Πυξίδα/ Ορίζοντας

Για την αποτροπή σύγχρονων μορφών δουλείας στην Κύπρο

Όταν πέρσι αποκαλύφθηκαν τα εγκλήματα του κατά συρροή δολοφόνου μεταναστριών, η κοινωνία συγκλονίστηκε από τη βιαιότητά τους και την αναλγησία των διωκτικών αρχών. Όμως, κανένας δεν ασχολήθηκε με το θεσμικό πλαίσιο που δημιουργεί τις ευαλωτότητες, οι οποίες οδηγούν στην εκμετάλλευση, κακομεταχείριση ή και κακοποίηση των μεταναστριών. Πρόσφατα, γίναμε μάρτυρες ακόμα ενός περιστατικού έμφυλης βίας, εναντίον οικιακής εργάτριας από τον εργοδότη της και διαβάσαμε για την ακραία εργασιακή εκμετάλλευση μεταναστών εργατών από Κύπριους εργοδότες σε φάρμες.

Τα φαινόμενα αυτά δεν συμβαίνουν εν κενώ, ούτε θεραπεύονται με την καταδίκη ενός εργοδότη ή ενός κατά συρροή δολοφόνου. Η πολλαπλή ευαλωτότητα των οικιακών εργατριών και των εποχιακών εργατών οφείλεται στους εξευτελιστικούς όρους εργασίας και μισθούς, στα ανεξέλεγκτα ωράρια εργασίας που επιβάλλει ο εργοδότης και στη μη-ορατότητα της εργασίας τους στη δημόσια σφαίρα, αφού εργάζονται μακριά από τα βλέμματα των επιθεωρητών εργασίας και των συνδικαλιστικών οργανώσεων.

Η ευαλωτότητά τους οφείλεται πρωτίστως, όμως, στις διαδικασίες εξεύρεσης εργασίας και εξασφάλισης άδειας εισόδου στην Κύπρο, και στη διασύνδεση της άδειας παραμονής τους με συγκεκριμένους εργοδότες. Οι άδειες εκδίδονται για περιορισμένο χρονικό διάστημα, για συγκεκριμένο εργοδότη, σε συγκεκριμένο κλάδο εργασίας, για συγκεκριμένο μισθό (ο οποίος παραμένει στα επίπεδα του 1990), ενώ μόνο μέσω ατζέντη/διακινητή μπορεί κάποιος να εξασφαλίσει άδεια εισόδου και εργασίας. Εν τέλει, τόσο το εισόδημα όσο και οι συνθήκες εργασίας των μεταναστών/τριών δεν ανταποκρίνονται στις υποσχέσεις που τους δίνονται από τους ατζέντηδες/διακινητές). Το συμβόλαιο εργασίας τους αποτελεί μνημείο διακρίσεων και ανισοτήτων χωρίς καμία ομοιότητα με άλλα συμβόλαια εργασίας. Το κυρίαρχο στοιχείο, πάνω στο οποίο χτίζεται το καθεστώς σύγχρονης δουλείας, το λεγόμενο «indentured labour», είναι η πρόνοια ότι παράβαση του συμβολαίου από μετανάστη σημαίνει αυτόματα ακύρωση της άδειας παραμονής του.

Ενώ η Κύπρος έχει τεράστια ανάγκη της εργασίας των οικιακών εργατριών, για τη φροντίδα των πιο ευάλωτων μελών της, ενώ οι οικιακές εργάτριες έχουν συμβάλει σημαντικά στην αποδέσμευση της Κύπριας από την οικιακή εργασία και την είσοδό της στην αγορά εργασίας, και ενώ καταβάλλουν κοινωνικές ασφαλίσεις χωρίς να απολαμβάνουν τα ωφελήματα του κράτους προνοίας, το εργασιακό τους καθεστώς είναι το πλέον καταπιεστικό. Επίσης, το γεγονός ότι δεν απαγορεύεται η αλλαγή εργοδότη, παραμένει τρομερά δύσκολο για μια οικιακή εργάτρια. Αν δεν κατορθώσει να αποδείξει παραβίαση των όρων εργασίας από τον εργοδότη ενώπιον επιτροπής του Υπουργείου Εργασίας, θα απελαθεί ή θα παραμείνει στην Κύπρο σε άτυπη εργασία, ως «παράνομη».

Στις περιπτώσεις ακραίας εργασιακής εκμετάλλευσης, όπως συχνά συμβαίνει στη γεωργία και στην κτηνοτροφία, αν οι μετανάστες μπορέσουν να ειδοποιήσουν μια ΜΚΟ ή έστω έναν άνθρωπο εκτός εργοδοτικού περιβάλλοντος, τότε ίσως να σωθούν. Σε τέτοια περίπτωση, καλείται να επέμβει το τμήμα καταπολέμησης σωματεμπορίας. Οι εργοδότες και οι διαμεσολαβητές συχνά διώκονται ποινικά και καταδικάζονται – το μέλλον των θυμάτων, όμως, είναι αβέβαιο. Δικαιούνται αποζημίωση, ωστόσο, κανένας δεν τους ενημερώνει γι’ αυτό. Η δε παραμονή τους στην Κύπρο, μετά τη δικαστική διαδικασία, εξαρτάται από τη διακριτική ευχέρεια του Τμήματος Μετανάστευσης, και συχνά απελαύνονται πριν προλάβουν να ασκήσουν τα νομικά τους δικαιώματα. Όσοι δεν μπορέσουν να βρουν βοήθεια, ζουν σε συνθήκες εξαθλίωσης προτού επιστρέψουν στη χώρα τους.

Για να αρθούν (κάποιες από) τις στρεβλώσεις, χρειάζεται να προσανατολιστούμε προς τη δημόσια εξαγγελία θέσεων εργασίας και τη δυνατότητα κατ’ ευθείαν εξασφάλισης άδειας εργασίας από τρίτες χώρες με ηλεκτρονικά μέσα, χωρίς τη διαμεσολάβηση των ατζέντηδων/διακινητών. Οι μετανάστες εργάτες και εργάτριες πρέπει να μπορούν να επιλέγουν τον χώρο εργασίας τους και να αλλάζουν εργοδότη όταν οι συνθήκες δεν είναι ικανοποιητικές, όπως όλοι μας. Αυτός είναι ο πλέον αποτελεσματικός (και φθηνότερος για το κράτος) τρόπος περιορισμού των περιστατικών εργασιακής εκμετάλλευσης, αφού θα δίνει κίνητρο στους εργοδότες να τηρούν την εργασιακή σύμβαση, ενώ οι παρανομούντες θα δυσκολεύονται να εξασφαλίσουν εργατικό δυναμικό. Ταυτόχρονα, θα αποκόψει την απόλυτη εξάρτηση των οικιακών εργατριών από έναν εργοδότη, καθεστώς που -όπως γνωρίζουμε- τοποθετεί τους μετανάστες σε ακόμη πιο ευάλωτη θέση.

Μεγάλος αριθμός μεταναστριών οικιακών εργατριών είναι άτυπες ή μη εγγεγραμμένες ή «παράνομες». Η εμπειρία δείχνει ότι όσο πιο σκληρή γίνεται η κυβερνητική μεταναστευτική πολιτική, άλλο τόσο διογκώνεται και αναπαράγεται το πρόβλημα: Όσο περισσότερα τα μέτρα για δίωξη, παρακολούθηση και απέλαση των «παρανόμων», τόσο πιο ευάλωτοι και προθυμότεροι να συμφωνήσουν σε οποιονδήποτε όρο εργασίας γίνονται οι μετανάστες εργάτες στο σύνολό τους. Ακόμα, όσο πιο ευάλωτοι και ευλύγιστοι στις εργοδοτικές απαιτήσεις είναι οι άτυποι μετανάστες, τόσο περισσότερο πιέζονται οι μισθοί προς τα κάτω για όλους τους εργαζόμενους. Οι έρευνες καταδεικνύουν πως τα κατασταλτικά μέτρα, όπως αυτά που εφαρμόζει η κυβέρνηση, ποτέ δεν απέτρεψαν το μεταναστευτικό ρεύμα. Αντίθετα, η λογική της καταστολής οδηγεί σε περαιτέρω ανασφάλεια και ξενοφοβία/ρατσισμό, με αποτέλεσμα να πιέζονται ακόμα περισσότερο οι μισθοί προς τα κάτω.

Η πολιτική που σήμερα εφαρμόζεται βασίζεται στην υπόθεση εργασίας του 1990, ότι οι μετανάστες θα έρθουν για λίγο, να καλύψουν κάποια κενά στην αγορά εργασίας και θα φύγουν. Σήμερα, γνωρίζουμε πως η υπόθεση αυτή ήταν λανθασμένη. Τα κενά στην αγορά εργασίας δεν εξαφανίστηκαν, αντίθετα εμφανίζονται συνέχεια νέα. Tο μεταναστευτικό μοντέλο θα πρέπει να μετακινηθεί προς μια πολιτική μακροπρόθεσμης παραμονής των μεταναστριών/ων, με κεκτημένο δικαίωμα προσαρμογής και παραγωγής στην κυπριακή κοινωνία.

Για τον σκοπό αυτό απαιτούνται:

  • Προγράμματα νομιμοποίησης των εργατών που βρέθηκαν σε άτυπη κατάσταση, καθώς επίσης εφαρμογή της νομοθεσίας για την έκδοση αδειών για τους μακροχρόνια διαμένοντες, ώστε να αρθεί η ανασφάλεια και η ευαλωτότητα που αυτή παράγει.
  • Απελευθέρωση και αποδέσμευσή τους από το υπάρχον περιοριστικό καθεστώς της εγγραφής σε συγκεκριμένο εργοδότη και της δυσκολίας αλλαγής εργοδότη.
  • Συνδικαλιστική εκπροσώπηση των οικιακών εργατριών, για απάλειψη του κοινωνικού στιγματισμού που συνδέεται με την έννοια της «υπηρέτριας» και αποφασιστική αντιμετώπιση μορφών έμφυλης καταπίεσης, βίας και εκμετάλλευσης.

Racism Watch: Πρωτοβουλία κατά του ρατσισμού στην Κύπρο

Το Racism Watch δημιουργήθηκε τον Ιούνιο του 2020 και απαρτίζεται από ενεργούς πολίτες, που δραστηριοποιούνται για την ενδυνάμωση των προσπαθειών αντιμετώπισης του ρατσισμού και την εφαρμογή των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην Κύπρο.

 

 

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy