεατρολόγοι-δραματουργοί, όλες επιστημονικά καταρτισμένες και με πολύπλευρη δραστηριότητα.

Σκοπός είναι να αναδειχθεί η γυναικεία παρουσία στο κυπριακό θέατρο. Οι γυναίκες σε αυτό τον χώρο είχαν να παλέψουμε με πολλές προκαταλήψεις και στερεότυπα. Από τη έρευνα που έκανα για τη διατριβή μου διαπίστωσα, μέσα από πολλές μαρτυρίες, πόσο δύσκολο ήταν για μια γυναίκα να βγει στο θέατρο, πόσα ηθικολογικά εμπόδια είχε να αντιμετωπίσει. Επίσης, όπως λέει κι η Βιρτζίνια Γουλφ, οι «Ανώνυμοι» στην ιστορία της λογοτεχνίας ήταν κυρίως γυναίκες. Η συζήτηση για τις σκηνοθέτριες δε άρχισε σε μια άλλη εκδήλωση της «Σεζόν», με θέμα τις σκηνοθέτριες στην Ευρώπη – εκεί γεννήθηκε η ιδέα για το αφιέρωμα στις Κύπριες καλλιτέχνιδες του θεάτρου.

Αυτό που χρειάζεται είναι η εγρήγορση απέναντι στις προκαταλήψεις από όσους είναι στις θέσεις-κλειδιά και λαμβάνουν αποφάσεις. Χρειάζεται να ενισχυθεί γενικότερα η κουλτούρα της ισοτιμίας και να ξεσκεπαστεί η καμουφλαρισμένη υποτίμηση.

Η «Σεζόν» με τις δράσεις της πιστεύετε πως έχει δώσει ώθηση στη συζήτηση των έμφυλων στερεοτύπων στο θεατρο αλλά και γενικότερα;

Υπάρχει μια συγκυρία αυτή την περίοδο που πιστεύω ότι έχει ευνοήσει, θα έλεγα ακόμα ότι έχει απελευθερώσει αυτή τη συζήτηση. Μια συγκυρία από γεγονότα και από πρωτοβουλίες που φυσικά σχετίζονται με τα γεγονότα. Πιστεύω λοιπόν ότι η «Σεζόν» ήταν μια θαυμάσια ιδέα που ήρθε στη σωστή στιγμή, που είναι έντονη η συζήτηση σε σχέση με τις διακρίσεις και τα στερεότυπα, που βγαίνουν στην επιφάνεια περιστατικά βίας έως και γυναικοκτονιών αλλά και η αντίδραση σε αυτά είναι πιο δυνατή και πιο οργανωμένη από ποτέ. Η μεγάλη γκάμα δε των δράσεών τους έχει φωτίσει διάφορες πτυχές, από το trafficking ως το πώς οι γυναίκες πλήττονται διαχρονικά από τους πολέμους κι από την επιτελεστικότητα του φύλου έως τον δυναμισμό της παρουσίας γυναικών στο επάγγελμα του σκηνοθέτη, που για πολλές δεκαετίες στην Ευρώπη μονοπωλούνταν από άντρες.

Ποιες ήταν οι πρωτοπόρες σκηνοθέτριες του κυπριακού θεάτρου;

Αν περιοριστούμε στο επαγγελματικό θέατρο, πολύ νωρίς, στον μεσοπόλεμο ήδη, υπογράφει τη σκηνοθεσία ή τον συντονισμό, έστω, κάποιων παραστάσεων η Μαρίκα Βάζα, που αποτελούσε μέλος μιας θεατρικής οικογένειας. Στην αρχή της δεκαετίας του 1960 θα επιστρέψει στην Κύπρο με σπουδές υποκριτικής αλλά και σκηνοθεσίας η Μόνικα Βασιλείου που για αρκετά χρόνια ήταν η μοναδική γυναίκα σκηνοθέτρια. Είκοσι χρόνια αργότερα σκηνοθετεί μερικές παραστάσεις η Σβετλάνα Χαραλάμπους. Ακολουθούν, στη δεκαετία του 1990 σκηνοθέτριες που είναι και σήμερα ενεργές, η Μαρία Μανναρίδου-Καρσερά και Αλεξία Παπαλαζάρου. Στη συνέχεια εμφανίζεται μια δυναμική γενιά, με πρώτη τη Λέα Μαλένη, και πλέον οι δυνάμεις στον χώρο της σκηνοθεσίας είναι μοιρασμένες ανάμεσα σε καλλιτέχνες/ιδες των δύο φύλων.

Ποιες δυσκολίες κυρίως αντιμετώπισαν;

Αυτή τη συζήτηση είχαμε αρχίσει στην εκδήλωση της «Σεζόν» για τη γυναικεία σκηνοθεσία στην Ευρώπη. Κατ’ αρχάς με το να μιλήσουμε για γυναικεία σκηνοθεσία ανοίγουμε μια συζήτηση που δεν είμαι σίγουρη αν είναι βάσιμη, για το αν υπάρχει γυναικεία σκηνοθεσία ή γυναικεία γραφή. Οι δυσκολίες αφορούν οποιαδήποτε γυναίκα σε θέση «εξουσίας». Δεν έχουν εκλείψει οι προκαταλήψεις, η καχυποψία και οι ανδρικοί εγωισμοί απέναντι σε μια γυναίκα που ηγείται μιας ομάδας, ακόμα και στον εναλλακτικό, ας πούμε, χώρο του θεάτρου. Κι αυτή την αντίσταση μαρτυρούν και σήμερα σκηνοθέτριες. Αλλά και θεσμικά υπάρχει ένα ζήτημα: ελάχιστες σκηνοθεσίες έχουν γίνει από γυναίκες στην Κεντρική Σκηνή του ΘΟΚ, για παράδειγμα, και καμία στη μεγάλη καλοκαιρινή παραγωγή.

Στο τομέα της έρευνας του κυπριακού θεάτρου χρειάζεται περισσότερη έμπρακτη ενθάρρυνση, χρειάζεται το θαυμάσιο Θεατρικό μας Μουσείο –που το επαινούν και πολλοί ξένοι επισκέπτες του γνώστες του αντικειμένου– με το πολύτιμο αρχείο του, να ενεργοποιηθεί προς αυτή την κατεύθυνση.

Υπάρχουν, λοιπόν, ακόμα διακρίσεις για τις γυναίκες καλλιτέχνιδες στο κυπριακό θέατρο; Πώς πρέπει να αντιμετωπιστούν;

Η ποσόστωση θα είχε νόημα πιστεύω σε κάποιους θεσμούς πιο άκαμπτους όπως αυτός της Βουλής και των Υπουργείων. Στον ευρύτερο χώρο των τεχνών θεωρώ ότι η ισότιμη συμβολή των γυναικών είναι αποδεδειγμένη. Αυτό που χρειάζεται είναι η εγρήγορση απέναντι στις προκαταλήψεις από όσους είναι στις θέσεις-κλειδιά και λαμβάνουν αποφάσεις. Χρειάζεται να ενισχυθεί γενικότερα η κουλτούρα της ισοτιμίας και να ξεσκεπαστεί η καμουφλαρισμένη υποτίμηση. Αυτό μπορεί να γίνει με το να είναι συνεχώς ενεργή η συζήτηση γύρω από το θέμα της ισότητας, να αντιδρούμε στα υποτιθέμενα αθώα αστεία που αναπαράγουν τα στερεότυπα. Να μιλάμε και να ακούμε.

Είχε γίνει το πρώτο θεατρολογικό συνέδριο πριν από τέσσερα χρόνια και εκρεμμεί η έκδοση των πρακτικών του. Η έρευνα για το κυπριακό θέατρο πού βρίσκεται σήμερα;

Το συνέδριο ήταν μια ευτυχής έκρηξη ενδιαφέροντος γύρω από ποικίλες εκφάνσεις του θεάτρου της Κύπρου. Τα πρακτικά βρίσκονται πολύ κοντά στην έκδοση – δεν θα προλάβουμε το 2019 όπως ελπίζαμε αλλά θα έχουμε τον τόμο, ογκώδη και καλά επιμελημένο πιστεύω, στην αρχή του καινούργιου έτους. Η αλήθεια είναι όμως ότι δεν είναι πολλοί οι μελετητές που εγκύπτουν στο κυπριακό θέατρο.

Τι χρειάζεται να γίνει περαιτέρω στο τομέα της έρευνας του κυπριακού θεάτρου;

Χρειάζεται περισσότερη έμπρακτη ενθάρρυνση, δηλαδή προγράμματα αμειβόμενα που θα προσελκύσουν νέους και έγκριτους ερευνητές, χρειάζεται το θαυμάσιο Θεατρικό μας Μουσείο –που το επαινούν και πολλοί ξένοι επισκέπτες του γνώστες του αντικειμένου– με το πολύτιμο αρχείο του, να ενεργοποιηθεί προς αυτή την κατεύθυνση. Πιστεύω ότι αυτή η κινητοποίηση μπορεί να συνδυαστεί και με προγράμματα που θα έχουν στόχο την προσέλκυση των νέων στις θεατρικές αίθουσες, μέσα από τα πανεπιστήμια και τα σχολεία.

 

 

Πρωτοπόρες του Κυπριακού Θεάτρου

10 Δεκεμβρίου, 18:30

Θέατρο Χώρα, Κοραή 1

Ομιλήτριες
Ελλάδα Ευαγγέλου,

Ελένη Αναστασίου,

Κική Αργυρού,

Άντρη Χ. Κωνσταντίνου

Η συγγραφέας Πολυξένη Λοϊζιάς
Η σκηνοθέτιδα Μόνικα Βασιλείου
Η σκηνογράφος Κλάρα Ζαχαράκη Γεωργίου
Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy