Επικούρου Φιλοσόφου: Περί Θεού και θανάτου

Tου Μιχάλη Α. Πόλης

Ο Επίκουρος¹ (341 – 270 π.Χ ) παρότι πρέσβευε μια υλιστική κοσμοθεωρία, δεν ήταν όμως άθεος όπως διαδίδουν κάποιοι μελετητές του έργου του.  Ο Κικέρωνας στο έργο του «Περί της Φύσεως των θεών» ² αναφέρει ότι ο Επίκουρος παραδεχόταν την ύπαρξη θεών και δίδασκε πως η έννοια της θεότητας είναι χαραγμένη στη φύση και την κοσμοαντίληψη του ανθρώπου. Επιπλέον ο Φιλόδημος στο «Περί Ευσεβείας» ³ σύγγραμμα του μας μεταφέρει ότι ο Επίκουρος κατηγορούσε ως ανισόρροπους, αυτούς που ήταν άθεοι. Ο Φιλόδημος σε άλλο σημείο του έργου του παρατηρεί ότι οι Επικούρειοι είχαν μια εξωτερική θρησκευτικότητα⁴. Στα πλαίσια αυτά, τηρούσαν τους θρησκευτικούς και λατρευτικούς κανόνες και παρότρυναν και τους άλλους να κάνουν το ίδιο. Η στάση αυτή πιθανόν να ήταν μέτρο  αυτοπροστασίας από το συντηρητικό και θρησκόληπτο  κοινωνικό περίγυρο της Αθήνας της πρόωρης Ελληνιστικής εποχής.

Η Επικούρεια Θεολογία βλέπει την ύπαρξη των θεών ως  εναργή,  αυτονόητη και αρχετυπικά χαραγμένη στην ανθρώπινη συνείδηση πραγματικότητα. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να αντιληφθεί τους Θεούς με τις αισθήσεις αλλά με τη νόηση⁵ η οποία συλλαμβάνει και νοεί τα είδωλα των θεών, ως ατομικά όντα, κατ’ εικόνα και ομοίωση της ατομικής συνείδησης που τα νοεί.  Ο Αέτιος στο έργο του Συναγωγή⁶, αναφέρει ότι οι Επικούρειοι Θεοί είναι ανθρωπόμορφοι. Η εικόνα τους,  συλλαμβανόμενη νοητικά, ενέχει το στοιχείο της τελειότητας, της μακαριότητας και της λεπτότητας στον απόλυτο βαθμό. Κατά την άποψη του  ιδρυτή της Σχολής του Κήπου, οι θεοί δεν ενδιαφέρονται για τον κόσμο και τους ανθρώπους. Το ανώτατο ον χαρακτηρίζεται από   αφθαρσία. Ο χρόνος και η μεταβολή δεν το αγγίζουν. Ζει άχρονα μέσα στην απόλυτη μακαριότητα⁷, ευδαιμονία και αταραξία. Η άποψη των πολλών για τους θεούς και την οφειλόμενη προς αυτούς ευσέβεια είναι για τους επικούρειους ανόητη. Για τους συνδαιτημόνες του Κήπου, ασέβεια είναι η απόδοση στους θεούς των ανόητων και άκριτων δοξασιών του όχλου. Αυτός που αποδίδει στους θεούς ψεύτικα χαρακτηριστικά και ιδιότητες είναι χειρότερος από τον άθεο. Οι περισσότεροι άνθρωποι κόβουν και ράβουν το θεό στα δικά τους μέτρα και του αποδίδουν εμπάθεια, μίσος, θυμό  και άλλα ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Ο Αέτιος⁸ αποδίδει στους Επικούρειους την άποψη ότι ο Θεός είναι πλήρως ανεπίδεκτος από κακίες και μικρότητες και πάντως πλήρης με θετικές ποιότητες και αδιάφορος για τις ανθρώπινες υποθέσεις.

Όμοια ο Λουκιανός⁹ μιλώντας σε πρώτο πρόσωπο και μεταφέροντας τη Θεϊκή άποψη, λέει ότι ο Επίκουρος είναι αληθής όταν αποφαίνεται περί ανυπαρξίας θείας πρόνοιας για τον κόσμο και τις ανθρώπινες υποθέσεις. Ο Ιππόλυτος¹⁰ στο έργο του «Κατά Πάντων των Αιρέσεων» επίσης μεταφέρει την απόλυτη άποψη του Επίκουρου για την έλλειψη ενδιαφέροντος του Θεού για τα εγκόσμια.  Δεν υπάρχει ειμαρμένη και θεία πρόνοια . Στην υπερκόσμια σφαίρα, η θεότητα βιώνει την αταραξία, την ηρεμία, την ευχαρίστηση και την έλλειψη προβλημάτων. Είναι φυσικό ο Θεός να μην έχει καμιά διάθεση, ούτε κίνητρο για να εμπλακεί στις ανθρώπινες υποθέσεις και διαμάχες και να προσπαθήσει να τις κατευθύνει. Ο Πορφύριος¹¹ μεταφέρει τη διδαχή του Επίκουρου ότι πηγή κάθε συμφοράς δεν είναι ο θυμός των θεών, αλλά η άγνοια των ανθρώπων περί της φύσεως των θεών. Εφόσον οι θεοί ούτε συμφορές στέλνουν στους ανθρώπους, ούτε ευεργετούν αυτούς που τους κολακεύουν, αυτό που κάνει τη ζωή των «θεοφοβούμενων» ανθρώπων  μίζερη, είναι η έλλειψη μαχητικότητας, σχεδίου και ψυχικής δύναμης για να παλέψουν και να κάνουν τη ζωή τους καλύτερη. Δεν υπάρχει  ούτε ειμαρμένη ούτε κάποιο θεϊκό σχέδιο που οδηγεί και καθοδηγεί τον κόσμο σε μια προδιαγεγραμμένη πορεία και πηγή κάθε ανθρώπινης κακοδαιμονίας είναι οι προλήψεις και η παθητική αναμονή της θεϊκής παρέμβασης.

Ο Πλούταρχος¹²  αναφέρει ότι ο Επίκουρος με τις περί Θεού διδαχές του ήθελε να καλλιεργήσει την αφοβία έναντι των θεών. Η νοητική σύλληψη της ύπαρξης του θεού είναι ένα πράγμα, αλλά η συμφεροντολογική ευσέβεια κάποιων, με προφανή σκοπό τη θεϊκή εύνοια, είναι κάτι που προκαλούσε στο φιλόσοφο απέχθεια. Αν παριστάνεις τον ευσεβή, έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού σου ότι θα κερδίσεις επίγειες και επουράνιες ανταμοιβές είσαι κατά τον ιδρυτή του Κήπου πέρα για πέρα ανόητος. Δεν υπάρχει παράδεισος και ζωή μετά το θάνατο¹³. Τίποτε δεν επιβιώνει μετά θάνατο και η νέκρωση δεν έχει να κάνει τίποτε μαζί μας αφού οι νεκροί δεν υπάρχουν για να βιώσουν οτιδήποτε. Δεν αξίζει το κόπο να αγωνιούμε και να βασανιζόμαστε για να κερδίσουμε την [υποθετικά υπαρκτή ] μετά θάνατο ζωή, αλλά πρέπει να κάνουμε κάθε προσπάθεια να είμαστε ευτυχείς σε αυτή τη ζωή που κατά τον Επίκουρο είναι η μόνη, χειροπιαστή πραγματικότητα της ύπαρξης.

Ο Επίκουρος ειρωνεύεται αυτούς που προσεύχονται για να εκλιπαρήσουν τη θεϊκή εύνοια λέγοντας ότι είναι ευτύχημα ότι τα ανθρώπινα αιτήματα δεν ικανοποιούνται από τους Θεούς¹⁴ . Αυτό γιατί αν οι θεοί μετατρέπονταν σε εκτελεστές των ατομικών ανθρώπινων θελήσεων, η ανθρωπότητα θα χανόταν από προσώπου της γης. Εφόσον το δόγμα « Ο θάνατος σου η ζωή μου» είναι κοινότατο ανάμεσα στους ανθρώπους, οι μισοί άνθρωποι θα εύχονταν για την εξόντωση των άλλων μισών που είναι οι εχθροί τους. Στο Σύγγραμμα Επίκουρου Προσφώνηση¹⁵ επίσης επαναλαμβάνεται ότι  όχι μόνο είναι μάταιο να ζητάς οτιδήποτε από το θεό, αλλά και ανόητο. Ο άνθρωπος έχει αποθέματα δύναμης και μπορεί ο ίδιος να κάνει πραγματικότητα αυτό που θέλει. Άρα ας μη ζητούμε από το θεό αυτά που η θέληση μας, αν είναι ισχυρή και στοχευμένη μπορεί να πραγματώσει μόνη της. Ο Επίκουρος στέλνει το ξεκάθαρο μήνυμα: Ο Θεός δεν νοιάζεται για τα δικά σου προβλήματα, ούτε σκοτίζεται για τα  λάθη και τα πάθη σου, ούτε παρεμβαίνει στη ζωή σου. Πάρε λοιπόν την τύχη σου στα χέρια σου και ζήσε μια λιτή ζωή γεμάτη ευδαιμονία.

Το επικούρειο σύμπαν φαίνεται να οδηγείται σε μια τυχαία πορεία χωρίς σκοπό ή ευκολονόητο για τους ανθρώπους  νόημα, με τους θεούς  σε απόλυτη μόνωση μακριά από τη μίζερη ανθρωπότητα. Ίσως ο κόσμος των ονείρων να ανοίγει στους ανθρώπους ένα παράθυρο θέασης του θείου. Ο Σέξτος ο Εμπειρικός στο σύγγραμμα του «Προς Φυσικούς»¹⁶ ¹⁷συνδέει την ανθρώπινη αντίληψη για τους θεούς με τα όνειρα και την υποσυνείδητη φαντασία που τα συνοδεύει. Οι συγκεχυμένες εικόνες των ενυπνίων, τα μεγάλα ανθρωπόμορφα είδωλα, δημιουργούν την αντίληψη του θεού. Υπονοείται, ίσως, ότι ο κόσμος των ονείρων, είναι αντανάκλαση ενός άλλου κόσμου, αυτού των θεών.

Ο Γρίφος του Επίκουρου

Ο Λακτάνιος¹⁸ μεταφέρει τον ακόλουθο προβληματισμό    τον οποίο αποδίδει στον Επίκουρο. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο γρίφος δεν αναφέρεται σε άλλες πηγές γι’ αυτό πολλοί αμφισβητούν αν προέρχεται από το Φιλόσοφο του Κήπου.

“…Λέειότιοθεόςείτεεπιθυμείνααπομακρύνειτοκακόκαιδενμπορεί, είτεμπορείαλλάείναιαπρόθυμος, είτεδενθέλεικαιδενμπορεί, ήκαιθέλεικαιμπορεί. Εάνθέλειαλλάδενμπορεί, τότεείναιαδύναμος, τοοποίοδενταιριάζειστονθεό. Εάνμπορείαλλάδενθέλει, τότεείναιφθονερός, τοοποίοαπέχειαπότηφύσητουθεού. Εάνούτεθέλειούτεμπορεί, τότεείναικαιφθονερόςκαιαδύναμοςάραδενείναιθεός. Εάνκαιθέλεικαιμπορείπουείναιταμόναχαρακτηριστικάπουταιριάζουνσεένανθεό, τότεαπόπουπροέρχεταιτοκακό; Ήγιατίδεντοαπομακρύνει;…

Το πρόβλημα της ύπαρξης του Κακού στον κόσμο σε αντιδιαστολή με την παντοδυναμία του Θεού παραμένει διαχρονικά άλυτο. Η προσπάθεια απόδοσης της επικράτησης του κακού στην ανθρώπινη ελευθερία δεν λύνει το πρόβλημα. Αυτό γιατί αν ο άνθρωπος επιλέγει το κακό αυτό σημαίνει ότι η φύση του είναι ελαττωματική ευθύς εξ’ αρχής εφόσον δεν έχει ούτε κρίση, ούτε διάκριση για να νοήσει και πράξει  το ορθό. Ο Επίκουρος εξηγεί την επικράτηση του κακού με την απόλυτη αδιαφορία του θεού για τα εγκόσμια. Δεν υπάρχει εύκολη αντίκρουση της θέσης αυτής. Αν όμως ο θεός δεν είναι μέρος του Γίγνεσθαι αυτού του κόσμου, ποιες είναι οι αιτίες της κίνησης, της μεταβολής και της όλης διαμόρφωσης της υλικής πραγματικότητας; Κατά τον Αέτιο¹⁹ τρεις είναι οι κινητήριες δυνάμεις που διαμορφώνουν τον κόσμο. Η πρώτη είναι η ανάγκη, δηλαδή ο φυσικός νόμος, ο οποίος δεν είναι πάντα κατανοητός από τους ανθρώπους . Ο δεύτερος είναι η προαίρεση, δηλαδή η ανθρώπινη θέληση. Ο τρίτος παράγοντας είναι η συγκυρία, δηλαδή η τύχη που είναι αιτία άστατη, αδιευκρίνιστη, χαοτική και μη προβλέψιμη. Η διαμόρφωση των πιο πάνω απόψεων του ιδρυτή του Κήπου έχουν τη ρίζα τους σε ανάλογες απόψεις των υλιστών φιλοσόφων Λεύκιππου και Δημόκριτου. Ο Αέτιος²⁰ αναφέρει ότι η πίστη στη θεία πρόνοια ήταν ευρύτατα διαδεδομένη και ότι οι τρεις προαναφερθέντες υλιστές φιλόσοφοι που την απέρριπταν  ήταν η εξαίρεση του κανόνα. Ο Επίκουρος ήταν θαυμαστής του Δημόκριτου και της θεωρίας του ότι το σύμπαν αποτελείται από άτομα και κενό.

Τελειώνουμε την αναφορά μας στη θεολογία του Επίκουρου με το εξής γνωμικό που κατά τη γνώμη μας τη συνοψίζει «ἂφοβον ο  θεός, ἀνύποπτον  ὁ θάνατος, και τἀγαθόν μέν εὒκτητον το δε δεινόν εὐκαρτέρητον»²¹. Ο άνθρωπος στην επιδίωξη της ευτυχίας πρέπει να αναγνωρίζει το θεό αλλά να μη τον φοβάται. Να απομακρύνει από τη σκέψη του την ιδέα του θανάτου, γιατί ο θάνατος δεν είναι βίωμα των ζωντανών. Ο φόβος του θανάτου είναι μαρτυρικό βίωμα ανόητων ανθρώπων που αγωνιούν για το αναπόφευκτο της εκμηδένισης, αντί να ζουν κάθε στιγμή της ζωής τους με ευδαιμονία, λιτότητα, σοφία, και φιλία . Ο θάνατος είναι χαρακτηριστικό των νεκρών, αλλά οι αποβιώσαντες είναι ανύπαρκτοι για να βιώσουν οτιδήποτε. Άρα «Ὁ θάνατος οὐδὲν πρὸς ἡμᾶς· τὸ γὰρ διαλυθὲν ἀναισθητεῖ· τὸ δ’ ἀναισθητοῦν οὐδὲν πρὸς ἡμᾶς. »

Να αποκτάς το καλό  είναι σχετικά εύκολο αποφαίνεται ο Επίκουρος, ενώ  το κακό ένας φιλοσοφημένος άνθρωπος μπορεί να το υποστεί με αξιοπρέπεια και καρτερία. Ο Θεός  είναι  πρότυπο ευδαιμονίας και όχι φόβητρο για να αποκτήσουμε την ευτυχία που είναι το πραγματικό ζητούμενο της ζωής μας.

Παραπομπές

1. Επίκουρος: Γεννήθηκε στη Σάμο και ήταν γιος του Αθηναίου πολίτη  κληρούχου Νεοκλή και της Χαιρεστράτης. Από μικρή ηλικία έδειξε φιλομάθεια. Διδάχθηκε από  αξιόλογους δασκάλους όπως  ο  πλατωνιστής Πάμφιλος και ο Ναυσιφάνης  που μύησε τον Επίκουρο στην ατομική θεωρία του Δημόκριτου. Ο Επίκουρος έκτοτε θαύμαζε και εκτιμούσε το Δημόκριτο. Η μαθητεία του κοντά στο Ναυσιφάνη διάρκεσε τρία χρόνια (327 -324π.Χ ) . Ο θάνατος του Αλέξανδρου το 323 π.Χ. απετέλεσε την αφορμή για  Αθηναϊκή επανάσταση με  σκοπό την αποτίναξη του μακεδονικού ζυγού. Η ήττα των Αθηναίων έθεσε σε κίνδυνο την οικογένεια του Επίκουρου. Η πατρική περιουσία στη Σάμο κατασχέθηκε, έγινε πρόσφυγας   στον Κολοφώνα της Ιωνίας. Η οικογενειακή τραγωδία δεν στάθηκε ικανή να σταματήσει την πορεία του  προς τη γνώση. Συνέχισε τη μελέτη, εμβάθυνε στη γνώση, καταστάλαξε στις πεποιθήσεις του και στη συνέχεια δίδαξε  στη Μυτιλήνη και στη Λάμψακο. Γύρω στο 310 π.Χ.  κατέφυγε στην Αθήνα, μαζί με φίλους και οπαδούς του. Αγόρασε  ένα μεγάλο κτήμα κοντά στο Βοτανικό στο οποίο στέγασε τη σχολή του. Ο Επικούρειος Κήπος ήταν ένας μικρός επίγειος παράδεισος  με δέντρα, λουλούδια, πουλιά, μικρά κτίσματα. Ο Επίκουρος ζούσε μια ήρεμη και εξαιρετικά λιτή ζωή μαζί με τους φίλους και τους μαθητές του. Ανάμεσα στους οπαδούς του υπήρχαν άντρες, γυναίκες και δούλοι χωρίς  διάκριση. Οι  Επικούρειοι ήταν ένα απομονωμένο κοινόβιο στο οποίο ο σοφός από  τη Σάμο δίδαξε για τέσσερις  δεκαετίες.=

2. Κικέρωνα, περί της Φύσεως των θεών [ DeNaturadeorum ] I 43 (353 Us)

3. Φιλόδημος Περί Εὐσεβείας απ. 19

4. Φιλόδημος Περί Εὐσεβείας απ. 26

5. Κικέρωνα, περί της Φύσεως των θεών [ DeNaturadeorum ] I 49 (352 Us)

6. Αέτιος Συναγωγή 1.7.34 (355 Us, 257 Arr )

7. Επιστολή προς Μενοικέα 123-124

8. Αέτιος Συναγωγή 17.7 (36) Us., 182 Arr. )

9. Λουκιανός Δις κατηγορούμενος 2 (368 Us. )

10. Ιππόλυτος κατά πασῶν αἰρέσεων Ι 22.3. (359 us)

11. Πορφύριος προς Μαρκέλλαν

12. Πλούταρχος Ὃτι οὐδ’ ἡδέως..1092Β-C (384 Us)

13. Πλούταρχος Ὃτι οὐδ’ ἡδέως..1103D (448 Us)

14. Γνωμολόγιο codex Parisinous gr. 1168, 115r (388 Us)

15. ΕΠΙΚΟΥΡΟΥ ΠΡΟΣΦΩΝΗΣΙΣ (Codex Vaticanus Graecus)

16. ΕΠΙΚΟΥΡΟΥ ΠΡΟΣΦΩΝΗΣΙΣ (Codex Vaticanus Graecus)

17. Σέξτος Εμπειρικός Προς φυσικούς Ι.25 (353 Us )

18. Lactantious, De Ira Dei 13ο κεφάλαιο:

19. Αέτιος Συναγωγή L29.5,6

20. Αέτιος Συναγωγή ΙΙ.3.1

21. Φιλόδημος Προς τους.. IV (196 Αrr.)

 

Εκπαιδευτικός

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy