Ας συζητήσουμε για το κυπριακό θεατρικό έργο

Κυπριακό θεατρικό έργο

Κάποια παλαιότερα κείμενα για την κυπριακή θεατρική γραφή με αφορμή μια συζήτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για το σύγχρονο κυπριακό θεατρικό έργο και την απουσία του από το φετινό ρεπερτόριο του ΘΟΚ.

Ο Ορίζοντας θα δώσει συνέχεια με κείμενα και έρευνα για το θέμα με τη συνεργασία της δραματουργού και ερευνήτριας Ελλάδας Ευαγγέλου

Θεατρική ανάπτυξη δεν νοείται χωρίς την ανάδειξη θεατρικών συγγραφέων

Η ανάπτυξη του θεάτρου σ’ έναν τόπο είναι δυνατό να σημαίνει για διάφορους διάφορα, όμως ο ορισμός εκείνος που μακρόπνοα σημαίνει για τον τόπο περισσότερα, λέει πως θεατρική ανάπτυξη δεν νοείται χωρίς την ανάδειξη θεατρικών συγγραφέων.

Το θέατρο είναι κατ’ εξοχήν κοινωνικό είδος λόγου, δεν γράφεται σε απομόνωση για να διαβαστεί σ’ ένα δωμάτιο μοναξιάς, γράφεται για ένα συγκεκριμένο θεατρικό χώρο για να παρουσιαστεί για μια ομάδα μέσα σε δεδομένα χρονικά πλαίσια.

Τελικά θα κριθεί αν θα υπάρξει ανάπτυξη και αγωγή και παιδεία θεατρική από το αν θα δοθεί και σε ποιαν έκταση η ευκαιρία να παρουσιαστούν στη σκηνή έργα που γράφονται στον τόπο.

Το συνηθισμένο είναι να επισημαίνονται αρχή – αρχή οι αδυναμίες που τυχόν χαρακτηρίζουν ένα έργο της παραγωγής ενός τόπου κι η αποτυχία που ενδεχομένως θα συνοδεύσει την παρουσίασή του και να εμποδίζεται κατ’ ακολουθίαν με διάφορους τρόπους η συνέχιση της πολιτικής της ενθαρρύνσεως της τοπικής θεατρογραφίας. Ιδιαίτερα για την Κύπρο ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα ήταν και περισσότερο πιθανό και ιδιαίτερα ατυχές.

Ιστορικές συνθήκες δεν μας επέτρεψαν να δημιουργήσουμε για το θέατρο όσο σε άλλα είδη λόγου κι ενώ έχουμε λαμπρά δείγματα να προβάλουμε στο ενεργητικό μας στην ποίηση, λ.χ. και στην πεζογραφία, στο πιο σύνθετο είδος γραφής, το θεατρικό υστερούμε.

Όμως το ραδιόφωνο και η τηλεόραση δεν είναι θεατρικοί χώροι και το ελεύθερο θέατρο έχει τους δικούς του περιορισμούς. Μένει ο ΘΟΚ. Επιχορηγημένος από την Πολιτεία ο ΘΟΚ έχει σαν αποστολή τη θεατρική αγωγή του λαού και αποφασιστικό ρόλο στη θεατρική ανάπτυξη του τόπου.

Κι αυτό μας φέρνει πίσω στο σημείο των δυσκολιών που παρουσιάζει η μεταφορά στην πράξη της κοινά αποδεκτής αλήθειας, πως αποτελεί υποχρέωση το ανέβασμα κυπριακών έργων από έναν οργανισμό σαν τον ΘΟΚ. Επειδή δεν διαθέτουμε έργα που η παράδοση να μας συντήρησε και να θεωρούνται γενικά σαν αξιόλογα, αναγκαστικά η παρουσίαση κυπριακού έργου σημαίνει παρουσίαση σύγχρονου κυπριακού έργου.

Κι επειδή το κυπριακό θεατρικό έργο γράφεται τώρα και δεν έχει δοκιμαστεί αρκετά στην κάμινο της σκηνής και δεν έχει κερδίσει από την επαφή, τη δημιουργική επικοινωνία με το λαό, θα έχει ατέλειες κι αδυναμίες, που θα επισημαίνονται και υπογραμμίζονται από τον κοινό θεατή και τον κριτικό. Αλλά περισσότερη σημασία έχει το γεγονός πως ο ίδιος ο συγγραφέας θα μπορεί αν βλέπει το έργο του στη σκηνή, να παίρνει σ’ αυτό το δημιουργικό πάρε-δώσε, για να μας προσφέρει πιο πολλά αργότερα. Γι’ αυτό ο λόγος για επένδυση.

Στη μάχη που δίνουμε με το χρόνο οι άνθρωποι δεν είμαστε πάντα οι χαμένοι. Με τα έργα του λόγου υπερβαίνουμε το χρόνο και δημιουργούμε για τις ημέρες μας αλλά και για τις κατοπινές.

Αντρέας Χριστοφίδης

(Αποσπάσματα από το πρόγραμμα του ΘΟΚ για την παράσταση Το Νερόν του Δρόπη του Μιχάλη Πασιαρδή το 1974)

Το θεατρικό έργο μετά την ανεξαρτησία και η υποδοχή του από τις σκηνές του νησιού

Η αδιαμφισβήτητη ακμή της θεατρικής δραστηριότητας στη δεκαετία του 1960 και εξής δεν αναχαιτίστηκε από τις αναμενόμενες μεταπτώσεις, τις πολιτικές κρίσεις και τα οικονομικά προβλήματα των θιάσων, αλλά οδήγησε το σκηνικό αποτέλεσμα σε μια πιο ώριμη φάση, με επιτυχίες του κρατικού θεάτρου τόσο στην Ελλάδα όσο και σε άλλες χώρες. Αυτή η ακμή δεν έχει το αντίστοιχό της στη θεατρική γραφή. Υπάρχουν βέβαια αξιόλογοι συγγραφείς, με τη δική τους γόνιμη πορεία αλλά δεν μπορούμε να μιλήσουμε για μεγάλα έργα.

Στην περίοδο που μελετούμε γράφτηκαν εντούτοις εκατοντάδες έργα. Πολλά απ’ αυτά εκδόθηκαν, κυρίως από τους ίδιους τους συγγραφείς. Η πλειοψηφία των έργων που φτάνουν στο κοινό ανήκουν, όπως θα δούμε, στην κατηγορία της ηθογραφικής κωμωδίας. Με αυτό το κριτήριο της παραστασιμότητας, θα παρακολουθήσουμε στη συνέχεια τους Κύπριους θεατρικούς συγγραφείς, εφόσον ένα θεατρικό έργο ολοκληρώνει τη διαδρομή του, όταν κριθεί άξιο να δοκιμαστεί, έστω, στη σκηνή. Υπάρχουν βέβαια και οι, σπάνιες, περιπτώσεις των έργων που δεν παίζονται επειδή δεν γίνονται κατανοητά στην εποχή που γράφονται.

Η μεγάλη ποσοτικά παραγωγή μπορεί αφενός να συνδεθεί με τη δυναμική της ίδιας της ανεξαρτησίας. Αφ’ ετέρου, η συγγραφή πολλών έργων που κινούνται λίγο-πολύ στο κλίμα της ηθογραφίας συνδέεται και με το γεγονός ότι το Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου (ΡΙΚ) προκήρυσσε τακτικά διαγωνισμούς θεατρικού έργου και παρείχε τη δυνατότητα παρουσίασης θεατρικών έργων στην τηλεόραση και το ραδιόφωνο. Αυτό ευνόησε τα ήδη καθιερωμένα έργα ηθογραφικού περιεχόμενου, γραμμένα στην κυπριακή διάλεκτο. Η πλειοψηφία των ραδιοφωνικών έργων ανήκουν στην κατηγορία που επικράτησε να λέγεται κυπριώτικο σκετς. Διαγωνισμοί συγγραφής θεατρικού έργου έγιναν κατά καιρούς από διάφορους φορείς και τα τελευταία χρόνια, σε σταθερή βάση, από τον Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου (ΘΟΚ), με πιο φιλόδοξο στόχο ως προς το θεματολογικό και υφολογικό εύρος το κειμένων.

Αμέσως μετά την ανεξαρτησία, εμφανίζονται έργα που αναφέρονται στον πρόσφατο αγώνα. Αυτό ενθαρρύνθηκε από την πολιτεία: ο πρώτος διαγωνισμός θεατρικού έργου που προκηρύχθηκε το 1962, από τον επιχορηγούμενο τότε από την πολιτεία, Οργανισμό Θεατρικής Ανάπτυξης Κύπρου (ΟΘΑΚ), ζητούσε έργα με θέμα από τον απελευθερωτικό αγώνα του 1955-1959. Τον πρώτο αυτό διαγωνισμό κέρδισε ο υποσχόμενος Ανάξιος της Ρήνας Κατσελλή (ΟΘΑΚ, 1962). Συναντάμε επίσης ιστορικά δράματα με θέμα από την ιστορία της Κύπρου, όπως το έργο του Παύλου Ξιούτα Τζουάνα (Νέο Θέατρο, 1961) και έργα του Κύπρου Χρυσάνθη.

Όπως είπαμε όμως, ο κύριος όγκος των έργων είναι οι δραματικές ηθογραφίες και, πολύ περισσότερο, οι μουσικές ηθογραφικές κωμωδίες. Καλύτεροι εκπρόσωποι του είδους της ηθογραφίας, που δίνουν σ’ αυτό το είδος μια νέα ώθηση είναι οι Μιχάλης Πιτσιλλίδης και Μιχάλης Πασιαρδής, με τους οποίους τα έργα που ανήκουν σ’ αυτή την παράδοση εμπλουτίζονται με κοινωνικό προβληματισμό ή αποκτούν ποιητική διάσταση και η εντρύφηση στην παράδοση του τόπου ξεπερνά το φολκλόρ. Τους δύο συγγραφείς θα παρακολουθήσουμε αναλυτικότερα παρακάτω. Ιδιαίτερη περίπτωση αποτελεί και ο λαϊκός ποιητής Παύλος Λιασίδης (1901-1985). Αναφέρουμε τα έμμετρα ηθογραφικά δράματα Η αγάπη νικητής (παρουσιάστηκε για πρώτη φορά από ερασιτέχνες το 1935 και από το Νέο Θέατρο το 1983), Ο Αλαβροστοισιώτης (που παίχτηκε αρχικά από το ραδιόφωνο του ΡΙΚ και από τον ΘΟΚ, το 2002) και Ο μονογιός (παρουσιάστηκε από την τηλεόραση του ΡΙΚ), που είναι μπολιασμένα με το ιδιαίτερο ποιητικό του στίγμα.

Από την ανεξαρτησία μέχρι την ίδρυση του ΘΟΚ, το 1971, πολλά ονόματα εμφανίζονται στο χώρο του αμιγώς ψυχαγωγικού θεάματος: ηθογραφική κωμωδία, μουσική κωμωδία, επιθεώρηση και πολιτική σάτιρα. Αναφέρουμε τους Μάρκο Γεωργίου, Αχιλλέα Λυμπουρίδη, Σώτο Ορείτη, Άνθο Ροδίνη, Σάββα Σαββίδη, Μιχάλη Κυριακίδη, Δημήτρη Παπαδημήτρη, Ανδρέα Ποταμίτη. Μερικοί απ’ αυτούς έχουν ένα αξιοσημείωτο σε όγκο έργο: τουλάχιστον έξι έργα του Μάρκου Γεωργίου παίχτηκαν στη δεκαετία του 1960, ενώ από το 1960 μέχρι το 1974, σε μια πρόχειρη καταγραφή, εντοπίζουμε τριάντα (!) τίτλους έργων του Σώτου Ορείτη που παίχτηκαν από επαγγελματικούς θιάσους (σε μερικές περιπτώσεις τα έργα είναι γραμμένα από κοινού με άλλους συγγραφείς).

Δεν παρατηρείται αντίστοιχη ακμή στο έργο με πιο πειραματικό χαρακτήρα, το δράμα με σύγχρονα θέματα και την κωμωδία που ξεπερνά την ηθογραφία ή τολμά τη σάτιρα της σύγχρονης ζωής, χωρίς να δεσμεύεται από τον επικαιρικό χαρακτήρα της επιθεώρησης. Υπάρχουν βέβαια συγγραφείς που δοκιμάζουν τις δυνάμεις τους σε διαφορετικές φόρμες και θέματα και έχουν πιο ανοιχτούς ορίζοντες. Αναφέρουμε τον πειραματισμό του Πάνου Ιωαννίδη και της Ειρένας Ιωαννίδου-Αδαμίδου.

Όταν το 1971, μετά από επίμονο αίτημα του πνευματικού και καλλιτεχνικού κόσμου και πολλές διεργασίες, ιδρύεται το κρατικό θέατρο της Κύπρου, ο ΘΟΚ, ένας από τους στόχους που τίθενται εξαρχής είναι η στήριξη του κυπριακού θεατρικού έργου. Δύο χρόνια αργότερα, υπό τη διεύθυνση του Σωκράτη Καραντινού, ο νέος οργανισμός προβαίνει σε ενέργειες για τη στήριξη του κυπριακού έργου, με αποτέλεσμα να προταθούν στο ΘΟΚ, τη χρονιά εκείνη, σαράντα έργα Κυπρίων θεατρικών συγγραφέων. Το 1973 παρουσιάστηκε το πρώτο κυπριακό έργο από τον ΘΟΚ, το ηθογραφικό δράμα Θεανώ του Μιχάλη Πιτσιλλίδη και οι παλαιότεροι Όμηροι του Λουκή Ακρίτα, με θέμα την ελληνική αντίσταση στη ναζιστική κατοχή και ύφος που παραπέμπει στο ποιητικό δράμα και την αρχαία τραγωδία. Τον Μάρτιο του 1974 ανεβαίνει Το νερόν του Δρόπη του Μιχάλη Πασιαρδή.

Μετά το πραξικόπημα και την εισβολή του 1974, γράφονται πολλά έργα που καταπιάνονται με το σοκ, τα τραύματα αλλά και τις διαφοροποιήσεις, άμεσες και έμμεσες που έφερε στην κυπριακή κοινωνία, η πολιτική αυτή τομή. Αναφέρουμε ενδεικτικά τα έργα του Πάνου Ιωαννίδη Τα ξαδέλφια, Ντράι μαρτίνι και Η βαλίτσα, του Γιώργου Νεοφύτου Μανώλη και Φουλ μεζέ, της Ρήνας Κατσελλή Ενδοσκόπηση Γαλάζια φάλαινα), της Μαρίας Αβρααμίδου Σκληρός άγγελος, του Ανδρέα Κουκκίδη Λήδρας και Ρηγαίνης, του Μιχάλη Πασιαρδή Το γατάνιν. Το ύφος αυτής της παραγωγής ακολουθεί τις σταθερές της ρεαλιστικής δομής και διαλόγου, με διάφορες αποχρώσεις: της σάτιρας από τον Νεοφύτου, της διάθεσης για αφαίρεση από τον Πασιαρδή, της έμφασης στο μονόλογο και ενίοτε της συμβολικής διάστασης από την Κατσελλή. Επίσης, αναπτύσσεται εκ νέου το ενδιαφέρον για παλαιότερα θέματα της κυπριακής ιστορίας, αρχαίας ή σχετικά πρόσφατης: Πάνου Ιωαννίδη Ονήσιλος και Πέτρος ο πρώτος, Ρήνας Κατσελλή Ξενιτεία, Χριστάκη Γεωργίου Καλόγεροι, Μιχάλη Πιτσιλλίδη Αικατερίνη Κορνάρο, Άντρου Παυλίδη Ιωαννίκιος και Ο Λεοντόκαρδος στην Κύπρο, Γιώργου Νεοφύτου, Στης Κύπρου το βασίλειο (τα δύο τελευταία με διάθεση σάτιρας και συσχετισμών με τη σύγχρονη πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα του τόπου).

Στη μετά τον Ιούλιο του 1974 εποχή, παρουσιάστηκαν από τον ΘΟΚ έργα πολλών συγγραφέων, κατά μέσο όρο, ένα ανά θεατρική περίοδο. Συνολικά, στα τριάντα έξι (36) χρόνια της δραστηριότητάς του ο κρατικός θίασος παρουσίασε σαράντα (40) έργα, εικοσιενός (21) Κυπρίων συγγραφέων. Το κρατικό θέατρο ανέβασε επίσης μια σύνθεση με κείμενα από την ιστορία της κυπριακής επιθεώρησης με τον τίτλο Χειροκροτήματα (2000).

Άντρη Χ. Κωνσταντίνου    

Απόσπασμα (χωρίς τις υποσημειώσεις) από το «Post-Independence Cypriot Dramaturgy (1960 Onwards)» [Η κυπριακή δραματουργία μετά την Ανεξαρτησία (1960], Etudes Helleniques/ Hellenic Studies Vol.15, no2, Autumn 2007, σς.237-252

 

 

 

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy