
- Το τραπεζικό σύστημα διαθέτει πλεονάζουσα ρευστότητα 20,68 δις ευρώ
- Οι περισσότερες επιχειρήσεις είναι υπερχρεωμένες και πολύ δύσκολα θα καταφέρουν να εξασφαλίσουν νέα δάνεια από τις τράπεζες
- Οι τράπεζες προανήγγειλαν την εφαρμογή πιο αυστηρών κριτηρίων για παραχώρηση νέων δανείων προς τις επιχειρήσεις
- Ποσοστό 63,1% των νέων δανείων, που δόθηκαν την περίοδο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2021, πήγε στους πολύ μεγάλους
- Η Κύπρος βρίσκεται στην τρίτη θέση με το υψηλότερο κόστος δανεισμού μεταξύ των κρατών – μελών της ευρωζώνης
- Παράθυρο στις τράπεζες να κάνουν παιχνίδι με τις συναφείς επιβαρύνσεις, όπως το κόστος έρευνας, διαχείρισης, κατάρτισης εγγράφων, εγγυήσεων κ.λπ.
Του Κωνσταντίνου Ζαχαρίου
Άνοιξε ο δρόμος για την παραχώρηση δανείων με κρατικές εγγυήσεις σε αυτοτελώς εργαζόμενους και επιχειρήσεις, αφού, με βάση το διάταγμα που δημοσιεύτηκε, οι αιτήσεις οι οποίες θα εγκριθούν το επόμενο διάστημα και μέχρι τις 31 Μαρτίου 2022 μπορούν να διεκδικήσουν να ενταχθούν στο μέτρο. Παρά ταύτα, τα στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας δείχνουν ότι λίγοι θα πάρουν δάνεια και αυτοί με πολύ αυστηρά κριτήρια και προϋποθέσεις.
Το τραπεζικό σύστημα διαθέτει πλεονάζουσα ρευστότητα ύψους 20,68 δις ευρώ, αφού υπάρχουν 50,27 δις ευρώ καταθέσεις και 29,59 δις ευρώ δάνεια. Παρά ταύτα, οι περισσότερες επιχειρήσεις είναι υπερχρεωμένες και πολύ δύσκολα θα καταφέρουν να εξασφαλίσουν νέο δάνειο από τις τράπεζες. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι τα δάνεια των επιχειρήσεων στις τράπεζες υπερβαίνουν τις καταθέσεις τους (10,60 δις ευρώ έναντι 9,82 δις ευρώ), ενώ υπολογίζεται ότι υπάρχουν άλλα τόσα δάνεια στις εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων (τα οποία επίσης λαμβάνονται υπόψη από τις τράπεζες κατά την αξιολόγηση της αίτησης για την παραχώρηση νέου δανείου). Επισημαίνεται επίσης ότι στην τελευταία Έρευνα Τραπεζικών Χορηγήσεων, η οποία πραγματοποιήθηκε από την Κεντρική Τράπεζα, οι τράπεζες προανήγγειλαν την εφαρμογή πιο αυστηρών κριτηρίων για την παραχώρηση νέων δανείων προς τις επιχειρήσεις.
Προτίμηση των τραπεζών στους πολύ μεγάλους
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας, την περίοδο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου δόθηκαν νέα δάνεια προς τις επιχειρήσεις συνολικού ύψους 1,08 δις ευρώ. Αυτό που προκύπτει ωστόσο από την ανάλυση των στοιχείων είναι ότι τα περισσότερα δάνεια αφορούν τους πολύ μεγάλους. Συγκεκριμένα, δόθηκαν 680 εκατ. ευρώ σε δάνεια πέραν του 1 εκατ. ευρώ το καθένα και 397,9 εκατ. ευρώ σε δάνεια κάτω του 1 εκατ. ευρώ το καθένα. Δηλαδή ποσοστό 63,1% των νέων δανείων αφορά τους πολύ μεγάλους. Αντίθετα, φαίνεται ότι οι αυτοτελώς εργαζόμενοι και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις πήραν ελάχιστα.
Πρόνοια από τη Βουλή για τους μικρομεσαίους
Σημειώνεται πάντως ότι η Βουλή κατάφερε –παρά την αρχική αντίθεση της κυβέρνησης– να συμπεριλάβει στο σχέδιο πρόνοια η οποία είναι ευνοϊκή για αυτοτελώς εργαζόμενους και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Συγκεκριμένα, με την πιο πάνω πρόνοια καθορίζεται ότι από τις εγγυήσεις ύψους 1 δις ευρώ που θα δοθούν στις τράπεζες, τα 300 εκατ. ευρώ πρέπει να αφορούν αυτοτελώς εργαζομένους και πολύμικρές επιχειρήσεις, 550 εκατ. ευρώ μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και 150 εκατ. ευρώ μεγάλες επιχειρήσεις.
Με τον τρόπο αυτό τα κόμματα επιχείρησαν να διασφαλίσουν ότι ένα μέρος των εγγυήσεων θα αξιοποιηθούν για την παραχώρηση δανείων προς τους αυτοτελώς εργαζόμενους και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Παρά ταύτα, το «μαχαίρι» συνεχίζει να βρίσκεται στα χέρια των τραπεζών, οι οποίες θα μοιράσουν το καρπούζι των εγγυήσεων λαμβάνοντας υπόψη και τα δικά τους κριτήρια.
Χρεώσεις και επιτόκια
Εν τω μεταξύ, το διάταγμα καθορίζει ανώτατο όριο μόνο στο επιτόκιο, αφήνοντας ανοικτό το παράθυρο στις τράπεζες να κάνουν παιχνίδι με τις συναφείς επιβαρύνσεις, όπως το κόστος έρευνας, διαχείρισης, κατάρτισης εγγράφων, εγγυήσεων κ.λπ.
Σύμφωνα με το διάταγμα, το επιτόκιο θα είναι κυμαινόμενο και θα βασίζεται στο Euribor έξι μηνών (το οποίο σήμερα είναι αρνητικό αλλά με βάση τους κανόνες του διατάγματος λογίζεται ως μηδέν), συν περιθώριο 0,75% – 1,5% για τους αυτοτελώς εργαζόμενους και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και 1% – 2,5% για τις μεγάλες επιχειρήσεις. Επίσης στις περιπτώσεις δανείων χωρίς εξασφαλίσεις θα επιβάλλεται επιπρόσθετη επιβάρυνση της τάξης του 0,5%.
Σημειώνεται ότι με βάση στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η Κύπρος βρίσκεται στην τρίτη θέση με το υψηλότερο κόστος δανεισμού. Συγκεκριμένα, στην Κύπρο ο σύνθετος δείκτης του κόστους δανεισμού για νέα δάνεια προς τις επιχειρήσεις ανέρχεται στο 3,14%, ενώ ο μέσος όρος στην ευρωζώνη είναι 1,48%. Μάλιστα, στα δάνεια μέχρι 1 εκατ. ευρώ με κυμαινόμενο επιτόκιο ή αρχική περίοδο σταθερού επιτοκίου έως ένα έτος, το επιτόκιο στην Κύπρο είναι 3,27%, σε σύγκριση με 1,71% στην ευρωζώνη.
Ποιοι δικαιούνται δάνεια και πόσα
Σημειώνεται ότι το διάταγμα καθορίζει ρητά ότι «οι κυβερνητικές εγγυήσεις παραχωρούνται για σκοπούς αύξησης της ρευστότητας στην οικονομία και δεν δύνανται να χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη της αποπληρωμής υφιστάμενων πιστωτικών διευκολύνσεων είτε εξυπηρετούμενων είτε μη εξυπηρετούμενων και/ήνα χρησιμοποιηθούν ως εξασφάλιση για την αναδιάρθρωση υφιστάμενων πιστωτικών διευκολύνσεων οποιουδήποτε ΠιστωτικούΙδρύματος».
Αναφέρεται επίσης ότι για να ενταχθούν στο σχέδιο οι αυτοτελώς εργαζόμενοι και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα πρέπει μεταξύ άλλων να αποδείξουν ότι ο κύκλος εργασιών τους κατάτο 2020 ήταν μειωμένος τουλάχιστον κατά30% σε σύγκριση με το 2019, ενώ οι μεγάλες επιχειρήσεις θα πρέπει να αποδείξουν ότι ο κύκλος εργασιών τους ήταν μειωμένος τουλάχιστον κατά50%. Επίσης όλες οι επιχειρήσεις θα πρέπει να αποδείξουν ότι δεν ήταν προβληματικές κατά την 31η Δεκεμβρίου 2019.
Το ανώτατο ποσό που μπορεί να πάρει ως δάνειο η κάθε επιχείρηση είναι το ποσό το οποίο αντιστοιχεί στο ετήσιο μισθολογικό της κόστος ή το 25% του ετήσιου κύκλου εργασιών της.
Αρχίζουν οι αιτήσεις
Με βάση το διάταγμα, οι τράπεζες οι οποίες επιθυμούν να συμμετάσχουν στο πρόγραμμα θα πρέπει να το δηλώσουν εντός 30 ημερών. Διευκρινίζεται ωστόσο ότι οι αιτήσεις οι οποίες θα εγκριθούν από την ημερομηνία έκδοσης του διατάγματος (19 Νοεμβρίου) και εντεύθεν, μπορούν να ενταχθούν στο σχέδιο (υπό την προϋπόθεση ότι θα παραχωρηθούν μετά την υποβολή της αίτησης ενδιαφέροντος από την τράπεζα για συμμετοχή στο σχέδιο). Αυτό σημαίνει ότι από αύριο Δευτέρα μπορούν να ξεκινήσουν οι αιτήσεις για δάνεια με κρατικές εγγυήσεις.
