
Του Κώστα Κατσώνη
Στον απόηχο της ανησυχίας, του φόβου, αλλά και της οργής που έχει προκαλέσει στη συντριπτική πλειοψηφία του λαού µας η ασύµµετρη, απροκάλυπτη και πολλαπλώς επικίνδυνη για τη δηµοκρατία µας φασιστική και ρατσιστική βία, στη Χλώρακα και τη Λεµεσό, δεν είναι υπερβολή να πούµε ότι διαφαίνεται και µια αχτίδα φωτός, εξαιτίας της καθολικής καταδίκης των συµβάντων από όλα τα δηµοκρατικά κόµµατα (ΑΚΕΛ, ∆ΗΣΥ, ∆ΗΚΟ, ∆ΗΠΑ, Ε∆ΕΚ και Κίνηµα Οικολόγων). Όλα τα κόµµατα του δηµοκρατικού τόξου, όχι µόνο καταδίκασαν απερίφραστα όσα εγκληµατικά προκάλεσαν οι ακροδεξιοί ροπαλοφόροι φασίστες µε τις κουκούλες, αλλά δεν δίστασαν να ονοµατίσουν και να δακτυλοδείξουν την πηγή του κακού, που δεν είναι άλλος από το ΕΛΑΜ, το παράρτηµα της Χρυσής Αυγής στην Κύπρο.
Αυτό υπονοούσε ξεκάθαρα και ο Πρόεδρος όταν οργισµένος συγκαλούσε έκτακτη σύνοδο του Υπουργικού του Συµβουλίου, καταδικάζοντας τις εκδηλώσεις ρατσιστικής-αντιµεταναστευτικής βίας και δηλώνοντας µε νόηµα ότι «γνωρίζουµε ποιοι τα προκαλούν». Κι αυτό δεν πρέπει να µας εκπλήσσει.
Άλλωστε, το ΕΛΑΜ, από την αρχή της ίδρυσής του, όχι µόνο δεν αποκρύπτει τη ρατσιστική µισαλλόδοξη ακροδεξιά και προφανώς νεοναζιστική ιδεολογία του, αλλά και τη διακηρύσσει µε κάθε ευκαιρία. […]
Η καθολική λοιπόν καταδίκη της ρατσιστικής βίας, µέσα από την οποία έχει αναδειχθεί όχι µόνο ο ακροδεξιός φασιστικός χαρακτήρας του ΕΛΑΜ, αλλά και η ρητορική µίσους, που πλέον δεν εκφράζεται µόνο µέσα από τα ΜΜΕ και Μέσα Κοινωνικής ∆ικτύωσης αλλά έχει προσλάβει, κατά τεκµήριο, και εγκληµατικό χαρακτήρα (βλ. υπόδικο δηµοτικό σύµβουλο του ΕΛΑΜ), δηµιουργεί τις προϋποθέσεις ώστε τα δηµοκρατικά κόµµατα να προβούν σε όλες τις δέουσες ενέργειες ώστε να αποµονωθεί το φασιστικό τέρας και σταδιακά µε βάση τις ενδεδειγµένες νοµικές διαδικασίες να έχει την τύχη της Χρυσής Αυγής στην Ελλάδα.
∆εν υπάρχει άλλη οδός. ∆εν εκτρέφουµε πλέον απλά το αβγό του φιδιού, αλλά έχει πια ξεπουλιάσει, σήκωσε κεφάλι και χύνει το δηλητήριό του πια απροκάλυπτα και επικίνδυνα στη ζωή και την καθηµερινότητά µας. ∆εν έχουµε την πολυτέλεια ως λαός µιας ηµικατεχόµενης χώρας να θωπεύουµε και να ανεχόµαστε την ακροδεξιά εθνικιστική-φασιστική βία, που τη βιώσαµε το 1974 στη χειρότερη µορφή της, µε αποτέλεσµα να τουρκέψει η µισή µας πατρίδα.
Κι είναι τεράστιες οι ευθύνες της Αστυνοµίας, η οποία ήδη εγκαλείται για την απραξία, την ανοχή και την ανικανότητα που επέδειξε σε Χλώρακα και Λεµεσο. Κι οφείλει τώρα να αποδείξει ότι και θέλει και µπορεί να πατάξει το τέρας του φασισµού.
Ας απομονώσουµε λοιπόν το τέρας του φασισµού, ας το αποβάλουµε από τη ζωή µας και ας µονοιάσουµε ως λαός, για να επικεντρωθούµε αποκλειστικά και µόνο στον αγώνα και στην προοπτική της απελευθέρωσης, της επανένωσης και της ειρηνικής συνύπαρξης. ∆εν έχουµε άλλη επιλογή!
