Διπλή Συνέντευξη: Καμιά αλληλεγγύη από τους εταίρους μας στην ΕΕ. Τι φταίει;

Συνεντεύξεις στη Νίκη Κουλέρμου

Μετά από μισό σχεδόν αιώνα κατοχής η Τουρκία δεν έχει κάποια ιδιαίτερη πίεση, ή κίνητρο, ή επιθυμία για να λύσει το Κυπριακό, υποστηρίζει ο αναπληρωτής πρόεδρος και βουλευτής του ΔΗΣΥ, Χάρης Γεωργιάδης, υποστηρίζοντας ότι αυτό έπρεπε να γίνει όταν δόθηκαν ευκαιρίες… Ο Γιώργος Λουκαΐδης, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΑΚΕΛ, παρουσιάζει, από την άλλη, τρεις τρόπους για να υποχρεωθεί η Τουρκία να αναθεωρήσει τη στάση της…

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ:

1. Αν η ΕΕ δεν είναι διαθέσιμη, από ποιον να περιμένουμε να πιέσει την Τουρκία για επιστροφή στις συνομιλίες και με ποια κίνητρα;
2. Αν το ενδιαφέρον του βρετανικού παράγοντα είναι το μοναδικό αυτή τη στιγμή, τότε γιατί ο Πρόεδρος φοβάται ότι θα ασκηθούν «πιέσεις» στον ίδιο για να αποδεχθεί κυριαρχική ισότητα ως προϋπόθεση για τις συνομιλίες;
3. Σε πρόσφατη επιστολή της ΚΔ προς τον ΓΓ του ΟΗΕ επαναλαμβάνονται οι δύο προτάσεις που είχαν υποβληθεί και παλαιότερα για διευθέτηση των διαφορών με την Τουρκία σε ό,τι αφορά στην ΑΟΖ, παρόλο που είναι γνωστό ότι θα τις απορρίψει γιατί και οι δύο προϋποθέτουν αναγνώριση της ΚΔ (πριν τη λύση) και της δικαιοδοσίας του Διεθνούς Δικαστηρίου. Η πρόταση του ΑΚΕΛ έχει μια διαφορετική προσέγγιση. Γιατί δεν υποβλήθηκε και αυτή ως μια εναλλακτική εκ μέρους της κυβέρνησης;

Γιώργος Λουκαΐδης, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος ΑΚΕΛ: «Αν προκαλέσουμε οξύ πολιτικό-διπλωματικό πονοκέφαλο στην Τουρκία, θα μπορέσουμε να ελπίζουμε σε αναθεώρηση της στάσης της»

1. Ο ρόλος, γενικότερα, του διεθνούς παράγοντα στο Κυπριακό ήταν ανέκαθεν περισσότερο συναρτημένος με τα συμφέροντά τους. Ήταν όμως, παράλληλα και ταυτόχρονα, συνάρτηση και της στάσης που τηρούσαν τα μέρη στο Κυπριακό και ειδικότερα ως προς την εικόνα που δημιουργούσαν αναφορικά με τις ευθύνες για τη μη ύπαρξη προόδου στη διαδικασία επίλυσης του προβλήματος. Συνακόλουθα, όποτε είχαμε αδιέξοδο και αυτό συνοδευόταν από επιμερισμό ευθυνών και στην ε/κ πλευρά, άνοιγε ο δρόμος στην Τουρκία για να προωθήσει καινούργια απαράδεκτα – παράνομα τετελεσμένα σε βάρος της Κύπρου και του Κυπριακού. Σε μια τέτοια κατάσταση έχουμε βρεθεί τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Οι εγκληματικοί χειρισμοί Αναστασιάδη και η διεθνής ανυποληψία στην οποία έχει περιέλθει, έχουν διευκολύνει τα μέγιστα την Τουρκία στην υλοποίηση των τυχοδιωκτικών σχεδιασμών της σε βάρος της Κύπρου. Συνακόλουθα, παρά το πρωτοφανές μέγεθος της προκλητικότητας της Τουρκίας, δεν βρίσκουμε την απαιτούμενη έμπρακτη αλληλεγγύη ούτε καν από τους εταίρους μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι οποίοι, προφανώς, αν θέλουν πραγματικά και ειλικρινά, έχουν τη δυνατότητα να ασκήσουν επιρροή στην Τουρκία, ώστε η τελευταία να αναθεωρήσει την επιθετική, προκλητική συμπεριφορά της απέναντι στην Κύπρο.
Είναι ξεκάθαρο ότι μονάχα αν μπορέσουμε να προκαλέσουμε ένα μόνιμο, οξύ πολιτικό-διπλωματικό πονοκέφαλο στην Τουρκία, θα μπορέσουμε να ελπίζουμε βάσιμα σε αναθεώρηση της στάσης και της εν γένει συμπεριφοράς της. Αυτό μπορούμε να το πετύχουμε εάν: πρώτον, ανακτήσουμε τη διεθνή αξιοπιστία μας μέσα από σωστούς χειρισμούς στο Κυπριακό. Δεύτερον, προωθήσουμε μια πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, χωρίς αποκλεισμούς και δογματισμούς, όπως σήμερα πράττει η κυβέρνηση Συναγερμού-Αναστασιάδη. Τρίτον, και ιδιαίτερα σημαντικό, οικοδομώντας κοινό μέτωπο πάλης με εκείνους τους συμπατριώτες μας Τουρκοκυπρίους που επίσης αγωνίζονται για τη λύση και την επανένωση της πατρίδας και του λαού μας, στο πλαίσιο της ΔΔΟ.

2. Αν ο Νίκος Αναστασιάδης έχει εγκαταλείψει το φλερτ με τη λύση δύο κρατών και τη συνομοσπονδία και εάν, συνακόλουθα, προτάξει την ανάγκη σεβασμού του κεκτημένου των διαπραγματεύσεων, τότε τίποτα και κανένας δεν μπορεί να επιβάλει αλλαγή του συμφωνημένου και διεθνώς αποδεκτού πλαισίου λύσης του Κυπριακού. Εάν όμως ο ΠτΔ παραμείνει στην ίδια αλλοπρόσαλλη, αντιφατική και παρελκυστική τακτική, αμφισβητώντας ανοιχτά και με διάφορους τρόπους το κεκτημένο των διαπραγματεύσεων, φτάνοντας μέχρι και στην αμφισβήτηση της μορφής της λύσης, όπως έκανε με τη θέση του για επιστροφή στο Σύνταγμα του ’60, τότε είναι αναμενόμενο ότι η Τουρκία, πρώτα απ’ όλα, αλλά και τρίτοι, γνωστοί «καλοθελητές», θα διευκολύνονται να επιδιώκουν την αλλαγή του πλαισίου λύσης.

3. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ουδέποτε συζήτησε στα σοβαρά την πρόταση που γραπτώς του κατέθεσε το ΑΚΕΛ εδώ και ένα χρόνο, που έχει ως στόχο τη διάρρηξη του αδιεξόδου και την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων από το σημείο που διακόπηκαν στο Κραν Μοντανά. Αντίθετα, φροντίζει με διάφορες ευκαιρίες να δαιμονοποιεί την πρόταση που του καταθέσαμε, διαστρεβλώνοντάς την βάναυσα και αποδίδοντας στο ΑΚΕΛ κίνητρα που μόνο αν κοιτάξει στον καθρέφτη μπορεί να τα εντοπίσει. Η πρόταση που του έχουμε καταθέσει είναι η μόνη, κατά την άποψή μας, που ενώ είναι ρεαλιστική, την ίδια ώρα δεν ξεπερνά καμιά κόκκινη γραμμή που έχουμε θέσει ως ελληνοκυπριακή πλευρά. Αντίθετα, θα θέσει την Τουρκία ενώπιον των ευθυνών της και θα της αφαιρέσει τα οποία προσχήματα επικαλείται για να «σκοτώσει» τη βάση και το κεκτημένο των διαπραγματεύσεων. Μόνο μέσα από μία τέτοια τακτική θα μπορέσουμε να πετύχουμε την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων ή, στο βαθμό που η Τουρκία θα παραμείνει άτεγκτη και αδιάλλακτη, να φορτωθεί εξ ολοκλήρου την ευθύνη. Αυτός είναι και ο αποτελεσματικότερος τρόπος να δυσχεράνουμε την Τουρκία στην επιβολή των παράνομων τετελεσμένων της στην Αμμόχωστο και στην αποκλειστική οικονομική ζώνη της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Χάρης Γεωργιάδης, αναπληρωτής πρόεδρος ΔΗΣΥ: «Η Τουρκία δεν έχει σήμερα ιδιαίτερο κίνητρο για να λύσει το Κυπριακό κι αυτό τονίζει την ανάγκη αξιοποίησης των ευκαιριών όταν αυτές παρουσιάζονται…»

1. Μα αυτό ακριβώς τονίζει την ανάγκη αξιοποίησης των ευκαιριών όταν αυτές παρουσιάζονται και όχι όταν πλέον αυτές χαθούν. Για παράδειγμα, ευκαιρία είχαμε το 1978 με το αγγλο-αμερικανο-καναδικό σχέδιο, το οποίο προτάθηκε σε συνάρτηση με την άρση του αμερικανικού εμπάργκο όπλων στην Τουρκία και το οποίο προνοούσε την άνευ όρων επιστροφή της Αμμοχώστου αμέσως με την έναρξη διαπραγματεύσεων. Ήταν μια συγκυρία που δημιουργούσε πράγματι πίεση στην Τουρκία, αλλά δυστυχώς χάθηκε όταν η δική μας πλευρά απέρριψε το Σχέδιο ως δήθεν ΝΑΤΟϊκής έμπνευσης. Ευνοϊκή συγκυρία ήταν επίσης η περίοδος που άνοιξε με το Ελσίνκι το 1999, όταν η Τουρκία επιθυμούσε διακαώς να ακολουθήσει μια ευρωπαϊκή προοπτική. Ούτε αυτή η ευκαιρία αξιοποιήθηκε σωστά, αντιθέτως κατέληξε άδοξα το 2004, όταν κάποιοι είπαν το «όχι» για να τσιμεντώσουν το «ναι». Πέρασαν στη συνέχεια άλλα δέκα άγονα χρόνια, με αποτέλεσμα να φτάσουμε στην τελευταία δεκαετία, μετά το 2013, όταν η Τουρκία άλλαξε πλέον προσανατολισμό, εγκαταλείπει την κοσμικότητα υπέρ του ισλαμισμού, κινείται μακριά από την Ευρώπη και τη Δύση και δεν ενδιαφέρεται καθόλου για τη συνεννόηση και την ειρηνική επίλυση των διαφορών της. Και με ρωτάτε σήμερα ποιος θα πιέσει την Τουρκία; Μα αυτός είναι ο λόγος που δεν επιλύεται το Κυπριακό και όχι βεβαίως η δική μας έλλειψη βούλησης. Μετά από μισό σχεδόν αιώνα κατοχής η Τουρκία δεν έχει κάποια ιδιαίτερη πίεση, ή κίνητρο, ή επιθυμία για να λύσει το Κυπριακό. Ας παρακολουθούμε όμως προσεκτικά τις εξελίξεις σε σχέση με την τουρκική οικονομία. Είναι σοβαρότατα τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Τουρκία στο οικονομικό της μέτωπο, χωρίς καθόλου να υποτιμώ το μέγεθος και τη σημασία της τουρκικής αγοράς και της τουρκικής εγχώριας βιομηχανίας. Τα πράγματα όμως κινούνται οριακά και εάν ξεφύγουν και η χώρα χρειαστεί στήριξη, ίσως δημιουργηθεί ξανά ένα ευνοϊκότερο σκηνικό, το οποίο θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι να αξιοποιήσουμε.

2. Αυτός είναι ένας ορατός κίνδυνος, ο οποίος δεν σχετίζεται βέβαια με τη Βρετανία, αλλά με την ουσία των τουρκικών διεκδικήσεων. Να συνδυαστεί δηλαδή μια πιθανή έναρξη των διαπραγματεύσεων με εμμονή εκ μέρους της Τουρκίας σε τέτοιους είδους απαιτήσεις, όπως είναι η κυριαρχική ισότητα, η οποία ουσιαστικά θα ακυρώνει το βασικό μας όπλο που είναι η κρατική κυριαρχία μέσω της Κυπριακής Δημοκρατίας. Τέτοιες προσεγγίσεις καμία σχέση έχουν με την έννοια της πολιτικής ισότητας όπως αυτή εφαρμόζεται σε κάθε ομοσπονδιακό σύστημα. Γι’ αυτό και εισήγησή μου θα ήταν, αντί να αναλωνόμαστε άσκοπα σε μεταξύ μας αντιπαραθέσεις, να εστιάσουμε στο πραγματικό πρόβλημα που είναι η τουρκική πολιτική, να κατανοήσουμε τη σημασία της οικοδόμησης συμμαχιών και αποτρεπτικής δυνατότητας, μέσω των οποίων να αντιμετωπίσουμε τις τουρκικές πιέσεις και να ξεκαθαρίσουμε με απόλυτο τρόπο ότι η αποδοχή εκ μέρους μας της ομοσπονδίας ως βάσης για λύση του Κυπριακού περιλαμβάνει κάποιες βασικές και αυτονόητες προϋποθέσεις, όπως είναι η λειτουργικότητα, η αποδοχή του ευρωπαϊκού κεκτημένου, η αποχώρηση των στρατευμάτων, η κατάργηση του μονομερούς επεμβατικού δικαιώματος και ασφαλώς οι εδαφικές αναπροσαρμογές που να περιλαμβάνουν την Αμμόχωστο και τη Μόρφου.

3. Επιτρέψετε μου ούτε και εδώ να είμαι ιδιαίτερα αισιόδοξος, ότι δηλαδή η Τουρκία θα αποδεχθεί μια λογική διευθέτηση. Η Τουρκία δεν αποδέχεται οτιδήποτε που δεν ισοδυναμεί με πλήρη συγκυριαρχία στη διαχείριση των ενεργειακών αποθεμάτων στην ΑΟΖ και μάλιστα χωρίς καν αυτή να εντάσσεται στο πλαίσιο μιας συμφωνημένης λύσης, αλλά να είναι μέρος της τουρκικής αναθεωρητικής πολιτικής που την έφερε στο σημείο να διεκδικεί και το μισό Αιγαίο και να επιδιώκει να ελέγξει ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο. Αυτή την Τουρκία δυστυχώς έχουμε απέναντί μας την τελευταία δεκαετία. Όχι μια Τουρκία που ενδιαφέρεται για λύσεις, αλλά μια Τουρκία επιθετική, την οποία με μεθοδικότητα, υπομονή και αυτοπεποίθηση πρέπει να αντιμετωπίσουμε.

 

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy