Η προσαρμογή μετά το μνημόνιο

 ΕΚΘΕΣΗ «ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ 2017»

 • Η αποπληθωριστική επίπτωση από τις τιμές της ενέργειας έχει ολοκληρωθεί, το δε αχρησιμοποίητο παραγωγικό δυναμικό εξαντλείται

 

Η ανάκαμψη της οικονομίας της διετίας 2015-2016 συνεχίστηκε κατά το 2017 αφενός μεν επειδή διατηρήθηκαν ευνοϊκές οι εξωτερικές συνθήκες (δηλαδή η μεταστροφή των τουριστικών ρευμάτων της Μεσογείου προς ασφαλείς προορισμούς και η διατήρηση των χαμηλών τιμών του πετρελαίου), αφετέρου δε επειδή συνεχίστηκε η χαλάρωση της περιοριστικής δημοσιονομικής προσπάθειας και ο αποπληθωρισμός ενίσχυσε την αγοραστική δύναμη των μισθών, την ιδιωτική κατανάλωση και μέσω αυτής το ΑΕΠ και την απασχόληση.

Σύμφωνα με την έκθεση «Οικονομία και Απασχόληση 2017» του ΙΝΕΚ-ΠΕΟ, η εκτροπή των τουριστικών ρευμάτων προς ασφαλέστερους προορισμούς εντάθηκε κατά το 2017 εξαιτίας των συνεχιζόμενων εντάσεων σε σειρά χωρών της Μεσογείου, συμπεριλαμβανομένης πλέον και της Τουρκίας.

Το όφελος από την πτώση των τιμών των εισαγόμενων πρώτων υλών, μεταξύ των οποίων το πετρέλαιο που κατέχει την πρώτη θέση, δημιουργεί πλεονέκτημα κόστους με διπλό όφελος: ένα μέρος της μείωσης μετακυλίεται στις τιμές οι οποίες μειώνονται και αυξάνουν έτσι την αγοραστική δύναμη των εγχώριων εισοδημάτων, και ένα άλλο μέρος μετατρέπεται σε αύξηση των περιθωρίων κέρδους, επιτρέποντας στις προβληματικές επιχειρήσεις να συνεχίσουν τη λειτουργία τους, αλλά και στις πιο εύρωστες να αυξήσουν τα κέρδη τους και την ικανότητά τους να χρηματοδοτήσουν επενδύσεις.

Στο βαθμό που το όφελος από τις χαμηλές τιμές του πετρελαίου μετακυλίεται στις τιμές και τις μειώνει, αφενός αυξάνεται η καταναλωτική ζήτηση, επειδή μεγεθύνεται η αγοραστική δύναμη των χρηματικών εισοδημάτων και αφετέρου μειώνονται οι τιμές των εξαγωγών, επομένως βελτιώνεται η ανταγωνιστικότητα τιμής. Εάν μάλιστα δεν υπήρχε η μείωση των τιμών του πετρελαίου, οι τιμές καταναλωτή θα είχαν μειωθεί κατά το 2016 και το 2017 σημαντικά λιγότερο.

Το κόστος που καταβάλλει η κυπριακή οικονομία για τις εισαγωγές πετρελαίου, εξαρτάται, εκτός από την τιμή του πετρελαίου σε δολάρια, και από την ισοτιμία του ευρώ έναντι του αμερικανικού νομίσματος. Κατά το 2014, ένα μεγάλο μέρος της πτώσης της τιμής του αργού πετρελαίου απορροφήθηκε από τη μείωση της ισοτιμίας του ευρώ έναντι του δολαρίου. Επειδή όμως η μείωση της τιμής του πετρελαίου ήταν πολύ μεγάλη, υπήρξε τελικά σημαντικό όφελος για την κυπριακή οικονομία.

 

Αντιστροφή συνθηκών το 2017

Αυτές οι ευνοϊκές συνθήκες αντιστράφηκαν στη διάρκεια του 2017 και η καμπύλη των τιμών του πετρελαίου στράφηκε πλέον προς την άνοδο. Η δε μείωση της ισοτιμίας του ευρώ, η οποία κατά τα προηγούμενα έτη ευνοούσε την ανταγωνιστικότητα τιμής του τουρισμού και των άλλων διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών, μεταστράφηκε σε ανατίμηση από τους πρώτους μήνες του 2017. Επομένως, η αποπληθωριστική επίπτωση από τις τιμές της ενέργειας έχει ολοκληρωθεί, το δε αχρησιμοποίητο παραγωγικό δυναμικό εξαντλείται. Δημιουργούνται επομένως συνθήκες που ευνοούν τον πληθωρισμό: ο δείκτης τιμών καταναλωτή έχει ήδη επιστρέψει σε αυξήσεις (0,6% το 2017 και 1,3% το 2018). Έτσι, η οικονομία δεν θα μπορεί στο εξής να ωφελείται μειώσεων των τιμών του πετρελαίου, ενώ ταυτοχρόνως η ανατίμηση του ευρώ θα θίξει την ανταγωνιστικότητα τιμής που επηρεάζει τις εξαγωγές. Αυτό συνεπάγεται ότι η ώθηση που δέχθηκε η αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών κατά το 2015 και το 2016, χάρη στις χαμηλότερες τιμές πετρελαίου, βαθμιαία εξαντλείται και θα εκλείψει κατά το 2018.

 

Ανατίμηση ευρώ

Η χαμηλή ισοτιμία του ευρώ από το πρώτο τρίμηνο του 2015 έως το τέλος του 2016, συνέβαλε σημαντικά στη διεύρυνση των μεριδίων αγοράς που καλύπτει ο κυπριακός τουρισμός. Ωστόσο, τα οφέλη αυτά, ακόμη και οι δευτερογενείς επιπτώσεις τους, τείνουν να εξαντληθούν. Επιπλέον, το ιστορικά υψηλό πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της ευρωζώνης (αποτέλεσμα της περιστολής της ζήτησης στην Ευρώπη), εμπεριέχει υψηλές πιθανότητες ανατίμησης του ευρώ: Το πλεόνασμα στις τρέχουσες συναλλαγές της ευρωζώνης θα έπρεπε ήδη να συνοδεύεται από ισχυρές ανατιμητικές τάσεις στην ισοτιμία του ευρώ, αλλά διατηρείται σε χαμηλά επίπεδα χάρη στη νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η αναμενόμενη και αναπόφευκτη ομαλοποίηση της ευρωπαϊκής νομισματικής πολιτικής θα οδηγήσει, εκτός απρόοπτου, σε ανατίμηση του ευρώ. Εάν υπάρξει μια τέτοια εξέλιξη, η κυπριακή οικονομία θα πρέπει να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο νέων μεγάλων ελλειμμάτων στο εξωτερικό ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών εκτός εάν ο εξαγωγικός τομέας έχει στο μεταξύ αποκτήσει μεγαλύτερο παραγωγικό δυναμικό και βελτιωμένα διαρθρωτικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα μέσω επενδύσεων παγίου κεφαλαίου και οργανωτικού εκσυγχρονισμού. Στην αντίθετη περίπτωση, η οικονομία θα ισορροπήσει σε χαμηλότερο επίπεδο παραγωγής και απασχόλησης.

Η ανοδική φάση της κυπριακής οικονομίας, ωστόσο, προβλέπεται ότι θα συνεχιστεί κατά το 2018, παρά τη βαθμιαία εξάντληση των πλεονεκτημάτων που προσέφεραν στην κυπριακή οικονομία οι μειώσεις των τιμών του αργού πετρελαίου και της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η χαλάρωση της δημοσιονομικής προσπάθειας συνεχίζεται και δεν αναμένεται να διακοπεί. Η δημοσιονομική επίπτωση στην οικονομία δεν είναι πλέον ακραία περιοριστική και δεν προβλέπεται να μεταβληθεί ουσιαστικά κατά το επόμενο έτος. Αυτό έχει ως συνέπεια τη συνέχιση της ανάκαμψης, με βάση όχι τις ευνοϊκές επιπτώσεις από τις μειώσεις των τιμών του πετρελαίου, του ευρώ και του δείκτη τιμών καταναλωτή, αλλά με βάση τις ευνοϊκές επιπτώσεις των πολλαπλασιαστών (π.χ. η οικονομική μεγέθυνση προκαλεί αύξηση στην απασχόληση, επομένως δημιουργεί νέα εισοδήματα και μέσω αυτών αύξηση της ζήτησης και του ΑΕΠ και της απασχόλησης κ.ο.κ.). Επιπλέον, η μεγέθυνση της οικονομίας συνοδεύεται από μεγάλες αυξήσεις στην κυκλική συνιστώσα του δημοσιονομικού ισοζυγίου και από την επακόλουθη συγκυριακή βελτίωση του συνολικού δημοσιονομικού ισοζυγίου ενθαρρύνοντας, ενδεχομένως, τη συνέχιση της χαλάρωσης της δημοσιονομικής πολιτικής.

Οι παραπάνω συνθήκες οδηγούν στην πρόβλεψη ότι η μεγέθυνση της οικονομίας θα συνεχιστεί κατά το 2018 με ετήσιο ρυθμό αύξησης που οι υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προβλέπουν ότι θα ανέλθει σε 2,9% (φθινοπωρινές προβλέψεις). Η κυπριακή οικονομία όμως έχει υπερβεί την “οροφή” που αποτελεί το δυνητικό ΑΕΠ: πιο συγκεκριμένα ήδη από το 2017 έχει γίνει αξιοποίηση ολόκληρου του παραγωγικού δυναμικού πέραν του οποίου αναμένεται να εμφανιστούν μακροοικονομικές ανισορροπίες. Το παραγωγικό χάσμα, που είναι η διαφορά μεταξύ τρέχοντος ΑΕΠ και δυνητικού ΑΕΠ, έχει καταστεί θετικό. Επομένως, από το 2018, προκειμένου να μην αντιμετωπίσει σοβαρές μακροοικονομικές ανισορροπίες η κυπριακή οικονομία, θα πρέπει να μεγεθύνεται με τον δυνητικό ρυθμό ανάπτυξης ή με μικρότερους ρυθμούς. Όμως, ο δυνητικός ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ, παρ’ όλο που ποικίλλει ανάλογα με τις εκτιμήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και επιπλέον είναι ένα ευαίσθητο μέγεθος που υφίσταται συχνές αναθεωρήσεις, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να υπερβαίνει το 2% ετησίως. Αυτό συνεπάγεται ότι ο προβλεπόμενος ρυθμός μεγέθυνσης 2,9% για το 2018 δημιουργεί αυξημένες πιθανότητες να οδηγήσει σε μακροοικονομικές ανισορροπίες, εκ των οποίων η πιθανότερη και η σοβαρότερη είναι η διεύρυνση του ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών σε μη ανεκτά και μη διατηρήσιμα επίπεδα: ήδη το έλλειμμα υπερβαίνει το 5% του ΑΕΠ και είναι το μεγαλύτερο έλλειμμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 28 (μαζί με το έλλειμμα της Βρετανίας). Η διεύρυνση του ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών αφενός μπορεί να οδηγήσει σε άνοδο των επιτοκίων δανεισμού, αφετέρου δε ελέγχεται πλέον από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με νέους κανόνες και αυστηρότητα.

 

 Το μεγαλύτερο παραγωγικό χάσμα

 

Μεταξύ των 16 πιο ανεπτυγμένων χωρών της ΕΕ, η Κύπρος θα είναι η χώρα με τη μεγαλύτερη θετική απόκλιση του ΑΕΠ από το δυνητικό ΑΕΠ (δηλαδή με το μεγαλύτερο παραγωγικό χάσμα) που θα ανέρχεται σε +2,7%, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Θα είναι δηλαδή η χώρα η οποία θα έχει εξαντλήσει περισσότερο από κάθε άλλη τα περιθώρια που διαθέτει για να μην οδηγηθεί σε μακροοικονομικές ανισορροπίες. Αυτό θα έχει συμβεί μετά από τρία έτη συνολικής μεγέθυνσης του ΑΕΠ κατά περίπου 9%. Η Ισπανία, με παραπλήσια αύξηση του ΑΕΠ κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, παρουσιάζει παραγωγικό χάσμα +1,4% και η Σουηδία 0,2%. Μεταξύ των 28 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Κύπρος θα διαθέτει κατά το 2018 το δεύτερο υψηλότερο παραγωγικό χάσμα μετά από τη Σλοβενία, η οποία όμως εκτιμάται ότι θα έχει πλεόνασμα 5,4% του ΑΕΠ στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών έναντι ελλείμματος 6,2% της Κύπρου.

 

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy