Κυπριακό και Δεξιά: Ανεξαρτήτως των συμφερόντων του κυπριακού λαού

 

Του Δημήτρη Παλμύρη

Ο κρυφός έρωτας μιας μερίδας της κυπριακής Δεξιάς με την ιδέα της διχοτόμησης στις διάφορες εκδοχές της δεν είναι καθόλου καινούργιος. Έχει αιτία και ρίζες στην αγάπη της αστικής τάξης για τη δική της εξουσία και την ανάγκη να τη διατηρήσει. Σε όσες παρατάξεις και αν χωριστεί η τάξη αυτή και όσα ιδεολογικά ρεύματα και αν δημιουργήσει, στη βάση τους θα κρύβεται η προτεραιότητα των δικών της συμφερόντων. Έτσι, στην Κύπρο μια μερίδα αυτών των συμφερόντων θα εκφραστεί με τη συντήρηση ακόμη και αρνητικών για το λαό στάτους κβο.
Τέτοιο βολικό στάτους κβο ήταν στο παρελθόν και η αποικιοκρατία. Αργότερα -και με την εσωτερική σύγκρουση συμφερόντων στην κυπριακή Δεξιά- φτάνουμε από την έκδοση της διχοτόμησης, που βαφτίστηκε «διπλή ένωση», μέχρι τα πρόσφατα «μυστικά δείπνα» που μυρίζουν συγκαλυμμένη διχοτόμηση και συνομοσπονδία.

Οι διορισμένοι

Το φλερτ της Δεξιάς με αυτές τις μορφές λύσης του Κυπριακού, ωστόσο, παρέμενε για μεγάλο χρονικό διάστημα κρυμμένο κάτω από εύηχα συνθήματα. Ακριβώς γιατί δύσκολα θα μπορούσαν να βρουν στήριξη πολιτικές οι οποίες εξόφθαλμα θα εξυπηρετούσαν πρωτίστως τα συμφέροντα των αστών έναντι των συμφερόντων του κυπριακού λαού.

Ακριβώς σε αυτή τη λογική, τις πρώτες δεκαετίες της βρετανικής αποικιοκρατίας ορισμένοι από τους εθνικιστές αστούς ηγέτες διατηρούσαν στενούς δεσμούς με την αποικιοκρατική κυβέρνηση, παρά τη ρητορική τους. Δεν είναι εξάλλου τυχαίο το γεγονός ότι διορίζονταν σε αξιώματα όπως αυτά των δημάρχων.

Γιατί τότε χρησιμοποιούσαν τα εθνικιστικά συνθήματα; Το εθνικιστικό ρεύμα άρχισε να γίνεται πιο έντονο όταν υιοθετήθηκε και από εκκλησιαστικούς άρχοντες. Αυτό, ανάμεσα στα άλλα, γιατί η κατεύθυνση της πολιτικοποίησης του ιερατείου αποτελούσε τη μόνη οδό τους για εξουσία υπό τον βρετανικό ζυγό. Είχαν χάσει τα προνόμια που η Εκκλησία είχε στην Οθωμανική αυτοκρατορία. Η πολιτικοποίηση αποτελούσε το όχημα προς τις αιρετές θέσεις αξιωματούχων. Αυτό δημιούργησε αντίστοιχες πιέσεις και προς τους κοσμικούς ηγέτες. Διάφορα αστικά τζάκια που άρχιζαν να αποκτούν εθνική (αλλά και την ταξική τους) συνείδηση απευθύνονται στον καταπιεσμένο λαό και ανταγωνίζονται το ιερατείο εκλογικά όσοι δεν συμμαχούν μαζί του. Υιοθετούν, λοιπόν, αυτά τα συνθήματα. Ωστόσο αρκετές από αυτές τις συνισταμένες της Δεξιάς μπορούσαν να μιλούν εκ του ασφαλούς για αυτά τα ζητήματα. Έμεναν στα συνθήματα και υπήρχε μια αόριστη χρονική μετάθεση του στόχου. Αυτό όμως δεν τους στερούσε τα αξιώματα.

Υπό αυτές τις συνθήκες η λαϊκή εξέγερση των Οκτωβριανών του 1931 είχε περισσότερο αυθόρμητο χαρακτήρα και δεν ήταν αποτέλεσμα οργανωμένης δουλειάς. Μερικοί αστοί ηγέτες που ενίσχυσαν πρακτικά το κίνημα είδαν την οδό της εξορίας, ενώ άγρια δίωξη δέχτηκε το μικρό τότε Κομμουνιστικό Κόμμα Κύπρου. Την ίδια ώρα, όμως, είναι οι ηγέτες της Δεξιάς που θα διορίζονται για τα επόμενα δέκα χρόνια της δικτατορίας της Παλμεροκρατίας στα δημόσια αξιώματα.

Η σύγκρουση με το ΑΚΕΛ και η Διασκεπτική

Καθώς ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος αύξησε τα περιθώρια πολιτικής δράσης στο νησί, με την ίδρυσή του το ΑΚΕΛ θα αρχίσει τη δεκαετία του 1940 να απειλεί σοβαρά την ευνοϊκή θέση της Δεξιάς υπό τους αποικιοκράτες. Ένα γνήσιο αντιαποικιακό κίνημα με συνέπεια λόγου και πράξεων προσελκύει λαϊκές μάζες. Με επιτυχίες στις δημοτικές εκλογές, με ριζοσπαστική ρητορική, με συνεχείς απεργιακούς και λαϊκούς αγώνες, η Αριστερά απειλεί να γίνει η ντε φάκτο ηγεσία ενός οργανωμένου εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Είναι σε αυτά τα πλαίσια που πλέον και οι αστοί πολιτικοί αρχίζουν την πλατύτερη οργάνωση των πελατειακών και ιδεολογικών τους δικτύων και συνδέονται ακόμη περισσότερο με το ιερατείο, πράξη που θα ολοκληρωθεί με την αναδιοργάνωση του Εθναρχικού Συμβουλίου στις αρχές του 1950 με τον Μακάριο.

Ωστόσο μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1940 η κύρια μερίδα της Δεξιάς θα συνεχίζει να συνεργάζεται με την αποικιοκρατία, κυρίως ενάντια στο ΑΚΕΛ. Η πάλη θα κορυφωθεί με την ταξική σύγκρουση του 1948, όπου Βρετανοί, ιεράρχες και αστοί βρέθηκαν στα ίδια στρατόπεδα για ακόμη μια φορά.

Όμως ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα του φλερτ της Δεξιάς με το στάτους κβο αποτελούσε το ζήτημα της Διασκεπτικής την οποία συγκάλεσαν οι Βρετανοί για το Κυπριακό το 1947 που κατέληξε άδοξα το 1949. Οι Βρετανοί προχώρησαν σε αυτή την κίνηση εξαιτίας των πιέσεων του Λαϊκού Κινήματος αλλά και των μεταπολεμικών συνθηκών. Μέσα από αυτή τη διαδικασία υπόσχονταν στους Κυπρίους καθεστώς αυτοκυβέρνησης.

Αρκετοί αναλυτές θεωρούν πως η άρνηση της Δεξιάς να συμμετέχει σε αυτή την προσπάθεια ενισχύθηκε από το γεγονός πως τυχόν επιτυχία της θα μπορούσε ακόμη και μερικώς να αποδοθεί στην Αριστερά, η οποία είχε πρωτοστατήσει στον αγώνα όλο το προηγούμενο διάστημα. Επιπλέον η ενδεχόμενη δημοκρατικοποίηση της υφιστάμενης κατάστασης στην Κύπρο τούς προκαλούσε φόβους για ακόμη μεγαλύτερη ενίσχυση του ΑΚΕΛ. Αντίθετα, το στάτους κβο τους έδινε τη συστημική προστασία και τα προνόμια της αποικιοκρατίας, ενώ την ίδια ώρα θα μπορούσαν με την άρνησή τους για συμμετοχή να παρουσιάζουν μια υπερπατριωτική στάση.

Από τη δική τους πλευρά, οι Βρετανοί φαίνεται να οδήγησαν εσκεμμένα τα πράγματα σε ναυάγιο, αφού δεν πρότειναν ουσιαστική αυτοκυβέρνηση. Φαίνεται πως ούτε αυτοί θα ανέχονταν μια τέτοια αυτοκυβέρνηση που θα έβγαινε μέσα από την επιτυχία της Διασκεπτικής, στην οποία κυρίαρχο ρόλο θα έπαιζε το ΑΚΕΛ. Στόχος τους ήταν να διασφαλίσουν την ομαλή μετάβαση της εξουσίας σε φίλιες δυνάμεις. Η άρνηση συμμετοχής της Δεξιάς τούς στέρησε τη δυνατότητα αυτή. Η ενδυνάμωση του ΑΚΕΛ καθ’ οδόν προς την αυτοδιάθεση δεν αποτελούσε επιλογή για τους Βρετανούς.

Αντιδρώντας στην απειλή

Η εμπειρία της δεκαετίας του 1940 έστειλε ισχυρά μηνύματα στη Δεξιά. Η ανάδειξη του ΑΚΕΛ ως ηγεμονικής και μαχητικής μορφής του αντιαποικιακού και εθνοαπελευθερωτικού αγώνα δεν μπορούσε να αγνοηθεί. Η εθνικιστική ρητορική χρόνων και η αντικομμουνιστική εκστρατεία της περιόδου της σύγκρουσης κατάφερε να ριζοσπαστικοποιήσει μια συντηρητική μερίδα του πληθυσμού. Ταυτόχρονα αυτή την περίοδο υπάρχει η ανάδειξη μιας νεότερης γενιάς εθνικιστών πολιτικών, οι οποίοι μεγάλωσαν με τη ρητορική της προηγούμενης, όμως φαίνονται περισσότερο έτοιμοι να αναλάβουν δράση. Μία ανερχόμενη μερίδα της κυπριακής αστικής τάξης έβλεπε πως είχε περισσότερα να κερδίσει επενδύοντας στη σύγκρουση με τους Βρετανούς, ενώ τα προνόμιά τους θα κινδύνευαν ούτως ή άλλως με την απραξία εάν συνέχιζε η δυναμική του ΑΚΕΛ. Ορισμένοι μελετητές συνδυάζουν αυτές τις εξελίξεις στην Κύπρο με την τυχοδιωκτική «αισιοδοξία» ορισμένων αστικών και μικροαστικών στοιχείων στην Ελλάδα, τα οποία ευνοήθηκαν οικονομικά και πολιτικά από την κατοχή αλλά και τη νίκη τους στον εμφύλιο.

Σε κάθε περίπτωση, αυτή την περίοδο η Δεξιά αντεπιτίθεται. Κυρίαρχο ρόλο στην ανάπτυξη των πρωτοβουλιών της θα αναλάβει ο νεαρός εθνικιστής και αντικομμουνιστής Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ο Γ΄. Αγνοώντας τις εκκλήσεις του ΑΚΕΛ για ενότητα και κοινές κινήσεις, η Δεξιά προχωρά με τη δική της ατζέντα. Ήδη στις πρώτες της επαφές με τις αντιδραστικές κυβερνήσεις της Ελλάδας της δεκαετίας του 1950 λαμβάνει μηνύματα για ιμπεριαλιστική ευθυγράμμιση: είτε με τους αμερικανοβρετανικούς πνεύμονες, με τους οποίους ομολόγησε ο Γ. Παπανδρέου πως ζει η Ελλάδα, ή ακόμα περισσότερο με τη σκέψη του Σοφοκλή Βενιζέλου και άλλων να προταθεί στη Βρετανία η «Ένωσις» με αντάλλαγμα βάσεις, ενώ απέκλειαν την διεθνοποίηση του Κυπριακού από την Ελλάδα μέχρι το 1954. Αυτή η ενδονατοϊκή θεώρηση του Κυπριακού, που αφήνει πληγές στο κορμί της Κύπρου, θα συνεχίζει να περιστρέφεται στο μυαλό της Δεξιάς του τόπου μας μέχρι σήμερα.

Κατά τη διάρκεια του αγώνα της ΕΟΚΑ, Βρετανία, Ελλάδα και Τουρκία επεδίωκαν να βρεθεί η χρυσή τομή στη βάση της δικής τους λογικής: μιας ενδονατοϊκής λύσης που θα έπρεπε να τους αφήσει όλους κερδισμένους ακόμα και σε βάρος του κυπριακού λαού. Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο και οι Συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου δεν απέδωσαν μια λειτουργική λύση. Την ίδια ώρα μέσω των συμφωνιών οι τρεις δυνάμεις (ιδιαίτερα η Βρετανία) είχαν διασφαλίσει ή είχαν επενδύσει στα συμφέροντά τους. Αυτός εξάλλου ήταν ο κύριος στόχος. Φυσικά αυτή τη λύση την αποδέχτηκε τόσο ο Γρίβας όσο και ο Μακάριος. Στο κάτω κάτω ήταν οι επιλογές της Δεξιάς, οι δικές τους επιλογές, που τους εγκλώβισαν σε αυτό το αποτέλεσμα. Ακόμα και αν αυτό δεν εξυπηρετούσε τους διακηρυγμένους στόχους, πάντως διασφάλιζε την κυριαρχία και πολιτική τους επιβίωση. Το ΑΚΕΛ διαφώνησε με την επιβολή αυτή.

Στα μέτρα της ΝΑΤΟϊκής διχοτόμησης

Οι διχοτομικές πρόνοιες που ήδη συζητούσαν οι Βρετανοί κατά τη διάρκεια των συνομιλιών του 1955-1959 επιστρέφουν μετά τις δικοινοτικές ταραχές του 1963-1964. Το σχέδιο Άτσεσον προνοεί στην ουσία του τη διπλή ένωση. Η απόρριψή του από τον Μακάριο θα οδηγήσει την Αθήνα σε σκέψεις υπόσκαψής του, ενώ οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ καλωσόριζαν ευχαρίστως και ενίσχυαν τέτοιες εξελίξεις που θα άνοιγαν το δρόμο για την πλήρη ΝΑΤΟποίηση του νησιού. Η προοπτική της διπλής ένωσης (και ουσιαστικά διχοτόμησης) θα κυριαρχεί στους συνωμοτικούς πυρήνες της ακροδεξιάς μέχρι την ΕΟΚΑ Β’.

Το διπλό έγκλημα του Ιουλίου του 1974 είχε στη βάση του αυτές ακριβώς τις θέσεις. Γι’ αυτό είχε τουλάχιστον την ανοχή, τη στήριξη και την ευχή του ΝΑΤΟ. Η χούντα και η ΕΟΚΑ Β’ θεώρησαν πως θα τις υλοποιούσαν έχοντας την πρωτοβουλία των κινήσεων. Τα πράγματα όμως δεν ήταν τόσο απλά. Η κυπριακή ακροδεξιά εργάστηκε συνειδητά για τη διχοτόμηση στο όνομα της Ένωσης, ωστόσο ήταν η Τουρκία που την ανέλαβε.

Στη διασφάλιση των συμφερόντων τους

Όπως ήδη έχουμε πει, σε αρκετές περιπτώσεις το ζήτημα του Κυπριακού κρίθηκε από τη Δεξιά, στη βάση της συνέχισης της εξουσίας της και κατά συνέπεια της εξουσίας της κυπριακής αστικής τάξης. Οι ιδεολογικές διαφορές έπαιξαν το δικό τους ρόλο, όμως και αυτές βασίζονταν στην προοπτική που ανοιγόταν σε διάφορα τμήματά της ή αντίθετα στον αποκλεισμό άλλων τμημάτων της.

Μετά το 1974 οι προσπάθειες λύσης του Κυπριακού θα κριθούν πρώτα και κύρια από την αδιαλλαξία της Τουρκίας. Ωστόσο δεν είναι λίγες οι φορές που οι επιλογές της Δεξιάς θα κινούνται μεταξύ της υπερπατριωτικής αδιαλλαξίας και της ήπιας διχοτόμησης. Βέβαια και οι δύο αυτές επιλογές οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα. Η διαφορά της νομικής κατάστασης της διχοτόμησης, de facto ή de jure, λίγη σημασία έχει μπροστά στην ολοκλήρωση της τραγωδίας.

Στα 45 χρόνια των -μετά το 1974- διαπραγματεύσεων έχουν γίνει πολλά. Έχουν έρθει προτάσεις, δέσμες ιδεών και σχέδια, ορισμένες ευκαιρίες αλλά και αδιέξοδα. Εκτός από τον Ραούφ Ντενκτάς, ο οποίος αποτελούσε τον πιο συνεπή διχοτομιστή, αλλά και τον ξένο παράγοντα ο οποίος (παρά την πιο καίρια εμπλοκή του ΟΗΕ πλέον) πολλές φορές προσπαθούσε να υποδείξει αντί να στηρίξει τις προσπάθειες λύσης, αξίζει να μελετηθεί επίσης και ο παράξενος ρόλος του κυπριακού εθνικισμού στις εξελίξεις.

Έτσι από τη μία είχαμε και έχουμε την ξεκάθαρη υπερπατριωτική αδιαλλαξία. Αυτή που a priori δεν μπορεί να αποδεχτεί συνεταιριστική εξουσία με τους Τ/κ και ονειρεύεται ένα κράτος στο οποίο το ε/κ κεφάλαιο και το κατεστημένο θα κάνει κουμάντο μόνο του εσαεί. Αυτή η άποψη εκφράζεται μέσα από την απόρριψη της δικοινοτικής πτυχής του Κυπριακού και εστίασης μόνο στην εξωτερική πτυχή του. Η πρόταξη μιας ενιαίας Κυπριακής Δημοκρατίας «όπως ήταν πριν το 1974», όπως συχνά λένε, παραπέμπει στην κατάσταση μεταξύ του 1964 – 1974 φυσικά. Δηλαδή με τους Τ/κ εκτός διαμοιρασμού εξουσίας. Πίσω από το νομικά «αντιρατσιστικό» σύνθημά τους πως όλοι οι Κύπριοι ανεξαρτήτως κοινότητας θα αντιμετωπίζονται ως ισότιμοι πολίτες, κρύβεται το ρατσιστικό και εθνικιστικό ένστικτο της υπεροχής της εθνοτικής πλειοψηφίας των Ε/κ. Για του λόγου το ασφαλές θυμηθείτε τις αντιδράσεις ακόμη και σε σκέψεις εθνικής ουδετερότητας των κρατικών μηχανισμών, όπως π.χ. των σχολείων. Τότε η επιχειρηματολογία της ισχύος της εθνοτικής πλειοψηφίας επικρατεί της ισοτιμίας των πολιτών.

Υπάρχει όμως και η άλλη όψη του νομίσματος. Είναι η μερίδα της Δεξιάς που ορισμένοι αποκαλούν «ενδοτική». Ωστόσο αυτή η ορολογία ίσως να πρέπει να αναθεωρηθεί. Γιατί μπορεί από τη μία αυτή η πλευρά να φαίνεται έτοιμη να προχωρήσει σε ένα συμβιβασμό, ωστόσο την ίδια ώρα οι προτεραιότητές της αφορούν και πάλι τη δική της εξουσία. Έτσι, ενώ την ενδιαφέρει το άνοιγμα της αγοράς σε ολόκληρη την επικράτεια του νησιού, η συνομοσπονδιακή δομή ή η χαλαρή ομοσπονδία σημαίνουν πως σε πολιτικό επίπεδο θα διατηρήσει τον δικό της χώρο εξουσίας. Αν έχουν σημασία οι λέξεις, γι’ αυτό κάνουν λόγο για σύνοικο στοιχείο, συγκάτοικους Τ/κ δηλαδή, παρά για συμπατριώτες. Δικαιολογούνται στον αδιάλλακτο εθνικισμό με το εξίσου εθνικιστικό ερώτημα: «Ποια η εναλλακτική; Μπορούμε να τους ρίξουμε στη θάλασσα;».

Ωστόσο αποδέχονται πως τόσο η διεθνής κατάσταση όσο και οικονομικές προοπτικές επιβάλλουν τον τερματισμό της ανώμαλης κατάστασης. Οι ιδέες αυτές συζητούνται εδώ και χρόνια στην κυπριακή Δεξιά. Ίσως και πιο πριν από το «όλα στο τραπέζι» του Γλαύκου Κληρίδη και φυσικά φτάνουν μέχρι σήμερα με τις νέες ιδέες του Νίκου Αναστασιάδη.

Όμως τα πράγματα στη ζωή και στην πράξη πάντοτε είναι πιο περίπλοκα από τις απλοποιήσεις που χρειάζονται στις πολιτικές αναλύσεις. Η μία «παράταξη» δεν αναιρεί τη θέση της άλλης. Η ανάγκη για άνοιγμα της αγοράς δεν σημαίνει αναίρεση του φόβου του ανταγωνισμού.

Εκλογικές διαδικασίες, συσχετισμοί δυνάμεων, χρονικές περιστάσεις και άλλα τόσα μπορεί να θολώνουν τις γραμμές που χωρίζουν τη μία αντίληψη από την άλλη. Έτσι, για παράδειγμα, στο πρόσωπο και στις πράξεις του Προέδρου της Δημοκρατίας, Νίκου Αναστασιάδη, μπορεί να δει κάποιος και τις δύο συνισταμένες που αναλύσαμε πιο πάνω. Δηλαδή την εθνικιστική αδιαλλαξία, η οποία την ίδια ώρα γίνεται έτοιμη για μια αποκεντρωμένη «μοιρασιά» που θα διασφαλίζει ξεχωριστά κέντρα εξουσίας, όσο το επιτρέπει μια επανενωμένη αγορά.

Με άλλα λόγια, η παρούσα κατάσταση συνοψίζει μια πάγια θέση στην οποία βρίσκεται η κυπριακή Δεξιά και η αστική τάξη: Δουλεύει για την εξυπηρέτηση των δικών της συμφερόντων, ανεξαρτήτως των συνεπειών στα συμφέροντα του κυπριακού λαού.

Τα καπετανάτα των εθνικιστών

Με όσα προβλήματα και αν ήταν φορτωμένη η κυπριακή Ανεξαρτησία, η κατάρρευσή της θα ήταν λάθος να αποδοθεί μόνο στα δομικά χαρακτηριστικά της. Με άλλα λόγια, οι πράξεις αυτών που ανέλαβαν την εξουσία το 1960 έπαιξαν καταλυτικό ρόλο.

Αρκετοί από τους ριζοσπάστες εθνικιστές της νέας γενιά που ανέλαβαν την εξουσία στη νεαρή Δημοκρατία συνέχισαν να λειτουργούν στην αντίληψη των καπετανάτων τους, των παραστρατιωτικών οργανώσεων αλλά και στην αίσθηση πως το κράτος αποτελεί προέκταση όλων αυτών. Πέραν από τη γνωστή οργάνωση «Ακρίτας» -στην οποία συμμετείχαν από τον ηγέτη του παρακράτους Π. Γιωρκάτζη μέχρι τον «ρεαλιστή» Κληρίδη- την περίοδο εκείνη στην Κύπρο οι ένοπλες ομάδες του κάθε «αρχηγού» ήταν σύνηθες φαινόμενο. Ίσως σε αυτή την περίοδο να μπορούμε να εντοπίσουμε την αλαζονεία, την τραμπούκικη λογική και τον αυταρχισμό που συνοδεύει ακόμα και τη «φιλελεύθερη» δεξιά μέχρι σήμερα.

Από μια άποψη, η ανάλογη συμπεριφορά και οργάνωση της ΤΜΤ, που επιβλήθηκε με τα όπλα στην τ/κ Αριστερά, συμπλήρωσε το παζλ. Η κυπριακή Δεξιά και των δύο κοινοτήτων αγκάλιασε τη συγκρουσιακή κατάσταση. Η μία στους θύλακες και η άλλη με τον έλεγχο του κράτους διασφάλισαν την ανεμπόδιστη εξουσία τους. Η επιλογή της συναίνεσης και του διαμοιρασμού της εξουσίας απαιτούσε συμβιβασμούς που δεν ήταν διατεθειμένοι να κάνουν.
Την ίδια ώρα όμως, στην ε/κ Δεξιά υπάρχει μια αξιόλογη διάσπαση. Ορισμένα από τα καπετανάτα της είχαν βρεθεί εκτός εξουσίας. Σε αυτό να προστεθεί πως το όραμα της Ένωσης ασκούσε ακόμη γοητεία στους εθνικιστικούς κύκλους. Ορισμένοι καταλογίζουν ακόμη και στον Μακάριο «κατανόηση» αυτής της ενωτικής γοητείας και ότι γι’ αυτό μοίραζε συγχωροχάρτια με τόση ευκολία από το Εθνικό Μέτωπο μέχρι την ΕΟΚΑ Β’. Αυτό βέβαια δεν αναιρεί την πολιτική βούληση της μερίδας της αστικής τάξης, η οποία φαινόταν να προτιμά τη δική της κυριαρχία μέσα από την Ανεξαρτησία. Ακριβώς γι’ αυτό άλλοι θεωρούν πως οι πολιτικοί τακτικισμοί του στόχευαν σε άλλα πράγματα, όπως τον κατευνασμό των πνευματών.

Σε κάθε περίπτωση όμως, αρκετοί εθνικιστές που έμειναν έξω από τους κύκλους εξουσίας περνούσαν από τα ενωτικά οράματα στις πράξεις. Διεκδικούσαν ουσιαστικά με αυτό τον τρόπο το δικό τους μερίδιο στην εξουσία. Αυτοί αποτέλεσαν το πολύτιμο μέσο υλοποίησης των ιμπεριαλιστικών σχεδίων για την Κύπρο.

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy