Bullying: Η έλλειψη εκπαιδευτικών ψυχολόγων και οι βαρύτατες ευθύνες της πολιτείας

  • «Υπάρχουν αυτή τη στιγµή µόνο 44 εκπαιδευτικοί ψυχολόγοι για το σύνολο των µαθητών. Αντιστοιχεί, δηλαδή, ένας ψυχολόγος για 2.000 µαθητές, αριθµός αποκαρδιωτικός»
  • «Είναι πάγιο αίτηµα, τόσο της ΠΟΕ∆ όσο και άλλων οργανώσεων, εκπαιδευτικών και γονέων, η ενίσχυση της υπηρεσίας στήριξης των παιδιών και ενώ η κυβέρνηση είχε δεσµευτεί δηµόσια το 2018, τίποτα δεν έγινε»
  • «Φυσικά και έχει ευθύνη το κράτος, διότι οφείλει να παρέχει όλες εκείνες τις αναγκαίες δοµές, ούτως ώστε να εντοπίζονται πιο άµεσα τα περιστατικά εκφοβισµού και να αποτρέπονται δυσάρεστες εξελίξεις»
  • «Χρειάζεται ακόµη περισσότερη προσπάθεια για την οικοδόµηση υγιών διαύλων επικοινωνίας µεταξύ σχολείου και οικογένειας, αλλά και για την ενηµέρωση/επιµόρφωση των γονιών και την ευαισθητοποίηση (και) σε θέµατα που αφορούν τον σχολικό εκφοβισµό»

Του Κυριάκου Λοΐζου

Τα φαινόµενα εκφοβισµού εναντίον µικρών παιδιών –ένα φαινόµενο το οποίο βρίσκεται σε έξαρση το τελευταίο διάστηµα– αποτελούν µία ανοιχτή πληγή για την κοινωνία της Κύπρου.

Το πρόσφατο περιστατικό µε τον 15χρονο µαθητή, τον οποίο δύο µεγαλύτεροι µαθητές έβαλαν µε τη βία στο πορτµπαγκάζ αυτοκινήτου, αφού είχαν καταναλώσει αλκοόλ, είναι γροθιά στο στοµάχι για κάθε νοήµονα πολίτη. Πέρα από τον τρόµο που έζησε ο µαθητής βιώνοντας αυτή την τραυµατική εµπειρία, εγείρονται σοβαρά ερωτήµατα σχετικά µε την ψυχολογική στήριξη των παιδιών στα σχολεία, ενώ η στελέχωση των σχολείων µε ειδικούς –όπως ψυχοθεραπευτές ή παιδοψυχολόγους– είναι βαρύνουσας σηµασίας.

Σε ποιο βαθµό τα παιδιά που δέχονται εκφοβισµό στηρίζονται και πόσο καλά στελεχωµένες είναι οι σχολικές µονάδες; Ποια είναι η ευθύνη του κράτους και πόσο «ακούει» τις διάφορες οργανώσεις για µόνιµες προσλήψεις εκπαιδευτικών ψυχολόγων;

Η υποστελέχωση των σχολείων είναι µέρος του προβλήµατος

Η υποστελέχωση των σχολείων µε ειδικούς –ένα σηµαίνουσας σηµασίας ζήτηµα– αποτελεί µέρος του προβλήµατος, στη βάση της ψυχολογικής στήριξης των παιδιών – µαθητών που δέχονται εκφοβισµό. Όπως ανέφερε στη «Χαραυγή» ο αντιπρόεδρος της Παγκύπριας Οργάνωσης Ελλήνων ∆ασκάλων (ΠΟΕ∆), Απόστολος Σκουρουπάτης, «το πρόβληµα είναι µεγαλύτερο απ’ όσο πιστεύουν πολλοί (σχετικά µε τη στελέχωση), καθώς υπάρχουν αυτή τη στιγµή µόνο 44 εκπαιδευτικοί ψυχολόγοι για το σύνολο των µαθητών, κάτι που σηµαίνει πως αντιστοιχεί ένας ψυχολόγος για 2.000 µαθητές, αριθµός αποκαρδιωτικός». Ως ΠΟΕ∆, υπογράµµισε ο κ. Σκουρουπάτης, «απαιτούµε άµεσα την ενίσχυση των σχολικών µονάδων µε µόνιµο προσωπικό εκπαιδευτικών ψυχολόγων».

Ερωτηθείς για το πώς αντιµετωπίζονται τα παιδιά εάν και εφόσον πάνε να µιλήσουν στον ψυχολόγο του σχολείου, ο αντιπρόεδρος της ΠΟΕ∆ είπε ότι –στη ∆ηµοτική Εκπαίδευση– σε τέτοιας φύσεως περιστατικό ο εκπαιδευτικός ψυχολόγος έρχεται σε επαφή, αρχικά µε το παιδί για το ζήτηµα και στη συνέχεια µε τους δασκάλους και τους γονείς. Ωστόσο, πρόσθεσε, «εµείς ζητούµε, πέρα από τις µόνιµες προσλήψεις, και τη στήριξη των ψυχολόγων στα σχολεία για να είναι σε θέση να κάνουν σωστά τη δουλειά τους».

Είναι πάγιο αίτηµα, τόσο της ΠΟΕ∆ όσο και άλλων οργανώσεων, εκπαιδευτικών και γονέων, η ενίσχυση της υπηρεσίας στήριξης των παιδιών και ενώ η κυβέρνηση είχε δεσµευτεί δηµόσια το 2018, τίποτα δεν έγινε, παρά µόνο στη βάση της αγοράς υπηρεσιών σε µικρή κλίµακα, γεγονός το οποίο καθιστά την αντιµετώπιση του προβλήµατος πρόσκαιρη και χωρίς ουσία.

Για τις ευθύνες του κράτους ο κ. Σκουρουπάτης ήταν ξεκάθαρος: Φυσικά και έχει ευθύνη (το κράτος), διότι οφείλει να παρέχει όλες εκείνες τις αναγκαίες δοµές, ούτως ώστε να εντοπίζονται πιο άµεσα τα περιστατικά εκφοβισµού και να αποτρέπονται δυσάρεστες εξελίξεις. «Όσο περισσότεροι εκπαιδευτικοί ψυχολόγοι, τόσο πιο άµεση η παρέµβαση. Ο ρόλος των ψυχολόγων είναι καθοριστικός», σηµείωσε ο αντιπρόεδρος της ΠΟΕ∆.

Κοινός παρονοµαστής η θυµατοποίηση των παιδιών

Για το φαινόµενο καθαυτό στα σχολεία και τη διαδικασία που ακολουθείται, ο διευθυντής δηµοτικού σχολείου, Κ.Κ., είπε ότι ο σχολικός εκφοβισµός είναι ένα από τα προβλήµατα που εξακολουθούν να απασχολούν τις σχολικές κοινότητες. Αν και είναι δυνατόν να εµφανιστεί µε διάφορες µορφές, πάντα κοινός παρονοµαστής είναι η θυµατοποίηση παιδιών. «Οι σχολικές µονάδες διαθέτουν τους µηχανισµούς αντιµετώπισης τέτοιων περιστατικών όταν αυτά εντοπιστούν. Οι διαδικασίες ξεδιπλώνονται σε διάφορα επίπεδα, στα οποία δυνατόν να παρασχεθεί και εξειδικευµένη υποστήριξη στη σχολική µονάδα από την Υπηρεσία Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας και την Οµάδα Άµεσης Παρέµβασης».

Σε ένα πρώτο επίπεδο, πρόσθεσε, γίνεται δουλειά µε τα ίδια τα παιδιά – θύτες, θύµατα και παρατηρητές. Ανάλογα µε τη σοβαρότητα, την έκταση και τη διάρκεια του προβλήµατος, διαµορφώνεται ένα πρόγραµµα παρέµβασης, το οποίο, σε δεύτερο επίπεδο, δυνατόν να συµπεριλάβει ολόκληρη τη µαθητική κοινότητα και, αν χρειαστεί, και τους γονείς. Φυσικά κάθε παρέµβαση έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες και η εφαρµογή της προϋποθέτει συνεχή παρακολούθηση και αξιολόγηση/ ανατροφοδότηση που καθορίζουν τις επιβαλλόµενες προσαρµογές.

«Χρειάζεται να συνεχίσουµε να εργαζόµαστε µε ένταση και συνέπεια στο επίπεδο της πρόληψης και ιδιαίτερα στο επίπεδο της ενδυνάµωσης των παιδιών, ώστε να βρίσκουν το σθένος να αναγνωρίζουν και να αναφέρουν κάθε περιστατικό σχολικού εκφοβισµού που δυνατόν είτε να βιώσουν τα ίδια –είτε ως θύµατα είτε ως παρατηρητές– είτε να τους µεταφερθεί από άλλους/λες συµµαθητές/τριες τους», υπογράµµισε ο Κ.Κ.

Ως προς το βαθµό συνεργασίας που υπάρχει µεταξύ καθηγητών ή δασκάλων µε τους γονείς, ούτως ώστε να επιτυγχάνεται ένα επιθυµητό αποτέλεσµα για την αντιµετώπιση του φαινοµένου του σχολικού εκφοβισµού, ο διευθυντής του δηµοτικού σχολείου εξήγησε ότι η συνεργασία του σχολείου µε την οικογένεια και τους γονείς/κηδεµόνες είναι θεµελιακής σηµασίας για την αντιµετώπιση κάθε θέµατος που αφορά τα παιδιά µαθητές/τριες, ενώ, όπως τόνισε, η συνεργασία αυτή, δυστυχώς, δεν είναι πάντα δεδοµένη ούτε και πάντα οµαλή, καταδεικνύοντας τις εµφανείς παθογένειες.

«Σε πολλές περιπτώσεις χρειάζεται ιδιαίτερη προσπάθεια για να επιτευχθεί αυτή η οµαλή συνεργασία. Γίνεται, δε, εξαιρετικά δύσκολη σε ορισµένες περιπτώσεις, ιδιαίτερα εάν η οικογένεια θεωρεί το σχολείο υπεύθυνο για τη θυµατοποίηση του παιδιού της ή όταν η οικογένεια αρνείται να αποδεχτεί ότι το παιδί της δυνατόν να έχει συµµετοχή στη θυµατοποίηση ενός άλλου παιδιού.

Για τούτο χρειάζεται ακόµη περισσότερη προσπάθεια για την οικοδόµηση υγιών διαύλων επικοινωνίας µεταξύ σχολείου και οικογένειας, αλλά και για την ενηµέρωση/επιµόρφωση των γονιών και την ευαισθητοποίησή (και) σε θέµατα που αφορούν τον σχολικό εκφοβισµό», είπε καταληκτικά, κάνοντας σαφές το ρόλο που πρέπει να επιτελέσουν τόσο οι γονείς όσο και οι αρµόδιοι εντός και εκτός σχολικών µονάδων για την ουσιαστική αντιµετώπιση του φαινοµένου και κυρίως για την πραγµατική στήριξη των παιδιών.

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy