Τάζομαι πρόσφυγας και σε καλό να μου βγει

Του
Τάσου Αναστάση

 

Κανένας άνθρωπος, όπου κι αν βρίσκεται, όπου και αν θέλησε η μοίρα να τον γεννήσει, δεν θέλει να αφήσει το σπίτι του. Κανένας άνθρωπος που έχει να φάει και να ταΐσει την οικογένειά του, που δεν απειλείται η ζωή του, που δεν κινδυνεύει από ολιγάρχες ή φονταμενταλιστές δεν θέλει να εγκαταλείψει τον τόπο του. Ας κρατήσουμε αυτό για αρχή. Για να σπρωχτεί ένας άνθρωπος να μπει σε βάρκα και να διασχίσει μανιασμένες θάλασσες, ναρκοπέδια και οπλισμένους φύλακες, το κάνει επειδή αυτή είναι η καλύτερη ελπίδα του για επιβίωση. Δεν το κάνει ούτε για τον ήλιο ούτε για τις παραλίες της Κύπρου. Δεν το κάνει ούτε για τα επιδόματα που επικαλούνται οι πολλοί ημιμαθείς μικρόψυχοι.

Είμαστε ένας λαός ξεριζωμένων και καταπιεσμένων ανθρώπων που ξέρουμε από αντίσκηνα, καταλαβαίνουμε από βόμβες, μυριζόμαστε ακόμα το θάνατο και την απώλεια. Ο πόνος έχει γίνει συνώνυμο της ιστορίας μας. Όπως άλλωστε και η λήθη. Η αντιμετώπιση της κυβέρνησης και του αρμόδιου Υπουργού Εσωτερικών μόνο ντροπή μπορεί να δημιουργήσει σε κάθε νοήμονα άνθρωπο αυτής της κοινωνίας. Δεν πρόκειται όμως για την πρακτική ενός μόνο ανθρώπου ή μιας κυβέρνησης. Δεν είναι κάτι που ξενίζει ή προβληματίζει. Είναι απλά το πρόσωπο του τέρατος όταν βγάλει τη μάσκα του φιλάνθρωπου. Είναι αυτό το τέρας που ξυπνά από τη χειμερία νάρκη του όταν το επιτάσσουν οι ανάγκες και οι καιροί. Είναι μια ολόκληρη ιδεολογία χτισμένη πάνω στο μισανθρωπισμό και την αντιπάθεια οποιουδήποτε φτωχού.

Ναι, φτωχού και όχι ξένου. Το πρόβλημά μας εξάλλου δεν είναι οι Σαουδάραβες κροίσοι με τα τζετ τους, δεν είναι οι Ρώσοι πετρελαιάδες, ούτε καν οι Μαλαισιανοί καταζητούμενοι. Αυτούς άλλωστε τους γλείψαμε για 2-3 εκατομμύρια και τους ανακηρύξαμε επίτιμους πολίτες της Δημοκρατίας.

Το πρόβλημα τους, φτωχέ και καημένε πρόσφυγα, είσαι εσύ. Δεν έχεις τίποτα να προσφέρεις, καημένε δούλε των αφεντικών. Έτσι αυτόματα γίνεσαι «επικίνδυνος για τη δημόσια υγεία», γίνεσαι «τρομοκράτης», γίνεσαι «αλλόθρησκος», αλλά το χειρότερο, φτωχέ μου άνθρωπε, γίνεσαι αυτός που τρώει το ψωμί μας!

Και όλα τα ανεχόμαστε, ρε φτωχέ, αλλά να ακουμπήσεις το φαΐ μας, ρε κατατρεγμένε;

Και εξαφανίζονται όλα μετά, καημένε μου πρόσφυγα. Πάει η ιστορική μνήμη, πάει ο πόνος, πάνε και τα δάκρυα… πάει και η φιλανθρωπία.

Αλλά μην απελπίζεσαι, καλέ μου. Επειδή έχουμε το όπλο που τρέμουν. Το όπλο που δεν τους αφήνει να ριζώσουν. Έχουμε την αλληλεγγύη μας. Έχουμε ο ένας τον άλλο. Έχουμε τις γροθιές μας πιο ψηλά και από τον ήλιο και αφού ο τροχός δεν γυρίζει πια, θα τον κάνουμε κομμάτια επιτόπου. Ώμο-Ώμο θα πορευτούμε μαζί.

Τάζομαι πρόσφυγας, λοιπόν. Και σε καλό θα μου βγει.

 

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy