Η Επ. Νομικών εξετάζει εισήγηση για μερική αποδοχή αναπομπής νόμου για παρακολουθήσεις

Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Νομικών θα συνέλθει εκτάκτως το πρωί της Παρασκευής ώστε να συζητήσει εισήγηση του Υπουργού Δικαιοσύνης Γιώργου Σαββίδη για μερική αποδοχή της αναπομπής από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, και τροπολογία σε ό,τι αφορά τον δεύτερο λόγο αναπομπής, δηλαδή την παρακολούθηση της επικοινωνίας δικηγόρου – πελάτη, του «περί Προστασίας του Απορρήτου της Ιδιωτικής Επικοινωνίας» Νόμου του 2020. Ο νόμος αφορά την παρακολούθηση συνδιαλέξεων και πρόσβαση σε καταγεγραμμένο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας για σοβαρά εγκλήματα.

Ο Υπουργός Δικαιοσύνης κατά τη συζήτηση των λόγων αναπομπής του νόμου, που τέθηκε ενώπιον της Επιτροπής Νομικών, παρακάλεσε και ζήτησε από τα μέλη της Επιτροπής να κάνουν αποδεχτή την αναπομπή και για να διασκεδαστούν οι ανησυχίες για επαγγελματικό απόρρητο των δικηγόρων να εισαχθεί η επιφύλαξη ότι «νοείται πως το περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας δικηγόρου – πελάτη, που εμπίπτει στο επαγγελματικό απόρρητο, όπως καθορίζεται στον νόμο και τους κανονισμούς» για τους δικηγόρους, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό ως μαρτυρία έναντι οποιασδήποτε ποινικής ή πολιτικής δικαστικής διαδικασίας.

Την έκτακτη συνεδρία της Επιτροπής Νομικών την Παρασκευή ανακοίνωσε ο Πρόεδρος της Γιώργος Γεωργίου, ο οποίος ήρθε σε συνεννόηση με τον Πρόεδρο της Βουλής στην παρουσία του Υπουργού Δικαιοσύνης για τη διαδικασία που θα ακολουθηθεί, ώστε η εισήγηση του Υπουργού για την επιφύλαξη να υιοθετηθεί στον αναπεμφθέντα νόμο.

Ο κ. Γεωργίου είπε πως ο ΔΗΣΥ κάνει αποδεχτή την αναπομπή του νόμου ως προς την πρώτη αιτιολόγηση και υιοθετεί την τροπολογία που πρότεινε ο Υπουργός Δικαιοσύνης.

Παρουσιάζοντας του λόγους αναπομπής του νόμου ενώπιον της Επιτροπής Νομικών, ο κ. Σαββίδης, αφού αναφέρθηκε στη σοβαρότητα του νόμου που ψηφίστηκε, υπενθύμισε ότι το Υπουργείο Δικαιοσύνης αποδέχθηκε πολλές από τις εισηγήσεις των κομμάτων προκειμένου να διασκεδαστούν οι ανησυχίες των Βουλευτών, προσπάθεια που αναγνωρίστηκε και κατέληξε σε συναινετικό κείμενο νόμου.

Αναφερόμενος στον πρώτο λόγο αναπομπής, ο Υπουργός Δικαιοσύνης είπε ότι στην εύλογη υποψία για έκδοση διατάγματος παρακολούθησης που υπήρχε στο αρχικό κείμενο του νόμου, με την τροπολογία Κωστή Ευσταθίου προστέθηκαν σωρευτικά δύο κριτήρια, ο σοβαρός λόγος και η αναγκαιότητα για την παρακολούθηση, έτσι που ο Δικαστής που θα χειριστεί το αίτημα έκδοσης διατάγματος πέρα από την εύλογη υποψία θα έχει να εξετάσει και τον σοβαρό λόγο.

Ανέφερε περαιτέρω ότι ο σοβαρός λόγος για αστικές υποθέσεις είναι νομολογημένος δεν είναι όμως νομολογημένος στα ποινικά και θα δημιουργεί πρόβλημα μέχρι να νομολογηθεί.

Εξήγησε πως υπάρχει ανησυχία ότι κάποιοι μπορεί να καταδικασθούν για διάπραξη σοβαρών αδικημάτων, πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας και στο εφετείο να πέσει η καταδίκη για διαδικαστικούς λόγους ερμηνείας των όρων, όπως η μη επαρκής δικαιολόγηση των δύο όρων από τον Δικαστή που θα εκδώσει το διάταγμα παρακολούθησης.

Περαιτέρω είπε πως η αναγκαιότητα προς εξιχνίαση είναι τρίτο στοιχείο που εισήχθη και εξασθενίζει την ισχύ του νόμου.

Τόνισε στη συνέχεια ότι το αδίκημα για το οποίο θα γίνεται άρση επικοινωνιακού απορρήτου δεν είναι απλό αδίκημα, αλλά είναι αδίκημα για ναρκωτικά, παιδεραστία, χειραγώγηση αγώνων, φόνους.

Ο Υπουργός Δικαιοσύνης ανέφερε περαιτέρω πως όταν ψηφίστηκε ο νόμος ο ίδιος βρισκόταν στην Κροατία και συζήτησε με άλλους ομολόγους του και ενημερώθηκε ότι στη Μάλτα έχει την εξουσία για άρση του απορρήτου ο Υπουργός Εσωτερικών ως πολιτικός προϊστάμενος της Αστυνομίας. Πρόσθεσε πως και στη Βρετανία την άρση του απορρήτου αποφασίζει ο πολιτικός προϊστάμενος της Αστυνομίας.

Ο κ. Σαββίδης ανέφερε περαιτέρω ότι όπως είναι σήμερα τα άρθρα του νόμου δεν συνάδουν όλα με το στόχο της τροπολογίας και όπως «πέρασε» ο νόμος υπάρχει αντινομία.

Σε ό,τι αφορά την τροπολογία που ψηφίστηκε και απαγορεύει την παρακολούθηση επικοινωνίας δικηγόρου – πελάτη, είπε αρχικά ότι το όριο στο οποίο επεκτάθηκε το επαγγελματικό απόρρητο «μας εκθέτει ως δικηγόρους».

Με την τροποποίηση που επήλθε από τον κ. Ευσταθίου στο νόμο, κάποιος που παρακολουθεί κάποιον και δεν αντιλαμβάνεται ότι αυτός ο κάποιος μιλά με τον δικηγόρο του άμεσα, θα διαπράττει αδίκημα και θα βρίσκεται ενώπιον ενδεχόμενης ποινής δέκα χρόνων φυλάκισης, συνέχισε ο κ. Σαββίδης.

Περαιτέρω έθεσε στην Επιτροπή την εισήγηση για εισαγωγή της επιφύλαξης «ότι νοείται πως το περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας δικηγόρου – πελάτη, που εμπίπτει στο επαγγελματικό απόρρητο όπως καθορίζεται στον νόμο για τους δικηγόρους, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό ως μαρτυρία έναντι οποιασδήποτε ποινικής ή πολιτικής διαδικασίας», ώστε να διασκεδαστούν οι ανησυχίες και να γίνει αποδεκτή η αναπομπή.

Να μην καλυφθεί με απόρρητο ο απατεώνας δικηγόρος, είπε ο Υπουργός Δικαιοσύνης και απευθυνόμενος στα μέλη της Επιτροπής Νομικών είπε «σας παρακαλώ βοηθάτε μας, αν παρατηρηθεί κατάχρηση θα είμαι ο πρώτος που θα ζητήσει αυστηρότερες δικλείδες».

Απαντώντας σε ερωτήσεις μετά τη συνεδρία, ο Υπουργός Δικαιοσύνης, είπε πως θέλει να πιστεύει ότι ο επαγγελματισμός της Αστυνομίας θα συντείνει ώστε το σώμα να αξιοποιήσει επαρκώς το εργαλείο των παρακολουθήσεων για να διαλευκανθούν αδικήματα που ήταν δύσκολο να εξιχνιαστούν όπως η χειραγώγηση των αγώνων.

Η Εκπρόσωπος της Νομικής Υπηρεσίας είπε στην Επιτροπή ότι κρίνεται ικανοποιητική η εύλογη υποψία αφού περάσει από τη βάσανο του Γενικού Εισαγγελέα και του Δικαστή, προσθέτοντας ότι προκαλεί ανησυχία η διάταξη που απαγορεύει απόλυτα την παρακολούθηση στην επικοινωνία δικηγόρου πελάτη, ακόμα και για διάπραξη του σοβαρού αδικήματος που καθορίζει το Σύνταγμα. Είπε ακόμα πως η τροπολογία Ευσταθίου καθιστά τον νόμο αντισυνταγματικό, καθώς φέρει τους δικηγόρους σε ευνοϊκότερη θέση από τους υπόλοιπους πολίτες. Συμπλήρωσε πως η εισήγηση του Γενικού Εισαγγελέα είναι να γίνει αποδεκτή η αναπομπή.

Ο εισηγητής των τροπολογιών που οδήγησαν στην αναπομπή του νόμου, Κωστής Ευσταθίου είπε πως δεν είναι ούτε του Υπουργού, ούτε της Βουλής αρμοδιότητα η ερμηνεία των νόμων, αλλά του Δικαστηρίου και διατύπωσε τη διαφωνία του για τους λόγους που επικαλέστηκε στην αναπομπή του νόμου ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Παρατήρησε ακόμα πως όταν παρακολουθείται η υπεράσπιση κατηγορούμενου, χάνεται η ισότητα των όπλων και η έννοια της δίκαιης δίκης. Σε δήλωση μετά τη συνεδρία είπε ότι η ΕΔΕΚ απορρίπτει την αναπομπή.

Ο Βουλευτής του ΑΚΕΛ Ανδρέας Πασιουρτίδης αφού παρατήρησε ότι η πράξη είναι πολύ διαφορετική από τη θεωρία, εξέφρασε επιφυλάξεις κατά πόσο η παρακολούθηση της επικοινωνίας δικηγόρου – πελάτη θα αποβεί σε βάρος της ισότητας των όπλων.

Ο Βουλευτής του ΔΗΚΟ Πανίκος Λεωνίδου παρατήρησε ότι είναι ελληνικότατη λέξη ο σοβαρός λόγος που προστέθηκε και εξέφρασε επιφυλάξεις κατά πόσον δυσκολεύει και δημιουργεί εμπόδια ώστε να λειτουργήσει το κράτος απέναντι στους εγκληματίες. “Γιατί η ενόχληση να ασκήσουν περαιτέρω έλεγχο οι Δικαστές; Δεν τους εμπιστευόμαστε;”, διερωτήθηκε.

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy