Η ουσία των διαφορών στα λιμάνια

Του Άθου Ελευθερίου*

Οι εργασίες στα λιμάνια εντάσσονται από τις οργανώσεις των εργοδοτών στις ουσιώδεις υπηρεσίες, όπου ζητούν και απαιτούν διάφορα, όμως στην πράξη άλλα πράττουν. Είναι γνωστή η εργατική διαφορά που προέκυψε λόγω της μη ανανέωσης της συλλογικής σύμβασης των λιμενεργατών σημειωτών που έληξε στις 31/12/2017. Το 2018 πραγματοποιήθηκαν και απεργιακά μέτρα για τις παραβιάσεις της σύμβασης.

Προκηρύχθηκαν επίσης 24ωρες απεργίες στις 16 και 21 Ιανουαρίου, οι οποίες αποσύρθηκαν μετά τη νέα απόφαση του Συμβουλίου Λιμενεργασίας Λεμεσού στις 15/01/2019, με την οποία αποσύρθηκε η προηγούμενη απόφασή του για παραπομπή της εργατικής διαφοράς σε Διαιτητικό Δικαστήριο και συνέχιση του διαλόγου για επίλυσή της. Οι συντεχνίες και οι εργαζόμενοι δήλωσαν για ακόμα μια φορά την ετοιμότητά τους για συζήτηση αυτών των προβλημάτων, όπως και μέχρι σήμερα, στα πλαίσια του Κώδικα Βιομηχανικών Σχέσεων και των εργασιακών πρακτικών στην Κύπρο.

Οι εξελίξεις των επόμενων 15 ημερών απογοήτευσαν και πάλι, αφού κανένας δεν ενδιαφέρθηκε για την επανέναρξη του διαλόγου. Γνώριζαν πως αυτό θα οδηγούσε σε νέα αναταραχή, αλλά καμιά πρωτοβουλία για επίλυση του αδιεξόδου. Γιατί;

Έπρεπε να σταλεί νέα προειδοποιητική επιστολή για να οριστεί συνάντηση για συζήτηση της εργατικής διαφοράς; Εάν πραγματικά ενδιαφέρονται για την ομαλή διεξαγωγή των εργασιών στα λιμάνια, γιατί τρέχουν πίσω από τις εξελίξεις αντί να τις προλαβαίνουν; Οι λιμενεργάτες επανειλημμένα αποφάσισαν να μην προκηρύξουν μέτρα για να δοθεί χρόνος για διάλογο. Αντί όμως για διάλογο, οι αρμόδιοι αφήνουν το χρόνο να περνά ανεκμετάλλευτος, ενώ γνωρίζουν πως αυτό δεν βοηθά καθόλου στη δημιουργία του κατάλληλου κλίματος που είναι βοηθητικό και απαραίτητο για την επίλυση όλων των εκκρεμοτήτων. Γιατί; Οι διαφορές για την επίλυση της διαφοράς για την ανανέωση της συλλογικής σύμβασης δεν είναι μεγάλες. Δεν υπάρχει όμως η αναγκαία βούληση για την επίλυσή τους και το σημαντικότερο επιχείρημα για τη μη αποδοχή τους είναι ο ισχυρισμός πως δεν τις αντέχει η οικονομία.

Πριν δύο χρόνια η οικονομία άντεξε τις τεράστιες αυξήσεις που έβαλαν στις ταρίφες οι ιδιωτικές εταιρείες που ανέλαβαν τις εργασίες στο λιμάνι Λεμεσού. Τώρα υπάρχουν πληροφορίες πως και πάλι αυξάνουν σημαντικά και μονομερώς τις ταρίφες τους. Από τα αρμόδια υπουργεία, από την ΟΕΒ και το ΚΕΒΕ, καμιά δημόσια διαμαρτυρία. Γιατί; Πρέπει να δώσουν απαντήσεις και εξηγήσεις για τα δύο μέτρα και δύο σταθμά στις ενέργειες και αποφάσεις τους. Γιατί η οικονομία του τόπου δεν αντέχει τις ελάχιστες αυξήσεις που ζητούν οι εργαζόμενοι μετά από αρκετά χρόνια παγοποίησης της σύμβασής τους, αλλά αντέχει τις επαναλαμβανόμενες πολλαπλάσιες αυξήσεις που μόνες τους βάζουν στους εμπορευόμενους -και συνεπώς στους καταναλωτές- οι εταιρείες που διαχειρίζονται τις εργασίες στο λιμάνι Λεμεσού. Σε κάποιο βαθμό αυτό είναι κατανοητό, αφού οι συγκεκριμένες εταιρείες είναι μέλη τους. Είναι αναμενόμενο να τις στηρίζουν, είτε δημόσια είτε σιωπηρά, όπως τώρα που βάζουν τις νέες αυξήσεις.

Δεν έχουν όμως το δικαίωμα να σχίζουν τα ιμάτια τους για το δήθεν ενδιαφέρον τους για την οικονομία, καταδικάζοντας τους εργαζόμενους για τις ελάχιστες διεκδικήσεις τους, ενώ ταυτόχρονα αγνοούν τις πολλαπλάσιες αυξήσεις που προσθέτουν στις ήδη υψηλές τιμές τους τα μέλη τους.

Στο διάλογο που επαναρχίζει τις επόμενες μέρες αναμένουμε να υπάρξουν νέες σοφότερες σκέψεις από τους εργοδότες που θα είναι βοηθητικές για την επίλυση όλων των διαφορών. Η εργατική πλευρά θα προσέλθει στο διάλογο με σοβαρότητα και με επιχειρήματα όπως πάντοτε, με μοναδικό στόχο την επίλυση όλων των διαφορών και τη διατήρηση της ομαλότητας στα λιμάνια.

* Γ.Γ. ΣΕΓΔΑΜΕΛΙΝ – ΠΕΟ

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy