Ευρώ – Ένα ανεξέλεγκτο νόμισμα

Του δρος Νέαρχου Ιωάννου*

Στην πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, οι ειδήμονες επί ευρωπαϊκών θεμάτων, κυρίως οι Γερμανοί και οι Γάλλοι, βρέθηκαν προ ενός μεγάλου διλήμματος. Να προχωρήσουν με την υιοθέτηση κοινής νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής ταυτόχρονα ή να ξεκινήσουν πρώτα με την υιοθέτηση κοινής νομισματικής πολιτικής και σε βάθος χρόνου να υιοθετήσουν και κοινή νομισματική πολιτική ή και το αντίθετο, να προχωρήσουν δηλαδή πρώτα σε κοινή δημοσιονομική και μετά σε νομισματική πολιτική.

Στη «σοφία» τους αποφάσισαν να προχωρήσουν πρώτα με μια κοινή νομισματική πολιτική, έτσι λοιπόν γεννήθηκε το ευρώ και μαζί του και η Ευρωζώνη, στην οποία συμμετέχουν σήμερα 19 από τις 28 χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον το ευρώ χρησιμοποιείται από το Μονακό, το Σαν Μαρίνο, το Βατικανό και την Ανδόρα, στα πλαίσια συμφωνιών με την ΕΕ. Χωρίς συμφωνία και μονομερώς το ευρώ χρησιμοποιείται και από το Μαυροβούνιο και το Κόσοβο (για πολιτικούς λόγους) και από τη Βόρεια Κορέα ως επίσημο νόμισμα για τις διεθνείς τους συναλλαγές.

Η νομισματική πολιτική της Ευρωζώνης είναι ευθύνη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Οι τοπικές κεντρικές τράπεζες δεν ασκούν νομισματική πολιτική παρά μόνο εποπτεία, αφού το νόμισμα ένα είναι.

Η νομισματική πολιτική ασκείται, όπως και σε όλα τα νομίσματα, μέσω του επιτοκίου, με το οποίο η μια Κεντρική Τράπεζα δανείζει εμπορικές τράπεζες. Αν η πολιτική είναι πολιτική χαμηλών επιτοκίων, τότε μια Κεντρική Τράπεζα δανείζει εμπορικές τράπεζες έναντι εξασφαλίσεων με χαμηλό επιτόκιο, με την ελπίδα ότι και αυτές με τη σειρά τους θα δώσουν δάνεια με χαμηλά επιτόκια ή το αντίθετο.

Φυσικά το ύψος των επιτοκίων, η τιμή του χρήματος δηλαδή, όπως και η τιμή όλων των προϊόντων (και το χρήμα προϊόν είναι) εξαρτάται στο καπιταλιστικό σύστημα από την προσφορά και τη ζήτηση και από τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος, την εμπιστοσύνη που υπάρχει δηλαδή από τους καταθέτες προς το σύστημα. Έτσι μπορεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να δανείζει τις τράπεζες με χαμηλά επιτόκια, να θέλει να ασκήσει δηλαδή πολιτική χαμηλών επιτοκίων, η ζήτηση για χρήμα όμως να είναι πολύ ψηλότερη της προσφοράς και έτσι τα επιτόκια να πηγαίνουν προς τα πάνω αντί προς τα κάτω.

Πολύ γρήγορα και προς μεγάλη τους έκπληξη, οι Ευρωπαίοι πολιτικοί αντελήφθησαν ότι ναι μεν υπάρχει μόνο ένα νόμισμα, ναι μεν υπάρχει μόνο μια νομισματική πολιτική, το αποτέλεσμα όμως είναι ένα ανεξέλεγκτο αλαλούμ, αφού σε κάθε χώρα μέλος της Ευρωζώνης υπάρχει διαφορετική σχέση προσφοράς και ζήτησης χρήματος, διαφορετικός βαθμός εμπιστοσύνης στο σύστημα από τους καταθέτες και επιπλέον διαφορετικός όγκος δανεισμού των εμπορικών τραπεζών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Έτσι σε κάθε χώρα μέλος της Ευρωζώνης έχουμε διαφορετικό ύψος επιτοκίων και μάλιστα οι διαφορές είναι τόσο μεγάλες που θα μπορούσε να πει κάποιος ότι ουσιαστικά, είτε υπάρχει κοινή νομισματική πολιτική είτε όχι, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Ένα χάος επιτοκίων, όπως σε όλους τους τομείς ενός καπιταλιστικού συστήματος.

Όλα στον καπιταλισμό είναι τυχαία και εξαρτώνται από την τυχαία προσφορά και την τυχαία ζήτηση. Φυσικά στον τομέα των επιτοκίων, τα οποία επιτόκια είναι καθοριστικός παράγοντας για την ανταγωνιστικότητα μιας οικονομίας αλλά και την καταναλωτική συμπεριφορά των ανθρώπων, τη ζήτηση δηλαδή, το όλο θέμα είναι ζωτικής σημασίας.

Για κάποιον που αντιλαμβάνεται τις νομοτέλειες που διέπουν τη λειτουργία του καπιταλιστικού συστήματος και το χάος που προκαλείται από τη νομισματική αναρχία του Ευρώ λόγω των ιδιαιτεροτήτων της κάθε χώρας μέλους, αλλά και αυτής καθ’ αυτής της φύσης του συστήματος, ήταν και αναμενόμενο και αναπόφευκτο.

*Οικονομολόγος

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy