Ελεύθεροι μετά από 22 μήνες στο κελί – «Ανεπαρκής» η αιτιολογία κράτησης δύο προσώπων με απόφαση Ανωτάτου

Ελεύθεροι υπό όρους ως την εκδίκαση της υπόθεσής τους, αφέθηκαν δύο από πέντε κατηγορούμενους σε υπόθεση εισαγωγής 83,6 κιλών κάνναβης η οποία χρονολογείται από τα τέλη Μαρτίου 2019. Τελούσαν υπό κράτηση για περίοδο σχεδόν 22 μηνών .

Διαβάστε επίσης:

Κατεχόμενα: Υπό την επίδραση του βιντεοπαιχνιδιού «GTA» ο 14χρονος που σκότωσε τους γονείς του

Συνωστισμός σε κηδεία ηλικιωμένου στο Αβδελλερό – Κατέγραψε αριθμούς από πινακίδες οχημάτων η Αστυνομία

Το Ανώτατο δικαστήριο σε τριμελή σύνθεσή του χθες έκρινε ότι οι λόγοι έφεσης ήταν δικαιολογημένοι και διάταξε όπως αφεθούν ελεύθεροι υπό όρους. Και στις δύο περιπτώσεις, βρήκε το Ανώτατο, το Κακουργιοδικείο προσέγγισε επιφανειακά το ζήτημα της εμπλοκής τους στα κύρια αδικήματα και δεν επικεντρώθηκε στην αντικειμενική διάσταση της μαρτυρίας που υπήρχε εναντίον τους. Η αιτιολογία της κράτησης τους, ήταν κατ’ αυτό τον τρόπο, «ανεπαρκής».

Οι δύο κατηγορούμενοι μαζί με άλλος τρεις αντιμετωπίζουν έξι κατηγορίες που αφορούν στην εισαγωγή, κατοχή και κατοχή με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα, πολύ μεγάλης ποσότητας ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β’, δηλαδή 83 κιλών και 627 γραμμαρίων κάνναβης και συναφείς κατηγορίες συνωμοσίας μεταξύ τους για τη διάπραξη των αδικημάτων αυτών.

Το Κακουργιοδικείο είχε ορίσει την υπόθεση για ακρόαση στις 7, 8 και 14. Ιανουαρίου και είχε διατάξει όπως όλοι οι κατηγορούμενοι παραμείνουν υπό κράτηση μέχρι τη χθεσινή δικάσιμο.

Οι Εφεσείοντες, που είχαν φέρει ένσταση στην κράτηση τους, προσβάλλουν με την έφεση που ο καθένας καταχώρησε τη διαταγή στην έκταση που τον αφορά. Η κράτηση των Εφεσειόντων ζητήθηκε και διατάχτηκε προς αντιμετώπιση του κινδύνου να φυγοδικήσουν. Το Κακουργιοδικείο συνεκτιμώντας τους τρεις παράγοντες που θεμελιώνουν τον εγγενή και αντικειμενικό κίνδυνο φυγοδικίας, κατέληξε ότι τέτοιος υφίστατο. Επρόκειτο για πολύ σοβαρά αδικήματα, για πλείστα από τα οποία προνοείται ποινή φυλάκισης δια βίου και στην περίπτωση καταδίκης των Εφεσειόντων σε αυτά οι ποινές οι οποίες δυνατό να τους επιβληθούν ενδέχεται να είναι ποινές πολυετούς φυλάκισης.

Όσον αφορά την πιθανότητα καταδίκης, το Κακουργιοδικείο παρέπεμψε στην κατάθεση κάποιου Ξ.Κ. που εμπλέκει αμφότερους. Υπό τις περιστάσεις, το Κακουργιοδικείο έκρινε ότι το γεγονός ότι οι Εφεσείοντες είναι Κύπριοι πολίτες με οικογενειακούς και άλλους δεσμούς στη Δημοκρατία, δεν ήταν αρκετό για να εξαλείψει τον κίνδυνο φυγοδικίας, ούτε και να υπερφαλαγγίσει το γενικό δημόσιο συμφέρον για την απονομή της δικαιοσύνης, παραπέμποντας σε σχετική νομολογία.

Η υπόθεση που καταχωρίστηκε την 9.12.2020 έχει προϊστορία και αφορά αδικήματα που κατ΄ισχυρισμό διαπράχθηκαν την περίοδο Νοεμβρίου 2018 – Μαρτίου 2019. Αρχικά καταχωρίστηκε η ποινική υπόθεση 10006/2019 εναντίον των Εφεσειόντων, δύο εκ των νυν συγκατηγορούμενων τους και άλλων δύο προσώπων, στο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας. Η υπόθεση μεταφέρθηκε για εκδίκαση στο Κακουργιοδικείο Λεμεσού. Στη συνέχεια αναστάλθηκε και καταχωρίστηκε η 19101/2019, προφανώς για να προστεθεί ως κατηγορούμενος 7 κάποιος Λ.Κ.. Η εκδίκαση της 19101/2019 άρχισε την 27.7.2020.

Πριν την έναρξη της ακρόασης ο Ξ.Κ., στον οποίο αναφορά έγινε πιο πάνω, που ήταν το ένα από τα δύο πιο πάνω πρόσωπα, παραδέχθηκε τις κατηγορίες και του επιβλήθηκε ποινή, αφού η κατηγορούσα αρχή προτίθετο να τον καλέσει ως μάρτυρα κατηγορίας. Γι’ αυτό και δεν είναι κατηγορούμενος στην παρούσα υπόθεση, αλλά μάρτυρας κατηγορίας. Έχει παραδεχτεί ακόμη ένας κατηγορούμενος, γι’ αυτό και οι κατηγορούμενοι στην παρούσα παρέμειναν πέντε.

Ενώ η ακρόαση της υπόθεσης συνεχιζόταν, στις 2 Δεκεμβρίου, 2020, ο Πρόεδρος του Κακουργιοδικείου διορίστηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στη θέση του Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου και ο Γενικός Εισαγγελέας ανέστειλε τη διαδικασία και προχώρησε στην καταχώρηση της παρούσας στο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας.

Οι Εφεσείοντες είναι υπόδικοι από 29.3.2019. Η κράτηση τους από τότε είχε διαταχτεί στα πλαίσια της πρώτης υπόθεσης. Την διαταγή για την ανανέωση της κράτησης τους την 24.5.2019, είχαν εφεσιβάλει χωρίς επιτυχία .

«Το κύριο ζήτημα που εγείρεται με αμφότερες τις εφέσεις είναι η εμπλοκή που αποδίδεται στον κάθε Εφεσείοντα στο σοβαρότατο, έγκλημα της εισαγωγής μιας τόσο μεγάλης ποσότητας ναρκωτικών ουσιών για να διοχετευτούν σε τρίτα πρόσωπα, στα πλαίσια της παραμέτρου που αφορά στην πιθανότητα καταδίκης τους, σε συνάρτηση με το γεγονός ότι παραμένουν υπό κράτηση σχεδόν για 22 μήνες», αναφέρεται στην απόφαση του Ανωτάτου.

«Η κράτηση τους για 22 σχεδόν μήνες είναι μια πραγματικότητα», προστίθεται.

«Ότι ενδεχομένως ο Γενικός Εισαγγελέας δεν είχε άλλη επιλογή από την αναστολή της ποινικής τους δίωξης και την καταχώρηση νέας υπόθεσης εναντίον τους, όπως επισήμανε η εκπρόσωπος του ενώπιον μας, δεν προσφέρει καμιά ανακούφιση στους Εφεσείοντες, που αντίθετα, λαμβανομένου υπόψη του χρόνου που αναλώθηκε στην εκδίκαση της 19101/2019 και πόσο προχώρησε η διαδικασία (σχεδόν ολοκληρώθηκε η κατάθεση του πρώτου μάρτυρα κατηγορίας), μόνο δυσφορία μπορούν να αισθάνονται, αντιλαμβανόμενοι πως εάν συνεχιστεί η κράτηση τους μέχρι να αποπερατωθεί η νέα υπόθεση, θα στερηθούν της ελευθερίας τους για ακόμα αρκετά μεγάλη χρονική περίοδο», σημειώνεται.

«Έχουμε διέλθει με κάθε προσοχή την κατάθεση του Ξ.Κ. ημερ.29.3.2019», αναφέρεται στην απόφαση.

Οι Δικαστές του Ανωτάτου διαπιστώνουν ότι, σε σχέση με τον Εφεσείοντα, «ο Ξ.Κ. πράγματι τον κατονομάζει ως το πρόσωπο που του πρότεινε να εμπλακεί στο εγχείρημα και τον σύστησε με τον άνθρωπο που θα έκαμνε την δουλειά, τον συγκατηγορούμενο 1, με τον οποίο ο Ξ.Κ. συνέχισε την συνεργασία μέχρι και που έφτασαν τα ναρκωτικά στη Κύπρο και συνελήφθηκε κατά τη διαχείριση τους. Όπως όμως προέκυπτε από την ίδια κατάθεση, προτού τα ναρκωτικά φτάσουν στην Κύπρο, ο Εφεσείοντας στη 223/2020 αποσύρθηκε από τον κοινό σκοπό».

Ο ρόλος, συνεχίζει η απόφαση, «που θα είχε στο εγχείρημα θα ανατίθετο από τον συγκατηγορούμενο 1 σε συγκεκριμένο άλλο πρόσωπο. Δεν υπάρχει μαρτυρία που να εμπλέκει τον Εφεσείοντα στη 223/2020 σε οτιδήποτε έκτοτε και δεν παρουσιάζεται στην εικόνα των γεγονότων αφ’ ότου τα ναρκωτικά έφτασαν στην Κύπρο».

«Αυτή η διάσταση της καταλογιζόμενης σε αυτόν εμπλοκής δεν διακρίνεται στην απόφαση του Κακουργιοδικείου. Είτε παραγνωρίστηκε εντελώς, είτε δεν θεωρήθηκε σημαντική για να αναφερθεί. Ήταν όμως ιδιαίτερα ουσιαστική παράμετρος, γιατί με τέτοια μαρτυρία θα αναμενόταν ιδιαίτερη εξήγηση, αν το Κακουργιοδικείο είχε διαμορφώσει τέτοια θέση, για το πώς εμπλεκόταν, πέραν της συνωμοσίας, στη διάπραξη των υπολοίπων αδικημάτων, κατά πρώτο λόγο αυτών της κατοχής και της κατοχής με σκοπό την προμήθεια, ακόμα όμως και της εισαγωγής, αφού ακόμα και η τροχιοδρόμηση της αποστολής των ναρκωτικών στην Κύπρο ενδεχομένως να μην μπορούσε να επιτύχει χωρίς άλλο και την εισαγωγή τους στη χώρα», σημειώνεται.

Σε σχέση με τον Εφεσείοντα, συνεχίζει η απόφαση, «δεν υπήρχαν άλλα στοιχεία, όπως αντίθετα αναφέρεται στην απόφαση του Κακουργιοδικείου, που φαίνεται να εξέτασε την περίπτωση του, χωρίς διάκριση σε σχέση με τους συγκατηγορούμενους του».

«Αν τελικά πιθανολογείτο η καταδίκη του μόνο στις κατηγορίες της συνωμοσίας, αδικήματα για τα οποία η μέγιστη ποινή φυλάκισης στη προκειμένη περίπτωση είναι τα επτά χρόνια, αυτή ήταν μια καταλυτική στο ζήτημα της κράτησης του παράμετρος, που υπό το βάρος της εκτεταμένης κράτησης του θα δικαιολογείτο να οδηγήσει στην απόλυση του με όρους», προστίθεται.

Σε σχέση με τον άλλο κατηγορούμενο την έφεση κατά της κράτησής του επίσης εξέτασε το Ανώτατο, αναφέρεται ότι «ο Ξ.Κ. είχε αναφέρει στην κατάθεση του ότι τον γνώρισε μέσω του συγκατηγορούμενου 1. Παρουσιάστηκε ως συνέταιρος του (στην επιχείρηση πώλησης αυτοκινήτων που διατηρούσε) και ως ο άνθρωπος που μαζί θα έκαμναν την δουλειά με τα ναρκωτικά».

Ο Εφεσείοντας, προστίθεται, «ήταν το πρόσωπο που θα «πλάσαρε» τα ναρκωτικά στην αγορά. Έτσι εξειδικεύτηκε ο ρόλος του, που, λόγω της παρέμβασης των διωκτικών αρχών, δεν πρόλαβε να αναλάβει. Και ενώ υπάρχει μαρτυρία που τον θέλει, μετά την πληρωμή για την εκτελώνιση του κοντέινερ με τα ναρκωτικά, να έχει τηλεφωνική συνομιλία με κάποιο τελώνη σε σχέση με το ότι το κοντέινερ είχε «μπλοκαριστεί» στο λιμάνι, δεν υπάρχει μαρτυρία που να τον θέλει να συμμετέχει με οποιοδήποτε τρόπο στη διαχείριση του κοντέινερ με τα ναρκωτικά».

«Στην περίπτωση αμφοτέρων των Εφεσείοντων το Κακουργιοδικείο εξετάζοντας την παράμετρο της πιθανολόγησης καταδίκης τους, αρκέστηκε σε γενική αναφορά στην κατάθεση του Ξ.Κ., παραλείποντας να εστιάσει την προσοχή του στην αντικειμενική ισχύ της μαρτυρίας που αφορούσε τον κάθε ένα ξεχωριστά και να κρίνει το ζήτημα της δικής του κράτησης ή όχι ανεξάρτητα από του άλλους συγκατηγορούμενους τους», αναφέρεται.

Το αποτέλεσμα ήταν ότι ο κίνδυνος φυγοδικίας αναδυόταν ιδιαίτερα μεγάλος, ώστε οι άλλοι παράγοντες που αναφέρθηκαν να μην ήταν αρκετοί για να υπερφαλαγγίσουν τον κίνδυνο αυτό. Τέτοιος ώστε ούτε το γεγονός της εκτεταμένης κράτησης των Εφεσείοντων να είχε καταλυτικά επιδράσει ώστε να διαταχτεί η απελευθέρωση τους με όρους, προστίθεται.

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy