Του Κυριάκου Λοΐζου
Η Γαλλία περνά μία από τις χειρότερες πολιτικο-κοινωνικές κρίσεις των τελευταίων δεκαετιών εξαιτίας του εξαιρετικά αντιδημοφιλούς νομοσχεδίου για το συνταξιοδοτικό, το οποίο αυξάνει το όριο από τα 62 στα 64 έτη.
Πέρα από την κυβερνητική και πολιτειακή κρίση και τον πρωτοφανή ξεσηκωμό της γαλλικής κοινωνίας, ο νους πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα· στη γαλλική Αριστερά, αλλά και την ακροδεξιά, η οποία έτσι όπως εκφράζεται από τον «Εθνικό Συναγερμό της Μαρίν Λεπέν ανεβαίνει ανησυχητικά.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση της εταιρείας IFOP που δημοσίευσε χθες Δευτέρα η γαλλική εφημερίδα Le Journal de Dimanche, αν γίνονταν σήμερα εκλογές το κόμμα της Μαρίν Λεπέν από το 21% που έλαβε στις βουλευτικές εκλογές του 2022 θα ανέβαινε στο 26%. Στο ίδιο ποσοστό θα βρισκόταν και η αριστερή παράταξη του Ζαν-Λικ Μελανσόν, η οποία το 2022 έλαβε 25%.
Τα ποσοστά -έτσι όπως αποτυπώνονται στις δημοσκοπήσεις στο πλαίσιο του λάθους- δείχνουν μία «ξερή» αντίδραση, την οποία φυσικά εκφράζει στη συντριπτική της πλειοψηφία η ακροδεξιά της Μαρίν Λεπέν. Οι πέντε μονάδες ανόδου του Εθνικού Συναγερμού σε αντίθεση με τη μία μονάδα του Αριστερού Κόμματος του Ζαν-Λικ Μελανσόν δείχνει ανάγλυφα τη σταθερά της τελευταίας 15ετίας όταν πρόκειται για κοινωνική κρίση με οικονομικά στοιχεία. Το συνταξιοδοτικό είναι μία τέτοια περίπτωση και η ακροδεξιά κεφαλαιοποιεί με τον καλύτερο τρόπο.
Σίγουρα οι μετρήσεις ενδέχεται να πέσουν πολύ έξω, ωστόσο δείχνουν την τάση. Εξάλλου, η Γαλλία δεν μας έχει συνηθίσει στις δημοσκοπήσεις delivery, ειδικού σκοπού. Σε κάθε περίπτωση, η τελευταία εκλογική αναμέτρηση δεν αφήνει περιθώρια… λάθους.
Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο είναι πως παρά το γεγονός ότι 6 στους 10 τάσσονται υπέρ των ογκωδέστατων κινητοποιήσεων, αυτό δεν σημαίνει ότι προσβλέπουν και σε μία αριστερή διακυβέρνηση με προοδευτικά χαρακτηριστικά. Αυτό, και πάλι φαίνεται στα ποσοστά που δείχνει να παίρνει το κόμμα της Μαρίν Λεπέν.
Αντί επιλόγου: Προσπάθησα να ξεκαθαρίσω στο μυαλό μου αν για την άνοδο της ακροδεξιάς όντως φταίει (σε μεγάλο βαθμό) η «απουσία προγράμματος ή προτάσεων από πλευράς της Αριστεράς» και καταλήγω στο ότι αυτό το σχήμα είναι υπεραπλουστευμένο και πολλές φορές βολικό, ενώ μπορεί να αγγίζει και άλλες πλευρές της ανθρώπινης σκέψης και ψυχοσύνθεσης. Το μόνο βέβαιο είναι ότι για την πολιτική και εκλογική συμπεριφορά μερικών εκατομμυρίων Γάλλων (και όχι μόνο) που τάσσονται στο πλευρό του «μαύρου» της κάθε Λεπέν, δεν ευθύνεται η γαλλική ή η ευρωπαϊκή Αριστερά, τουλάχιστον στο σύνολό της.
Αυτό, ωστόσο, πρέπει να συνεχίσει να προβληματίζει αν θέλουμε μέσω των κρίσεων που δημιουργεί ο συντηρητισμός να βγαίνει κερδισμένο το «υγιές» και προοδευτικό κομμάτι της κοινωνίας και όχι ο δεξιός εξτρεμισμός.
