Διαλεκτικός υλισμός- κατηγορίες: Μοναδικό, ιδιαίτερο, γενικό (1)

Φιλοσοφικές κατηγορίες, που εκφράζουν τις αντικειµενικές σχέσεις του περιβάλλοντος κόσµου και το βαθµό κατανόησής τους από τον άνθρωπο. Οι συγκεκριµένες αυτές κατηγορίες διαµορφώνονται και αποκτούν περιεχόµενο στην πορεία της πρακτικο-κατανοητής δραστηριότητας.

Ο κόσµος αποτελεί ένα ενιαίο σύνολο στο οποίο υπάρχουν πληθώρα διαφορετικών πραγµάτων, φαινοµένων και γεγονότων, που το καθένα ξεχωριστά έχει τα δικά του µη επαναλαµβανόµενα γνωρίσµατα. Όµως, κάθε αντικείµενο, ενώ αρχικά αντιµετωπίζεται από τον άνθρωπο ως κάτι το Μοναδικό, µε την πιο απλοϊκή εξέτασή του αποκαλύπτονται επαναλαµβανόµενα χαρακτηριστικά γνωρίσµατα σε µια σειρά αντικείµενα, που µας επιτρέπει να τα ταξινοµήσουµε σε συγκεκριµένα είδη.

Η ύπαρξη των ξεχωριστών, οριοθετηµένων µεταξύ τους στο χώρο και το χρόνο, πραγµάτων και φαινοµένων, που έχουν τον δικό τους ποιοτικό και ποσοτικό προσδιορισµό, χαρακτηρίζεται µε την κατηγορία Μοναδικό, η οποία εκφράζει εκείνο, που διαφοροποιεί ένα πράγµα από ένα άλλο, δηλαδή αυτό που αποκλειστικά χαρακτηρίζει το δεδοµένο πράγµα.

Κανένα πράγµα ή φαινόµενο δεν υπάρχει από µόνο του

Το κάθε αντικείµενο ή διαδικασία αποτελεί απλώς ένα µέρος κάποιας ολότητας. Κανένα πράγµα και κανένα φαινόµενο δεν υπάρχει από µόνο του. ∆εν µπορούν να εµφανιστούν, ούτε να διατηρηθούν, ούτε να διαφοροποιηθούν χωρίς να έχουν τις όποιες σχέσεις µε άλλα πράγµατα και φαινόµενα.

Τα κοινά γνωρίσµατα και σχέσεις των πραγµάτων εκφράζονται από την κατηγορία Γενικό. Το Γενικό µπορεί να αντιπροσωπεύει την οµοιότητα των γνωρισµάτων και σχέσεων των πραγµάτων, που αποτελούν ένα συγκεκριµένο είδος ή πλήθος, που προσδιορίζουν για παράδειγµα έννοιες όπως «µέταλλο», «ζώο», «άνθρωπος» κ.ο.κ.

Το Γενικό δεν υπάρχει έξω και πριν το Μοναδικό, ακριβώς όπως και το Μοναδικό δεν µπορεί να υπάρχει έξω από το Γενικό. Το κάθε αντικείµενο αποτελεί την ενότητα του Γενικού και του Μοναδικού.

Ως συνδετικός κρίκος µεταξύ του Γενικού και του Μοναδικού εµφανίζεται η κατηγορία Ιδιαίτερο. Σε σχέση µε το Μοναδικό (π.χ. Αποστόλου) το Ιδιαίτερο (ας πούµε Κύπριος) είναι Γενικό, ενώ σε σχέση µε µια µεγαλύτερη ολότητα (Ανθρωπότητα) το Ιδιαίτερο µπορεί να είναι Μοναδικό κ.λπ.

Επίσης, όταν γίνεται λόγος γενικά για Παραγωγή, έχουµε να κάνουµε µε µια αφηρηµένη έννοια, η οποία όµως υπογραµµίζει το Γενικό χαρακτηριστικό της παραγωγής σ’ όλες τις περιόδους. Ταυτόχρονα, όµως, η παραγωγή ως Γενικό από µόνη της είναι επαναλαµβανόµενη, η οποία υπάρχει και ως Ιδιαίτερο (π.χ. σε συνθήκες ενός συγκεκριµένου κοινωνικο-οικονοµικού σχηµατισµού) και ως Μοναδικό (π.χ. σε µια συγκεκριµένη χώρα).

Το κάθε αντικείµενο είναι και διαφορετικό απ’ όλα τα άλλα, µα ταυτόχρονα βρίσκεται σε κάποια σχέση και έχει οµοιότητα µε αυτά. Η οµοιότητα και η διαφορά εκφράζουν τη σχέση του αντικειµένου ως προς τον εαυτό του και προς τα άλλα αντικείµενα και προσδιορίζουν τα γνωρίσµατα, τις συνδέσεις και τις τάσεις ανάπτυξής του.

Οι νοµοτέλειες στην ιστορική διαδικασία

Ιδιαίτερα οξύ είναι το πρόβληµα συσχετισµού του Μοναδικού και του Γενικού σε σχέση µε την ανάλυση των νοµοτελειών της ιστορικής διαδικασίας. Οι µη µαρξιστές επιµένουν ότι ο τοµέας της κοινωνικής δράσης είναι αποκλειστικά «µοναδικός» και όλες οι σχέσεις εδώ είναι µη επαναλαµβανόµενες στην ατοµικότητα και συγκεκριµενικότητά τους. Με αυτόν τον τρόπο απορρίπτουν τις νοµοτέλειες στην ιστορική διαδικασία, γιατί χωρίς επανάληψη δεν µπορεί να διατυπωθεί κανένας νόµος.

Πράγµατι, ξεχωριστά γεγονότα µε όλη τη συγκεκριµενικότητά τους ποτέ δεν επαναλαµβάνονται. Ο κάθε πόλεµος π.χ. µε την όλη ατοµικότητά του δεν ταυτίζεται µε τους υπόλοιπους. Όµως σ’ αυτή την ανεπανάληπτη ατοµικότητα συγκεκριµένων γεγονότων πάντα υπάρχει κάτι το κοινό, όπως τα ουσιαστικά γνωρίσµατά τους, οι τύποι των εσωτερικών και εξωτερικών σχέσεων. Το γεγονός ότι ο Β’ Παγκόσµιος Πόλεµος δεν έχει οµοιότητα µε τους Ελληνο-περσικούς πολέµους δεν αποτελεί εµπόδιο για την κοινωνιολογική µελέτη των διαφόρων τύπων πολέµων.

Ο σωστός υπολογισµός της διαλεκτικής σχέσης του Μοναδικού, Ιδιαίτερου και Γενικού έχει µεγάλη σηµασία τόσο στην πρακτική δράση, όσο και στη διαδικασία της κατανόησης. Η επιστήµη έχει να κάνει µε τις γενικεύσεις, στηρίζεται στις γενικές έννοιες, πράγµα που της δίνει τη δυνατότητα να διαπιστώνει τους νόµους και µε αυτόν τον τρόπο να εξοπλίζεται η πρακτική δράση µε την πρόβλεψη.

Πρωταρχική συσσώρευση

Πώς εµφανίσθηκε το κεφάλαιο, που αποτελεί τη βάση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής; Για να απαντηθεί το ερώτηµα αυτό θα πρέπει να παρθούν τα πράγµατα από την αρχή, γιατί απλοϊκές απαντήσεις αποπροσανατολίζουν από την ταξική ουσία της εµφάνισης του καπιταλισµού.

Μέχρι να καθιερωθούν οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής απαιτήθηκε χρόνος, µα και µια απίστευτης µορφής (εξω-οικονοµικής κυρίως) βία, όπου πρωταρχικό ρόλο διαδραµάτισε η κρατική εξουσία. Η συσσώρευση κεφαλαίου προϋποθέτει την ύπαρξη υπεραξίας, η οποία προϋποθέτει να υπάρχει καπιταλιστική παραγωγή, η οποία µε τη σειρά της απαιτεί όλο και µεγαλύτερη µάζα κεφαλαίου και εργατικής δύναµης στα χέρια αυτών που παράγουν εµπορεύµατα.

Σε αυτόν τον φαύλο κύκλο µπορούµε να προσανατολιστούµε µόνο αν κατανοήσουµε την πρωταρχική συσσώρευση, η οποία προηγείται της δηµιουργίας του καπιταλιστικού κεφαλαίου, ένα κεφάλαιο που δεν είναι το αποτέλεσµα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, αλλά η έναρξή του.

Όπως εύστοχα γράφει ο Μαρξ στο «Κεφάλαιό» του, στην πρωταρχική συσσώρευση στην πολιτική οικονοµία ανήκει περίπου ο ίδιος ρόλος, που διαδραµατίζει στη θεολογία το προπατορικό αµάρτηµα των πρωτόπλαστων.

Επειδή, δηλαδή, ο Αδάµ δάγκωσε το µήλο, άρα αµάρτησε, τότε όλο το κρίµα κληρονοµείται σ’ όλο το ανθρώπινο γένος µέχρι και τις µέρες µας. Κάποιοι επεξηγούν δηλαδή την πρωταρχική συσσώρευση µε έναν απλοϊκό τρόπο: σε µια προγενέστερη εποχή µια µερίδα ανθρώπων ήταν εργατικοί, έξυπνοι και οικονόµοι, ενώ από την άλλη η µεγαλύτερη µερίδα, ήταν αχαµάκκηδες, τεµπέληδες και σπάταλοι. Έτσι, οι µεν πρώτοι πρόκοψαν, συσσωρεύοντας πλούτο, ενώ οι δεύτεροι τελικά υποχρεώθηκαν να πουλούν όσα-όσα την εργατική τους δύναµη.

Αυτό το ιδιόρρυθµο, οικονοµικό πλέον, «προπατορικό αµάρτηµα» εξηγεί τη φτώχεια και τη µιζέρια µιας µεγάλης µάζας ανθρώπων και τη συγκέντρωση του πλούτου στα χέρια λίγων, παρά το γεγονός ότι έχουν από καιρό σταµατήσει ουσιαστικά να εργάζονται.

Χρήµα και εµπορεύµατα υπήρχαν από την αρχαιότητα, πολύ πριν εµφανιστεί ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής, που στηρίζεται στην ύπαρξη του κεφαλαίου. Για να φθάσουµε σ’ αυτόν τον τρόπο παραγωγής θα έπρεπε το χρήµα και το εµπόρευµα να µετατραπούν σε κεφάλαιο. Για να γίνει αυτό απαιτούνται δύο βασικές προϋποθέσεις. Από τη µια να υπάρχουν αυτοί που κατέχουν εµπορεύµατα, χρήµατα, µέσα παραγωγής και που στοχεύουν να αυξάνουν την αξία τους και να την αξιοποιούν για αγορά ξένης εργατικής δύναµης. Από την άλλη, να υπάρχουν ελεύθερα άτοµα, απαλλαγµένα από µέσα παραγωγής, που για να επιβιώσουν είναι υποχρεωµένα να προσφέρουν στην αγορά εργασίας την εργατική τους δύναµη.

Με την πόλωση αυτή στην αγορά εµπορευµάτων δηµιουργούνται οι βασικές προϋποθέσεις για την καπιταλιστική παραγωγή.

Ερνστ Τέλμαν (1886-1944)

Γερµανός επαναστάτης και ηγέτης του Κοµµουνιστικού Κόµµατος Γερµανίας, γεννήθηκε στις 16 Απριλίου 1886 στο Αµβούργο και δολοφονήθηκε στις 18 Αυγούστου 1944 στο ναζιστικό στρατόπεδο του Μπούχενβαλτ.

Ο Ερνστ Τέλμαν εκτελέστηκε σαν σήμερα 18 Αυγούστου 1944 από τους ναζί, στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Μπούχενβαλντ. Ο Ηγέτης Της Τάξης Του.

Το 1903 ο Τέλµαν γίνεται µέλος του Σοσιαλδηµοκρατικού Κόµµατος Γερµανίας και µέχρι την έναρξη του Α’ Παγκοσµίου Πολέµου εργάζεται ως θερµαστής σε φορτηγά πλοία. Το 1915 επιστρατεύεται και πολεµά στο ∆υτικό Μέτωπο µέχρι και το τέλος του πολέµου. Για την επαναστατική του δράση µέσα στο στρατό διώχθηκε επανειληµµένα.

Έλαβε ενεργό µέρος στην επανάσταση του Νοέμβρη 1918. Με τη συγχώνευση της Αριστερής Πτέρυγας του Ανεξάρτητου Σ∆ΚΓ στο Αµβούργο στο ΚΚ Γερµανίας, όπου προσχώρησε η µεγάλη πλειονότητα των µελών του Αµβούργου, ο Τέλµαν εξελέγη τον Μάιο 1923 µέλος της Κ.Ε. του ΚΚΓ και διαδραµάτισε καθοδηγητικό ρόλο στην εξέγερση του Αµβούργου τον ίδιο χρόνο. Από το 1924 εκλέγεται στο Ράιχσταγκ, το 1925 τέθηκε επικεφαλής των κόκκινων στρατιωτών του µετώπου και ταυτόχρονα εκλέγεται στη θέση του προέδρου της Κ.Ε. του ΚΚΓ.

Ήταν φλογερός κήρυκας της επανάστασης, σεβαστός από ευρύτερες µάζες των εργαζοµένων και ηγετική µορφή της Κοµµουνιστικής ∆ιεθνούς, µέλος του Προεδρείου της Εκτελεστικής Επιτροπής και ένας από τους αναπληρωτές προέδρους της. Με πρωτοβουλίες του Τέλµαν ενδυναµώθηκε ο αντιφασιστικός αγώνας του ΚΚΓ και η προσπάθεια συσπείρωσης όλων των αντιφασιστικών δυνάµεων κατά της επιβολής φασιστικής δικτατορίας της χώρας. ∆υστυχώς, η πρόταση του Τέλµαν για δηµιουργία αντιφασιστικού ενιαίου µετώπου πάλης µε τους Σοσιαλδηµοκράτες δεν έγινε αποδεκτή από τους δεξιούς ηγέτες του Σ∆ΚΓ µε όλες τις δυσάρεστες επιπτώσεις.

Με την εγκαθίδρυση της ναζιστικής δικτατορίας ο Τέλµαν πέρασε στην παρανοµία, αλλά σύντοµα συλλαµβάνεται από τους γκεσταπίτες και κλείνεται στη φυλακή. Τον Αύγουστο 1944 µεταφέρθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Μπούχενβαλτ, όπου µε διαταγή του ίδιου του Χίτλερ δολοφονήθηκε.

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy