Είναι δύσκολες οι συνθήκες 

Της Ελένης Κωνσταντίνου

 

Λίγο πριν ξεκαθαρίσει εάν θα προωθηθεί τελικά η πρόταση νόμου για επιμήκυνση της αναστολής των εκποιήσεων για άλλους τρεις μήνες, δηλαδή από την 1η Νοεμβρίου 2022 μέχρι και το τέλος Ιανουαρίου του 2023 και με την άρνηση για κάτι τέτοιο από πλευράς κυβέρνησης και Κεντρικής Τράπεζας, «σκάει» και η είδηση πως βρισκόμαστε υπό την παρακολούθηση των Βρυξελλών. Όπως έγραψε το Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων, τεχνοκράτες στις Βρυξέλλες παρακολουθούν τις εξελίξεις, σημειώνοντας πως η Κύπρος δεν θα πρέπει να αναλάβει νομοθετικές δράσεις που θα υπονόμευαν τον ευρύτερο στόχο για τη μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων αλλά και την πειθαρχία αποπληρωμής. Ακόμη ένα μαξιλαράκι για να πιαστούν προφανώς κυβέρνηση και κάποια κόμματα, ώστε να μας πούνε ότι δεν μπορεί να δοθεί παράταση της αναστολής των εκποιήσεων. Από την άλλη, βέβαια, ένα τέτοιο ενδεχόμενο λίγους μήνες πριν τις προεδρικές εκλογές θα χαλάσει το ροζ συννεφάκι ορισμένων που θέλουν να μας πείσουν πως ζούμε σε μια χώρα χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα.

Πάντως το ΑΚΕΛ ήταν ξεκάθαρο διά του βουλευτή του, Άντρου Καυκαλιά, ο οποίος σημείωσε ότι η πρόταση νόμου για επέκταση της στοχευμένης αναστολής των εκποιήσεων είναι αναγκαία λόγω των δυσμενών οικονομικών συνθηκών, οι οποίες, δυστυχώς, εξακολουθούν να επιφέρουν ασήκωτα βάρη και πιέσεις στην πραγματική οικονομία –νοικοκυριά και επιχειρήσεις.

Το ΑΚΕΛ γνωρίζει ότι με την αναστολή δεν επιλύεται το μεγάλο πρόβλημα με τις εκποιήσεις, ούτε αποκαθίσταται ένα πλαίσιο/σύστημα που να διασφαλίζει δίκαιες λύσεις, αλλά με την πρόταση νόμου θα μπορεί να αποκατασταθεί το δικαίωμα των ενυπόθηκων οφειλετών για πρόσβαση στη δικαιοσύνη.

Κατά της πρότασης νόμου είναι η Κεντρική Τράπεζα, που εκτιμά ότι η κατακόρυφη αύξηση των επιτοκίων και ενδεχόμενο πάγωμα των εκποιήσεων θα μειώσει τη χορήγηση δανείων από τράπεζες, καθώς και ο Σύνδεσμος Τραπεζών. Μάλιστα, ο Σύνδεσμος Τραπεζών αναφέρει πως οι συνεχείς παρεμβάσεις στο υφιστάμενο νομικό πλαίσιο που διέπει τα χρονοδιαγράμματα και τις διαδικασίες ρευστοποίησης ενυπόθηκων εξασφαλίσεων επιφέρει αρνητικές επιπτώσεις στα πιστωτικά ιδρύματα και στη σταθερότητα του εγχώριου χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Όπως σημειώνει ο Σύνδεσμος Τραπεζών, η αναστολή των διαδικασιών εκποίησης, που εφαρμόζεται από τον Μάρτιο του 2020 μέχρι και σήμερα, με αφορμή αρχικά την πανδημία και στη συνέχεια τον πόλεμο στην Ουκρανία, καθιστά τη διαδικασία εκποίησης ενυπόθηκων ακινήτων αναποτελεσματική και ατελέσφορη, δυσχεραίνει την ανάκτηση χρεών, ευνοεί τους στρατηγικούς κακοπληρωτές, δημιουργεί μια κουλτούρα μη αποπληρωμής δανείων και υποχρεώσεων και αυξάνει τον κίνδυνο διάχυσης της κουλτούρας αυτής και στους συνεπείς δανειολήπτες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Η εκποίηση ακινήτων, όπως λένε οι Τράπεζες, δεν είναι αυτοσκοπός και έχουν αποδείξει την κοινωνική τους ευαισθησία έναντι ευάλωτων, οικονομικά δανειοληπτών και δη για περιπτώσεις δανείων με εξασφάλιση την κύρια κατοικία που εμπίπτουν στην περίμετρο της αξίας των 350 χιλιάδων ευρώ.

Βέβαια, για το τελευταίο σημείο βάζουμε κάποια ερωτηματικά, αφού πάμπολλες είναι οι περιπτώσεις που γνωρίζουμε ότι προχωρούν με εκποιήσεις πρώτης κατοικίας πολύ πιο κάτω από τις 350 χιλιάδες ευρώ, ενώ ακόμη και στην περίπτωση που οι δανειολήπτες πήγαν να συζητήσουν για συμβιβασμό, ώστε να βρεθεί μια λύση, η τράπεζα έβρισκε διάφορα προσκόμματα, ενώ ζητούσε όλο και μεγαλύτερο ποσό. Πώς μπορεί κάποιος που δυσκολεύεται γενικώς να πληρώσει δόσεις μεγάλα ποσά μαζεμένα είναι άξιον απορίας. Το σίγουρο είναι ότι δεν είναι όλες οι περιπτώσεις οι ίδιες, όμως υπάρχουν πραγματικά άνθρωποι που έχουν πρόβλημα λόγω των υφιστάμενων καταστάσεων και ναι, θα πρέπει να προστατευθούν.

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy