Ιστορικές Διαδρομές: Το άνοιγμα του Φακέλου της Κύπρου και γιατί δεν τιμωρήθηκε κανένας – Μέρος 2ο

Η απόδοση ευθυνών στους Κ. Καραμανλή και Ευ. Αβέρωφ, για τον Αττίλα ΙΙ, οδήγησε στη μη έκδοση κοινού πορίσματος της Ελληνικής Βουλής για το φάκελο της Κύπρου.

Η Νέα Δημοκρατία δεν ήθελε απόδοση ευθυνών

Το άνοιγμα του φακέλου της Κύπρου και γιατί δεν τιμωρήθηκε κανένας

Μέρος 2ο (Τελευταίο)

Του Μιχάλη Μιχαήλ

Η Εξεταστική Επιτροπή για τον Φάκελο της Κύπρου της Βουλής των Ελλήνων, συστάθηκε τελικά το 1986. Κατά τη λειτουργία της οι συνθήκες ήταν σαφώς διαφορετικές από εκείνες της πρώτης περιόδου της Μεταπολίτευσης. Η απόσταση από τα γεγονότα καθιστούσε ευχερέστερη την προσέγγισή τους.

Διαβάστε επίσης:

Το άνοιγμα του Φακέλου της Κύπρου και γιατί δεν τιμωρήθηκε κανένας – Μέρος 1ο

Μετά από ομόφωνη απόφαση της ολομέλειας της Βουλής των Ελλήνων στις 21.12.1986, ύστερα από την πρόταση 129 βουλευτών του ΠΑΣΟΚ στις 2 Δεκεμβρίου 1985[1], η Εξεταστική Επιτροπή για τον Φάκελο της Κύπρου συστάθηκε με την υπ. αριθ. 1209/901 απόφαση του Προέδρου της Βουλής Ιωάννη Αλευρά στις 3 Μαρτίου 1986.

Αντικείμενο της Επιτροπής ήταν η έρευνα, συγκέντρωση και αξιολόγηση των στοιχείων αναφορικά με «το εγκληματικό πραξικόπημα στην Ελλάδα και στην Κύπρο»· επίσης με την τουρκική εισβολή που ακολούθησε αλλά και με ό,τι η επιτροπή έκρινε ότι συνδεόταν άμεσα ή έμμεσα με τα γεγονότα αυτά.

Η Επιτροπή περάτωσε το έργο της μετά από σχεδόν δυόμισι χρόνια, την 31η Οκτωβρίου 1988, ύστερα από πέντε παρατάσεις του χρόνου εντολής της. Οι παρατάσεις αυτές ερμηνεύτηκαν από τους βουλευτές της ΝΔ ως «παρελκυστική πολιτική» σε συνδυασμό με την πόλωση που ξέσπασε με αφορμή τη συζήτηση για τον Αττίλα ΙΙ και τον καταλογισμό πολιτικών ευθυνών στην «κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας» είχαν ως αποτέλεσμα την οριστική αποχώρηση των βουλευτών της ΝΔ από την Επιτροπή την 1ηΙουνίου 1988.

Η ολομέλεια της Επιτροπής πραγματοποίησε συνολικά 154 συνεδριάσεις, από τις οποίες οι 68 αφιερώθηκαν στη συζήτηση διαδικαστικών θεμάτων, όπως η συγκέντρωση του απαραίτητου υλικού από τα αρμόδια υπουργεία, η επιλογή των προσώπων που θα εξετάζονταν ως μάρτυρες, ο τρόπος με τον οποίο θα προχωρούσαν στην εξέταση των μαρτύρων, η σύνταξη ερωτηματολογίου για τις ανακρίσεις, το ζήτημα της μυστικότητας των συνεδριάσεων και το πρόβλημα των διαρροών, η ανάγκη για στενογραφημένα και μαγνητοφωνημένα πρακτικά και, τέλος, η διαδικασία που θα ακολουθούσε η Επιτροπή για την εκπόνηση του τελικού πορίσματος και την ψήφισή του.

Συνολικά εξετάστηκαν από την ολομέλεια της Επιτροπής 86 μάρτυρες, κατά κύριο λόγο αξιωματικοί, καθώς και πολιτικοί και διπλωμάτες που είχαν κάποια άμεση ή έμμεση εμπλοκή στα γεγονότα. Παράλληλα, σε συνδεδεμένη Υποεπιτροπή εξετάστηκαν κατά βάση δημοσιογράφοι οι οποίοι είχαν προσωπική ή επαγγελματική εμπειρία σχετική με τα γεγονότα της περιόδου. Το υλικό αναφέρεται στην προ του 1974 περίοδο, από την ανάκληση της Μεραρχίας από την Κύπρο (Νοέμβριος1967 Ιανουάριος 1968) μέχρι και τα γεγονότα του Αυγούστου 1974, τον Αττίλα ΙΙ, την κορύφωση του κυπριακού δράματος.

Πίνακας του Μιχάλη Κυρλιτσιά που απεικονίζει τον πόνο από την κυπριακή τραγωδία

Η ΝΔ δεν ήθελε απόδοση ευθυνών, αντίθετοι ΠΑΣΟΚ και ΚΚΕ

Δύο σοβαρά ζητήματα ταλάνισαν την Επιτροπή σε όλη την περίοδο της λειτουργίας της. Πρώτα το εύρος των αρμοδιοτήτων της ως προς την απόδοση πολιτικών ή ποινικών ευθυνών και ύστερα οι διαμαρτυρίες μελών της Επιτροπής για τις συνεχείς διαρροές προς τον Τύπο.

Αναφορικά με το πρώτο, οι βουλευτές της ΝΔ υποστήριζαν πως η αποστολή της Επιτροπής ήταν καθαρά ανακριτική, ενώ οι ενδεχόμενες ευθύνες πολιτικών προσώπων της Μεταπολίτευσης είχαν κριθεί ουσιαστικά από τον λαό μέσω των εκλογών. Η άποψη των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ και του βουλευτή του ΚΚΕ Κώστα Κάππου ήταν πως το πόρισμα όφειλε να προχωρήσει σε καταλογισμό ηθικών, πολιτικών και ποινικών ευθυνών. Όσον αφορά τις διαρροές προς τον Τύπο διάφορων πολιτικών αποχρώσεων, αυτές συνεχίστηκαν από την πρώτη μέχρι και την τελευταία συνεδρίαση της Επιτροπής, παρότι οι βουλευτές δεσμεύονταν από τη μυστικότητα των συνεδριάσεων που επέβαλλαν ρητά οι διατάξεις του Κανονισμού της Βουλής.

Όπως ήταν αναμενόμενο, καταλυτικό ρόλο στην εκτίμηση και ερμηνεία των καταθέσεων έπαιξαν οι διαφορετικές πολιτικές αντιλήψεις των βουλευτών, γεγονός που οδήγησε σε οξύτατες συγκρούσεις. Ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι το γεγονός πως η αντιδικτατορική συναίνεση και ομοψυχία που χαρακτήριζε τα μέλη της Επιτροπής κατά την εξέταση του εκάστοτε μάρτυρα για την περίοδο έως και τον Αττίλα, μετατρεπόταν σε πολιτική αντιπαράθεση, όταν η κατάθεση προχωρούσε στα γεγονότα που αφορούσαν τον Αττίλα ΙΙ.

 

Η ΝΔ δεν ήθελε να περιληφθεί η περίοδος του Αττίλα 2

Η ΝΔ είχε εκφράσει εξαρχής ρητά την αντίθεσή της στη συμπερίληψη της περιόδου του Αττίλα ΙΙ. Σύμφωνα με την άποψη των βουλευτών της, κατά την περίοδο αυτή η κυβερνητική πολιτική ασκείτο πλέον υπό δημοκρατικές συνθήκες, οι οποίες δεν έχρηζαν εξετάσεως και κινδύνευαν να γίνουν αντικείμενο κομματικής εκμετάλλευσης.

Ο πρόεδρος της Επιτροπής Χρήστος Μπασαγιάννης επαναλάμβανε συχνά στους μάρτυρες, οι οποίοι στην πλειονότητά τους ήταν οπαδοί και στελέχη της δικτατορίας, φράσεις όπως «είμαστε ενσαρκωτές των δημοκρατικών αντιλήψεων»[2] και «δεν έχουμε ούτε τη δυνατότητα ούτε τις διαθέσεις της ΕΣΑ για να κάνουμε ανακρίσεις. Κάνουμε δημοκρατικές ανακρίσεις»[3].

Ενόψει των ανακρίσεων των Γεωργίου Παπαδόπουλου και Δημητρίου Ιωαννίδη, ο πρόεδρος, με πρόθεση να προετοιμάσει τα μέλη της Επιτροπής, ήταν σαφής με τη φράση «η δημοκρατία δεν εκδικείται»[4]. Τη μέρα της κατάθεσης του Δ. Ιωαννίδη σημείωσε ότι «είναι μια ιστορική στιγμή για την Ελλάδα και την Επιτροπή. Αντιπαρατίθεται σήμερα δημοκρατία και δικτατορία»[5].

Ο βουλευτής του ΚΚΕ, Κ. Κάππος, αριστερά, επέμενε στην επίρριψη ευθυνών στην κυβέρνηση Καραμανλή και στις ΗΠΑ καθώς και στη δίωξη των υπεύθυνων της κυπριακής τραγωδίας.

Δεν εκδόθηκε κοινό Πόρισμα

Το πόρισμα δεν ψηφίστηκε από την ολομέλεια της Βουλής. Τα κόμματα δε συμφώνησαν σε μια ενιαία προσέγγιση. Αποτέλεσμα ήταν να κατατεθεί πόρισμα της πλειοψηφίας από τους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ στο οποίο αποδίδονταν ρητές ευθύνες στον τότε Υπουργό Εθνικής Αμύνης Ευ. Αβέρωφ. Ευθύνες που αφορούσαν τους χειρισμούς της πολιτικής ηγεσίας της Ελλάδας κατά τη δεύτερη τουρκική επίθεση της 14ης Αυγούστου 1974. Οι βουλευτές της πλειοψηφίας διατύπωσαν ακόμη και ερωτηματικά σχετικά με τη στάση του τότε Πρωθυπουργού Κ. Καραμανλή απέναντι στην ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων. Διατυπώνονταν επίσης όχι μονάχα παραλείψεις αλλά και ευθύνες, κατά περίπτωση, εκ μέρους τόσο των ΗΠΑ όσο και της Μεγάλης Βρετανίας σχετικά με το πραξικόπημα εναντίον του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, αλλά και κυρίως για την πρώτη φάση της τουρκικής εισβολής, στις 20 Ιουλίου, και τη δεύτερη, στις 15Αυγούστου του 1974.

 

Ο πρόεδρος της Επιτροπής Χρ. Μπασαγιάννης και ο ατύπως επικεφαλής των βουλευτών της ΝΔ Ιωάννης Βαρβιτσιώτης συμφώνησαν να ενταχθεί ως παράρτημα στο πόρισμα η «γνώμη των 11 Βουλευτών Μελών της Εξεταστικής Επιτροπής».

 

Ν.Δ.: Όχι ευθύνες σε Αβέρωφ, ΗΠΑ και Μ. Βρετανία

Η βασική διαφοροποίηση των βουλευτών της ΝΔ από το πόρισμα της πλειοψηφίας ήταν οι αντιρρήσεις τους τόσο στις ευθύνες οι οποίες καταλογίζονταν στον Ευ. Αβέρωφ όσο και στην κριτική νύξη για τη στάση του Κ. Καραμανλή απέναντι στις Ένοπλες Δυνάμεις.

Επίσης, ήταν αντίθετοι στην απόδοση ευθυνών στις ΗΠΑ και τη Μεγάλη Βρετανία για τη στάση τους, την οποία χαρακτηρίζουν ως αμέλεια.

Στο πόρισμα συμπεριλήφθηκαν οι γνώμες και άλλων μελών της Επιτροπής τα οποία είχαν επιμέρους διαφωνίες.

Η απόδοση ευθυνών στους Κ. Καραμανλή και Ευ. Αβέρωφ, για τον Αττίλα ΙΙ, οδήγησε στη μη έκδοση κοινού πορίσματος της Ελληνικής Βουλής για το φάκελο της Κύπρου.

Η γνώμη του βουλευτή του ΚΚΕ Κ. Κάππου, ο οποίος συμφωνούσε μεν με την απόδοση ευθυνών στην «κυβέρνηση των 70 ημερών», όπως χαρακτήριζε την κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας, επέμενε όμως σε δύο βασικά σημεία· αφενός στον καθοριστικό ρόλο του ξένου παράγοντα για την έκβαση των γεγονότων και κυρίως των ΗΠΑ και αφετέρου στην υποχρέωση της πολιτείας να καταργήσει την αναστολή των διώξεων εναντίον των κατηγορουμένων για το πραξικόπημα της Κύπρου. Κατατέθηκε επίσης η γνώμη του ανεξάρτητου βουλευτή Νικόλαου Σ. Ψαρουδάκη, για τον οποίο κύριος ένοχος της κυπριακής τραγωδίας ήταν ο Κ. Καραμανλής, καθώς και του επίσης ανεξαρτήτου, διαγραφέντος κατά την περίοδο εκείνη από τη ΝΔ, βουλευτή Αναστάση Παπαληγούρα, ο οποίος επί της ουσίας υποστήριζε τις απόψεις που είχαν διατυπωθεί στο παράρτημα που κατέθεσαν οι βουλευτές της ΝΔ.

Σε μια γενικότερη ερμηνεία σχετικά με την κατάληξη που είχαν οι εργασίες της Επιτροπής, θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι οι τότε πολιτικές εξελίξεις (σκάνδαλο Κοσκωτά) συμπαρέσυραν και τη δημοσίευση του αποτελέσματος των εργασιών της Επιτροπής.

 

Χρειάστηκε να περάσουν έξι χρόνια για να δημοσιοποιηθεί επισήμως έστω και το πόρισμα των εργασιών της Επιτροπής, όταν η Βουλή των Ελλήνων εξέδωσε το τετράτομο έργο «Το Κυπριακό στη Βουλή των Ελλήνων»[6].

 

Επιβεβαιώθηκαν έτσι οι φόβοι του βουλευτή της ΝΔ Κωνσταντίνου Λάσκαρη, τον Μάιο 1988, ότι: «[…]αν η Βουλή διαλυθεί προ του Οκτωβρίου ή προτού κατατεθεί το πόρισμα αυτό η δουλειά η οποία κάνουμε εδώ και δυόμιση χρόνια τινάχθηκε στον αέρα»[7].

 

Μετά τη δημοσιοποίηση του πορίσματος τον Σεπτέμβριο του 1997, ο τότε Πρόεδρος της κυπριακής Βουλής των Αντιπροσώπων Σπύρος Κυπριανού ζήτησε από τον Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων Απόστολο Κακλαμάνη να παραχωρηθεί στην Κυπριακή Βουλή αντίγραφο του συνόλου του υλικού, αλλά υπήρξε άρνηση με το δικαιολογητικό ότι το σχετικό αρχείο περιέχει απόρρητα έγγραφα.

Το 2015 ο τότε Πρόεδρος της κυπριακής Βουλής των Αντιπροσώπων Γιαννάκης Ομήρου επανέφερε το αίτημα ο τότε Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων Νίκος Βούτσης ανταποκρίθηκε στο κυπριακό αίτημα.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

[1] Είχε προηγηθεί αντίστοιχο αίτημα από 99 βουλευτές του ΠΑΣΟΚ την 1.11.1984. Εντούτοις, καθώς μεσολάβησαν κρίσιμες πολιτικές εξελίξεις, η σύσταση της Επιτροπής αναβλήθηκε.

[2] Χρ. Μπασαγιάννης, φάκ. 5, 10.7.1986, σ. 116.

[3] Χρ. Μπασαγιάννης, φάκ. 11, 2.9.1986 (εξέταση Λεβογιάννη, Μπίτου), σ. 24.

[4] Χρ. Μπασαγιάννης, φάκ. 62, 5.5.1987, σ. 2.

[5] Χρ. Μπασαγιάννης, φάκ. 63, 7.5.1987, σ. 17.

[6] Το Κυπριακό στη Βουλή των Ελλήνων, Τόμος Δ΄: 19741989, Αθήνα: Διεύθυνση Επιστημονικών Μελετών, 1994.

[7] Κ. Λάσκαρης, φάκ. 112, 17.5.1988, σ. 87.

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy