Η έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και το Σύμφωνο Ρίμπεντροπ και Μολότωφ

Του ΚΙΝΥΡΑ

Συμπληρώνονται σήμερα 80 χρόνια από την έναρξη του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου και στον κόσμο, σε πρώτη γραμμή στις ΗΠΑ και στις χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παίρνει στροφές η αντισοβιετική και αντιρωσική προπαγάνδα. Στόχος της είναι να επιρρίψει εξίσου ευθύνες για τη μεγαλύτερη καταστροφή του 20ού αιώνα τόσο στη χιτλερική Γερμανία όσο και στη Σοβιετική Ένωση, ενώ ταυτόχρονα να ρίξει σκιές στη σύγχρονη Ρωσία υποστηρίζοντας τη θέση ότι οι Ρώσοι δεν αλλάζουν.

Υπάρχει μια καθολική και κακοφτιαγμένη παραπληροφόρηση ενώ ερμηνεύονται αυθαίρετα ιστορικά γεγονότα και στοιχεία, που είχαν προηγηθεί της έναρξης του πολέμου. Στην προμετωπίδα βρίσκεται το Σοβιετικο-γερμανικό Σύμφωνο μη επίθεσης της 23ης Αυγούστου 1939 (Σύμφωνο Ρίμπεντροπ – Μολότωφ), το οποίο τάχατες αποτέλεσε την πρωταρχική αιτία του πολέμου, ανάβοντας το «πράσινο φως» για την επίθεση του Χίτλερ στην Πολωνία. Αυξάνονται οι αδικαιολόγητες κατηγορίες ενάντια στον «σοβιετικό ιμπεριαλισμό», που εκμεταλλεύτηκε την περίσταση ώστε να διαμοιράσει με τους Γερμανούς ναζιστές την Ευρώπη και ταυτόχρονα, επεκτείνοντας μια τέτοια προσέγγιση στη σημερινή εξωτερική πολιτική της Ρωσίας, η οποία δήθεν από τότε δεν έχει αλλάξει.

Προσπάθειες παραποίησης της Ιστορίας

Συνεχίζονται οι προσπάθειες για παραποίηση της ιστορίας αυτής της παγκόσμιας πολεμικής σύγκρουσης. Αρκετοί θέλουν να μειώσουν ή και να αποσιωπήσουν πλήρως το ρόλο της Σοβιετικής Ένωσης στη συντριβή του ναζισμού, προσπαθούν να λευκάνουν τους κακοποιούς, θέτοντας στην ίδια θέση τους εγκληματίες με τα θύματά τους, προσπαθούν να αμφισβητήσουν τα αποτελέσματα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και τις αποφάσεις της Δίκης της Νυρεμβέργης. Ο στόχος τέτοιων καιροσκοπισμών είναι εμφανής· όχι μόνο να αμαυρώσουν τη σύγχρονη Ρωσία ως ο συνεχιστής της Σοβιετικής Ένωσης, αλλά και να αποκρύψουν τον άχαρο ρόλο των δικών τους κρατών στην ανοχή που επέδειξαν έναντι του χιτλερικού καθεστώτος, να δικαιολογήσουν τις αισχρότητες των σημερινών νεοναζί, τις ασέβειες επί των μνημείων προς τιμή των Σοβιετικών στρατιωτών-απελευθερωτών.

Σε μια εποχή όπου στην Ευρώπη πύκνωναν τα σύννεφα του πολέμου, στις πρωτεύουσες της Δύσης –με την ελπίδα να εξασφαλίσουν την ασφάλειά τους σε βάρος άλλων– προχώρησαν σε μίαν πρώτιστα εγωιστική και ταυτόχρονα άκρως μη διορατική επιλογή που στόχευε στον κατευνασμό του χιτλερικού καθεστώτος. Αποθέωση μιας τέτοιας πολιτικής ήταν τελικά η σύναψη της Συμφωνίας του Μονάχου το 1938.

Για να γίνει όμως πλήρες κατανοητό το τι προηγήθηκε της παραμονής του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στα πραγματικά γεγονότα, που έγιναν σ’ όλη την περίοδο που ακολούθησε τη Συμφωνία του Μονάχου, δηλαδή από τον Σεπτέμβριο 1938 μέχρι και τον Σεπτέμβριο 1939, γιατί μόνον έτσι είναι δυνατό να αποκατασταθεί η αλήθεια.

Μετά την υπογραφή της Συμφωνίας του Μονάχου (29 – 30 Σεπτεμβρίου 1938) στην Ευρώπη δημιουργήθηκε μια εντελώς νέα κατάσταση, η οποία χαρακτηριζόταν από την ενίσχυση της διεθνούς απομόνωσης της Σοβιετικής Ένωσης. Φυσιολογικά στη Μόσχα προκαλούσε αυξανόμενη ανησυχία η προοπτική της δημιουργίας ενός ενιαίου αντισοβιετικού μετώπου. Είναι αναγκαίο να λαμβάνεται υπόψη ότι αυτήν την περίοδο η Μεγάλη Βρετανία και η Γαλλία είχαν υπογράψει με τον Χίτλερ Διακήρυξη Μη Επίθεσης (αντίστοιχα στις 30 Σεπτεμβρίου και 6 Οκτωβρίου 1938), για την οποίαν όμως σήμερα στη Δύση δεν επιθυμούν και τόσο να αναφέρονται. Παρόμοιο έγγραφο είχε υπογραφεί επίσης μεταξύ της Βαρσοβίας και του Βερολίνου ήδη από το 1934. Η Πολωνία σε σημαντικό βαθμό υποβοήθησε στην έκρηξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, υπογράφοντας το 1934 το Σύμφωνο Πιλσούντσκι-Χίτλερ και έχοντας ενεργή συμμετοχή στο διαμοιρασμό της Τσεχοσλοβακίας. Η εξωτερική πολιτική της Πολωνίας στην περίοδο του Μεσοπολέμου κατευθυνόταν ενάντια στην ΕΣΣΔ. Η Βαρσοβία επανειλημμένα απέρριπτε προτάσεις της Μόσχας για κοινές δράσεις ενάντια στη Γερμανία.

Σύστημα συλλογικής ασφάλειας

Παρ’ όλα αυτά ακόμα και μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες η τότε σοβιετική κυβέρνηση, επιδεικνύοντας σοφία και εγκράτεια δεν έχανε τις ελπίδες για τη δημιουργία ενός συστήματος συλλογικής ασφάλειας, η αναγκαιότητα του οποίου έγινε ακόμα πιο έκδηλη μετά τη διάλυση από τους Χιτλερικούς της κρατικής οντότητας της Τσεχοσλοβακίας τον Μάρτιο 1939, ένα γεγονός για το οποίο και πάλι οι ηγέτες της Δύσης και τα ΜΜΕ τηρούν σιγήν ιχθύος. Η ΕΣΣΔ κατηγορηματικά καταδίκασε τις επιδρομικές ενέργειες του Τρίτου Ράιχ, αρνούμενη από τη μια να αναγνωρίσει την κατάληψη της Τσεχοσλοβακίας και θεωρώντας από την άλλη ως προτεραιότητά της τη σύναψη συμφωνίας με το Λονδίνο και το Παρίσι.

Είναι επίσης απαραίτητο να υπενθυμιστεί σ’ όλους ότι οι τριμερείς αγγλο-γαλλο-σοβιετικές συνομιλίες συνεχίστηκαν μέχρι το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Αυγούστου 1939. Δυστυχώς και όχι εξ υπαιτιότητας της Σοβιετικής Ένωσης, αυτές οι συνομιλίες δεν κατέληξαν σε επιτυχία. Ουσιαστικά μόνο μετά την τελική διακοπή των συνομιλιών με τη Γαλλία και τη Μεγάλη Βρετανία και λαμβάνοντας υπόψη τη δημιουργηθείσα διεθνή κατάσταση, οι Σοβιετικοί ηγέτες αποδέχτηκαν την έναρξη σοβιετο-γερμανικών συνομιλιών στις αρχές Αυγούστου 1939.

Η υπογραφή του σοβιετο-γερμανικού Συμφώνου Μη Επίθεσης για τη Σοβιετική Ένωση ήταν μια αδήριτη αναγκαιότητα, υποχρεωτική και άκρως δύσκολη απόφαση. Με την υπογραφή του Συμφώνου Ρίμπεντροπ – Μολότωφ και του μυστικού πρωτοκόλλου, η σοβιετική ηγεσία επεδίωκε τους ακόλουθους στόχους:

  • Να μην επιτρέψει την εμπλοκή της ΕΣΣΔ σε πόλεμο,
  • να αποτρέψει τη διαφαινόμενη νέα αγγλο-γερμανική συμφωνία (ένα «δεύτερο Μόναχο»),
  • να διατηρήσει για τον εαυτό της την ελευθερία στους στρατιωτικο-στρατηγικούς και πολιτικούς ελιγμούς,
  • να μην επιτρέψει την κατοχή ολόκληρου του εδάφους της Πολωνίας από τους ναζιστές, πράγμα που ουσιαστικά θα χειροτέρευε τη στρατιωτικο-στρατηγική θέση της ΕΣΣΔ.

Στη Βρετανία ξέχασαν…

Στη σημερινή Μεγάλη Βρετανία έχουν ξεχάσει παντελώς τις δηλώσεις Βρετανών ηγετών εκείνης της εποχής. Για παράδειγμα ο γνωστός πολιτικός και κρατικός αξιωματούχος Λόιντ Τζωρτζ μετά τα γεγονότα του Σεπτεμβρίου 1939 υπογράμμιζε: «Η ΕΣΣΔ κατέλαβε εδάφη, τα οποία δεν είναι πολωνικά και κατακτήθηκαν από την Πολωνία μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο… Θα ήταν  παραφροσύνη να τίθεται η ρωσική προέλαση στην ίδια μοίρα με την προέλαση της Γερμανίας».

Όχι λιγότερο παραστατικά είναι τα λεγόμενα του Ουίνστον Τσώρτσιλ: «Είναι προς όφελος των Σοβιέτ να πούμε ότι για τη Σοβιετική Ένωση ήταν ζωτικής σημασίας να μετακινήσει όσο μπορούσε πιο μακριά προς τα δυτικά τις προκεχωρημένες θέσεις των γερμανικών στρατιών με στόχο οι Ρώσοι να έχουν χρόνο και να δυνηθούν να συσσωρεύσουν δυνάμεις από όλες τις άκρες της αχανούς αυτοκρατορίας … Αν η πολιτική τους ήταν ψυχρά υπολογισμένη, τότε εκείνη τη στιγμή ήταν εξαιρετικά ρεαλιστική».

Η είσοδος του Κόκκινου Στρατού στη Δυτική Ουκρανία και τη Δυτική Λευκορωσία στις 17 Σεπτεμβρίου 1939 πραγματοποιήθηκε ήδη μετά την κατάρρευση της πολωνικής κρατικής οντότητας ως αποτέλεσμα της επίθεσης της Βέρμαχτ. Οι Πολωνοί ηγέτες σήμερα ψεύδονται όταν ονομάζουν την ΕΣΣΔ «επιδρομέα» αναφορικά με εκείνα τα γεγονότα, εξισώνοντάς την με τη Γερμανία.

Ο σοβιετικός στρατός απελευθέρωσε τους Πολωνούς από τους ναζιστές, προσφέροντας γι’ αυτό τεράστιες θυσίες. Ως «ευγνωμοσύνη» οι απόγονοι τους ξεμοντάρουν μνημεία των σοβιετικών στρατιωτών και στρατηγών, που σκοτώθηκαν για την απελευθέρωση της Πολωνίας. Εκείνη την εποχή όχι λίγοι Πολωνοί πολίτες εθελοντικά πολέμησαν στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό των χιτλερικών, χιλιάδες Πολωνοί υπηρέτησαν σε βοηθητικά αστυνομικά σώματα, συμμετέχοντας στα μπλόκα για τους Εβραίους.

Μεταξύ όμως άλλων αντιρωσικών ενεργειών των σημερινών πολωνικών Αρχών, τουλάχιστον στα θέματα ιστορίας, τελευταίως συμπεριλαμβάνονται και οι ακόλουθες:

  • Η ομιλία του τότε Υπουργού Εξωτερικών της Πολωνίας Γκρεκόρ Σκέτινα στην επέτειο για την απελευθέρωση των κρατούμενων στο Άουσβιτς (2015).
  • Οι δηλώσεις για τις δήθεν ευθύνες του Κόκκινου Στρατού για τη συντριβή της εξέγερσης στη Βαρσοβία το 1944, για την εξαπόλυση του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, για τη γενοκτονία των Πολωνών.
  • Η ταύτιση των ενεργειών των σοβιετικών στρατευμάτων με τη ναζιστική κατοχή.
  • Η εξύμνηση των ανδρών του Εσωτερικού Στρατού, που σκότωναν άοπλους τραυματίες σοβιετικούς στρατιώτες και πολίτες.
  • Η αναπαραγωγή μύθων για «τη μίζερη κατάσταση των Πολωνών εξόριστων και αιχμαλώτων στη Ρωσία».
  • Η άρνηση στην τοποθέτηση μνημείου για τους αιχμάλωτους Κοκκινοφρουρούς, φονευθέντες στην πολωνική αιχμαλωσία το 1920-22 κ.ά.

Μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, η ΕΣΣΔ στη διάρκεια μιας μακράς περιόδου παρέμενε η μοναδική δύναμη που αναχαίτιζε την υλοποίηση των επιθετικών του σκέψεων και επέμενε στην ενότητα των προσπαθειών των ευρωπαϊκών χωρών για τη διατήρηση της ειρήνης. Δυστυχώς όμως οι χώρες της Δύσης είχαν εντελώς άλλους στόχους.

Η υπογραφή της σοβιετο-γερμανικής συμφωνίας της 23ης Αυγούστου 1939 ήταν το αποκλειστικό μέτρο μέσα στις αποκλειστικές εκείνες περιστάσεις, η μοναδική εναλλακτική ενέργεια σε σχέση με μια νέα εκκολαπτόμενη συμφωνία στυλ Μονάχου. Όπως και να εκτιμηθεί η σοβιετική πολιτική στο αρχικό στάδιο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, δεν πρέπει να λησμονείται ότι στο τέλος της ημέρας, ακριβώς είναι η Σοβιετική Ένωση και ο Κόκκινος Στρατός που συνέτριψαν τον ναζισμό, απελευθέρωσαν την Ευρώπη και έσωσαν από την καταστροφή την ευρωπαϊκή δημοκρατία, συμπεριλαμβανομένης και της Πολωνίας και του λαού της.

Γι’ αυτό σε κατάληξη η διοργάνωση επετειακών εορτασμών με την ευκαιρία των 80 χρόνων από την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου στη Βαρσοβία χωρίς τη συμμετοχή της Ρωσίας αποτελεί έκδηλη προσπάθεια να παραποιηθεί βάναυσα η ιστορία, ατεκμηρίωτα να επιρριφθούν στην ΕΣΣΔ ίσες ευθύνες με τη χιτλερική Γερμανία για την εξαπόλυση του πολέμου. Με αυτόν τον τρόπο η Πολωνία, εξυπηρετώντας τα συμφέροντα των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, επιδιώκει να δημιουργήσει επιπρόσθετα εμπόδια στην προσπάθεια για την εξομάλυνση των σχέσεων με την ΕΕ. Μια τέτοια κοντόφθαλμη πολιτική δεν έχει ούτε προοπτική, ούτε και κανένα μέλλον.

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy