Διαρθρωτική ανακατανομή του εισοδήματος σε βάρος των μισθωτών, διαπιστώνει το ΙΝΕΚ ΠΕΟ

Τη διαρθρωτική μετατόπιση της σχέσης της μισθωτής εργασίας με τις επιχειρήσεις στην Κύπρο, που σημαίνει την αποσύνδεση των μισθών από την οικονομική μεγέθυνση των τελευταίων ετών διαπιστώνει η έκθεση για την Οικονομία και την Απασχόληση για το 2019 που εξέδωσε το Ινστιτούτο Εργασίας Κύπρου (ΙΝΕΚ ΠΕΟ), με τον ΓΓ της συνδικαλιστικής οργάνωσης να υποδεικνύει την ανάγκη δικαιότερης κατανομής της ανάπτυξης.

Σε ό,τι αφορά της μακροοικονομικές εξελίξεις, η ΙΝΕΚ ΠΕΟ εκτιμά πως «πυκνώνουν τα σύννεφα υπερθέρμανσης της οικονομίας, επικαλούμενη στοιχεία της Eurostat, που είναι ορατά ήδη από το 2018 και σηματοδοτούν την είσοδο της οικονομίας σε περίοδο μη διατηρήσιμων ρυθμών αύξησης του ΑΕΠ λόγω εμφάνισης σημαντικής ανισορροπίας του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών».

«Τα στοιχεία και της φετινής έκθεσης, έρχονται να επιβεβαιώσουν ότι η επάνοδος σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, αυτό δηλαδή που προβλήθηκε από την κυβέρνηση ως success story, στηρίχτηκε πρακτικά σε μια μεγάλη διαρθρωτική μετατόπιση στη σχέση μισθωτής εργασίας και κεφαλαίου», ανέφερε ο ΓΓ της ΠΕΟ Πάμπης Κυρίτσης.

Όπως είπε ο κ. Κυρίτσης, «τα ευρήματα της έκθεσης και τα συμπεράσματα στα οποία αυτή καταλήγει, θεωρούμε ότι τεκμηριώνουν πλήρως τους διεκδικητικούς στόχους της ΠΕΟ και του κινήματος των εργαζομένων ευρύτερα».

«Είναι φανερό ότι για να σμικρυνθούν οι τεράστιες κοινωνικές ανισότητες και να υπάρξει μια δικαιότερη κατανομή του αποτελέσματος της ανάπτυξης, επιβάλλεται η διεκδίκηση ουσιαστικών αυξήσεων στους μισθούς των εργαζομένων κατά την ανανέωση των συλλογικών συμβάσεων», ανέφερε ο ΓΓ της ΠΕΟ

Ο Γενικός Διευθυντής του ΙΝΕΚ ΠΕΟ Παύλος Καλοσυνάτος ανέφερε στο δικό του χαιρετισμό ότι «θέλουμε να πιστεύουμε ότι και αυτή τη χρονιά με την έκθεση μας συμβάλουμε σε ένα ευρύτερο κοινωνικό και πολιτικό προβληματισμό για την αναγκαιότητα χάραξης μίας εναλλακτικής οικονομικής πολιτικής που θα θέτει στο επίκεντρο της τους εργαζόμενους, γυναίκες και άντρες και που θα έχει την πραγματική φιλοδοξία να ικανοποιήσει τις σύγχρονες ανάγκες της λαϊκής οικογένειας».

Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έκθεσης, από το 2013 στην Κύπρο ασκήθηκε πολιτική υποτίμησης της εργασίας μέσω της εφαρμογής του μνημονιακού προγράμματος, μια πολιτική η οποία υποβοηθούμενη από την εκτεταμένη ανεργία, «προκάλεσε διαρθρωτική μετατόπιση της σχέσης της μισθωτής εργασίας με τις επιχειρήσεις».

«Αυτό σημαίνει», αναφέρεται, «ότι οι μισθωτοί καρπώνονται τώρα, για το ίδιο ποσοστό ανεργίας, εισοδηματικό μερίδιο μικρότερο από την προ του 2013 περίοδο κατά περίπου 7,5 εκατοστιαίες μονάδες του ακαθάριστου προϊόντος του επιχειρηματικού τομέα (πριν από τις αναδιανεμητικές παρεμβάσεις της δημοσιονομικής πολιτικής) επειδή οι τροποποιημένες θεσμικές συνθήκες (με τυπική ή άτυπη μορφή) που προέκυψαν από την εφαρμογή του μνημονίου λειτουργούν υπέρ των επιχειρήσεων και αποδυναμώνουν την διαπραγματευτική ισχύ των μισθωτών».

Αναφέρεται περαιτέρω ότι κατά τα τελευταία έτη, παρά την μεγάλη μείωση του ποσοστού ανεργίας, οι μισθοί εμφανίζουν μικρές μόνον αυξήσεις και το εισοδηματικό μερίδιο της εργασίας στο ΑΕΠ παραμένει πρακτικά αμετάβλητο. «Επομένως, οι αμοιβές εργασίας αποσυνδέθηκαν σε μεγάλο βαθμό από την οικονομική μεγέθυνση και τις αυξήσεις του αριθμού απασχολουμένων που αυτή προκάλεσε», είπε.

Σημειώνει ακόμη ότι το εισοδηματικό μερίδιο του κεφαλαίου ως ποσοστό του ακαθάριστου προϊόντος στο επιχειρηματικό τομέα αυξήθηκε στη διάρκεια της κρίσης από το επίπεδο 43% περίπου κατά τα έτη 2010-2013, στο επίπεδο του 51% το 2014.

Σημειώνοντας ότι στην αύξηση της κερδοφορίας δεν συνέβαλαν ουσιαστικά ούτε η παραγωγικότητα της εργασίας που αυξάνεται με εξαιρετικά βραδείς ρυθμούς, ούτε οι τεχνολογικές και οργανωτικές βελτιώσεις που ήταν μικρές, η έκθεση επισημαίνει ότι «η μετατόπιση της κερδοφορίας σε υψηλότερα επίπεδα στη διάρκεια της πενταετίας 2015-2019 επιτεύχθηκε χάρη στη διατήρηση των αμοιβών εργασίας στα χαμηλά επίπεδα που είχαν ήδη δια- μορφωθεί κατά την περίοδο της βαθιάς ύφεσης των ετών 2012-2014, και στην αυξημένη εξωτερική ζήτηση που επέτρεψε την χρησιμοποίηση του αργούντος παραγωγικού δυναμικού, κυρίως χάρη στον τουρισμό και στον κατασκευαστικό τομέα».

Προς υπερθέρμανση η οικονομία;

Σε σχέση με τις μακροοικονομικές εξελίξεις, η ΙΝΕΚ ΠΕΟ, αφού σημειώνει ότι η οικονομία παρουσιάζει σημάδια υπερθέρμανσης, υπογραμμίζει πως η αύξηση του ΑΕΠ κατά την ανοδική πορεία της οικονομίας κατά την περίοδο 2015 – 2019 έχει οδηγήσει σε πλήρη χρησιμοποίηση του παραγωγικού δυναμικού, και η οικονομία αναπτύσσεται πλέον με ΑΕΠ ανώτερο του δυνητικού ΑΕΠ εξαντλώντας την δυνατότητα διατήρησης του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών σε χαμηλά επίπεδα.

Επικαλούμενη προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι το ΑΕΠ κατά το 2019 κινείται ήδη σε επίπεδα υψηλότερα κατά 4% του δυνητικού ΑΕΠ και αυτό θα συνεχιστεί κατά το 2020, η ΙΝΕΚ ΠΕΟ συμπληρώνει: «Πυκνώνουν έτσι περαιτέρω τα σημεία υπερθέρμανσης της κυπριακής οικονομίας που είναι ορατά ήδη από το 2018 και σηματοδοτούν την είσοδο της οικονομίας σε περίοδο μη διατηρήσιμων ρυθμών αύξησης του ΑΕΠ λόγω εμφάνισης σημαντικής ανισορροπίας του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών».

Σημειώνει εξάλλου πως η οικοδομική δραστηριότητα «βρίσκεται ήδη σε κατάσταση υπερθέρμανσης η οποία προαναγγέλλει την επιβράδυνση του κλάδου», ενώ η συμβολή των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών στην διαμόρφωση του ΑΕΠ έχει καταστεί αρνητική επειδή υποχωρεί η ζήτηση στις χώρες-πελάτες του κυπριακού τουρισμού, και επιπλέον, επειδή διατηρείται η εντεινόμενη γεωπολιτική αβεβαιότητα στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου.

Σύμφωνα με την έκθεση το 2019 υπήρξε αλλαγή του καθεστώτος οικονομικής μεγέθυνσης από εξωστρεφές (με κινητήρα τις εξαγωγές) σε εσωστρεφές (με κινητήρα τις επενδύσεις παγίου κεφαλαίου και ιδιαίτερα την εσωτερική κατανάλωση).

«Υπό αυτές τις συνθήκες, είναι εύλογο να αναμένουμε ότι κατά το 2020 θα υπάρξει περαιτέρω διεύρυνση του ήδη απειλητικού ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών».

Τέλος, αφού σημειώνει ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα επιβραδυνθεί στο 2,5% του ΑΕΠ, η ΙΝΕΚ ΠΕΟ εκτιμά ωστόσο πως λόγω της αύξησης του πληθυσμού, παρά την αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας εντούτοις ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ ανά κάτοικο παρουσιάζει μείωση, αφού η μεγέθυνση του ΑΕΠ επιμερίζεται σε μεγαλύτερο πληθυσμό.

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy