Η διεθνής κοινότητα αποδίδει µεγαλύτερη σηµασία στην Τουρκία από ό,τι στην Ελλάδα

  • Η µη µεσολάβηση Ε.Ε. και ΗΠΑ όχι µόνο δείχνει τη σηµαντικότητα της Τουρκίας, για γεωπολιτικούς και οικονοµικούς λόγους, αλλά ταυτόχρονα επιτρέπει στον Ερντογάν να προβαίνει σε τέτοιες προσβλητικές δηλώσεις για χώρα της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ
  • Και το τουρκολιβυκό µνηµόνιο πέρασε, και ο ρόλος της Τουρκίας ως διεθνής διαµεσολαβητής για την ειρήνη αναγνωρίστηκε, ενώ γίνονται συζητήσεις για αναβάθµιση των τουρκικών F-16 και αγορά γερµανικών υποβρυχίων, την ώρα που η Τουρκία «µπλοκάρει» τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ
  • Η όποια ελληνοτουρκική κρίση περιλαµβάνει και το Κυπριακό µε τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Στη συγκεκριµένη περίπτωση, αντιλαµβανόµενος ο Ερντογάν την «προνοµιούχα» θέση στην οποία βρίσκεται, θα αξιώσει ανταλλάγµατα, είτε σε σχέση µε την Ελλάδα είτε µε την Τουρκία

Του Κυριάκου Λοΐζου

Οι γεωπολιτικές εξελίξεις το τελευταίο διάστηµα -παίρνοντας και ως δεδοµένη την απραγία της Ε.Ε. ως προς την ειρηνευτική διαδικασία και πρωτοβουλία- καθιστούν την Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν έναν σηµαντικό παίκτη στην περιοχή, ενώ σε αυτό συνηγορούν και οι συνεχιζόµενες εµπρηστικές δηλώσεις της Άγκυρας µε αποδέκτη, κυρίως, την Αθήνα. Οι πρόσφατες δηλώσεις του αρχηγού του µεγαλύτερου κόµµατος της αντιπολίτευσης στην Τουρκία, Κεµάλ Κιλιτσντάρογλου, κατά τις οποίες ο Ταγίπ Ερντογάν «θα πρέπει να ασκήσει µεγαλύτερη πίεση σε Μεσόγειο και Αιγαίο», δίνουν την εικόνα για το πώς ενδεχοµένως να κινηθεί η Άγκυρα, τουλάχιστον σε διπλωµατικό επίπεδο, το επόµενο διάστηµα.

Βρίσκεται, όντως, η Τουρκία σε θέση ισχύος απέναντι στην Ελλάδα τη δεδοµένη στιγµή;

Ο συνεχής ανταγωνισµός µε την Τουρκία οδηγεί σε λάθος στρατηγικές

Όπως εξήγησε στη «Χαραυγή» ο αναπληρωτής καθηγητής Τουρκικής και Μεσανατολικής Ιστορίας και Πολιτικής, Νίκος Χριστοφής, η Τουρκία έχει «αναβαθµιστεί», κυρίως λόγω της στάσης της το προηγούµενο διάστηµα σε σχέση µε τον πόλεµο στην Ουκρανία.

Ωστόσο, είπε, και αυτό ισχύει και στις δύο πλευρές του Αιγαίου, οι πολιτικές ηγεσίες αντιλαµβάνονται µονίµως και συνεχώς τις σχέσεις των δύο χωρών µε ανταγωνιστικούς όρους. ∆ηλαδή, αν κάτι είναι καλό για την Τουρκία είναι κακό για την Ελλάδα και το αντίθετο.

Κάτι τέτοιο ίσως έχει βάση, κυρίως αν λάβουµε υπόψη τις αυταρχικές πολιτικές του Ερντογάν. «Ωστόσο θεωρώ, αν και δύσκολο, πως µια τέτοια στάση εκατέρωθεν, µια µονίµως ανταγωνιστική προσέγγιση στις σχέσεις των δύο χωρών, οδηγεί µε µαθηµατική ακρίβεια σε λάθος επιλογές και στρατηγικές. Για παράδειγµα, για να χρησιµοποιήσω πάλι το παράδειγµα της στάσης της Τουρκίας στον πόλεµο, πιστεύω πως ήταν µια καλή ευκαιρία για τις δύο χώρες να συνταχθούν µαζί, να υιοθετήσει δηλαδή η Ελλάδα µιαν παρόµοια στάση και γιατί όχι, να υποστηρίξει την τουρκική στάση, και από κοινού να παίξουν ένα µεσολαβητικό ρόλο, όπου θα αναβαθµιζόταν η θέση και των δύο χωρών», εκτίµησε ο κ. Χριστοφής.

Αντ’ αυτού, συνέχισε ο καθηγητής, τα ελληνικά ειδησεογραφικά δίκτυα, εφηµερίδες, τηλεόραση κ.λπ., µε εξαιρέσεις φυσικά, µιλούσαν για «αποµονωµένη» Τουρκία, κάτι το οποίο διαψεύστηκε πολύ σύντοµα.

Φέρνοντας πολλά παραδείγµατα τα οποία συνηγορούν στην παραπάνω θέση, ο κ. Χριστοφής είπε χαρακτηριστικά: «Και το τουρκολιβυκό µνηµόνιο πέρασε, και ο ρόλος της (σ.σ. Τουρκίας) ως διεθνής διαµεσολαβητής για την ειρήνη αναγνωρίστηκε, ενώ γίνονται συζητήσεις για αναβάθµιση των τουρκικών F-16 και αγορά γερµανικών υποβρυχίων, άνοιγµα νέου γερµανικού εργοστασίου αυτοκινήτων στην Τουρκία, η οποία “µπλοκάρει” και τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ, για να µην αναφέρω την είδηση που κυκλοφορεί περί αναγνώρισης των κατεχοµένων. Όλα αυτά πιστεύω πως θα µπορούσαν να αποφευχθούν µε την υιοθέτηση µιας άλλης εξωτερικής πολιτικής, µη ανταγωνιστικής. Αυτό φυσικά προϋποθέτει την κοινή γραµµή όλων των εµπλεκόµενων µερών».

Υποκριτική η πολιτική των «δύο µέτρων» από µέρους της Ε.Ε.

Οι πρόσφατες δηλώσεις του Τούρκου Προέδρου µε αποδέκτη τον Κυριάκο Μητσοτάκη ήταν προσβλητικές, ενώ η διεθνής κοινότητα, και δη η Ευρωπαϊκή Ένωση, σχεδόν παρέµειναν σιωπηλές, δείχνοντας έτσι διά της σιωπής τους πώς αντιµετωπίζουν, αλλά και πώς τους αντιµετωπίζει η Άγκυρα.

Οι δηλώσεις του Τούρκου Προέδρου, ανέφερε ο καθηγητής, πέραν από προσβλητικές απέναντι στον Έλληνα Πρωθυπουργό, ήταν προσβλητικές και απέναντι στους θεσµούς στους οποίους η Ελλάδα είναι µέλος, όπως την Ε.Ε. αλλά και το ΝΑΤΟ, στο οποίο είναι µέλος και η Τουρκία. Η απάντηση, ή µάλλον η µη απάντηση, από τη διεθνή κοινότητα αναδεικνύει πως η θέση της Τουρκίας, τουλάχιστον στη συγκεκριµένη συγκυρία, είναι σηµαντικότερη από αυτήν της Ελλάδας.

«Η µη µεσολάβηση Ε.Ε. και ΗΠΑ όχι µόνο δείχνει τη σηµαντικότητα της Τουρκίας, για γεωπολιτικούς και οικονοµικούς λόγους, αλλά ταυτόχρονα επιτρέπει στον ίδιο τον Ερντογάν να προβαίνει σε τέτοιες προσβλητικές δηλώσεις για χώρα της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ. Θα έλεγα µάλιστα πως αυτή η πολιτική των “δύο µέτρων” είναι τουλάχιστον υποκριτική από µέρους της Ε.Ε., αφού ο Πούτιν και ο Ερντογάν δεν είναι τόσο διαφορετικοί».

Και το Κυπριακό στην ελληνοτουρκική διένεξη

Πηγαίνοντας ανατολικότερα, ιστορικά το Κυπριακό εντάσσεται σε µεγάλο βαθµό -αν όχι στη βάση- στην ελληνοτουρκική διένεξη. Με γνώµονα τη θέση της Τουρκίας αυτή τη στιγµή στο διεθνές στερέωµα, υπάρχει «ενεργό» το ερώτηµα το οποίο περιλαµβάνει το κυπριακό ζήτηµα.

Ο κ. Χριστοφής υπογράµµισε ότι η όποια ελληνοτουρκική κρίση περιλαµβάνει και το Κυπριακό µε τον έναν ή τον άλλο τρόπο. «Στη συγκεκριµένη περίπτωση ωστόσο, θεωρώ πως αντιλαµβανόµενος ο Ερντογάν την “προνοµιούχα” θέση στην οποία βρίσκεται, θα αξιώσει ανταλλάγµατα, είτε σε σχέση µε την Ελλάδα είτε µε την Τουρκία».

Πρόσφατα, η βρετανική εφηµερίδα Express ανέφερε πως η Τουρκία ενδέχεται να πιέσει και να αξιώσει την αναγνώριση των κατεχοµένων, προκειµένου να συναινέσει στην ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο NATO. Μάλιστα, η εφηµερίδα επικαλέστηκε πληροφορίες από το περιβάλλον του Τουρκοκύπριου ηγέτη Ερσίν Τατάρ, σύµφωνα µε τις οποίες ζήτησε από τον Ερντογάν να θέσει το ζήτηµα αυτό ενώπιον των συµµάχων. Ο καθηγητής είπε πως δεν είναι σίγουρο κατά πόσο αυτή η είδηση ευσταθεί, αλλά «σίγουρα αποτελεί δείγµα του πώς ενδέχεται να εξελιχθούν τα πράγµατα τις επόµενες εβδοµάδες ή λίγους µήνες».

Σε ό,τι αφορά την υπόθεση µε τα τάνκερ ελληνικών συµφερόντων, τα οποία κατασχέθηκαν από το Ιράν πριν από µερικές µέρες, ο κ. Χριστοφής εξήγησε πως η συγκεκριµένη υπόθεση δεν σχετίζεται σε µεγάλο βαθµό µε την Τουρκία, αλλά περισσότερο σχετίζεται µε την εξωτερική πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης και του πώς αντιλαµβάνεται το ρόλο της στο «δυτικό» µπλοκ. «Για παράδειγµα, αυτή τη στιγµή η ελληνική κυβέρνηση κατάφερε να δηµιουργήσει διπλωµατικό θέµα µε δύο χώρες, τη Ρωσία και το Ιράν, µε τις οποίες δεν είχε κάποιο πρόβληµα στο παρελθόν, ενώ στη σύνοδο όπου θα συζητιόταν το θέµα της τουρκικής προκλητικότητας, αυτές δεν κατέληξαν πουθενά. Μάλιστα, µε την πρόφαση της προκλητικότητας της Τουρκίας, η οποία είναι βέβαια σε µεγάλο βαθµό υπαρκτή, η ελληνική κυβέρνηση δείχνει την αφοσίωσή της προς τη ∆ύση παραγγέλνοντας όπλα, ενώ ταυτόχρονα το “πουλάει” εσωτερικά, παίζοντας το χαρτί του προκλητικού και επεκτατικού Τούρκου. Το αποτέλεσµα πιστεύω είναι πως και οι δύο κυβερνήσεις επενδύουν σε αυτή την ελληνοτουρκική κρίση, δηµιουργώντας µάλιστα σε κάποιο βαθµό νέες κρίσεις, ώστε να αποπροσανατολίσουν τον λαό τους από τα σηµαντικά προβλήµατα (οικονοµία, πληθωρισµός κ.λπ.) που αντιµετωπίζουν και οι δύο χώρες, και σε σηµαντικό βαθµό απέτυχαν οι κυβερνήσεις της Τουρκίας και της Ελλάδας να αντιµετωπίσουν µε επιτυχία», τόνισε καταληκτικά.

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy