Τα άνθη… του κακού

Της
Ανθής Ερμογένους

Γράψε κάτι για τον καπιταλισμό τα Χριστούγεννα, λέει η συγκάτοικος.
Τελευταία Κυριακή του χρόνου, σε μια χρονιά γεμάτη πολιτική, οικονομία, εκποιήσεις, Κυπριακό, κοινωνία. Δεν κρίνω ότι είναι ώρα για καπιταλισμό, ούτε οικονομία, και ας είναι η εφημερίδα και η στήλη πολιτική. Προσπαθώ να σκεφτώ τι θα ήθελα του χρόνου, για να ’χω να γράφω. Ο Ανδρουλιδάκης έγραφε χθες πως γίναμε σχολιαστές όντας αόρατοι, τόσο που οι λέξεις χάσαν το μεδούλι τους. Λέει πως μιλάμε για τη σιωπή, την οργή, το δίκιο, την εξέγερση, την ανατροπή, τον συλλογικό μας καημό, αλλά δεν μιλάμε από σιωπή, από οργή, από δίκιο, από εξέγερση, από ανατροπή, από συλλογικό πόνο. «Λες και το να μιλάμε είναι ένας εξωραϊσμός. Μιλάμε και επειδή μιλάμε νομίζουμε κιόλας πως ζούμε. Αλλά δεν ζούμε. Απλά σχολιάζουμε την ίδια τη ζωή μας. Τη ζωή που δεν ζούμε».

Και σκέφτομαι τι λείπει απ’ τις ζωές για να ’ναι ακέραιες, αρκετές. Να γεννήσουν ουσία. Να γράψουμε από όρια, από ταυτότητα και από επανάσταση.

Τη μοναδική φορά που ερωτεύτηκα, ήταν ένας αεικίνητος τύπος. Δεν ξέρω αν το έκανε για να μ’ ενθουσιάσει, μα έδινε, έτρεχε, ήθελε δικαιοσύνη εφ’ όλης της ύλης. Δεν είχε τίποτα άψυχο. Και τον αγάπησα πολύ. Ένιωθα να θέλω μαζί του κάθε μέρα να διεκδικώ το δίκιο του κόσμου. Σήμερα δεν έμεινε τίποτα απ’ τον ενθουσιασμό γι’ αυτόν. Ένας συμβατικός, ρουτινιασμένος πια, να ’ναι ΟΚ η επιχείρηση, να πάει σε καμιά κοινωνική υποχρέωση, να κοιμηθεί αφού ετοιμάσει λογιστικά πλάνα πελατών. Δεν ξέρω αν συζητά με τη σύντροφό του πια για τον κόσμο, τους ανθρώπους, αν γεννά ιδέες και αίσθημα. Αποφορτισμένος και στεγνός από φιλότιμο κοινωνιολογικό. Βιομηχανικός άνθρωπος. Να βάλουν ένα όμορφο συνολάκι τα παιδιά, φωτογραφία στην Παραμυθούπολη, χλιδέ γενέθλιο πάρτι κανενός τάχα κυριλέ φίλου, απ’ αυτούς που στη ζωή τους δεν έχουν κάνει κάτι άλλο εκτός από λεφτά. Η ζωή του γι’ αλλού ξεκίνησε και αλλού τον πήγε. Ύστερα άφησε να συνεχίσει μακριά απ’ το ψαχνό της κοινωνίας. Μου φαίνεται σαν θάνατος. Έτσι που δεν αγάπησα και κανέναν που κοιτούσε την κοινωνία ξένα.

Οι άνθρωποι που διαλέγουμε είναι δείγμα ζέουσας σχέσης με τις κοινωνίες που ονειρευόμαστε. Είναι πράξεις επαναστατικές. Ο ρηχός άνθρωπος καταργεί τη σχέση σου με τον κόσμο. Σε διαμορφώνει εις βάρος του. Κι αυτοί που αγάπησα ήταν φως, φωτιά. Μακριά από φράξιες. Ευτυχία της έξαψης. Τέτοιοι μόνο αγαπούν τον άνθρωπο και μετακινούν εσένα στον κόσμο και τον κόσμο στο φως.

Στην πολιτική και στον έρωτα, μέλλον έχουν οι ζωές που ρέουν, που δεν λιμνάζουν στη στέρνα. Τούτους να διαλέγεις. Που σε παίρνουν να πάτε και το κάνουν ζωή.
Λέει η θειά μου, να τον βρεις και να ’ναι σαν εσένα – και πιο πολύ. Να σε τραβά μπροστά, να ’χεις να μιλάς, να μη σε σέρνει, να τον νοιάζει ο κόσμος. Να τον παλεύει να αλλάξει. Να σε σπρώχνει στο φως του. Να μη σε κλείνει στα σκοτάδια του. Να σε κρατά στα ξύπνια.
Η εφημερίδα αυτή είναι πολιτική. Δεν υπάρχει πιο μεγάλη, πιο σαφής πολιτική πράξη απ’ τον έρωτα. Η πολιτική είναι ζωή. Η ζωή θέλει συνοδοιπόρους αυτούς που σε κάνουν να γράφεις από τα όρια, από επανάσταση, από θυμό, από αγάπη, από στέρηση, από νοιάξιμο, από πόθους. Αυτός που δεν νοιάζεται τον κόσμο, χάνει μοιραία από τη γοητεία του.
Αν λείπει απ’ την πολιτική η ψυχή κι απ’ τον έρωτα η επανάσταση, να ’ρθουν.

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy