Η ιστορία του Αντώνη, ενός γελαστού παιδιού δεκαεννέα ετών, ή πώς ξεχάστηκαν οι Ελληνοκύπριοι αγνοούμενοι του 1964

Ο Αντώνης Συμεωνίδης.

Του Παύλου Κ. Παύλου*

Γράφω για τη σύντομη ιστορία ζωής του Αντώνη, ενός νέου δεκα­εννέα ετών από το χωριό Λυθροδό­ντας.

Ήταν ομορφόπαιδο ο Αντώνης, δημοφιλής στις παρέες, με αθλητικό παράστημα, καλός τερματοφύλακας στην ποδοσφαιρική ομάδα του χω­ριού του. Τα αδέλφια του τον περι­γράφουν ζωηρό, δυνατό, δραστήριο, τολμηρό και ατίθασο. Το πιθανότερο είναι να μην την γνωρίζετε καθόλου αυτήν την ιστορία, ενώ θα έπρεπε. Τον Αντώνη τον λέγαμε «το γελαστό παιδί», γιατί είχε μόνιμα ένα αδιόρα­το χαμόγελο στα χείλη που αποκάλυ­πτε χαριτωμένα ένα σπασμένο δόντι, μπροστά-μπροστά στο πρόσωπό του. Κρατήστε αυτήν τη λεπτομέρεια για την εξέλιξη της ιστορίας.

Ο Αντώνης χάθηκε το πρωινό της 30ής Ιουλίου 1964. Ήταν εκπαιδευό­μενος τορναδόρος και ο μάστρος του τον έστειλε να φέρει ένα εξάρτημα από κοντινό κατάστημα της εμπορι­κής οδού Ερμού, στη Λευκωσία. Κα­βάλησε το αγαπημένο του ποδήλατο, καλημέρισε τους πολλούς γνωστούς του στην περιοχή και ξεκίνησε για τη συνηθισμένη διαδικασία. Ήξερε καλά τα κατατόπια που συνόρευαν με την τουρκική συνοικία της Λευκωσίας. Εκείνη τη μέρα, όμως, τα πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά και μοιραία για το νεαρό παλληκάρι. Σε μια ερη­μική πάροδο της Ερμού παραμόνευαν Τουρκοκύπριοι άτακτοι εξτρεμιστές. Του έκοψαν το δρόμο αιφνιδιαστικά, τον άρπαξαν με τη βία και τον οδήγη­σαν στην περιοχή της βόρειας πλευ­ράς που είχαν υπό τον έλεγχό τους. Ήταν οι ταραχώδεις μέρες του 1963-64, όταν αθώοι πολίτες και από τις δύο πλευρές έπεφταν θύματα ακραί­ων στοιχείων, εμποτισμένων με μίσος και φανατισμό. Από εκείνη τη στιγμή χάθηκαν τα ίχνη του.

Ο Αντώνης ονομάστηκε «αγνοού­μενος», μια άγνωστη ως τότε λέξη, που τραγικά έμελλε δέκα χρόνια αρ­γότερα να σημαδέψει πολλές οικο­γένειες του Λυθροδόντα, είκοσι τον αριθμό, και ολόκληρης της Κύπρου. Σημαντική λεπτομέρεια: Στο ίδιο ση­μείο απήχθησαν άλλοι τέσσερις Ελλη­νοκύπριοι. Στη μία περίπτωση ήταν δύο νεαροί από την Αγκαστίνα, οι οποίοι πάλεψαν με τους απαγωγείς και ο ένας κατάφερε να διαφύγει. Ο άλλος απήχθη. Ρωτούσαν οι συγγε­νείς των απαχθέντων: Γιατί δεν λή­φθηκαν από την αστυνομία, το κρά­τος μας μέτρα προστασίας σ’ εκείνο το σημείο;

Όταν διαπιστώθηκε η απαγωγή του, ο πατέρας του, Χριστόφορος Συμεωνί­δης, κίνησε γη και ουρανό. Δεν ήταν ένας τυχαίος άνθρωπος. Μέλος της ΕΟΚΑ, συνελήφθη και φυλακίστηκε. Πέραν από τον δυναμικό χαρακτήρα του, ήταν μέλος της τότε Ελληνικής Κοινοτικής Συνέλευσης, βουλευτής δηλαδή, και αξιωματούχος της Π.Ε.Κ. (Παναγροτική Ένωση Κύπρου). Κινη­τοποίησε όσους μπόρεσε, διερεύνησε κάθε διαθέσιμη πληροφορία. Έφθασε μέχρι τα υψηλά δώματα της εξουσίας, στο Προεδρικό Μέγαρο, στην Αρχιε­πισκοπή, στη Βουλή. Ο Μακάριος και ο Κληρίδης τον γνώριζαν προσωπι­κά και προσπάθησαν να βοηθήσουν. Όλες οι προσπάθειες, όμως, απέβησαν άκαρπες. Την αγωνία και το δράμα που βίωνε η οικογένεια ερχόντουσαν να αναμοχλεύουν ανεύθυνες πληρο­φορίες ότι δήθεν κάποιοι είχαν δει τον Αντώνη σε διάφορα μέρη. Επιτή­δειοι προσφέρθηκαν να διαμεσολα­βήσουν με την καταβολή χρημάτων για να απελευθερωθεί ο Αντώνης. Ο τραγικός πατέρας δοκίμασε τα πά­ντα. Τίποτα. Μέρα με τη μέρα ο πόνος για το χαμένο παιδί του μεγάλωνε. Ο καιρός περνούσε και οι ελπίδες λιγό­στευαν. Από Τουρκοκύπριο αξιωματι­κό της Αστυνομίας που απέδρασε από τον τουρκοκυπριακό θύλακα και ήρθε στις ελεύθερες περιοχές καθ’ οδόν προς την Αγγλία, έφθασε η πληροφο­ρία ότι ο Αντώνης δεν απήχθηκε από Τουρκοκύπριους αστυνομικούς αλλά από ομάδες ατάκτων, οι οποίοι κατά κανόνα δολοφονούσαν όσους συνε­λάμβαναν. Κάτι ανάλογο που γινόταν και στις ελεγχόμενες από το κράτος περιοχές! Ο πατέρας, πραγματιστής καθώς ήταν, άρχισε να δέχεται μέσα του την τραγική αλήθεια: Πως ο γιος του ήταν νεκρός. Αυτό θα επιβεβαιω­νόταν λίγο αργότερα και με επίσημο τρόπο. Σε μια ακόμα συνάντησή του με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο Μακάριος θα του πει χωρίς περιστρο­φές: «Χριστοφή, πάρτο απόφαση. Ο γιος σου είναι νεκρός».

Η οικογένεια τότε άρχισε να τελεί το μνημόσυνό του. Η κυρία Μαριάννα μας, η μητέρα, μέχρι που έκλεισε ορι­στικά τα μάτια, δεν δέχτηκε ότι ο γιος της ήταν νεκρός. Και η οικογένεια δεν έπαψε ποτέ να αναζητεί στοιχεία για την τύχη του, να βρεθούν, έστω, τα οστά του και να γίνει η κηδεία του. Αυτό έγινε τελικά στις 6 Ιουλίου 2014, 50 χρόνια -δηλαδή μισόν αιώ­να- μετά το χαμό του. Όταν ο Χριστό­φορος και η Μαριάννα δεν ήταν πια στη ζωή. Και όταν άλλοι είκοσι συγ­χωριανοί του Αντώνη ονομάστηκαν επίσης αγνοούμενοι γεμίζοντας την κοινότητα με μαυροφορεμένες φιγού­ρες.

antonissimeonidis
Ο Αντώνης Συμεωνίδης.

Οι αγνοούμενοι του 1963-1964

Κατά τις διακοινοτικές ταραχές της περιόδου 1963-1964 απήχθησαν, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, διότι κυκλοφορούν κατά καιρούς διάφορα, από Τουρκοκυπρίους 42 Ελληνοκύ­πριοι. Τα τελευταία περίπου δεκαπέ­ντε χρόνια εντοπίστηκαν, ταυτοποιή­θηκαν και παραδόθηκαν στους δικούς τους για ταφή 17. Εξακολουθούν να αγνοούνται 25 Ελληνοκύπριοι της περιόδου εκείνης. Μέχρι το 1974 δεν είχε γίνει καμία σοβαρή προσπάθεια για τον εντοπισμό τους, παρόλο που κατά καιρούς κυκλοφορούσαν διά­φορες φήμες ότι αυτοί κρατούντο σε τουρκοκυπριακούς θύλακες ή ότι με­ταφέρθηκαν στην Τουρκία.

Τον Σεπτέμβρη του 1964 έξι Ελ­ληνοκύπριοι απελευθερώθηκαν μετά από μεσολάβηση του αποσπάσματος του Ο.Η.Ε. στην Κύπρο. Σημαντική λεπτομέρεια: Η συμφωνία προέβλε­πε την ανταλλαγή επτά Ελληνοκυ­πρίων με εννέα Τουρκοκυπρίους. Ο έβδομος ήταν ο Αντώνης. Στο σημείο της ανταλλαγής, στο Λήδρα Πάλας, περίμεναν εναγωνίως ο πατέρας του Αντώνη και ο αδελφός του, Χάρης. Δυστυχώς, οι Τούρκοι δεν κράτησαν το λόγο τους και αθέτησαν τη συμφω­νία. Από το σύνολο των 483 Τουρκο­κύπριων αγνοουμένων, οι 219 είναι της περιόδου 1963-64. Απ’ αυτούς έχουν εντοπισθεί, ταυτοποιηθεί και δοθεί στους δικούς τους για ταφή 95. Παραμένουν άλλοι 124. Η τουρκοκυ­πριακή πλευρά θέτει επιτακτικά, και ορθώς, τον άδικο χαμό αυτών των ανθρώπων και, ορθώς επίσης, απαιτεί τη διακρίβωση της τύχης όλων. Είναι άνθρωποι που χάθηκαν όχι σε μάχη, αλλά με παράνομη απαγωγή και εν ψυχρώ εκτέλεση, και δικαιούνται να ταφούν όπως προνοεί η θρησκεία τους. Όλοι γνωρίζουν ότι εξακολου­θούν να υπάρχουν Τουρκοκύπριοι αγνοούμενοι της περιόδου 1963-64. Ωστόσο δεν είναι καθόλου υπερβολή να λεχθεί ότι η πλειονότητα των Ελ­ληνοκυπρίων αγνοεί το γεγονός ότι, εκτός από Τουρκοκυπρίους, υπάρ­χουν και Ελληνοκύπριοι αγνοούμενοι της περιόδου εκείνης. Άνθρωποι και αυτοί, άδικα και παράνομα απαχθέ­ντες και εκτελεσθέντες και αυτοί, που επίσης δικαιούνται μία ταφή σύμφω­να με τη θρησκεία τους. Γιατί, άραγε, συμβαίνει αυτό; Συμβαίνει, δυστυχώς, διότι η επίσημη Πολιτεία δεν θέτει το ίδιο επιτακτικά το ζήτημα, όπως πράττει η τουρκοκυπριακή πλευρά, και περιορίζεται μόνο στους αγνοού­μενους του 1974.

skeletos
Ο σκελετός του Αντώνη.

Δόθηκαν πολλές μάχες από τους συγγενείς

Πρόεδρος της Επιτροπής Συγγε­νών Ελληνοκυπρίων Αγνοουμένων 1963-64 είναι ο Χάρης Συμεωνίδης, αδελφός του Αντώνη, συγχωριανός και αδελφικός μου φίλος. Είναι πεί­σμων, μεθοδικός, στοχοπροσηλω­μένος, αφοσιωμένος ολοκληρωτικά στην αποστολή του. Για τον ίδιο σκο­πό αγωνίστηκαν κατά καιρούς και άλλοι. Θυμόμαστε τους αγώνες του συγγραφέα Κώστα Σωκράτους και της αδελφής του για ανεύρεση του αδελφού τους Χρίστου και του παιδι­κού του φίλου, Ανδρέα, οι απήχθησαν κοντά στο Πυρόι και κρατούνταν στη Λουρουτζίνα. Γνωρίζω με κάθε λεπτο­μέρεια τις μέχρι τώρα προσπάθειές τους. Λόγω των πιεστικών ενεργειών αυτών των ανθρώπων και μόνο τότε, η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημο­κρατίας αναγνώρισε πρώτη φορά ότι υπάρχουν και Ελληνοκύπριοι αγνο­ούμενοι της περιόδου 1963-1964 το έτος 2006! Ακολούθησε και αναγνώ­ριση από τη Βουλή των Αντιπροσώ­πων.

Γιατί τόση καθυστέρηση; Επειδή δεν υπήρχε πολιτική βούληση και από κυβερνήσεις και από κόμματα. «Οι επίσημες Αρχές του κράτους έδει­ξαν αδιαφορία και αναλγησία», θα πει με φανερή απογοήτευση και πικρία ο Χάρης Συμεωνίδης. Τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας αγνοούσαν επίσης για πολύ καιρό, επιδεικτικά, την ύπαρξη και Ελληνοκύπριων αγνοουμένων του 1963-64. Επικρατούσε για χρόνια ένα είδος συνωμοσίας σιωπής. Ήθε­λαν, αν είναι δυνατό, να κρατηθούν μακράν της επικαιρότητας τα γεγονό­τα εκείνα. Λες και δεν υπήρξαν ποτέ, λες και δεν αφορούσαν ανθρώπινες ψυχές. Για του λόγου το ασφαλές, όταν ξεκίνησαν οι διαπραγματεύ­σεις για τη σύσταση και λειτουργία της ΔΕΑ (Διερευνητικής Επιτροπής Αγνοουμένων), η τουρκική πλευρά έθεσε πρώτο όρο να εντοπιστούν από την πλευρά μας και να τους παραδο­θούν οι Τουρκοκύπριοι αγνοούμενοι της περιόδου 1963-1964. Η πλευρά μας αποδέχτηκε τον όρο αυτό, χωρίς, όμως, να κάμει οποιαδήποτε νύξη και για τους Ελληνοκύπριους αγνο­ούμενους της ίδιας περιόδου. Όταν, επιτέλους, αποφάσισαν να δουν το θέμα, ανακάλυψαν ότι οι φάκελοι στα αρχεία του κράτους γι’ αυτούς τους ανθρώπους ήταν ελλιπέστατοι. Δεν υπήρχε σ’ αυτούς τίποτε περισσότε­ρο από ένα κείμενο τριών αράδων και μία φωτογραφία. Ούτε καν μια τυπική αναφορά με το ιστορικό και τις λεπτομέρειες της απαγωγής τους. Αντιλαμβάνεται κανείς πόσο δύσκο­λο ήταν σαράντα έξι χρόνια μετά να βρεθούν στοιχεία και πληροφορίες. Τελικά, οι φάκελοι κατατέθηκαν στη ΔΕΑ το 2009, οπότε και άρχισε προ­σπάθεια για τη διερεύνηση της τύχης των αγνοουμένων μας. Προσπάθεια που έφερε αποτελέσματα, αφού βρέ­θηκαν και ταυτοποιήθηκαν τα οστά δεκαεπτά ατόμων. Παραμένουν ακό­μη, όπως προαναφέρθηκε, άλλοι εί­κοσι πέντε. […]

Είναι καιρός οι αξιωματούχοι της πολιτείας συνολικά να αναγνωρίσουν και να μην το ξεχνούν ότι τη λέξη αγνοούμενος δεν τη μάθαμε το 1974. Τη μάθαμε, με τον ίδιο τραγικό τρόπο, δέκα χρόνια νωρίτερα.

Ο Χάρης Συμεωνίδης,
ο μικρότερος αδελφός του Αντώνη.

Η επιστροφή του Αντώνη πενήντα χρόνια μετά

Τι ξέρουμε μέχρι σήμερα για τον Αντώνη; «Εκείνο που έμαθα για τον αδελφό μου», λέει ο Χάρης, «είναι ότι απήχθη από δύο άτομα, κρατή­θηκε για περίπου ένα μήνα στο Σεράι στον κεντρικό αστυνομικό σταθμό και υπεβλήθη σε βασανιστήρια και ανα­κρίσεις. Ταυτόχρονα, σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα, η άλλη πλευρά ζητούσε επιμόνως μέσω των Ηνω­μένων Εθνών να απελευθερώσουμε εμείς κάποιους δικούς τους και όταν αυτό δεν καθίστατο δυνατό, διότι η αλήθεια είναι ότι οι δικοί μας σκότω­ναν τους Τουρκοκυπρίους, γιατί να το κρύψουμε, περίπου σε ένα μήνα σκό­τωναν και τους δικούς μας. Αυτή την πορεία ακολούθησαν οι περισσότεροι Ελληνοκύπριοι αγνοούμενοι από την απαγωγή τους, κρατούνταν περίπου ένα μήνα σε αστυνομικό σταθμό και στη συνέχεια εκτελούνταν».

Η οικογένεια του Αντώνη ενη­μερώθηκε τον Ιούνιο του 2014 ότι βρέθηκαν τα οστά του. Ένα μήνα αρ­γότερα έγινε η επώδυνη διαδικασία αναγνώρισης στο Ανθρωπολογικό Εργαστήρι. Την κατέγραψε ο δημο­σιογράφος του «Φιλελευθέρου» Βά­σος Βασιλείου. Όπως σημειώνει, «ο Αντώνης βρέθηκε στην περιοχή Χα­μίτ Μάντρες, όπου εντοπίστηκαν επτά διαφορετικές ταφές και στους επτά λάκκους βρέθηκαν δεκαέξι λείψανα. Το λείψανο του Αντώνη βρέθηκε στη δεύτερη ταφή. Ο εκσκαφέας έκοψε κατά λάθος τα οστά των κάτω άκρων. Παραλήφθηκαν όλα τα οστά και κο­σκινίστηκε το χώμα, ώστε να μη μεί­νει τίποτε. Από το σημείο της εκταφής σχεδιάστηκε να περάσει ο αυτοκινη­τόδρομος Λευκωσίας-Αμμοχώστου και ίσως είναι ευτύχημα το ότι οι αγνοούμενοι εντοπίστηκαν πριν από την έναρξη των κατασκευαστικών έργων. Ο χώρος είχε χρησιμοποιηθεί και ως πεδίο βολής, ενώ μεταγενέστε­ρα απορρίπτονταν εκεί ελαστικά και άλλα αντικείμενα. Η διαδικασία εκτα­φής διήρκεσε οκτώ μήνες».

Ο Χριστόφορος Συμεωνίδης,
πατέρας του Αντώνη.

Από τις έρευνες και τις φωτογραφί­ες του συνεργείου της Διερευνητικής Επιτροπής Αγνοουμένων προκύπτει ότι ο Αντώνης δέχθηκε θανατηφόρο χτύπημα προφανώς με λοστό λίγο πιο πάνω από την αριστερή σιαγόνα, έχο­ντας τα χέρια δεμένα πίσω. Σε αντί­θεση με τις περισσότερες περιπτώσεις ανευρεθέντων αγνοουμένων, ο σκελε­τός του Αντώνη βρέθηκε ολόκληρος. Η πιθανότητα να βρεθεί άτομο με τα ίδια χαρακτηριστικά που βρέθηκαν στο λείψανό του θεωρείται αδύνατη. Οι επιστήμονες είναι βέβαιοι πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας, ότι επρό­κειτο για τον Αντώνη Συμεωνίδη. Θυ­μάστε, από την αρχή της ιστορίας μας, το σπασμένο δόντι του Αντώνη. Αυτό, λοιπόν, το «σήμα κατατεθέν» του ήταν το πρώτο που αναγνώρισαν οι συγγε­νείς στο Ανθρωπολογικό Εργαστήρι, όταν στάθηκαν με συγκίνηση και δέος μπροστά στον απλωμένο στο τραπέζι άθικτο σκελετό του!

skeletos
Ο σκελετός του Αντώνη.

Ποτέ δεν είναι αργά

Μιλώντας μετά λόγου γνώσεως, υπογραμμίζω όσο εμφαντικά μπορώ και χωρίς συναισθηματική παρόρ­μηση που φυσιολογικά με διακατέ­χει στη συγκεκριμένη υπόθεση, ότι ο Αντώνης και οι άλλοι δεκαπέντε Ελ­ληνοκύπριοι αγνοούμενοι του 1963-64 δεν θα βρισκόντουσαν ποτέ αν ο αδελφός του και οι λιγοστοί συνεργά­τες του στην Επιτροπή δεν έκαμναν όσα έκαμαν, φανερά και κρυφά, με πείσμα, ατέλειωτη υπομονή, τεράστια αντοχή και υποδειγματική συνέπεια. Αυτό υποδηλώνει και αποδεικνύει ότι ποτέ δεν είναι αργά. Κι ας πέρασαν εξήντα χρόνια.

Στην κηδεία του Αντώνη ακούστη­καν πολλά από τους ομιλητές. Κα­ταγράφω μία μόνο πρόταση από τον επικήδειο του φίλου Χάρη, που εύχο­μαι να αποτελέσει μήνυμα για πολ­λούς αποδέκτες: «Φοβούμαστε πως σε λίγα χρόνια δεν θα υπάρχουν συγγενείς να παραλάβουν και να κηδεύσουν τους αγνοουμένους, αν φυσικά εντοπιστούν και άλ­λοι». Είναι γεγονός ότι πολλοί, ορθό­τερα οι περισσότεροι και από τις δύο πλευρές που κατείχαν συγκεκριμένες πληροφορίες, είτε ως δράστες, είτε ως συνεργοί, είτε ως αυτήκοοι μάρτυρες έχουν πεθάνει, όσοι ζουν φοβούνται να μιλήσουν για να μην ενοχοποιη­θούν ή η ηλικία και η κατάσταση της υγείας τους δεν τους επιτρέπει να το πράξουν. Και όμως, υπάρχουν ακόμη πολλοί -και στις δύο πλευρές της κα­τοχικής γραμμής- που κατέχουν πο­λύτιμες πληροφορίες.

Έφθασε η ώρα για την «Επιτρο­πή Αλήθειας» που μας εισηγήθηκαν σπουδαίοι άνθρωποι από χώρες με παρόμοιες οδυνηρές εμπειρίες, επα­νέφερε στην επικαιρότητα ο Αχιλ­λέας Δημητριάδης και υιοθέτησε ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης. Υπάρχουν ακόμη 124 Τουρκοκύπριοι και 25 Ελ­ληνοκύπριοι άταφοι. Καρτερούν την ώρα που θα τεθεί μια τελεία στη δρα­ματική ιστορία τους. Όσοι γνωρίζετε κάτι, από παππούδες, θείους, συγ­γενείς, φίλους, μην το κρατάτε μέσα σας. Μιλήστε άφοβα. Σεβαστείτε τους συμπατριώτες μας, Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκυπρίους, που περιμένουν. Ο πόνος της απώλειας δεν διαφέρει σε μας και στους άλλους. Είναι ίδιος και απαράλλακτος. Βιαστείτε.

sa

Υστερόγραφο

Σημείωσα στην αρχή του άρθρου ότι τον Αντώνη τον λέγαμε «το γελα­στό παιδί», καθώς κουβαλούσε πάντα ένα αδιόρατο χαμόγελο στα χείλη. Ο μικρότερος αδελφός του, διαπρεπής νομικός επιστήμονας, με διεθνείς περγαμηνές, κάτοικος εδώ και χρόνια Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, προ­σφάτως τιμηθείς και από την Κυπρια­κή Ακαδημία Επιστημών, Γραμμάτων και Τεχνών, δρ Σίμος Συμεωνίδης, μαθητής τότε που χάθηκε ο Αντώνης, τον αποχαιρέτησε με τον εξής στίχο: «Έφυγες, παίρνοντας μόνη απο­σκευή ένα χαμόγελο». Αυτός ο στί­χος αναγράφεται και στον τάφο του.

(Για την ετοιμασία του κειμένου λήφθηκαν στοιχεία από το βιβλίο «Μνήμη και Τιμή, πεσόντες και αγνοούμενοι του Λυθροδόντα», Λευκωσία 2006, με συγγραφέα τον υπογράφοντα το παρόν άρθρο, στο οποίο μπορούν να καταφύγουν όσοι επιθυμούν να μάθουν, μέσα από αυθεντικές μαρτυρίες, σε ποιες συνθήκες χάθηκαν άδικα τόσοι νέοι της Κύπρου. Σχετικό άρθρο μου στον «Φ» με αυθεντικές μαρτυρίες των Κώστα Παπακώστα και Ευτύχιου Σαλάτα.)

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy