Κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες του λαϊκισμού

Του Άντρου Γ. Καραγιάννη*

Η έξοδος της Μεγάλης Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) ήταν ένα από τα σοβαρότερα πλήγματα που δέχτηκε η οικογένεια των 27 κρατών-μελών από την ημέρα ίδρυσής της. Οι διαπραγματεύσεις της Ε.Ε. με το Ηνωμένο Βασίλειο για σύναψη μιας συμφωνίας πριν την οριστική αποχώρησή της ήταν χρονοβόρες, αφού η Μεγάλη Βρετανία παρουσιάζετο διχασμένη μεταξύ των υποστηρικτών του Brexit, όπως είναι ο Πρωθυπουργός Τζόνσον, αλλά και του επιχειρηματικού κόσμου της πόλης του Λονδίνου, με επικεφαλής τον δήμαρχο της πόλης Καν, ο οποίος τόνισε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή των Περιφερειών ότι θα συνεχίσει τη συνεργασία του με την Ευρώπη επαναλαμβάνοντας την αρχική του θέση ενάντια στο Brexit.

Ο λαϊκισμός στη Βρετανία έχει πλήξει το πολιτικό σύστημα της χώρας, αφού τα Κοινοβούλια στα τρία έθνη, Σκοτία, Ουαλία και Βόρεια Ιρλανδία, θέτουν τους δικούς τους όρους μετά το Brexit. Να υπενθυμίσουμε ότι οι υποστηρικτές του Brexit σ’ όλη τη χώρα τόνιζαν ότι με την έξοδο της Μεγάλης Βρετανίας από την Ε.Ε. θα διασφαλιστούν τα δικαιώματα των φτωχών και μη προνομιούχων, όπως οι ηλικιωμένοι, ενώ οι υποστηρικτές του Remain θεωρούνταν η άρχουσα και μεσαία τάξη, όπως και πολίτες με υψηλό επίπεδο μόρφωσης.

Το αποκορύφωμα της λαϊκιστικής στροφής, που παρατηρήθηκε στα βρετανικά πολιτικά δρώμενα πριν το Brexit, ήταν η συνεχής αναφορά στο παρελθόν, με τους υποστηρικτές του Brexit να επικαλούνται τον Ουίνστον Τσόρτσιλ και το όραμά του για μια Μεγάλη Βρετανία-παγκόσμια υπερδύναμη, κάτι που φαίνεται ότι ταιριάζει στον Μπόρις Τζόνσον, ο οποίος έχει στρέψει το βλέμμα του προς την Αμερική.

Στη Γερμανία, στη μεγαλύτερη οικονομική δύναμη της Ε.Ε., δύσκολα γίνεται αναφορά στα ΜΜΕ για τα κοινωνικά προβλήματα της χώρας, όπως η φτώχεια και ο κοινωνικός αποκλεισμός, που απειλούν έναν στους πέντε Γερμανούς, ενώ ένας στους δέκα δυσκολεύεται να πληρώσει το ενοίκιο, όπως αναφέρει η Εφημερίδα των Συντακτών. Παράλληλα, στη δεύτερη σημαντικότερη πολιτική δύναμη στην Ε.Ε. στη Γαλλία, ο Πρόεδρος Μακρόν έχει καταφέρει να επιβληθεί στη γαλλική Δεξιά, κερδίζοντας ψήφους και συμπάθεια τόσο σε αστικές περιοχές, όσο και σε φτωχότερες συνοικίες του Παρισιού.

Και οι δύο ισχυρές χώρες της Ε.Ε., Γερμανία και Γαλλία, έχουν βρει τον τρόπο να χαϊδεύουν τα αυτιά των πολιτών, εν μέσω πανδημίας, εστιάζοντας από τη μια στην εξωτερική πολιτική και στο χειρισμό της Τουρκίας, ενώ στο εσωτερικό μέτωπο συνεχίζουν να λαϊκίζουν, δημοσιεύοντας φωτογραφίες με μετανάστες ή με ασθενείς στα νοσοκομεία.

Μετά και τις τελευταίες Ευρωεκλογές η Άκρα Δεξιά και οι λαϊκιστές έχουν εδραιωθεί στο Ευρωκοινοβούλιο, κάτι που ήταν αναμενόμενο μετά τη δυναμική που ανέπτυξαν σε Ολλανδία, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Αυστρία, αλλά και σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Οι λαϊκιστές ηγέτες και πολιτικοί χρησιμοποιούν τη ρητορική μίσους, τον εθνικισμό, το ρατσισμό, τον αυταρχισμό, την παραπληροφόρηση, τη μισαλλοδοξία και το συντηρητισμό, για να στοχοποιήσουν τους «άλλους», τους κοινωνικά αδύναμους, όπως τους πρόσφυγες/μετανάστες και τις μειονότητες γενικότερα.

Ο λαϊκισμός παρουσιάζεται σήμερα από τους εκπροσώπους του ως μια φυσιολογική δύναμη, η οποία στις δύσκολες στιγμές που περνά η ανθρωπότητα με την κρίση της πανδημίας βρίσκεται πιο κοντά στο λαό.

Η άνοδος του λαϊκισμού και της Άκρας Δεξιάς αποτελεί ανησυχητικό φαινόμενο, το οποίο λόγω και της κρίσης της πανδημίας έχει ενδυναμωθεί. Αν δεν παρθούν άμεσα αποφάσεις για στήριξη της κοινωνίας των πολιτών, η δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, η ελεύθερη έκφραση, οι ανθρώπινες ελευθερίες και το κράτος δικαίου πιθανότατα θα πληγούν ανεπανόρθωτα στην Ευρώπη και αυτό θα έχει πολύ σοβαρό αντίκτυπο στην πρόθεση ψήφου των πολιτών.

*Δήμαρχος Δερύνειας

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy