Απορρίπτεται η προσφυγή πολιτών επί του κανονισμού για τις εκπομπές ρύπων

Tο Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέρριψε την αγωγή που άσκησαν περίπου 1 500 πολίτες (κυρίως κάτοικοι Γαλλίας) κατόπιν της θεσπίσεως από την Κομισιόν κανονισμού το 2016 σχετικά με τις εκπομπές ρύπων από οχήματα, κρίνοντας ότι τα 1 500 περίπου πρόσωπα “δεν απέδειξαν τον πραγματικό, βέβαιο και προσωπικό χαρακτήρα της ζημίας που επικαλέστηκαν”.

Το ΓΔΕΕ δεν απεφάνθη επί της νομιμότητας του σχετικού κανονισμού αυτού, του οποίου πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ζητούν την ακύρωση στο πλαίσιο άλλων υποθέσεων, όπως αναφέρει σε γραπτή ανακοίνωση.

Οι 1500 πολίτες προσέφυγαν στο ΓΔΕΕ  καταγγέλλοντας ότι ο κανονισμός τους προξενεί υλική ζημία, συνδεόμενη με την υποβάθμιση της ποιότητας του αέρα που αναπνέουν και τη συνακόλουθη υποβάθμιση της υγείας τους, ενώ παράλληλα υποστηρίζουν ότι ο επίδικος κανονισμός τους προκαλεί και ηθική βλάβη συνδεόμενη με τον φόβο που νιώθουν εξαιτίας αυτού του λόγου για τους εαυτούς τους και για τους οικείους τους, καθώς και με τον φόβο που νιώθουν λόγω της απώλειας της εμπιστοσύνης τους στα θεσμικά όργανα της Ένωσης αναφορικά με την καταπολέμηση της υποβάθμισης του περιβάλλοντος. Καθένας εκ των εναγόντων ζητούσε τη συμβολική επιδίκαση 1 ευρώ ως αποζημιώσεως λόγω υλικής ζημίας και 1 000 ευρώ ως χρηματικής ικανοποιήσεως λόγω ηθικής βλάβης.


Στην σημερινή του απόφαση το ΓΔΕΕ υπενθυμίζει ότι διερεύνησε το αν υφίσταται παράνομη συμπεριφορά θεσμικού οργάνου της Ένωσης η οποία παραβιάζει κατάφωρα κανόνα δικαίου που έχει ως σκοπό την απονομή δικαιωμάτων στους ιδιώτες, αν η προβαλλόμενη ζημία να είναι πραγματική και αν υφίσταται αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της συμπεριφοράς της Ένωσης και της ζημίας.

Κατά συνέπεια το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι “δεν αποδείχθηκε αρκούντως το υποστατό της προβαλλόμενης από τους 1 429 πολίτες ζημίας. Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι στον ενάγοντα εναπόκειται να αποδείξει τον πραγματικό και βέβαιο χαρακτήρα, καθώς και την έκταση της προβαλλόμενης ζημίας, και δη ότι αυτή τον πλήττει προσωπικά”.

Το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει, αφενός, ότι δεν αποδείχθηκε αρκούντως η έκταση της ζημίας που συνδέεται με την υποβάθμιση της ποιότητας του αέρα, καθόσον η εκτίμηση των επιπρόσθετων ρυπογόνων εκπομπών που οφείλονται στις επικρινόμενες διατάξεις θα μπορούσε να επιχειρηθεί μόνο κατά προσέγγιση και σφαιρικώς, μετά την παρέλευση ορισμένου χρόνου, και δη με πολύ αβέβαια αποτελέσματα.

Ειδικότερα, είναι κατά το Γενικό Δικαστήριο αδύνατον να εικασθεί, στην περίπτωση που η Koμισιόν είχε καθορίσει αυστηρότερα όρια, σε ποιον βαθμό οι δυνητικοί αγοραστές θα στρέφονταν άμεσα σε τύπους οχημάτων, ενδεχομένως λιγότερους, που αντεπεξήλθαν με επιτυχία στις δοκιμές τηρώντας αυτά τα όρια ή εάν θα είχαν προτιμήσει να κρατήσουν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα το παλαιό τους όχημα.

Αφετέρου, το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει ότι οι ενάγοντες προέβαλαν γενικόλογη επιχειρηματολογία και επικαλέστηκαν γενικά στοιχεία προς στήριξη των αιτημάτων τους, αλλά κανένα εξατομικευμένο στοιχείο που να καθιστά δυνατή την εκτίμηση της προσωπικής καταστάσεως καθενός εξ αυτών σε σχέση με την προβαλλόμενη ζημία, παρότι πρόκειται για 1 429 άτομα τα οποία κατοικούν και εργάζονται σε διαφορετικές περιοχές ή υπό διαφορετικές συνθήκες.

Όσον αφορά την ηθική βλάβη, το Γενικό Δικαστήριο αποφαίνεται ότι το γεγονός ότι οι ενδιαφερόμενοι είναι, στο σύνολό τους, ιδιαιτέρως ευαισθητοποιημένοι όσον αφορά το πρόβλημα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης δεν αρκεί για να αποδειχθεί ότι καθένας εξ αυτών νιώθει πραγματικά φόβο για την υγεία του και την υγεία των οικείων του σε τέτοιο βαθμό που να επηρεάζονται αρκούντως οι βιοτικές του συνθήκες, ώστε να δύναται να αναγνωρισθεί η ύπαρξη ζημίας.

Το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι “ένα συναίσθημα που ο καθένας ενδέχεται να βιώνει δεν συνιστά ηθική βλάβη για την οποία απαιτείται η επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης”.

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy