Οι «βαρύτατες ευθύνες» που καταλογίζει στον Χάρη Γεωργιάδη το πόρισμα για την κατάρρευση του Συνεργατισμού θα μείνουν για πάντα ορφανές, αφού οδεύουν προς παραγραφή
Του Κωνσταντίνου Ζαχαρίου
Οι «βαρύτατες ευθύνες» που καταλογίζει στον Χάρη Γεωργιάδη το πόρισμα της Ερευνητικής Επιτροπής για την κατάρρευση του Συνεργατισμού ενδέχεται να μείνουν για πάντα ορφανές, αφού οδεύουν προς παραγραφή.
Ο τέως Υπουργός Οικονομικών και νυν αν. πρόεδρος του ΔΗΣΥ δεν ανέλαβε ποτέ τις πολιτικές ευθύνες τις οποίες του καταλογίζει το πόρισμα, όπως επίσης τα κόμματα της αντιπολίτευσης και η συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας. Αντίθετα, στην κατάθεσή του ενώπιον της Ερευνητικής ανέφερε ότι «η πώληση ήταν ένας πολύ καλός τρόπος αποκρατικοποίησης», προκαλώντας το εύλογο ερώτημα της Επιτροπής: «Μήπως αυτό τον ενδιέφερε από την αρχή, παρά τις περί του αντιθέτου επανειλημμένες αρχικά δηλώσεις του ότι ο Συνεργατισμός έπρεπε να επιστρέψει εκεί όπου ανήκε;» Η στάση του Χ. Γεωργιάδη, εκτός από τις ιδεολογικές του αγκυλώσεις, ενδεχομένως να σχετίζεται και με νομικούς λόγους.
Το πόρισμα της Ερευνητικής Επιτροπής περιλαμβάνει σημαντικά ευρήματα, τα οποία θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση για την καταχώριση αγωγής εναντίον του τέως Υπουργού Οικονομικών και νυν αν. προέδρου του ΔΗΣΥ για αστικά αδικήματα. Συγκεκριμένα, αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι ο Χ. Γεωργιάδης «ήταν ο εκπρόσωπος του κράτους» και έχει «βαρύτατες ευθύνες […] κατ’ αναλογία παρόμοιες με τις ευθύνες του όποιου μεγαλομετόχου ιδιωτικής εταιρείας, η οποία καταλήγει σε διάλυση λόγω κακοδιαχείρισης του ιδίου». Δηλαδή το πόρισμα φωτογραφίζει ευθέως «παράβαση θέσμιου καθήκοντος» εκ μέρους του τέως Υπουργού Οικονομικών και νυν αν. προέδρου του ΔΗΣΥ.
Παρά ταύτα, η νομοθεσία Περί Παραγραφής Αγώγιμων Δικαιωμάτων αναφέρει ρητά ότι: «Αν η αξίωση στην αγωγή αφορά αποζημιώσεις για αμέλεια, οχληρία ή παράβαση θέσμιου καθήκοντος, καμιά αγωγή δεν εγείρεται μετά την πάροδο τριών ετών από την ημέρα κατά την οποία συμπληρώθηκε η βάση της αγωγής, εκτός αν το πρόσωπο που υπέστη τη σωματική βλάβη έλαβε γνώση της βλάβης μεταγενέστερα, οπότε ο χρόνος παραγραφής αρχίζει από την ημέρα που έλαβε γνώση».
Σημειώνεται ότι η πρώτη πράξη, η οποία άνοιξε το δρόμο για το διαχωρισμό των καλών περιουσιακών στοιχείων του Συνεργατισμού (τα οποία στη συνέχεια πουλήθηκαν στην Ελληνική) και των κακών στοιχείων (που κατέληξαν στην ΚΕΔΙΠΕΣ), έγινε στις 3 Απριλίου 2018, όταν η κυβέρνηση κατέθεσε 2,5 δισ. ευρώ σε λογαριασμό του κράτους στη Συνεργατική και πήρε ως αντάλλαγμα το πλήρες χαρτοφυλάκιο των μη εξυπηρετούμενων δανείων (7,5 δισ. ευρώ) και ορισμένα άλλα περιουσιακά στοιχεία.
Ως εκ τούτου, στις 3 Απριλίου 2021 εκπνέει η προθεσμία για καταχώριση αγωγής εναντίον του Χ. Γεωργιάδη για «παράβαση θέσμιου καθήκοντος». Μάλιστα στις 23 Μαΐου 2021 ο τέως Υπουργός Οικονομικών και νυν αν. πρόεδρος του ΔΗΣΥ θα είναι ξανά υποψήφιος στις βουλευτικές εκλογές.
Όπως αποκαλύφθηκε στην τελευταία συνεδρία της Επιτροπής Θεσμών της Βουλής, ο Γενικός Ελεγκτής Οδυσσέας Μιχαηλίδης σε συνάντησή του με εκπροσώπους των ανακριτικών Αρχών επεσήμανε τα σημαντικά ευρήματα τα οποία περιλαμβάνονται στο πόρισμα της Ερευνητικής Επιτροπής και τα οποία θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση για την καταχώριση αγωγής εναντίον του τέως Υπουργού Οικονομικών και νυν αν. προέδρου του ΔΗΣΥ για αστικά αδικήματα. Παρά ταύτα, φαίνεται ότι αυτή η πτυχή δεν εξετάστηκε ποτέ και δεν λήφθηκε ποτέ κατάθεση από τον Χ. Γεωργιάδη.
Το χρονικό της κατάρρευσης
• Ο Συνεργατισμός πέρασε στα χέρια της κυβέρνησης το 2013, όταν ανακεφαλαιοποιήθηκε με ποσό ύψους 1,5 δισ. ευρώ, ενώ το 2015 παραχωρήθηκε πρόσθετη κεφαλαιουχική́ ενίσχυση από το κράτος ύψους 175 εκατ. ευρώ.
• Ιούνιος 2017: Ξεκίνησε η διαδικασία για εξεύρεση στρατηγικού/ών επενδυτή/ών. Υποβλήθηκαν προσφορές από τέσσερις επενδυτικούς οίκους (BNP Paribas, Citi, Deutsche Bank μαζί με Axia Ventures και Rothschild89). Στη συνέχεια διορίστηκε η Citi ως σύμβουλος για άντληση κεφαλαίων ύψους 200 εκατ. ευρώ και έγιναν συναντήσεις με δυνητικούς επενδυτές, όπως η Fidelity, η EBRD, το Tosca Fund.
• 13/10/2017: Παραιτήθηκε ο πρόεδρος του ΔΣ, Τάκης Ταουσιάνης, ο οποίος παραχώρησε συνέντευξη εξόδου (exit interview) στις Εποπτικές Αρχές. Οι εξελίξεις δείχνουν ότι αυτό ήταν κομβικό σημείο, αφού από εκείνο το σημείο άλλαξε άρδην η στάση των Εποπτικών Αρχών.
• 14/12/2017: Το Εποπτικό Συμβούλιο του ΕΕΜ αποφάσισε τη διενέργεια επιτόπιου ελέγχου. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να ανασταλεί η διαδικασία εξεύρεσης στρατηγικού/ών επενδυτή/ών, ενώ οι ελεγκτές διεμήνυσαν ότι δεν μπορούν να υπογράψουν τους οικονομικούς λογαριασμούς, χωρίς επιφύλαξη.
• 8/1/2018: Ξεκίνησε ο επιτόπιος έλεγχος, αλλά η κυβέρνηση συνέχισε να διαβεβαιώνει ότι όλα πάνε καλά, ώστε να μην υποστεί πολιτικό κόστος στις προεδρικές εκλογές.
• 2/3/2018: Ο επιτόπιος έλεγχος καταλήγει στο συμπέρασμα ότι απαιτούνται πρόσθετα κεφάλαια ύψους 600 εκατ. ευρώ.
• 19/3/2018: Ξεκίνησε η διαδικασία για εξεύρεση στρατηγικού/ών επενδυτή/ών, στο πλαίσιο νέας διαδικασίας. Η ανακοίνωση ήταν παράξενη, αφού άφηνε ανοικτό το ενδεχόμενο πώλησης «μέρους του χαρτοφυλακίου».
• 29/3/2018: Ολοκληρώθηκε το πρώτο στάδιο της διαδικασίας. Εκδήλωσαν ενδιαφέρον 16 επενδυτές, αλλά μόνο 7 κρίθηκαν κατάλληλοι. Επίσης, όταν κλήθηκαν να επιβεβαιώσουν το ενδιαφέρον τους, μόνο 5 προχώρησαν στη διαδικασία. Ακόμη, όταν άνοιξε το «εικονικό δωμάτιο δεδομένων» για αξιολόγηση των στοιχείων, μόνο 3 προκρίθηκαν για το επόμενο στάδιο.
• 3/4/2018: Η κυβέρνηση έκανε παρέμβαση ανοίγοντας το δρόμο για διάσπαση του χαρτοφυλακίου, αφού κατέθεσε 2,5 δις ευρώ και πήρε ως αντάλλαγμα τα ΜΕΔ και άλλα περιουσιακά στοιχεία.
• 14/5/2018: Υποβλήθηκαν προσφορές από την Ελληνική Τράπεζα και το Apollo Fund.
• 31/5/2018: Το Apollo αποχώρησε από τη διαδικασία, αφού οι τράπεζες τις οποίες πρότεινε ως συνεργάτες δεν έγιναν αποδεκτές από τις Εποπτικές Αρχές.
• 14/6/2018: Η Ελληνική υπέβαλε τελική δεσμευτική πρόταση, η οποία περιλάμβανε μεταξύ άλλων εγγυήσεις για χαρτοφυλάκιο ύψους 2,6 δις ευρώ.
• 15/6/2018: Το Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε τη συμφωνία, αλλά για να υλοποιηθεί χρειαζόταν και η έγκριση των εγγυήσεων από τη Βουλή.
• 8/7/2018: Η Βουλή ενέκρινε τις εγγυήσεις, διά χειρός ΔΗΣΥ, ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ και ΕΛΑΜ. Την ίδια μέρα, εγκρίθηκαν και οι αλλαγές στο πλαίσιο των εκποιήσεων.
Ζημιές και για τα εγγόνια μας
Οι ζημιές από την κακή διαχείριση της κυβέρνησης φτάνουν στα 8 δισ. ευρώ. Το χειρότερο όμως είναι ότι ο λογαριασμός δεν έχει κλείσει ακόμη.
Ενδεικτικό του πόσο κακή ήταν η συμφωνία μεταξύ της κυβέρνησης και της Ελληνικής, είναι το γεγονός ότι η Ελληνική στα οικονομικά της αποτελέσματα κάνει λόγο για «αρνητική υπεραξία» ύψους 297,9 εκατ. ευρώ. Δηλαδή αναγνωρίζει ότι κέρδισε σχεδόν 300 εκατ. ευρώ από την πράξη.
Επίσης, τον Δεκέμβριο 2020 η ΚΕΔΙΠΕΣ ανακοίνωσε ότι στο πλαίσιο του Σχεδίου Εγγύησης Δανείων «έχουν υποβληθεί, μέχρι σήμερα, από την Ελληνική Τράπεζα 5 απαιτήσεις συνολικού ύψους 84,4 εκατ. ευρώ για την περίοδο 1η Σεπτεμβρίου 2018 μέχρι 30 Ιουνίου 2020». Μάλιστα, με βάση τη συμφωνία θα δοθούν αποζημιώσεις στην Ελληνική και για ενδεχόμενες ζημιές λόγω του κορονοϊού.
