Συναντήσεις/ Ορίζοντα/ Φωτογραφία: @thecharisioannou

Ευριπίδης Δίκαιος:  Ου, παλιώνουμεν να κρατηθούμεν εν ζωήν εις τούν’ την νήσσον

Ο Αντώνης Γεωργίου συζητεί με τον Ευριπίδη Δίκαιο  ο οποίος είναι “εφ’ όλης της ύλης” στο περφόρμανς  [ * το ετεοκυπριακό γράφημα της συλλαβής “ου”] που παρουσιάζεται στο Ξυδάδικο στη Λεμεσό στο πλαίσιο του δέκατου theYard.Residency

Πως αντιλαμβάνεσαι την θεματική του φετινού theYard.Residency: μετέωρος κόσμος; Πως συνδέεται με τη δική σου πρόταση; 

Αγρωνίζω σου ότι την θεματικήν της αυλικής. Ρεζιτένσιας νιώθω την ώσγοιον άμαν οδηγάς τζιαι ππέφτει ο δρόμος, ότι τα στομάσια σου χοραππηούν τζιαι εγδέχεσαι την ώραν τζιαι την στιγμήν πο ‘ννα κάτσει κάτω τ’ όχημαν· κυριολεχτώ, αντιλαβού, άμμα η μεταφορά που ποίκα για λλόου μου έν’ αληθινή, παι, αληθινή.

Κάθε φοράν πο ‘ννα ‘πλώσω το δειν μου στα καμπιά μας, στα κακομάζαλα τα δάση μας, στα σκουπίθκια που πετάσσομεν ποδά ποτζιεί, στες απερίσκεφτες τζιαι ασυναίσθητες συμπεριφορές ημών, κάθε φοράν πο ‘ννα χαμογελάσω με τ’ άρκα τα ζα που κάμνουν ό,τι κάμουν, ότι έν’ πλάσματα με ανάγκες τζιαι θέλω εδικά τους — πκιάννεται η ψυσιή μου, νεκατώνουνται τα σωθικά μου τζιαι φαντάζουμαι νοερά την ανώμαλήν πτώσην, όπου τα ζα τζιαι τα χλωρά δεινοπαθούσειν τζιαι οδηγούμεν τα εμείς π’ ομπρός, αμέριμνοι δια την “αλλότριαν” περιβαλλοντικήν καταστροφήν, ότι έν’ ούλοι άλλοι που την προκαλούν, ότι εμείς είμαστεν έρμαια, ότι “την πάρτημ μας τζιαι να τα σάσουν τζιείνοι που τα λύσαν”.

Προxού προσγειωθεί το σακκαΐν του κχόβιτ πά’ στα ζυνίσια μας ήτουν αίσθημαν γενικόμ μου, συχνόμ μου, άμμα τωράθεν απόχτησεν άλλην χροιάν, άλλην εμβέλειαν. Αντί να κρεμμαστούμεν στιγμιαία στην τροχειάν άμα λήξει το προς τα πάνου τζιαι να πκιάσομεν την κατιούσαν, ξαφνικά ππέφτει η γης μακρά τζιαι ππέφτει τζιαι ππέφτει τζιαι το μετέωρον γινείσκεται νορμάλ τζιαι πάει τζιαι πάει… Ε, μμα, πόσον ν’ αντέξουν τα βλοημένα τα στομάσια μας; Εγιώ θέλω να στρέφω.

 “Oυ”. Δηλαδή;  

Ου, όπως λαλούμεν “έχπληξις!”

Ου εκάμαμεν τα σαλάτες, Ου τζιαι ούσσου να περάσομεν,  Ου Γριστός, Ου θκιάολε μαύρε Ου ίντα καλά, Ου εξήασα, Ου τζιαι ούσσου, ούσσου γιε μου ποτζιοιμήθουα…

Ου, όπως λαλούμεν “κόρη μου, αείες ίνταμπο ‘καμεν;”

Ου, όπως λαλούμεν εβαρήθηκα σας,  Ου εβάρυνα σας τζιαι ‘γώ.

Ου, παλιώνουμεν να κρατηθούμεν εν ζωήν εις τούν’ την νήσσον που τότε που εγράφασειν το Ου, καλώ, τζιαι πκιο πριν.

Πάμεν παρκάτω;

Η κοινωνία έν’ φωνάζει, η κοινωνία ακούει που ωρύουνται κάποιοι, τζιαι χορωδούν οι ρέστοι, τζιαι οι κάποιοι κουράζουνται, τζιαι οι ρέστοι ταλαιπωρκούνται, τζιαι οι λοιποί οι πλείστοι σιέπουν τζιαι λαλούν “είμαστεν μιτά σας”, άμμα έν’ ούλοι μανισιοί τους στ’ όργωμαν τους.

O Ευριπίδης Δίκαιος: φωνάζει τζιαι παραληρεί εφ’ όλης της ύλης”  αναφέρει το δελτίο τύπου.  Ποια είναι αυτή η “ύλη”;  Φωνάζουμε ως κοινωνία “όσο πρέπει”;  Είναι αρκετό αυτό για τις αλλαγές που πρέπει να γίνουν;

Η κοινωνία έν’ φωνάζει, Αντώνη μου, η κοινωνία ακούει που ωρύουνται κάποιοι, τζιαι χορωδούν οι ρέστοι, τζιαι οι κάποιοι κουράζουνται, τζιαι οι ρέστοι ταλαιπωρκούνται, τζιαι οι λοιποί οι πλείστοι σιέπουν τζιαι λαλούν “είμαστεν μιτά σας”, άμμα έν’ ούλοι μανισιοί τους στ’ όργωμαν τους.

Ύλη έν’ η ζωή μας ολόκληρη, πόθεν ερκούμαστεν, που πάμεν, με οποίον τρόπον. Ύλη έν’ τα καπνά στ’ αμμάθκια μας, ύλη έν’ το ποιόν μας. Άλλα τροπάρκα εν έχομεν να θκιαβάσομεν. Εις την αντιδιαστολήν του πνεύματος η ύλη γένετ’ εμμεμφίς, αμμά ‘ν’ η ύλη που μας ‘ρίζει.

Για να σου ‘ξηγηθώ καλιόττερα — ύλη ‘ν’ το σώμαν μας, ύλη τα περί έχοντα ταύτον, ύλη οι ανάγκες μας. Ύλιοι οι αθρώποι γυρόν μας. Άμαν δένενται η ύλη στες ποικίλες μορφές της εναρμόνια θωρούμεν χαΐριν, πνεύμαν τζιαι χαράν· άμα συγκρούεται σάστα τζ’ εγύρασειν τζιαι ππέφτουν τζιαι χάνουνται, σάστα να ζήσεις, αντάν ιππέσουν ‘ννα σε πλακώσουν θκυο μέτρα χώμαν.

Την ύλην άμα τημ παλέψεις τρώεσαι ‘πόξω, άμα την αφήσεις τρώεσαι ‘πόσσω.

Ε, ίνταμπο να κάμεις; Φωνάζεις τα ‘πόσσω σου για να γλυτώσεις τα ‘πόξω σου.

Αγαιματώσαν τα δάκτυλα μας φάκκα τζιαι φάκκα πάσ’ τους τοίχους, έσιει “πρέπει”; Όση έν’ η ανάγκη μας, ότοσον έν’ το “πρέπει”. Έσιεις ανάγκες; Φώναζε. Η κοινωνία ακούει;

Είσαι από τους πρώτους που χρησιμοποιήσαν την κυπριακή διαλέκτο στο θέατρο, στη τέχνη γενικότερα. Τι σε γοητεύει σε αυτή; Έχει αλλάξει πιστεύεις ο τρόπος αντιμετώπισης της πια στη τέχνη;

Η αυτή.

Δεν είμαι γλωσσολάτρης, αρχαιολάτρης, δεν είμαι τοπικιστής, δεν είμαι [πολλούς άλλους αρνητικούς προσδιορισμούς].

Θετικά προσοριζόμενα, τα μελώδια της, τα τσιάκκα τσιούκκα της, τα ευελεύθερα της στο στόμαν του καθεμιού ή της καθεμιάς, τα απορροφημένα της που άλλους γιατί η γλώσσα αντροπήν δεν έσιει, τα βολίτζια της που ορκούνται μιτά της που τες απαρχές της, τα εμμενόμενα της.

Η γλώσσα έν’ εργαλείον επικοινωνίας. Η σε βάθος χρόνου χρήση της σημαίνει πως το εργαλείον εξυπηρετεί, ότι αλλάσσει για να εξυπηρετεί, ότι εμείς εζέψαμεν την τότες τζιαι πάει ‘κόμα, ότι έν’ γαουρούιν πετρογάουρον. Εσπαθήσαμέν την, εχωλέψαμέν την, ελλιάναμέν την αμμά τραβά νερόν ακόμα βίρρα π’ ο πηγάδιν. Οπότε σιαίρουμαι έτσι γεμάτην τζιαι πολύτροπην τημ μούσαν τούτην τζιαι ταξιδεύκει τ’ αφτίν, τ’ αμμάτιν, το σιέριν μου· παίζουν μαζίν της. Τζιαι παίζει πίσω! Ίντα καλά!

Ναι, άλλαξεν ο τρόπος. Η τέχνη μας έν’ που λλόου μας, τζιαι είμαστεν τούτον που ‘μαστεν τζιαι ούλες οι τοπιολαλιές τραφκιούνται με τες γραμματικές τζιαι τα πανεπιστήμια τζιαι τους πολιτικάντιδες. Εν εσκάσαμεν ως τωρά, τωρά ‘ννα το ποίσουμεν; Τωρά που ξέρομεν πλιον; Μια χαρά ήμασταν γλωσσικά τζιαι μια χαρά θα πάμεν. Τζ’ ας φακκούν ως που να σπάσει η βλάγκα τους οποίους ‘κόμα αντιστέκουνται σ’ έτσι ομορφκιάν.

Ποια η άποψη σας για το theYard.Residency και γενικότερα για προγράμματα φιλοξενίας; Πέραν από την πρακτική τους σημασία και στήριξη τι είναι αυτό που προσφέρουν σε επίπεδο δημιουργίας συλλογικότητων στο καλλιτεχνικό χώρο και ευρύτερα;

Δέκα χρόνια το παλεύκουν στην Λεμεσόν, στο Ξυδάδικον. Δέκα χρόνια δέκα τόσες παραστάσεις τον χρόνον έξω που τες (άμεσες) επιχορηγήσεις. Να πειραματιστούμεν, να δοκιμαστούμεν, να φανούμεν. Η πάλη μας βοηθκιέται πολλά που όποιον την έσιει στον νου του. Σίουρα έν’ το καλόν πράμαν. Παρά τα παγιωμένα τζιαι τα τετριμμένα, την εμποροβιομηχανίαν του θεάτρου, κάλιον το γλυτζιήν του αμούστακου, του υ δοκιμασίας, του δίχα γραφειοκρατίας. Πληρούν μας οι χώροι που αννοίουν τες πόρτες τους. Οι συλλογικότητες πολλές τζιαι ανήμερες, τες μέρες μας, τζιαι θυμωένες — αγκρίζει με να σκέφτουμαι πόσοι τζιαι πόσοι έν’ έχουν χώρον τζι’ ευκαιρίαν ν’ ακουστεί η φωνή τους. Οπόταν, ναι, προσφέρουν, τα μάλα.

Ξυδάδικο, Λεμεσός

Ευριπίδης Δικαιος, εφ’ όλης της ύλης

Φιλοξενούμενος μουσικός σε κάθε παράσταση.

25, 26 και 27 Σεπτεμβρίου, 20:30 

 

 

 

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy