Του Κυριάκου Λοΐζου
Η πρόσφατη βράβευση της παράστασης «Περιμένοντας τον Γκοντό» στο Φεστιβάλ Θεάτρου του Μάλτεπε στην Κωνσταντινούπολη, αναμφίβολα αποτελεί μία σπουδαία στιγμή, τόσο για το κυπριακό θέατρο, όσο και για τους ίδιους τους συντελεστές του έργου. Το χειροκρότημα στην Πόλη ζεστό, η διάκριση μεγάλη, τα μηνύματα ακόμη μεγαλύτερα. Στον απόηχο της διάκρισης αυτής και μέσα από τις δηλώσεις των πρωταγωνιστών, αλλά και του δημάρχου του Μάλτεπε, Αλί Κιλίτς, ευτυχώς για μερικούς και δυστυχώς για κάποιους άλλους, δεν γίνεται να αγνοηθούν οι προεκτάσεις τους: βαθιά πολιτική, εξαιρετικά κρίσιμη για τον Πολιτισμό.
«Η Κύπρος είναι μία και οι διαχωριστικές γραμμές είναι στα κεφάλια μας και πρέπει να εξαλειφθούν». Αυτή η φράση του Αλί Κιλίτς έγινε ένα με την παράσταση, σαν να ήταν μέσα στο σενάριο, σαν να ήθελε να ανέβει στη σκηνή και να το φωνάξει μαζί με τους δύο πρωταγωνιστές. Το Θέατρο δείχνει την αλήθεια, κάποιες φορές παραλλαγμένη -πάντα στα πλαίσια του πραγματικού- ωστόσο ο καθένας και η καθεμία μπορεί να την εκλάβει με διαφορετικό τρόπο. Όπως ακριβώς έγινε και με την εν λόγω παράσταση. Κάποιοι έλαβαν το μήνυμα της ειρήνης, της συμβίωσης και της κατάρριψης του μύθου του Άλλου, ενώ κάποιοι άλλοι είδαν μία ακόμη αδιάφορη παράσταση στη βάση της προδοσίας και της «τουρκολαγνείας». Για τους δεύτερους, ίσως θα ήταν καλύτερα να ανέβαινε μία παράσταση στο πνεύμα του έθνους, ή ακόμη καλύτερα στο πνεύμα της τουρκοφαγίας.
Πολλές φορές μία θεατρική παράσταση μπορεί να σφάξει με το γάντι, ενώ έχει μία απίστευτη δύναμη να ξεγυμνώσει τη σήψη και τους μύθους μέσα σε 1-2 ώρες. Μπορεί να δείξει με μοναδική σκληρότητα την αλήθεια, η οποία στα πλαίσια του πολιτικού διαλόγου ενδέχεται να κρυφτεί. Η παράσταση του Θεάτρου Αντίλογος αυτό έκανε. Πρέπει να αναφερθεί ξανά και ξανά ότι η φράση του δημάρχου του Μάλτεπε ήταν από τη μια γροθιά στο στομάχι και από την άλλη μια φωνή αλήθειας και ελπίδας.
Η πολιτιστική προέκταση είναι ξεκάθαρη: οι ίδιοι που υπονομεύουν τον Πολιτισμό, οι αρμόδιοι δηλαδή, πρέπει να στηρίξουν το χώρο με γενναίες αλλαγές, χωρίς παρωπίδες. Αλλά θα πει κανείς, «μα γιατί να στηρίξουν ένα έργο, μία παράσταση η οποία εμπνέει ελπίδα, ενότητα και ειρήνη, από τη στιγμή που αυτό που πράττουν είναι ακριβώς το αντίθετο». Και δεν θα ‘χει κι άδικο, διότι ναι, όταν τα τελευταία χρόνια όλα δείχνουν το δρόμο της διαιώνισης του μίσους και της διχοτόμησης, γιατί να στηρίξουν ανθρώπους που αγωνίζονται για το αντίθετο.
Η αλήθεια είναι εδώ όμως. Θα χτυπάει την πόρτα κάθε μέρα, είτε στα σανίδια του κόσμου, είτε στους δρόμους και θα κυνηγά σαν φάντασμα τις ιέρειες του μίσους.
