Γραμμές του Γιώργου Καλοζώη

Γιώργος Καλοζώης

ΤΑ ΝΥΧΙΑ ΤΟΥ ΚΟΚΟΡΑ

Εκδόσεις Φαρφουλάς 2013

 

ΑΝΘΡΩΠΟΘΥΣΙΑ

Αυτοί που άπλωσαν

το δέρμα τους να στεγνώσει

πάνω στα σύρματα της

μπουγάδας

κι οι άλλοι που πήραν

το δέρμα τους

καθαρό απ’ τα καθαριστήρια

χωρίς πανάδες και πίλους

είναι αυτοί που μίλησαν

με την αράχνη

με την αράχνη που πέρασε

το στάδιο της φυσιογνωμικής

της ανιμιστικής αντίληψης

κατά λάθος της ξέφυγαν

και τώρα τους ψάχνει

Μυρίζει ο άνθρωπος

ανεξάρτητα από ηλικία

και χρώμα

κι οι ηλικιωμένοι ακόμη

πιο πολύ κι οι άρρωστοι

περισσότερο

το ξέρουν ότι η μυρωδιά

οδηγεί τη λαγωνικιά αράχνη

προς το μέρος τους

ούτε τα αποσμητικά

ωφελούν ούτε τα μπάνια

τα καταρρακτώδη ούτε

η ζωή που στο ξεκίνημά της

φαινόταν πως θα  ‘ταν μια άλλη

μια ζωή που ακόμη στο μέσο

της παράγει τούτη την προσμονή

και σκέφτονταν

επειδή η σκέψη είναι η παρηγοριά

του χαμένου του πρόωρου

του αδικημένου

ότι θα αργούσε να τους βρει

η αράχνη

κι εντούτοις παρανοούσαν

ακούγοντας είτε στη δουλειά

είτε όταν σχολούσαν

κι ανέβαιναν τις σκάλες

του σπιτιού

τις ερπύστριες της αράχνης

ξέροντας πως θα πεθάνουν

ότι δε θα ξεκουραστούν για

πάντα ότι δε θα κοιμηθούν

ότι δε θα τελειώσουν μια κι έξω

ότι θα φαγωθούν ότι θα μασηθούν

ανίκανοι ματαιόδοξοι

κρατώντας το πέος τους σφιχτά

αδύναμοι να συμφιλιωθούν

με την ιδέα του τέλους

σταμάτησαν να περνούν με τ’

αυτοκίνητα τους απ’ τα νοσοκομεία

από τις κλινικές από τους γιατρούς

τους οδοντογιατρούς και τους

ψυχολόγους

ακύρωσαν όλα τα ταξίδια

όλους τους νέους τόπους ακύρωσαν

όλες τις νέες εμπειρίες

κι όσοι ήταν ταχύποδοι

μπήκαν τρομαγμένοι στο

μουσείο να πάρουν λίγη απ’

τη γαλήνη την ακινησία των

εκθεμάτων χάζευαν ώρες και

μέρες μέχρι που τους χάζευαν στο

τέλος οι άλλοι

κι ούτε που τους πέρασε απ’ το μυαλό

ότι κάτι τους συνέβηκε ότι

μίκρυναν τίποτα δεν κατάλαβαν

αφού σταμάτησαν να τρώνε

να πίνουν να ουρούν

κι απ’ αυτούς όσοι εντόπισαν

τα πήλινα ομοιώματα της εποχής

του Χαλκού

σκαρφάλωσαν –ήταν η τελευταία

τους κίνηση όχι η προτελευταία

γιατί η τελευταία ήταν ανακλαστική –

και μπήκαν τοποθετήθηκαν

στο ομοίωμα του τεμένους

των Βουνών

σταύρωσαν τα χέρια όπως

οι άλλες πήλινες κούκλες

σε τίποτα δεν ξεχώριζαν απ’

αυτές εξόν από τα πήλινα

που μόνο οι πολύ προσεκτικοί οι

πολύ προϊδεασμένοι μπορούσαν

να δουν

τα ἀπλετα πήλινα δάκρυα τους.

 

Ο ΠΟΙΗΤΗΣ

Παλιά ήμουν
στα κανόνια υπεύθυνος
για τις βολές και τις μπάλες
βυθίστηκαν πολλά καράβια
στους καιρούς μου κατάρτια
έσπαγαν ωσάν κλαράκια
άνθρωποι έκρωζαν από τον
πόνο
πολέμησα για κάτι παραπάνω
από τον πόλεμο και την ιδέα
του πολέμου για κάτι πιο
αφηρημένο κι από τα
αφηρημένα ουσιαστικά
πολέμησα για τη χίμαιρα
την ουτοπία πάντα βλέποντας
μέσα από το μονοκυάλι τη
γη των Μακάρων να πλησιάζει
και πάντα να απομακρύνεται
Έφτασα πιο πέρα από τις
στήλες του Ηρακλή και
ποτέ δεν τα κατάφερα να
γίνω κάτι άλλο από αυτό
που ήμουν όπως δεν μπορεί
να περπατήσει ή να ντυθεί
το πιο επιδέξιο ψάρι
ανακάτεψα τους ωκεανούς
ανακάτεψα τα στομάχια των
συντρόφων μου ανεβαίνοντας
και κατεβαίνοντας τους
αφρούς των κυμάτων
τους αφρούς του στόματός μου
πολέμησα και με τα τέρατα
–κι αποδείχτηκα τερατώδης–
το καλαμάρι και το χταπόδι
και τη σουπιά το ένα τους
χιλιοστό το βλέπετε πάνω
στο τραπέζι σας καθώς τρώτε
και κάθε μάχη είχε για τέλος
της την αρχή μιας άλλης
και δεν κουράστηκα όπως
είθισται οι βροτοί
Παλιά ήμασταν λες
χυμένοι μέσα σε ειδικά
καλούπια καμωμένοι από
χαλκό και από ορείχαλκο
ξέραμε τα μέταλλα και τις
ιδιότητές τους
σκληροί σχεδόν όσο κι αυτά
Παλιά ήμουν στις μπάλες
και στα κανόνια
κραδαίναμε πάλες χαντζάρες
ματσέτες και αρκεβούζια
μαχαίρια ακόνισαν φωνητικές
χορδές
μαχαίρια χάραξαν ανεξίτηλα
τατουάζ
τόσο αντιστέκεται η σάρκα
στο μαχαίρι όσο και το
αφράτο ψωμί
όλα τα κάναμε όμως δε
φάγαμε τους εχθρούς μας
όχι γιατί ξέραμε την ασθένεια
μπέρι μπέρι
αλλά επειδή μέσα στο νου μας
και τη θολούρα του νομίζαμε
πως ανοίγαμε τον φεγγίτη
ενός άλλου καλύτερου κόσμου
Τώρα σχεδόν ξεμπέρδεψα
με καθετί το ανθρώπινο
εμπρός μου απλώνονται
τα λαγκάδια των γηρατειών
τα ήσυχα χωριά και οι φάρμες
και πάλι όμως ο πόλεμος
για τη χάραξη των ορίων
κι η βουλιμία για προσωπική
ιδιοκτησία πάντα παρούσα
κι οι ναοί
με τις ψαλμωδίες που ζητούν
κάτι πιο πνευματικό αλλά δεν
το διαθέτει ο άνθρωπος
Θα αυξηθούν στο μέλλον
οι ναοί και οι δοσοληψίες
κάποιοι θα θέλουν να δώσουν
και κάποιοι να πάρουν
διάλεξε από τώρα τους φίλους
σου
με ποιους θα συμπαραταχτείς
δε θα υπάρχουν στο μέλλον
φράχτες ανοιχτοί όπου ήσυχα
θα κοιμούνται και θα τρων
τα μεγάλα διλήμματα
διάλεξε από τώρα από ποια
πλευρά του κανονιού θα είσαι
και μάθε να μην αναβάλλεις
κι από τις δυο μεριές
ωσάν παλιά φωτογραφία
απεικονίζεται το ζεύγος
ο εξευτελισμός από τη μια
και δίπλα του η αναλγησία
Παλιά ήμουν στα κανόνια
τώρα κάνω άλλα πράγματα
σε λίγο θα βράσω τα χόρτα
και τις πατάτες θα τα
σερβίρω σε μεγάλες γαβάθες
με λάδι αλάτι θαλασσινό
και με ψιλοκομμένο
μαϊντανό
Το παρελθόν μου όπως το
έγραψα
δε θα το ζήσω ξανά

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy