Λιμάνι Λ/σού: Κενά στη διαχείριση παλιών ελαστικών λόγω της ιδιωτικοποίησης

Κενά στη διαδικασία ελέγχου της πληρωμής περιβαλλοντικού τέλους κατά την εισαγωγή και κυκλοφορία ελαστικών στην κυπριακή αγορά, διαπίστωσε η Επιτροπή Ελέγχου της Βουλής σήμερα, κατά την παρουσίαση της έκθεσης της Ελεγκτικής Υπηρεσίας.

Κατά τη συζήτηση, διαπιστώθηκε ότι το πρόβλημα σχετίζεται άμεσα με τις συμβάσεις των εταιρειών που ανέλαβαν τη διαχείριση του λιμένα Λεμεσού, οι οποίες δεν υποχρεώνονται να ελέγχουν το περιβαλλοντικό τέλος, πριν απελευθερωθούν τα φορτία ελαστικών στην αγορά.

Από την έκθεση που ετοιμάστηκε στο πλαίσιο περιβαλλοντικών ελέγχων της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, αναδείχθηκε τόσο το πρόβλημα της ελλιπούς καταγραφής των ελαστικών και είσπραξης περιβαλλοντικού τέλους στο λιμάνι Λεμεσού, όσο και το πρόβλημα της παράνομης απόρριψης ελαστικών σε μη ενδεδειγμένους χώρους, καθώς και θέματα που έχουν να κάνουν με τη διαχείριση των ελαστικών από την τσιμεντοποιία Βασιλικού (που έχει αναλάβει την αξιοποίησή τους για παραγωγή ενέργειας).

Οι εκπρόσωποι των δύο συλλογικών συστημάτων διαχείρισης των ελαστικών, που έχουν την ευθύνη της μεταφοράς τους στη τσιμεντοποιία Βασιλικού, στις τοποθετήσεις τους κατά τη συνεδρίαση, συμφώνησαν ότι το μεγάλο πρόβλημα εντοπίζεται στην έλλειψη ελέγχου του περιβαλλοντικού τέλους στο λιμάνι Λεμεσού.

Όπως εξήγησαν, το 65% των ελαστικών προέρχεται από τρίτες χώρες, επομένως τα φορτία τυγχάνουν τελωνειακού ελέγχου και εκεί ελέγχεται και η καταβολή του περιβαλλοντικού τέλους, πριν βγουν στην αγορά. Αντίθετα, όπως είπαν, για το 35% των ελαστικών, που προέρχονται από χώρες μέλη της ΕΕ, οι διαχειρίστριες εταιρείες δεν υποχρεούνται να ελέγχουν την καταβολή περιβαλλοντικού τέλους (σύμφωνα με τη σύμβαση με το Υπουργείο Μεταφορών) και δημιουργείται κενό στη διαχείριση των ελαστικών, αφού αυτά δεν μπορούν να οδηγηθούν για διαχείριση στη τσιμεντοποιία.

Ο Βουλευτής του ΑΚΕΛ, Κώστας Κώστα, υπογράμμισε ότι για το θέμα θα πρέπει να τοποθετηθεί το Υπουργείο Μεταφορών, το οποίο υπέγραψε τη σύμβαση με τις διαχειρίστριες εταιρείες στο λιμάνι Λεμεσού, αφήνοντας κενά στο κομμάτι του ελέγχου των φορτίων ελαστικών. «Ακούσαμε ότι χάνονται τουλάχιστον €100.000 τον χρόνο, δηλαδή μισό εκατομμύριο στα πέντε χρόνια από την ισχύ της σύμβασης, αλλά δεν ιδρώνει το αυτί κανενός», τόνισε.

Συμπλήρωσε, δε, ότι είναι μεγάλη και η οικολογική καταστροφή, καθώς όσοι διαφεύγουν του περιβαλλοντικού τέλους, απορρίπτουν στην ύπαιθρο τα παλιά ελαστικά, δημιουργώντας παράνομους σκουπιδότοπους. Υποστήριξε ότι θα μπορούσε να ρυθμιστεί το ζήτημα, με τροποποίηση της νομοθεσία, ώστε να υποχρεούνται και οι διαχειρίστριες εταιρείες, όπως και η Αρχή Λιμένων, να ελέγχουν τα φορτία για είσπραξη περιβαλλοντικού τέλους.

Σε δηλώσεις της μετά τη συνεδρίαση της Επιτροπής, η Βουλευτής του ΑΚΕΛ, Ειρήνη Χαραλαμπίδου, υπενθύμισε ότι η Νομική Υπηρεσία είχε ξεκαθαρίσει εξ αρχής ότι οι συμβάσεις που υπογράφτηκαν για τη διαχείριση του λιμανιού Λεμεσού από ιδιωτικές εταιρείες, δεν είχαν ελεγχθεί και είχαν στοιχεία που ήταν σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος.

«Ένα τέτοιο στοιχείο», είπε «είναι και το γεγονός ότι οι συμβάσεις δεν περιλαμβάνουν όρο διασφάλισης για έλεγχο της καταβολής περιβαλλοντικού τέλους, πριν τη διοχέτευση ελαστικών στην αγορά». Καταλήγοντας, τόνισε ότι η παράλειψη εντοπίστηκε από τον Ιανουάριο του 2017 και ότι έπρεπε στα 5 αυτά χρόνια να βρεθεί δικλείδα ελέγχου από το Υπ. Μεταφορών.

Ο Πρόεδρος της Επιτροπής και Βουλευτής του ΔΗΚΟ, Ζαχαρίας Κουλίας, ανέφερε ότι σε περίοδο ενός μηνός θα πρέπει να εξεταστεί η δυνατότητα για έλεγχο των εισαγωγών από κοινοτικές χώρες, μέσω του δηλωτικού εισαγωγής (μανιφέστου), στο οποίο αναφέρεται το είδος του φορτίου, αφού είναι στη διάθεση όλων των οργανισμών και υπηρεσιών, μέσω του συστήματος της Αρχής Λιμένων. «Χρειάζεται», όπως είπε, «δημιουργία εξειδικευμένου μηχανισμού ελέγχου από το Τμήμα Περιβάλλοντος» για τον σκοπό αυτό. Σημείωσε ακόμα ότι καλό είναι να βρεθούν και εναλλακτικοί τρόποι διαχείρισης των ελαστικών, πέρα από την αξιοποίησή τους στη τσιμεντοποιία Βασιλικού για παραγωγή ενέργειας.

Η Βουλευτής του ΔΗΣΥ, Ρίτα Θεοδώρου Σούπερμαν, είπε ότι το Τμήμα Περιβάλλοντος διαθέτει επιστημονικά καταρτισμένο προσωπικό, που «υπερβάλλει εαυτόν, όμως χρειάζεται στήριξη γιατί η υπηρεσία είναι υποστελεχωμένη». Κατέληξε ότι από τη στιγμή που εντοπίστηκε ένα πρόβλημα, θα πρέπει να βρεθεί τρόπος να επιλυθεί.

Ο Βουλευτής των Οικολόγων, Χαράλαμπος Θεοπέμπτου, χαρακτήρισε τραγική τη σύμβαση με τις εταιρείες στο λιμάνι Λεμεσού. Σημείωσε ότι χρειάζεται να βρεθεί και δεύτερη εταιρεία διαχείρισης των ελαστικών, πέρα από το Βασιλικό, και έφερε ως παράδειγμα εταιρείες που ενδιαφέρονται για παραγωγή καυσίμων μέσω πυρόλυσης. Έθεσε, δε, και ζήτημα για λειτουργία και κρατικού καυστήρα για τέτοιους σκοπούς.

Επιπλέον κόστος για το κράτος, λόγω «αναξιόπιστης εταιρείας» μεταφοράς ελαστικών

Ιδιαίτερη αναφορά έγινε και στο πρόβλημα που δημιουργήθηκε από τη συνεργασία του κράτους με την εταιρεία Envirotrans, για τη μεταφορά φορτίου ελαστικών που δεν ήταν σε θέση να διαχειριστεί το Βασιλικό, στον χώρο του λατομείου Λατούρο.

Όπως ανέφερε η λειτουργός του Τμήματος Περιβάλλοντος, Χρυστάλλα Νησιώτου, «η εταιρεία αποδείχθηκε αναξιόπιστη», αφού βρέθηκαν στον χώρο ελαστικά τα οποία δεν αντιστοιχούσαν σε κουπόνια (αποδεικτικά του περιβαλλοντικού τέλους), πράγμα που εγείρει υποψίες ότι η εταιρεία μετέφερε εκεί ελαστικά που δεν περιλαμβάνονταν στη συμφωνία.

«Η αρμόδια αρχή ανέλαβε να άρει το πρόβλημα και να ζητήσει το ποσό από τον υπεύθυνο, όπως και έγινε», εξήγησε η κα. Νησιώτου, συμπληρώνοντας ότι το κράτος κατέβαλε το κόστος μετακίνησης των ελαστικών από το λατομείο στο Βασιλικό. Για τον λόγο αυτό, το κράτος οδήγησε την εταιρεία ενώπιον δικαστηρίου. Σύμφωνα με την Έφορο Κρατικών Εγγυήσεων, όμως, αν το ποσό αυτό δεν ανακτηθεί θα συνιστά παράνομη κρατική ενίσχυση.

Εκ μέρους της τσιμεντοποιίας Βασιλικού, ο Γιώργος Σάββα υποστήριξε ότι το απόθεμα των ελαστικών που δεν έχουν τύχει ακόμα διαχείρισης, προέκυψαν και από τη συσσώρευση υλικού από το λατομείο Λατούρο και θα χρειαστούν κάποια χρόνια για να εξαλειφθεί.

Από την πλευρά της, η Ελεγκτική Υπηρεσία εισηγήθηκε, με στόχο την αντιμετώπιση του προβλήματος συσσώρευσης αποθέματος ελαστικών, να μην καταβάλλεται εκ προοιμίου το τέλος στην τσιμεντοποιία Βασιλικού, αλλά μέρος αυτού να κρατείται, μέχρι και την ολοκλήρωση της διαχείρισης. Χαρακτηριστικά, ο Γενικός Ελεγκτής ανέφερε πως «το πρόβλημα είναι ότι ο αρμόδιος πληρώνεται για αυτό που πρέπει να κάνει, πριν το κάνει».

Η Ελεγκτική Υπηρεσία σημείωσε ότι για τα ελαστικά που υπάρχουν σε απόθεμα στην τσιμεντοποιία, η εταιρεία έλαβε τέλος διαχείρισης ύψους μισού εκατομμυρίου ευρώ, χωρίς να έχει προχωρήσει η διαχείρισή τους, πράγμα που, όπως ανέφερε, μπορεί να ελλοχεύει και κινδύνους. «Μας ανησυχεί η τεράστια ποσότητα που είναι συσσωρευμένη», είπε ο εκπρόσωπος της υπηρεσίας, «δεδομένου ότι εκδηλώνονται φωτιές», και συμπλήρωσε ότι το τέλος για λάστιχα που ενδεχομένως καούν από λάθος, θα πρέπει να επιστραφεί.

Όπως τόνισε η Ελεγκτική Υπηρεσία, το περιβαλλοντικό τέλος είναι ποσό που μεταφέρεται στον καταναλωτή, μέσω του κόστους αγοράς των ελαστικών, και κυμαίνεται ανάλογα με το μέγεθος, από €0,80 έως €48.

Google News icon Aκολουθήστε μας στο Google News

Οι τελευταίες ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο και όλη η επικαιρότητα στο dialogos.com.cy