Επικίνδυνες πτήσεις… αμφισβητώντας την ανεξαρτησία

Του  Μιχάλη Υδραίου*

 

Ο εορτασμός της 57ης επετείου της ανεξαρτησίας της Κύπρου σημαδεύτηκε από την πτήση δύο στρατιωτικών αεροπλάνων της ελληνικής αεροπορίας πάνω από την επετειακή στρατιωτική παρέλαση.

Ήταν μια άστοχη ενέργεια, η οποία έγινε αντικείμενο πολιτικής σύγκρουσης, καθώς ο ΓΓ του ΑΚΕΛ, Άντρος Κυπριανού, ορθά επεσήμανε ότι η υπερπτήση των F-16 το μόνο που εξυπηρέτησε ήταν να μαζέψει μερικές ακόμα ψήφους για τον Πρόεδρο Αναστασιάδη.

Οι αντιδράσεις δεν περιορίσθηκαν μόνο στην κυπριακή Αριστερά αλλά και σε όλους όσοι σε Κύπρο και Ελλάδα προσβλέπουν στην αποφυγή της διχοτόμησης και στην εξεύρεση λύσης. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οι αντιδράσεις ήταν ακόμα οξύτερες, καθώς η υπερπτήση των ελληνικών F-16 είναι ένα πισωγύρισμα στη λογική της στρατιωτικής θωράκισης με τη συμβολή της “μητέρας πατρίδας”, είναι ένα πρόκριμα στην επιστροφή του ενιαίου (δήθεν) αμυντικού δόγματος. Το ατόπημα είναι πολύ σοβαρό και δεν μπορεί να αναλυθεί χωρίς να πάρουμε υπόψη τα δεδομένα που έχουν προκύψει μετά το ναυάγιο των συνομιλιών.

Στο σημείο αυτό έχει σημασία να αναφέρουμε ότι στην πρόσφατη έκθεση του ΓΓ του ΟΗΕ προς τα μέλη του Σ.Α., η ευθύνη για την αποτυχία εξεύρεσης λύσης διαμοιράζεται προς όλες τις πλευρές, ακυρώνοντας το αφήγημα της ε/κ ηγεσίας και του ελληνικού ΥΠΕΞ που ισχυρίζονταν ότι η ευθύνη οφείλεται αποκλειστικά στην τουρκική αδιαλλαξία.

Όλοι άλλωστε γνωρίζουν, όπως και ο ίδιος ο ΓΓ αναφέρει, ότι στο Κρανς-Μοντάνα χάθηκε μια μεγάλη ευκαιρία για οριστική επίλυση του κυπριακού προβλήματος και ότι φθάσαμε πολύ κοντά στην τελική λύση. Προκύπτει δε ότι φθάσαμε σε ακτίνα λύσης που προέβλεπε σύντομο χρονοδιάγραμμα αποχώρησης όλων των στρατευμάτων, με εξαίρεση 650 Τούρκων και 950 Ελλήνων στρατιωτών, και παραίτηση από τα παρεμβατικά δικαιώματα και τις εγγυήσεις.

Όπως είναι και δεδομένη η μομφή προς τον Πρόεδρο της Κύπρου, ότι απέφυγε να επιδείξει την επιβαλλόμενη ευελιξία, προτιμώντας να διατηρήσει, χάριν της επανεκλογής του, τους δεσμούς του με τον ακραίο εθνικισμό.

Το ατόπημα είναι πολύ σοβαρό, καθώς, σε μια περίπλοκη φάση όπου επιβάλλεται η διατήρηση των έστω και περιορισμένων προοπτικών για σύντομη επανέναρξη των συνομιλιών, γεγονός που προϋποθέτει την αποφυγή κινήσεων που συμβάλλουν στην ενίσχυση της έντασης, η ελληνική πλευρά επιλέγει την παρουσία στρατιωτικών αεροπλάνων. Δεν παραγνωρίζουμε τη συμπεριφορά της τουρκικής πλευράς -ειδικά κατά την περίοδο Ερντογάν-, που συχνά επιδίδεται σε παρόμοιες στρατιωτικές κινήσεις στην κατεχόμενη Κύπρο. Και θα ήταν εξαιρετικά ταπεινωτικό για την Ελλάδα και την Κυπριακή Δημοκρατία η συμπεριφορά του τουρκικού καθεστώτος να αποτελέσει δικαιολογία και μέτρο σύγκρισης.

Όπως και θα ήταν απολύτως παράλογη η μετακύλιση στη λογική της “μητέρας πατρίδας” και του ενιαίου αμυντικού δόγματος.

Άλλωστε, ορθά επισημαίνεται στην έκθεση του ΓΓ του ΟΗΕ ότι η βασική αιτία που οδήγησε στην επαναπροσέγγιση και στην επίλυση σοβαρών και χρόνιων κωλυμάτων μεταξύ Ε/κ και Τ/κ, ανεξάρτητα από το αρνητικό αποτέλεσμα, οφείλεται στο γεγονός ότι η διαδικασία των συνομιλιών ήταν κυρίως μια κυπριακή εσωτερική υπόθεση.

Το αίτημα όλων των δημοκρατικών προοδευτικών δυνάμεων σχετικά με την επίλυση του Κυπριακού αναφέρεται στη δημιουργία προϋποθέσεων συγκρότησης ενός κανονικού, ανεξάρτητου, σύγχρονου κράτους, χωρίς ξένες στρατιωτικές δυνάμεις, παρεμβατικά δικαιώματα και εγγυήσεις.

Ειδικά για την Αριστερά, έχει ιδιαίτερη πολιτική σημασία να αποδειχθεί ότι είναι δυνατόν να συνυπάρξουν εντός ενός ομοσπονδιακού κράτους Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι.

Η ελληνική πλευρά στη διαδικασία των συνομιλιών προέβαλλε αυτό το αίτημα (σε ορισμένες φάσεις φθάνοντας μάλιστα στην ακραία λογική της πρόταξης και περιορίζοντας με αυτό τον τρόπο τη δυνατότητα διπλωματικής ευελιξίας), συνεπώς το ολίσθημα της 1ης Οκτώβρη μόνο ως ανακόλουθο και απολύτως αντιφατικό μπορεί να εκληφθεί.

*Μέλος Πολιτικής Γραμματείας ΣΥΡΙΖΑ

 

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy