Φάκελος Κύπρου: Κατάθεση Κωνσταντίνου Καραμανλή

    Γιατί δεν ενισχύθηκε στρατιωτικά η Κύπρος

    Μέρος Β’ Στο πρώτο μέρος της αναφοράς μας στην επιστολή Καραμανλή προς την Επιτροπή για το Φάκελο της Κύπρου στην ελληνική Βουλή, ο πρώην Πρωθυπουργός της Ελλάδας αναφέρθηκε στις συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε το πραξικόπημα στην Κύπρο, καθώς και στο ότι μετά το πραξικόπημα η Χούντα αρνήθηκε να λάβει μέρος σε διαβουλεύσεις με τις άλλες δύο εγγυήτριες δυνάμεις, τη Μ. Βρετανία και την Τουρκία. Στη συνέχεια της επιστολής του ο Κ. Καραμανλής δεν αναφέρεται στην ομιλία Μακαρίου ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για καταδίκη του πραξικοπήματος. Αναφέρεται όμως στη σύνοδο του Σ.Α. για καταδίκη της τουρκικής εισβολής και στην έκκληση για κατάπαυση των εχθροπραξιών, καθώς και για την έναρξη διαπραγματεύσεων και την αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων από τη νήσο. Αναφέρεται επίσης επιγραμματικά στην κατάπαυση του πυρός στις 22 Ιουλίου με μεσολάβηση των ΗΠΑ και την έναρξη διαπραγματεύσεων στη Γενεύη για τις 24 Ιουλίου. Δεν μπαίνει σε λεπτομέρειες, αφού αυτές, όπως ανέφερε, βρίσκονται στα αρχεία των Υπουργείων Εξωτερικών και Εθνικής Άμυνας.

    Μόνη επιλογή η διαπραγμάτευση – Η Διάσκεψη της Γενεύης

    Αναφερόμενος στο δεύτερο σκέλος της κυπριακής τραγωδίας, ο Κ. Καραμανλής αναφέρει πως όταν ανέλαβε την εξουσία, βρέθηκε ενώπιον των δεδομένων της τουρκικής εισβολής και της δέσμευσης απέναντι στο Σ.Α. για κατάπαυση του πυρός, καθώς και της συμμετοχής της Ελλάδας στη Διάσκεψη της Γενεύης. Έτσι, αναφέρει, δεν υπήρχε άλλη επιλογή από τον διπλωματικό αγώνα για να σωθεί ό,τι μπορούσε να σωθεί. Αναφέρεται στη συνέχεια στην παρουσία της Ελλάδας στη Διάσκεψη της Γενεύης με τη συμμετοχή της Τουρκίας και της Μ. Βρετανίας (πρώτη φάση από τις 25 έως τις 30 Ιουλίου) και στη δεύτερη φάση (8 Αυγούστου) με τη συμμετοχή πλέον και εκπροσώπων των δύο κοινοτήτων, Κληρίδη και Ντενκτάς. Σημειώνει επίσης ότι ενόσω διαρκούσε η διάσκεψη, «οι Τούρκοι, επωφελούμενοι από τη σύγχυση που προκάλεσε η αποδιοργάνωση της Εθνοφρουράς και η μετακίνηση των πληθυσμών, παρεβίαζαν τα συμφωνηθέντα κατά την πρώτη φάση της Διασκέψεως και ενίσχυαν αυθαίρετα τις θέσεις τους και τις δυνάμεις της εισβολής. Τις ενέργειες αυτές των Τούρκων τις κατήγγειλα με το από 28 Ιουλίου συνημμένο μήνυμά μου προς τον κ. Ετσεβίτ, διά του οποίου απέκρουα και την πρότασή του περί συναντήσεώς μας, θέτων ωρισμένους όρους για την πραγματοποίησή της. Η κακόπιστη αυτή συμπεριφορά των Τούρκων ήταν φυσικό να προκαλέση την δυσπιστία και τις ανησυχίες της ελληνικής κυβερνήσεως, η οποία έκρινε ότι ώφειλε να εξετάση το ενδεχόμενο νέων εχθροπραξιών στην Κύπρο, που θα ωδηγούσαν πιθανώς και σε πόλεμο με την Τουρκία. Με τα δεδομένα αυτά εγένοντο αλλεπάλληλες συσκέψεις με τη στρατιωτική ηγεσία για να εκτιμηθούν αφ’ ενός η εν γένει στρατιωτική κατάσταση της χώρας και αφ’ ετέρου οι δυνατότητες αναμετρήσεως με την Τουρκία τόσο στην Κύπρο όσο και στο Αιγαίο και την Θράκη».

    Η αδυναμία στρατιωτικής παρέμβασης

    Ο Κ. Καραμανλής κατηγορείται από πολλούς στην Κύπρο ότι ενώ είχε τη δυνατότητα, δεν βοήθησε στρατιωτικά την Κύπρο. Για το θέμα αυτό καταγράφει στην επιστολή του: «Στις 3, 13 και 14 Αυγούστου συνεκάλεσα συσκέψεις, των οποίων επισυνάπτω τα πρακτικά, με τη στρατιωτική ηγεσία και τους αρμόδιους υπουργούς. Κατά τις συσκέψεις αυτές διεπιστώθη η πλήρης αδυναμία στρατιωτικής επεμβάσεως στην Κύπρο, καθώς και ευρύτερης πολεμικής αναμετρήσεως με την Τουρκία. Και τούτο όχι μόνο διότι η τελευταία αυτή διέθετε μεγάλη αριθμητική υπεροχή απέναντί μας εις όλα τα μέτωπα -ένα σχεδόν προς τρία- όχι μόνο διέθετε αποφασιστικά γεωγραφικά πλεονεκτήματα, αλλά κυρίως διότι εις μεν την Κύπρο η Εθνοφρουρά είχε πλήρως αποσυντεθή, εις δε την Ελλάδα οι Ένοπλες Δυνάμεις ήσαν αποδιοργανωμένες και άοπλες, όπως απέδειξε η κωμικοτραγική επιστράτευση της 21ης Ιουλίου». Στη συνέχεια αναφέρεται σε σχετικές στρατιωτικές εκθέσεις και παραθέτει τις διαπιστώσεις του στρατηγού Καραγιάννη, ο οποίος είχε αναλάβει την αρχηγεία των ενόπλων δυνάμεων στην Κύπρο στις 6 Αυγούστου.

    Η εμπιστευτική έκθεση Καραγιάννη

    Σε εμπιστευτική έκθεσή του στις 30 Αυγούστου ο Καραγιάννης τού ανέφερε μεταξύ άλλων και τα εξής: «…Το πραξικόπημα αρχικώς και η εν συνεχεία δυσμενής εξέλιξις των επιχειρήσεων προς αντιμετώπισιν της τουρκικής εισβολής είχον ως αποτέλεσμα την πλήρη αποδιοργάνωσιν των μονάδων της Εθνικής Φρουράς, το χαμηλόν ηθικόν και το μεγάλον ποσοστόν ανυποταξιών και λιποταξιών. Συγκεκριμένα, υπήρξαν περιπτώσεις διαρροής μεγάλου αριθμού λιποτακτούντων ανδρών από τάγματα Πεζικού που διετάσσοντο να προωθηθούν εις την γραμμήν μάχης, με αποτέλεσμα τα τάγματα αυτά να φθάνουν εις τον προορισμόν των με ποσοστόν περίπου 20% της συνολικής δυνάμεώς των». Ο στρ. Καραγιάννης αναφέρει επίσης ότι η ενίσχυση της Ε.Φ. με βαρύ οπλισμό κατά τη διάρκεια της εκεχειρίας ήταν αδύνατον να γίνει, αφού απαιτούσε χρήση οχηματαγωγών πλοίων τα οποία δεν θα περνούσαν απαρατήρητα από τους Τούρκους. «… Αλλά και εάν δεχθώμεν ότι παρ’ όλες τις ανωτέρω δυσκολίες ήτο δυνατή η έγκαιρος αποστολή εις Κύπρον μιας τοιαύτης δυνάμεως δεν πρέπει να παραβλέψωμεν ότι θα ήτο άκρως προβληματική η εκπλήρωσις της αποστολής της ελλείψει σταθεράς αεροπορικής υποστηρίξεως και αδυναμίας συνεχούς ανεφοδιασμού της από θαλάσσης ή αέρος. … Πάντως και με την πιθανήν αυτήν ενίσχυσιν και πάλιν θα ήτο δυνατή μόνον η επί τινα χρόνον άμυνα εις τας προσβάσεις του όρους Τρόοδος, διότι οι Τούρκοι διά πλήρους αποκλεισμού της νήσου απ’ αέρος και θαλάσσης, που είναι δυνατός λόγω της μεγάλης εγγύτητος των αεροπορικών και ναυτικών των βάσεων, και διά της διενεργείας αποβατικών επιχειρήσεων εις το νότιον τμήμα της νήσου θα ηδύναντο να εγκλωβίσουν και να καταστρέφουν τας αμυνομένας ελληνικός δυνάμεις, ολοκληρώνοντας έτσι την κατάληψιν της νήσου…»

    Κίνδυνος ανατροπής της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας

    Ένας άλλος ανασταλτικός παράγοντας, προσθέτει ο Κ. Καραμανλής, ήταν και η συγχυσμένη και χαώδης κατάσταση που επικρατούσε στην Ελλάδα. Όπως σημειώνει, η κυβέρνηση αντιμετώπιζε πολλές δυσκολίες στην αντιμετώπιση του χάους και στην αποκατάσταση της δημοκρατικής ομαλότητας. Επιπλέον, συνεχίζει, η κυβέρνηση αντιμετώπιζε τον κίνδυνο ανατροπής της, «δεδομένου ότι ο κρατικός, και ιδίως ο στρατιωτικός, μηχανισμός ευρίσκετο ακόμα υπό τον έλεγχο της χούντας. Και χρειάστηκαν επιδέξιοι χειρισμοί και θάρρος για να εξαρθρωθή ο μηχανισμός αυτός και να φθάσουμε στις εκλογές του Νοεμβρίου. Δεδομένου όμως ότι η άμεση εξάρθρωση του μηχανισμού αυτού ήταν όχι μόνον επικίνδυνη αλλά και πρακτικά αδύνατη, έπρεπε να γίνη σύντομα μεν αλλά και με περίσκεψη. Πράγμα που επετεύχθη με την βοήθεια του κ. Αβέρωφ και του Σόλωνα Γκίκα».

    Σε διαθεσιμότητα ο Ιωαννίδης

    «Έτσι, στις 2 Αυγούστου ετέθη σε διαθεσιμότητα ο Ιωαννίδης, ενώ στις 6 του ίδιου μήνα εστάλη στην Κύπρο ο στρατηγός Καραγιάννης, για να θέση υπό έλεγχο την διαλελυμένη Εθνοφρουρά. Στις 11 Αυγούστου απομακρύνθηκαν, παρά τις αντιρρήσεις της ηγεσίας, οι στρατιωτικές μονάδες που στάθμευαν στην Αθήνα και που κατά θετικές πληροφορίες εσχεδίαζαν την ανατροπή της Κυβερνήσεως. Στις 19 Αυγούστου αντικατεστάθησαν ο Μπονάνος και ο Γαλατσάνος με τους Αρμπούζη και Ντάβο».

    Σχέδιο σύλληψης Κ. Καραμανλή

    Ο Κ. Καραμανλής αναφέρεται σε σχέδιο σύλληψής του από χουντικούς αξιωματικούς. Γράφει συγκεκριμένα: «Στις 2 Οκτωβρίου απετράπη με ειδικά μέτρα και με τη βοήθεια του στρατηγού Γκιζίκη η σύλληψή μου που εσχεδίαζαν 30 χουντικοί αξιωματικοί (Εδώ θα πρέπη να τονίσω ότι ο στρατηγός Γκιζίκης, ανεξάρτητα από τις ευθύνες του για το παρελθόν, εβοήθησε θετικά την Κυβέρνηση στην προσπάθειά της για την αποκατάσταση της Δημοκρατίας. Το ίδιο θα μπορούσα να πω και για τους Αραπάκη και Παπανικολάου)». Πέραν τούτων, προσθέτει ότι στις 23 Οκτωβρίου συνελήφθησαν και εκτοπίστηκαν στην Κέα οι πρωταίτιοι της 21ης Απριλίου, που συνωμοτούσαν να ματαιώσουν τις εκλογές προκαλώντας επεισόδια στον Έβρο και στην Αθήνα.

    Ενήμεροι οι Τούρκοι για την αδυναμία της Ελλάδας

    Σημαντική είναι η αναφορά Καραμανλή ότι στη Γενεύη οι Τούρκοι ήταν ενήμεροι των αδυναμιών που αντιμετώπιζε η Ελλάδα εσωτερικά αλλά και για τη στρατιωτική ενίσχυση της Κύπρου. Στη βάση αυτών των γνώσεών τους, προσθέτει, «αφού προκάλεσαν το ναυάγιο της Διασκέψεως με το γνωστό εκβιαστικό τους τελεσίγραφο, εξαπέλυσαν την αυγή της 14ης Αυγούστου γενική επίθεση με τα γνωστά οδυνηρά αποτελέσματα. Τα γεγονότα που έλαβαν χώρα στη Διάσκεψη της Γενεύης και κατέληξαν στη 14η Αυγούστου τα γνωρίζει καλύτερα ο τότε αντιπρόεδρος της Κυβερνήσεως και Υπουργός Εξωτερικών, κ. Μαύρος, που μετείχε της Διασκέψεως, και εκτίθενται λεπτομερώς στα τηλεγραφήματα και στα πρακτικά που βρίσκονται όλα στα αρχεία του Υπουργείου Εξωτερικών και υποθέτω και στον Φάκελο της Επιτροπής σας. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το πρακτικό της τελευταίας και δραματικής συνεδριάσεως της 13ης Αυγούστου, που δίδει το μέγεθος της δολιότητας και της ανεντιμότητας της Τουρκίας»

    Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

    Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy